Ο
κατά κόσμον Παύλος Φιοντόροβιτς Κρατίρωφ γεννήθηκε στο
χωριό Ποκρόβσκογιε της Κομητείας Τότμας του Κυβερνείου Βόλογδα στις 6 Μαΐου
1871. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Ακαδημία του Καζάν το 1896. Εργάστηκε ως
Δάσκαλος και Καθηγητής. Το 1914 χήρεψε. Διάκονος χειροτονήθηκε στις 11
Σεπτεμβρίου 1921 και Πρεσβύτερος στις 13 Σεπτεμβρίου 1921. Υπηρέτησε στην
Επισκοπή Χαρκόβου. Στις 15 Ιανουαρίου 1922 εκάρη μοναχός και στις 2
Φεβρουαρίου 1922 έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Στις 6 Φεβρουαρίου 1922
χειροτονήθηκε Επίσκοπος Σταρομπέλσκ, Βικάριος της Επισκοπής Χαρκόβου. Τη
χειροτονία τέλεσε ο Μητροπολίτης Κούρσκ και Ομπογιάνου Ναζάριος,
συμπαραστατούμενος από τον Αρχιεπίσκοπο Χαρκόβου και Αχτύρκας Ναθαναήλ και
τους Επισκόπους Σουμύ Κορνήλιο και Μπελγορόδου Νίκωνα. Στις 6 Αυγούστου 1922
παύθηκε. Αρνήθηκε να συνεργαστεί με τη "ζώσα Εκκλησία". Το 1923 μετέβη στην
Κριμαία και διετέλεσε τοποτηρητής του Βικαριάτου της Γιάλτας. Από τον
Αύγουστο μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1923 διέμενε στο Βόλογδα. Στις 27
Νοεμβρίου 1923 τοποθετήθηκε Επίσκοπος Αλεξανδρώβου, Βικάριος της Επισκοπής
Βλαδίμης. Το 1924 παύθηκε. Το 1925 τοποθετήθηκε για δεύτερη φορά Επίσκοπος
Σταρομπέλσκ, Βικάριος της Επισκοπής Χαρκόβου. Το 1927 συγκρούστηκε με τον
αναπληρωτή τοποτηρητή του Πατριαρχικού Θρόνου Μητροπολίτη Κάτω Νοβγορόδου
Σέργιο και παύθηκε. Αρχικά συνέπραξε με τον Μητροπολίτη Γιαροσλάβου
Αγαθάγγελο. Ωστόσο το 1928 προσχώρησε στην παράταξη των Ιωσηφιτών. Το 1931
συνελήφθη και ανακρίθηκε επανειλημμένως. Στις 2 Ιανουαρίου 1932 και ενώ ήταν
σοβαρά άρρωστος καταδικάστηκε σε δεκαετή φυλάκιση. Εκοιμήθη στο Χάρκοβο στο
Νοσοκομείο των φυλακών στις 5 Ιανουαρίου 1932. |