Ο
κατά κόσμον Νικόλαος Ιβάνοβιτς Ινοζέμτσεφ γεννήθηκε στο
Τομπόλσκ στις 12 Αυγούστου 1887. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Ακαδημία Αγίας
Πετρουπόλεως το 1913. Στις 11 Φεβρουαρίου 1912 εκάρη μοναχός. Διάκονος
χειροτονήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 1912 και Πρεσβύτερος στις 22 Μαρτίου 1912.
Τον Σεπτέμβριο του 1918 έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Το 1920
μετανάστευσε στην Κωνσταντινούπολη, από εκεί στη Θεσσαλονίκη και κατόπιν στο
Βελιγράδι. Τον Αύγουστο του 1921 μετέβη στην Πολωνία. Στις 4 Ιουνίου 1922
χειροτονήθηκε τιτουλάριος Επίσκοπος Λιούμπλιν. Τη χειροτονία τέλεσε ο
Μητροπολίτης Βαρσοβίας και Χέλμ Γεώργιος, συμπαραστατούμενος από τον
Επίσκοπο Κρεμένετς Διονύσιο. Στις 12 Ιουνίου 1922 τοποθετήθηκε τοποτηρητής
της Επισκοπής Πίνσκ και Νοβογρουδόκ. Στα τέλη του 1922 εξελέγη Επίσκοπος
Πίνσκ και Πολεσίας. Το 1925 εντάχθηκε στη δικαιοδοσία της Αυτοκέφαλης
Εκκλησίας της Πολωνίας. Στις 3 Ιουνίου 1927 προήχθη σε Αρχιεπίσκοπο. Το 1939
μετά την κατάληψη της Ανατολικής Πολωνίας από τα Σοβιετικά στρατεύματα
εντάχθηκε στη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Ρωσίας. Ωστόσο πολύ γρήγορα
αποχώρησε. Το 1941 μετά την κατάληψη της Ουκρανίας από τα στρατεύματα των
Ναζί εντάχθηκε και πάλι στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Πολωνίας.
Υποστήριξε την ίδρυση της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ουκρανίας, στην οποία
εντάχθηκε το 1942 και προήχθη σε Μητροπολίτη. Το 1944 μετά
την αποχώρησε των Γερμανών αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη Λευκορωσία και
έφυγε στο Μόναχο. Το ίδιο έτος εντάχθηκε στη δικαιοδοσία της Ρωσικής
Ορθόδοξης Εκκλησίας εν Υπερορία. Ωστόσο το 1946 η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία
εν Υπερορία διέκοψε κάθε κοινωνία μαζί του διότι συνέχισε να υποστηρίζει την
Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας. Εκοιμήθη στο Μόναχο στις 9 Φεβρουαρίου
1948 κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες. |