Ο Μακαριώτατος
Πατριάρχης πρώην Ιεροσολύμων κυρός Νικόδημος. (1828-1910). |
Ο κατά κόσμον Νικόλαος Τσιντσώνης γεννήθηκε στο Φανάρι της Κωνσταντινουπόλεως στις 18 Νοεμβρίου 1828 (ή το 1827) από γονείς καταγομένους από τη Μηχανιώνα της Κυζίκου. Σε νεαρή ηλικία τέθηκε υπό την προστασία του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Αθανάσιο, ο οποίος πριν την κοίμησή του ανέθεσε στον Αρχιεπίσκοπο Θαβωρίου Ιερόθεο τη μελλοντική φροντίδα του Νικολάου. Το 1845 προσελήφθη στην υπηρεσία του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και το 1847 εκάρη μοναχός. Τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους χειροτονήθηκε Διάκονος από τον διάδοχο του Αθανασίου Πατριάρχη Κύριλλο τον Β΄. Το 1849 εισήχθη στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, την οποία όμως δεν τελείωσε εξαιτίας σοβαρών λόγων υγείας. Από το 1851 μέχρι το 1860 διετέλεσε Αρχιδιάκονος του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Κυρίλλου του Β΄ στην Κωνσταντινούπολη. Τον Φεβρουάριο του 1860 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος και διορίστηκε Πρωτοσύγκελος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Υπό την ιδιότητα αυτή εστάλη στο Κισνόβιο (Κισινιέφ-Κισινάου) της Βεσσαραβίας ως αντιπρόσωπος του Παναγίου Τάφου προς διαχείριση των εκεί αγιοταφιτικών κτημάτων. Το ίδιο έτος έλαβε και το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Τον Σεπτέμβριο του 1872 επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη. Αντιτάχθηκε στον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Κύριλλο τον Β΄, ο οποίος αρνήθηκε να υπογράψει την καταδίκη του Βουλγαρικού σχίσματος. Το 1873 ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωακείμ ο Β΄ κατά την δεύτερη Πατριαρχεία του προσέφερε στον Νικόδημο τη θέση του Μεγάλου Πρωτοσυγκέλου αλλά αυτός δεν την αποδέχθηκε. Επί του διαδόχου του Κυρίλλου του Β΄ Πατριάρχου Ιεροσολύμων Προκοπίου ο Νικόδημος διορίστηκε Δραγουμάνος του Παναγίου Τάφου. (1875-1877). Το 1877 διορίστηκε Ηγούμενος του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου στη Μόσχα. Συνέβαλε αποφασιστικά στην εξομάλυνση των σχέσεων της Εκκλησίας της Ρωσίας με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, οι οποίες είχαν διαταραχθεί επί Πατριάρχου Ιεροσολύμων Κυρίλλου του Β΄. Στις 3 Ιανουαρίου 1882 χειροτονήθηκε στον Ιερό Ναό Αγίου Ισαακίου Αγίας Πετρουπόλεως Αρχιεπίσκοπος Θαβωρίου. Τη χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης Νοβγορόδου και Αγίας Πετρουπόλεως Ισίδωρος, συμπαραστατούμενος από τον Μητροπολίτη Μόσχας Μακάριο, τους Αρχιεπισκόπους Καζάν Σέργιο, Ριαζάν Παλλάδιο, Χέλμ Λεόντιο και τον Επίσκοπο Λαδόγκας Ερμογένη. Στις 4 Αυγούστου 1883 στη Ρωσία ευρισκόμενος και μετά την ακύρωση από την Οθωμανική κυβέρνηση της εκλογής του Φωτίου ως Πατριάρχου Ιεροσολύμων εξελέγη Πατριάρχης Ιεροσολύμων ο Θαβωρίου Νικόδημος. Στα Ιεροσόλυμα έφτασε τον Δεκέμβριο του 1883. Στις 18 Μαρτίου 1888 υπέστη αποτυχημένη δολοφονική επίθεση από κάποιον μοναχό ονόματι Γαλακτίωνα, ο οποίος τον πυροβόλησε τέσσερις φορές. Στις 28 Μαρτίου 1888 ανήγγειλε το κλείσιμο της Θεολογικής Σχολής του Σταυρού Ιεροσολύμων και στη συνέχεια υπέβαλε την παραίτησή του, η οποία όμως δεν έγινε αποδεκτή από την Ιερά Σύνοδο. Στις 30 Ιουλίου 1890 λόγω της κακής κατάστασης των οικονομικών του Πατριαρχείου υπέβαλε εκ νέου παραίτηση και αποσύρθηκε στην Αγιοταφιτική Μονή του Αγίου Γεωργίου του Κρημνού στη Χάλκη των Πριγκηποννήσων όπου και εκοιμήθη εξ αποπληξίας στις 5 Φεβρουαρίου 1910. |
Αναθεώρηση: Δευτέρα, 18 Σεπτεμβρίου 2023.