Ο
κατά κόσμον Πέτρος Ποπστεφάνωφ Ιβάνωφ γεννήθηκε στο χωριό Βαϊσάλ της
Αδριανουπόλεως στις 12 Φεβρουαρίου 1845. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή
του Σταυρού Ιεροσολύμων το 1862. Το 1867 εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε
Διάκονος από τον Μητροπολίτη Λαοδικείας Μελέτιο. Υπηρέτησε ως Αρχιδιάκονος
του Πατριάρχου Αντιοχείας Ιεροθέου από το 1869 μέχρι το 1870. Το 1870
επέστρεψε στην Αδριανούπολη όπου χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από τον
Μητροπολίτη Αδριανουπόλεως Κύριλλο και έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη.
Υπηρέτησε ως Εφημέριος στο Γέφυρα Μουσταφά Πασά (σημερινό Σβίλεγκραντ της
Βουλγαρίας). Μετά την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας εντάχθηκε σε αυτήν το
Φθινόπωρο του 1873 και
διορίστηκε Εξαρχικός Εφημέριος στις Σαράντα Εκκλησιές. Τον Σεπτέμβριο του 1875 χειροτονήθηκε
στον Βουλγαρικό Ναό του Αγίου Στεφάνου Κωνσταντινουπόλεως τιτουλάριος
Επίσκοπος Βελίκης και του ανατέθηκε η διοίκηση της Μητροπόλεως Βιδινίου. Από
το 1882 μέχρι το 1886 υπηρέτησε ως Διευθυντής του Θεολογικού Σεμιναρίου
Πέτρου και Παύλου στο Λιάσκοβετς (κοντά στο Μεγάλο Τύρνοβο). Από το 1886 και
μετά διετέλεσε τοποτηρητής των Μητροπόλεων Φιλιππουπόλεως και Λοβτσού. Στις
26 Ιανουαρίου 1892 εξελέγη Μητροπολίτης Σόφιας. Την 1 Ιανουαρίου 1908
προσαρτήθηκε στη Μητρόπολη Σόφιας και η καταργηθείσα Μητρόπολη Σαμακοβίου.
Τον Ιούνιο του 1915 ανέλαβε καθήκοντα αναπληρωτή Εξάρχου μέχρι την κοίμησή
του. Εκοιμήθη στη Σόφια στις 20 Ιουνίου 1918. |