Ο
κατά κόσμον Βίκτωρ Μιχαήλοβιτς Σεργκέγεφ γεννήθηκε στις
15 Ιανουαρίου 1899 στην περιοχή της Μόσχας. Στις 22 Μαρτίου 1923 χειροτονήθηκε Διάκονος και το 1925
εκάρη μοναχός. Στις 16 Ιανουαρίου 1927 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος. Το 1932
έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Το ίδιο έτος συνελήφθη αλλά γρήγορα
αφέθηκε ελεύθερος. Στις αρχές του 1933 έδωσε σημαντικές πληροφορίες στις
αρχές, οι οποίες οδήγησαν στη σύλληψη 24 ατόμων. Στις 20 Μαΐου 1935 χειροτονήθηκε
τιτουλάριος Επίσκοπος
Κασίρας, Βικάριος της Επισκοπής Μόσχας. Τη χειροτονία τέλεσε ο τοποτηρητής
του Πατριαρχικού θρόνου Μητροπολίτης
Μόσχας και Κολόμνας Σέργιος,
συμπαραστατούμενος από τον Αρχιεπίσκοπο
Δημητρώβου Πιτιρίμ και τον Επίσκοπο
Μπρονίτσης Σέργιο. Στις 3 Ιανουαρίου 1936 τοποθετήθηκε τιτουλάριος Επίσκοπος Σερπουχώβου. Στις
18 Αυγούστου 1937 εξελέγη Επίσκοπος Βόλογδα αλλά δεν μετέβη στην Επισκοπή.
Στις 25 Αυγούστου 1937 τοποθετήθηκε τιτουλάριος Επίσκοπος Γεγκωρέβου,
Βικάριος της Επισκοπής Μόσχας. Στις 14 Σεπτεμβρίου 1937 εξελέγη Επίσκοπος Ιβανόβου. Το 1938
απομακρύνθηκε από τον Μητροπολίτη Σέργιο και το 1939 παραπέμφθηκε στο
Συνοδικό Δικαστήριο και τέθηκε σε αργία. Στις 31 Οκτωβρίου 1940 εξελέγη
Επίσκοπος Τούλας. Τον Δεκέμβριο του 1940 ανέλαβε τοποτηρητής της Επισκοπής Κισινιώβου.
Στις 12 Μαΐου 1941 προήχθη
σε Αρχιεπίσκοπο και εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Κισινιώβου και
Βεσσαραβίας. Το καλοκαίρι του ίδιου έτους μετά την κατάληψη της Βεσσαραβίας
από τα Ναζιστικά στρατεύματα τοποθετήθηκε Αρχιεπίσκοπος Ορέλ και Κούρσκ.
Μετά την κατάληψη και του Ορέλ από τα Γερμανικά στρατεύματα τοποθετήθηκε
στις 14 Οκτωβρίου 1941 Αρχιεπίσκοπος Ταμπώβου. Τον Φεβρουάριο του 1942 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Ουφάς, δεν
μπόρεσε όμως να μεταβεί στην Ούφα και διέμενε στη Μόσχα. Στις 13 Ιουλίου
1942 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Ριαζάν. Στις 11 Ιουλίου 1943 ανέλαβε τοποτηρητής των
Επισκοπών Τούλας και Καλούγας. Τον Μάιο του 1944 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος
Γιαροσλάβου και Ροστόβου. Στις 13 Ιανουαρίου 1947 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος
Κούρσκ και Μπελγορόδου. Στις 3 Ιουνίου 1948 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος
Τσελιάμπινσκ και Ζλατούστ αλλά δεν αποδέχθηκε την εκλογή. Ωστόσο στις 24
Αυγούστου 1948 η εκλογή επαναλήφθηκε και αυτή τη φορά την αποδέχθηκε. Υπήρξε
πιστός τηρητής των εντολών του Σοβιετικού καθεστώτος. Στις 17 Μαρτίου
1950 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Καλλίνιν και Κάσιν. Στις 20 Ιουλίου 1951 ανέλαβε
τοποτηρητής της Επισκοπής Βελίκε Λούκι. Στις 29 Ιουλίου 1954 παραιτήθηκε.
Στις 14 Μαρτίου 1957 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Άλμα Άτα και Καζαχστάν. Στις 20
Φεβρουαρίου 1958 παραιτήθηκε. Εκοιμήθη στη Μόσχα στις 6 Απριλίου 1968 ύστερα
από μακροχρόνια ασθένεια. Ενταφιάστηκε στο Κοιμητήριο Καλιτνικόβσκαγια της
Μόσχας. |