Ο
κατά κόσμον Βίκτωρ Πουΐου γεννήθηκε στο
Πασκάνι της Κομητείας Ιασίου της Μολδαβίας στις 27 Φεβρουαρίου 1879. Αποφοίτησε
από τη Θεολογική Σχολή Βουκουρεστίου το 1905. Στις 22 Δεκεμβρίου 1905 εκάρη
μοναχός. Διάκονος χειροτονήθηκε στις 25 Δεκεμβρίου 1905 και Πρεσβύτερος στις 6
Δεκεμβρίου 1908. Ως Διάκονος υπηρέτησε στο Ρώμαν και στο Γαλάτσι. Την 1
Ιανουαρίου 1909 έλαβε το οφίκιου του Αρχιμανδρίτη. Διετέλεσε Διευθυντής του
Θεολογικού Σεμιναρίου του Γαλατσίου (1909-1918) και του Θεολογικού Σεμιναρίου
του Κισινάου (1918-1921). Στις 25 Μαρτίου 1921 χειροτονήθηκε στον Καθεδρικό Ναό
του Βουκουρεστίου Επίσκοπος Άρτζες. Το 1923 εξελέγη Επίσκοπος Χοτίνσκ και στις
17 Οκτωβρίου 1935 Αρχιεπίσκοπος Τσερναουτίου (Τσερνοβικίου) και Μητροπολίτης
Βουκοβίνης. Το 1940 παραιτήθηκε και εφησύχαζε. Στις 16 Νοεμβρίου 1942 εξελέγη
Μητροπολίτης Υπερδνειστερίας με έδρα την Οδησσό. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι
τις 14 Δεκεμβρίου 1943. Το 1944 μετέβη στο Ζάγκρεμπ και δεν επέστρεψε στη
Ρουμανία φοβούμενος αντίποινα των Σοβιετικών, οι οποίοι τον καταδίκασαν ερήμην
εις θάνατον. Έζησε σε διάφορες πόλεις στη Δυτική Ευρώπη και το 1948 τέθηκε
επικεφαλής των Ορθοδόξων Ρουμάνων της Δυτικής Ευρώπης εντός της δικαιοδοσίας της
Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας εν Υπερορία. Στις 28 Φεβρουαρίου 1950 υπό την πίεση
του Κομμουνιστικού Καθεστώτος η Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου Ρουμανίας τον
καθαίρεσε. Αποκαταστάθηκε μετά θάνατον στις 25 Σεπτεμβρίου 1990. Την 1 Απριλίου
1958 παραιτήθηκε και έκτοτε εφησύχαζε μέχρι την κοίμησή του στις 10 Αυγούστου
1964. |