Ο
Κύριλλος Δημητριάδης γεννήθηκε στο Βλαχ Σαράι της Κωνσταντινουπόλεως το 1845
(ή το 1838). Το 1860 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον εξ αγχιστείας συγγενή
του Μητροπολίτη Φιλαδελφείας Μελέτιο και διορίστηκε Αρχιδιάκονος της
Μητροπόλεως Φιλαδελφείας. Το 1864 έφυγε από τη Φιλαδέλφεια και εισήχθη στη
Θεολογική Σχολή της Χάλκης, από την οποία αποφοίτησε το 1867. Μετά την
αποφοίτησή του υπηρέτησε για δύο χρόνια στην Αμισό (Σαμψούντα) ως
Αρχιερατικός Επίτροπος της Μητροπόλεως Αμασείας. Στις 15 Φεβρουαρίου 1870
χειροτονήθηκε στη Σμύρνη τιτουλάριος Επίσκοπος Μυρέων, Βοηθός Επίσκοπος της
Μητροπόλεως Σμύρνης. Τη χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης Σμύρνης Μελέτιος,
συμπαραστατούμενος από τους Επισκόπους Μοσχονησίων Κύριλλο και Ερυθρών
Διονύσιο. Το 1873 διορίστηκε Βοηθός Επίσκοπος της Μητροπόλεως
Βάρνης και αντικαθιστούσε τον Μητροπολίτη Βάρνης Ιωακείμ, ο οποίος απουσίαζε
στην Κωνσταντινούπολη ως Συνοδικός. Στις 22 Μαρτίου 1875 εξελέγη
Μητροπολίτης Βάρνης. Στις 27 Νοεμβρίου 1882 εξελέγη Μητροπολίτης Καστορίας
έχοντας συνυποψηφίους τους Μητροπολίτες Πρεσπών Αλέξανδρο και Μαρωνείας
Ιερώνυμο. Στις 15
Οκτωβρίου 1888 εξελέγη Μητροπολίτης Λήμνου έχοντας συνυποψηφίους τον
Μητροπολίτη Ικονίου Αμβρόσιο και τον Επίσκοπο Ειρηνουπόλεως Φώτιο. Στις 3 Ιανουαρίου 1890 εξελέγη παμψηφεί Μητροπολίτης
Αδριανουπόλεως έχοντας συνυποψηφίους τους Μητροπολίτες Δράμας Γερμανό και
Μηθύμνης Νικηφόρο. Το 1908 παραιτήθηκε και εφησύχαζε στη Χάλκη των
Πριγκηποννήσων όπου και εκοιμήθη τον Ιούνιο του 1921. |