Ο
Φώτιος Μανιάτης γεννήθηκε στην Πρίγκηπο στις 25 Μαρτίου 1840 από γονείς
καταγομένους από τη Σπάρτη της Πελοποννήσου. Αποφοίτησε από τη Θεολογική
Σχολή της Χάλκης το 1864. Στις 4 Ιουλίου 1864 χειροτονήθηκε Διάκονος. Υπηρέτησε
στην Άρτα (1864-1866) και την Κρήτη (1866-1867). Στη συνέχεια υπηρέτησε ως
Ιερατικώς Προϊστάμενος Διπλοκιονίου Κωνσταντινουπόλεως (1867-1868) και
Ιεροκήρυκας της Μητροπόλεως Μυτιλήνης (1868-1870). Αποφοίτησε από τη
Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών το 1873. Κατόπιν υπηρέτησε ως Γραμματέας της
Μητροπόλεως Αθηνών (1873-1874), Ιερατικώς Προϊστάμενος Τζιβαλίου
Κωνσταντινουπόλεως (1874-1877). Στις 14 Αυγούστου 1877 χειροτονήθηκε στον
Ιερό Ναό Ταξιαρχών Μεγάλου Ρεύματος τιτουλάριος Επίσκοπος Ειρηνουπόλεως,
Αρχιερατικώς Προϊστάμενος Μεγάλου Ρεύματος. Τη χειροτονία τέλεσε ο
Μητροπολίτης Μαρωνείας Ιερώνυμος, συμπαραστατούμενος από τους Μητροπολίτες
Χαλδίας Γερβάσιο και π. Ιερισσού Διονύσιο. Τον Μάιο του 1879 διορίστηκε
Γενικός Ιεροκήρυκας της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Το 1880 εστάλη ως
Ιεροκήρυκας στην Θράκη. Το
1881 διορίστηκε Αρχιερατικώς Προϊστάμενος Σταυροδρομίου. Στις 19 Δεκεμβρίου
1889 εξελέγη Μητροπολίτης Φιλιππουπόλεως με 8 ψήφους (επί συνόλου 11)
έχοντας συνυποψηφίους τον Επίσκοπο π. Κίτρους Ιωαννίκιο και τον Αρχιμανδρίτη
Γεράσιμο Δώριζα (3 ψήφοι). Το 1906 ενώ απουσίαζε στην
Κωνσταντινούπολη ξέσπασαν βιαιοπραγίες του Βουλγαρικού όχλου στη
Φιλιππούπολη εναντίον της Ελληνικής Μητρόπολης, των Ελληνικών Ναών και
ιδρυμάτων. Ύστερα από αυτό δεν μπόρεσε να επιστρέψει στην έδρα του. Τη
διοίκηση της Μητροπόλεως ανέλαβε ο ανιψιός του Αρχιμανδρίτης Φώτιος
Μανιάτης, μετέπειτα Οικουμενικός Πατριάρχης Φώτιος ο Β΄. Στις 5 Αυγούστου
1910 εξελέγη Μητροπολίτης Σερβίων και Κοζάνης. Στις 14/27 Μαρτίου 1923 παραιτήθηκε και
διέμενε έκτοτε στην Αίγινα όπου και εκοιμήθη στις 23 Μαρτίου 1925. |