Ο Σεβασμιώτατος
Μητροπολίτης πρώην Κουϊμπισέβου και Συζράν κυρός Μανουήλ. (1884-1968). |
Ο κατά κόσμον Βίκτωρ Βικτόροβιτς Λεμεσέφσκη γεννήθηκε στις 18 Απριλίου (ή 1/14 Μαΐου) 1884 στην πόλη Λούγκα του Νομού Αγίας Πετρουπόλεως. Σπούδασε τη Θεολογία στη Θεολογική Ακαδημία της Αγίας Πετρουπόλεως (1916-1918). Στις 2 Ιουνίου 1911 εκάρη μοναχός και στις 10 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους χειροτονήθηκε Διάκονος. Στις 16 Σεπτεμβρίου 1912 χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος. Από το 1912 μέχρι το 1916 υπηρέτησε στην Επισκοπή Όμσκ. Στη συνέχεια υπηρέτησε στις Επισκοπές Ολονέτς και Πετρουπόλεως. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1923 έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Στις 23 Σεπτεμβρίου 1923 χειροτονήθηκε τιτουλάριος Επίσκοπος Λούγκας, Βικάριος της Επισκοπής Πετρουπόλεως. Ως Επίσκοπος Λούγκας εποίμανε για ένα διάστημα την Επισκοπή Πετρουπόλεως. Καταπολέμησε με σθένος το σχίσμα της "ζώσας Εκκλησίας" στην περιοχή της Πετρουπόλεως. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη σύλληψή του το 1924 και την καταδίκη του σε τριετή φυλάκιση. Στις 25 Απριλίου 1928 εξελέγη τιτουλάριος Επίσκοπος Σερπουχώβου, Βικάριος της Επισκοπής Μόσχας. Τον Οκτώβριο του 1929 τιτλοφορήθηκε Επίσκοπος Σερπουχώβου και Κασίρας, παραμένοντας Βικάριος της Επισκοπής Μόσχας. Στη Μόσχα αντιμετώπισε με επιτυχία των σχίσμα των "Ιωσηφιτών". Σύμφωνα με πληροφορίες από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 υπήρξε μέλος των μυστικών υπηρεσιών της Σοβιετικής Ένωσης. Ωστόσο αυτό δεν τον έσωσε από τη σύλληψη και την περίοδο 1932-1936 βρισκόταν στη φυλακή. Το 1937 αποφυλακίστηκε και διέμενε στο Καλλίνιν. Το 1939 συνελήφθη και πάλι και αφού κατέδωσε αρκετούς ιερείς, τους οποίους είχε χειροτονήσει κρυφά, φυλακίστηκε μέχρι το 1944. Από το 1944 μέχρι το 1945 βρισκόταν στη διάθεση του Αρχιεπισκόπου Ταμπώβου Λουκά. Στις 14 Φεβρουαρίου 1945 εξελέγη Επίσκοπος Τσκαλώβου και τον Ιούλιο του ίδιου έτους ονομάστηκε "Τσκαλώβου και Μπουζουλούκου". Στις 21 Απριλίου 1946 προήχθη σε Αρχιεπίσκοπο. Στις 4 Σεπτεμβρίου 1948 συνελήφθη και πάλι και το 1949 καταδικάστηκε σε δεκαετή φυλάκιση. Αποφυλακίστηκε το 1955. Στις 21 Δεκεμβρίου 1955 ανέλαβε τοποτηρητής της Επισκοπής Τσεμποξάρυ και στις 7 Φεβρουαρίου 1956 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Τσεμποξάρυ και Τσουβασίας. Στις 22 Μαρτίου 1960 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Κουϊμπισέβου και Συζράν. Στις 25 Φεβρουαρίου 1962 προήχθη σε Μητροπολίτη. Στις 25 Νοεμβρίου 1965 παραιτήθηκε για λόγους υγείας. Διέμενε στο Κουϊμπισέβ. Εκοιμήθη στις 12 Αυγούστου 1968. Κατά τη δεκαετία του 1990 τέθηκε από πολλούς πιστούς της περιοχής του Κουϊμπισέβ (Σαμάρας) θέμα ανακήρυξης σε άγιο του Μητροπολίτη Μανουήλ. Ωστόσο η συνεργασία του με τις μυστικές υπηρεσίες της Σοβιετικής Ένωσης αποτέλεσε ανασταλτικό παράγοντα για την ανακήρυξή του και τελικά η υπόθεση δεν προχώρησε. Οι υποστηρικτές του παρόλα αυτά υποστηρίζουν ότι οι κατηγορίες για συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες είναι κατασκευασμένες. |
Αναθεώρηση: Δευτέρα, 18 Σεπτεμβρίου 2023.