Ο πρώην Επίσκοπος
Βέρνης κυρός Σέργιος (1878-1937). |
Ο κατά κόσμον Αλέξιος Πέτροβιτς Λαβρώφ γεννήθηκε στο χωριό Γκλαζούνωβο της Κομητείας Μτσένσκ της Επισκοπής Ορέλ στις 2 Φεβρουαρίου 1878. Τον Φεβρουάριο του 1902 εκάρη μοναχός και στη συνέχεια χειροτονήθηκε Διάκονος και Πρεσβύτερος. Το ίδιο έτος αποφοίτησε από τη Θεολογική Ακαδημία Αγίας Πετρουπόλεως. Μετά την αποφοίτησή του εντάχθηκε στο δυναμικό της Πνευματικής Αποστολής της Εκκλησίας της Ρωσίας στην Ούρμια του Ιράν. Τον Ιούνιο του 1904 διορίστηκε επικεφαλής της Αποστολής και τον Αύγουστο του ίδιου έτους έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Την 1 Δεκεμβρίου 1913 χειροτονήθηκε Επίσκοπος Σάλμας (στο Ιράν σήμερα). Κατά τη διάρκεια του Α΄ παγκοσμίου πολέμου στάθηκε αρωγός στους διωκόμενους Αρμένιους και Ασσύριους χριστιανούς. Το 1915 αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Ιρανικό Αζερμπαϊτζάν και κατέφυγε στην Τιφλίδα. Λόγω σύγκρουσής του με τους κληρικούς της Πνευματικής Αποστολής κλήθηκε στην Πετρούπολη. Την 1 Ιουλίου 1916 απαλλάχθηκε από τα καθήκοντα του επικεφαλής της Αποστολής και τοποθετήθηκε Επίσκοπος Σολικάμσκ, Βικάριος της Επισκοπής Πέρμης. Εξοργισμένος με την απόφαση αρνήθηκε να μεταβεί στο Σολικάμσκ και στις 21 Ιανουαρίου 1917 τοποθετήθηκε Επίσκοπος Σεμιρέτσι και Βέρνης (Άλμα Άτα), Βικάριος της Επισκοπής Τουρκεστάν (Τασκένδης). Στις 3 Ιουλίου 1917 παύθηκε και διέμενε στο Κίεβο. Αντιτάχθηκε στην ιδέα της ανασύστασης του Πατριαρχείου. Το 1918 δήλωσε ότι παραιτείται από τα αξιώματά του στην Ορθόδοξη Εκκλησία και ότι ανήκει στην Αγγλικανική Εκκλησία. Το ίδιο έτος καθαιρέθηκε. Ωστόσο το 1919 ευρισκόμενος στο Νοβορωσίσκ μετανόησε και επέστρεψε στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Τον Φεβρουάριο του 1920 εξελέγη Επίσκοπος Κουμπάν. Σε αντίθεση με τους υπόλοιπους Επισκόπους της Νότιας Ρωσίας δεν μετανάστευσε στο εξωτερικό. Τον Νοέμβριο του 1920 συνελήφθη, εκτοπίστηκε στο Βελίκι Ουστιούνγκ και παύθηκε. Από εκεί δύο μήνες μετά εκτοπίστηκε στην Τασκένδη. Κατόπιν αποτυχημένων προσπαθειών να διοριστεί Επίσκοπος σε κάποια Επισκοπή της "ζώσας Εκκλησίας" διέκοψε τις διαπραγματεύσεις. Στις 25 Ιανουαρίου 1925 ο Πατριάρχης Τύχων τον τοποθέτησε Επίσκοπο Βέρνης (Άλμα Άτα), Βικάριο της Επισκοπής Τουρκεστάν (Τασκένδης). Στις 6 Φεβρουαρίου 1927 προσχώρησε στο σχίσμα των "Ανανεωτών". Στάλθηκε από τη "ζώσα Εκκλησία" στη Σιβηρία και για ένα διάστημα διετέλεσε Επίσκοπος Χακασίας. Νυμφεύθηκε αλλά ο γάμος του απέτυχε. Από το 1929 διέμενε στη Μόσχα. Το 1931 συνελήφθη και καταδικάστηκε σε πενταετή εκτοπισμό στην περιοχή των Βορείων Ουραλίων. Από το 1934 διέμενε στο Τομπόλσκ σε συνθήκες πείνας. Παρέμενε πάντα αγαπητός μεταξύ των Ασσυρίων προσφύγων. Τον Οκτώβριο του 1937 συνελήφθη και στις 4 Νοεμβρίου 1937 καταδικάστηκε σε θάνατο. Εκτελέστηκε στο Τομπόλσκ στις 10 Νοεμβρίου 1937. |
Αναθεώρηση: Παρασκευή, 16 Φεβρουαρίου 2024.