Ο κατά κόσμον Αλέξιος Μιχαήλοβιτς
Ρίντιγκερ γεννήθηκε στις 23 Φεβρουαρίου 1929 στην Ταλλίνη της Εσθονίας.
Νυμφεύθηκε αλλά μέσα σε σε ένα έτος από τον γάμο του διαζεύχθηκε. Στις
15 Απριλίου 1950 χειροτονήθηκε Διάκονος από τον Μητροπολίτη
Λένινγκραδ
και Νοβγορόδου Γρηγόριο. Στις 17 Απριλίου 1950
χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Ακαδημία του Λένινγκραδ το 1953. Στις
15 Ιουλίου 1957 τοποθετήθηκε Αρχιερατικός Επίτροπος Τάρτου (Επισκοπή
Ταλλίνης). Στις 17 Αυγούστου 1958 έλαβε το οφίκιο του Πρωθιερέως. Στις 3
Μαρτίου 1961 εκάρη Μοναχός. Στις 23
Αυγούστου 1961 έλαβε το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη. Στις 3 Σεπτεμβρίου 1961
στον Καθεδρικό Ναό της Ταλλίνης χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ταλλίνης και
Εσθονίας και ανέλαβε παράλληλα τοποτηρητής της Επισκοπής Ρίγας και Λατβίας.
Την χειροτονία τέλεσε ο Αρχιεπίσκοπος
Γιαροσλάβου και Ροστόβου Νικόδημος,
συμπαραστατούμενος από τον Αρχιεπίσκοπο
Γκόρκι και Αρζαμά Ιωάννη και τον
Επίσκοπο Κοστρομά και Γκάλιτς Νικόδημο. Στις 23 Ιουνίου 1964 προήχθη σε
Αρχιεπίσκοπο και στις 22 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους διορίστηκε
Αρχιγραμματέας του Πατριαρχείου Ρωσίας. Στις 25 Φεβρουαρίου 1968 προήχθη σε Μητροπολίτη. Στις 19 Οκτωβρίου 1967 εκλέχτηκε επίτιμος διδάκτωρ
της Θεολογικής Ακαδημίας Λένινγκραδ και στις 26 Αυγούστου 1968 της
Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας. Στις 29 Ιουνίου 1986 εξελέγη Μητροπολίτης
Λένινγκραδ και Νοβγορόδου και ανέλαβε παράλληλα τοποτηρητής της Επισκοπής
Ταλλίνης και Εσθονίας. Ταυτόχρονα αποδεσμεύτηκε από τα καθήκοντα του
Αρχιγραμματέα του Πατριαρχείου. Στις 10 Ιουνίου 1990 εξελέγη Πατριάρχης
Μόσχας και πάσης Ρωσίας. Εκοιμήθη στις 5 Δεκεμβρίου 2008. |