Print

Ο Εβαρίστ Γκαλουά (?variste Galois Οκτώβριος 25, 1811 - Μάιος 31, 1832) ήταν Γάλλος μαθηματικός γεννημένος στην Μπουργκ-λα-Ρεν (Bourg-la-Reine). Από τα νεανικά του ακόμα χρόνια, ήταν ικανός να προσδιορίσει μια ικανή και αναγκαία συνθήκη ώστε να γνωρίζει αν ένα πολυώνυμο είναι επιλύσιμο με ριζικά λύνοντας έτσι ένα πρόβλημα που βασάνιζε τους μαθηματικούς για αρκετούς αιώνες. Η προσφορά του για τα μαθηματικά ήταν στα θεμέλια της Θεωρία Γκαλουά και Άλγεβρας. Ήταν ο πρώτος που χρησιμοποίησε τη λέξη ομάδα για να εκφράσει ένα σύνολο μεταθέσεων. Ήταν ριζοσπάστης Δημοκρατικός κατά τη διάρκεια της μοναρχίας του Λουδοβίκου Φίλιππου στη Γαλλία και πέθανε στην ηλικία των είκοσι ένα ετών σε μια μονομαχία.Τον Οκτώβριο του 1825, ο Γκαλουά εισέρχεται στο Βασιλικό Κολέγιο Louis-Grand όπου έχουν φοιτήσει ο Μολιέρος, ο Βίκτωρ Ουγκώ, ο Ροβεσπιέρος και ο Ντελακρουά. Ο Γκαλουά έλαβε υποτροφία και εισήχθη οικότροφος στο Κολέγιο. Τα πρώτα τρία χρόνια θεωρήθηκε ένας από τους καλύτερους σπουδαστές και τον Οκτώβριο του 1825 άρχισε να παρακολουθεί τον ανώτερο κύκλο σπουδών της σχολής ? την τάξη ρητορικής. Αλλά οι ενδείξεις κόπωσης που παρουσίασε οδήγησαν τον διευθυντή να τον συμβουλεύσει να επαναλάβει το μάθημα τον Ιανουάριο του 1827. Χωρίς κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια έγινε ξανά ένας από τους καλύτερους σπουδαστές και βραβεύθηκε για μεταφράσεις ελληνικών κειμένων καθώς έλαβε και επαίνους για άλλα τέσσερα θέματα. Τα χρόνια αυτή ήταν σημείο καμπής για τον ?variste που ανακάλυψε τα μαθηματικά και εισχώρησε στον κόσμο τους.

Την εποχή που επανέλαβε το μάθημα της ρητορικής βρήκε την ευκαιρία να ξεκινήσει την προπαρασκευαστική τάξη των μαθηματικών με καθηγητή τον M. Vernier. Οι εξαιρετικές μαθηματικές του ικανότητες αποκαλύφθηκαν αμέσως. Όμως πλέον το πρόγραμμα του Κολεγίου ήταν για αυτόν μια ρουτίνα που τον απασχολούσε από τα μαθηματικά στα οποία είχε δοθεί ολοκληρωτικά. Είναι χαρακτηριστική η διαπίστωση του καθηγητή του M. Vernier: «Τον έχει καταλάβει ένα απέραντο πάθος για τα μαθηματικά. Νομίζω θα ήταν καλύτερο, αν συμφωνούν οι γονείς του, να σπουδάσει μόνο αυτή την επιστήμη: ως σπουδαστής στην τάξη ρητορικής σπαταλά τον χρόνο του, ενοχλεί τους καθηγητές και επισύρει την ορή και την τιμωρία.»

Οι σχολικές αναφορές τον περιγράφουν ως μοναδικό, περίεργο, αυθεντικό και εσωστρεφή.Είναι ενδιαφέρον ότι για τον ίσως πιο πρωτότυπος μαθηματικός που έζησε ποτέ έπρεπε να του ασκούνταν κριτική για αυτή του την πρωτοτυπία. Το 1828 ο Γκαλουά προσπάθησε να εισαχθεί στην ?cole Polytechnique (Πολυτεχνική Σχολή) τόσο λόγω ακαδημαϊκών κριτηρίων μιας και ήταν το πιο πρωτοπόρο πανεπιστήμιο του Παρισιού τόσο επιστημονικά όσο και πολιτικά. Στους φοιτητικούς κύκλους υπήρχαν ισχυρές πολιτικές κινήσεις και ο Γκαλουά ήθελε να συνεχίσει τον παράδειγμα των γονιών του που ήταν ένθερμοι δημοκράτες. Δυστυχώς η προσπάθεια του αυτή για την είσοδο στην Πολυτεχνική Σχολή απέβη άκαρπη. Σύμφωνα με τον Paul Dupuy, ιστορικό των μαθηματικών, «ήταν η πρώτη από τις αδικίες που τελικά δηλητητίασαν τη ζωή του Εβαρίστ». Έπειτα από την αποτυχία του αυτή ήταν υποχρεωμένος να επιστρέψει στο Κολέγιο με το βαρετό και κουραστικό για αυτόν πλέον πρόγραμμα. Εγκατέλειψε όμως το βασικό πρόγραμμα και ακολούθησε την τάξη των εξειδικευμένων μαθηματικών με δάσκαλο τον Louis-Paul Richard, που σε άλλες εποχές είχε μαθητές του τον διάσημο αστρονόμο Λεβεριέ και τον περίφημο μαθηματικό Hermitte. O Louis-Paul Richard παρατήρησε: «Ο Γκαλουά ασχολείται μονάχα με θέματα ανώτερων μαθηματικών» Κάτω από την επίβλεψη του Louis-Paul Richard ο Γκαλουά κάνει την πρώτη δημοσίευσή του στο Annales de math?matiques τον Απρίλιο του 1829 για τα συνεχή κλάσματα. Η εργασία του αυτή επρόκειτο να εξεταστεί από έναν από τους πλέον διακεκριμένους Γάλλους μαθηματικούς ο Ογκιστέν Κοσύ, ο οποίος όμως την έχασε! Ήταν άλλη μια μεγάλη ατυχία για τον Γκαλουά που δεν συγκρινόταν όμως σε τίποτα με αυτή που του επιφύλασσε το άμεσο μέλλον. Ενώ ο Γκαλουά προετοιμαζόταν για τις εισαγωγικές του εξετάσεις για δεύτερη φορά στην ?cole Polytechnique, τον χτύπησε μια μεγάλη συμφορά. Στις 2 Ιουλίου του 1829 ο πατέρας του κυνηγημένος από τον τοπικό κλήρο και τους Ιησουίτες αυτοκτόνησε. Την δύσκολη αυτή περίοδο ο Γκαλουά την πέρασε στο σπίτι του μαζί με την μητέρα του και τον μικρότερο αδερφό του Αλφρέ. Λίγες εβδομάδες μετά τον θάνατο του πατέρα του έδωσε εξετάσεις για την ?cole Polytechnique. Για δεύτερη φορά, αποτυγχάνει. Κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα τον λόγο της αποτυχίας του, ίσως λόγω του τραγικού γεγονότος, ίσως γιατί δεν μπορούσαν να γίνουν αντιληπτές οι τρομερές μαθηματικές του ικανότητες. Ο Γκαλουά περιέγραψε αργότερα «τα τρελά γέλια των εξεταστών » που διέκοπταν τις απαντήσεις του.

Ο ?variste ακολουθώντας τη συμβουλή του Richard παρακολουθεί την προπαρασκευαστική σχολή που λειτουργούσε ως συνέχεια του Κολεγίου Louis-le-Grande.Το τριετές πρόγραμμα είχε ως στόχο την εκπαίδευση δασκάλων και δημοσίων υπαλλήλων. Το πρώτο έτος στη σχολή αποδείχτηκε ιδιαίτερα παραγωγικό και επιτυχημένο. Ο Γκαλουά γνωρίστηκε με τον Auguste Chevalier και σύντομα έγιναν στενοί φίλοι ενώ έγραψε και τρεις εργασίες τις οποίες υπέβαλε στην Ακαδημία για να συμμετάσχει σε ένα διαγωνισμό. Για άλλη μία φορά στάθηκε άτυχος. Το χειρόγραφο του Γκαλουά φτάνει στα χέρια του γραμματέα της Ακαδημίας του Φουριέ, που πεθαίνει μετά απο λίγο καιρό. Το έργο του δεν βρέθηκε ανάμεσα στα χαρτιά του Φπυριέ, χάθηκε όπως και το πρώτο. Ευτυχώς ο Γκαλουά είχε κρατήσει κάποια αντίγραφα και δημοσίευσε τις εργασίες του στο Bulletin de F?russac. Δεν μπορούσε να πιστέψει ότι οι επαναλαμβανόμενες ατυχίες ήταν απλές συμπτώσεις. Κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ήταν αποτέλεσμα της κακής οργάνωσης της κοινωνίας, μιας οργάνωσης που καταδίκαζε το ταλέντο σε ατελείωτα βασανιστήρια ενώ η μετριότητα ευημερούσε. Με όλη την ορμή της νιότης ο ?variste προσχώρησε στον αγώνα για την πολιτική αναμόρφωση της κοινωνίας.

Το φθινόπωρο του 1830 ο Γκαλουά αποβλήθηκε από την προπαρασκευαστική σχολή επειδή σε άρθρο του κατηγόρησε τον διευθυντή της για το διπλό παιχνίδι του στα γεγονότα του Ιουλίου. Στην συνέχεια κατατάχθηκε στο πυροβολικό της εθνοφρουράς, το οποίο γρήγορα διαλύθηκε από την κυβέρνηση του Λουδοβίκου Φιλίππου και ο Γκαλουά κατέληξε χωρίς κανένα μέσο βιοπορισμού παρά μόνο κάποια ιδιαίτερα μαθήματα. Αν και κυριευμένος από τα επαναστατικά του αισθήματα βρήκε το χρόνο για τα παραμελημένα μαθηματικά και έστειλε για άλλη μία φορά το χειρόγραφο που είχε χαθεί πέρυσι στην Ακαδημία. Αυτή τη φορά κριτές ήταν οι Λακρουά και Πουασσόν. Έπειτα από μεγάλη καθυστέρηση ο Γκαλουά πληροφορήθηκε ότι το χειρόγραφό του είχε απορριφθεί. Τα λόγια του Πουασσόν ήταν τα εξής: «Η απόδειξη δεν ήταν ούτε αρκετά καθαρή ούτε αρκετά αναπτυγμένη ώστε να μας επιτρέψει να κρίνουμε την ακρίβειά της» Τον Ιούνιο του 1831 δικάστηκε με την κατηγορία της πρόκλησης σε απόπειρα κατά της ζωής του βασιλέα της Γαλλίας μέσω δημοσίων δηλώσεων σε συνάντηση. Το δικαστήριο τον αθώωσε αλλά η μυστική αστυνομία άρχισε να τον παρακολουθεί. Στις 14 Ιουλίου ο Γκαλουά συλλαμβάνεται σε πορεία και οδηγείται στην φυλακή της Αγίας Πελαγίας όπου προσπαθεί να αυτοκτονήσει καρφώνοντας ένα μαχαίρι στο στήθος του αλλά οι συγκρατούμενοί του τον εμπόδισαν.

Ο νεαρός Εβαρίστ Γκαλουά, 20 ετών, καλός μαθηματικός, διάσημος για την φλογερή φαντασία του, πέθανε στις 12 π.μ. από οξεία περιτονίτιδα οφειλόμενη σε σφαίρα που εβλήθη από απόσταση 25 βημάτων.

Πηγή http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%95%CE%B2%CE%B1%CF%81%CE%AF%CF%83%CF%84_%CE%93%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CE%BF%CF%85%CE%AC

Evarist Galois Εβαρίστ Γκαλουά:


Ο Εβαρίστ Γκαλουά γεννήθηκε στις 25 Οκτωβρίου 1811 στο Μπουρζ-λα-Ρεν, ένα χωριό κοντά στο Παρίσι. Ο πατέρας του, Νικολά-Γκαμπριέλ Γκαλουά (Nicholas-Gabriel Galois), ήταν ιδιοκτήτης φοιτητικής εστίας, υποστηρικτής του Ναπολέοντα και ηγέτης του φιλελεύθερου κόμματος της πόλης. Το 1815, κατά τη διάρκεια των Εκατό Ημερών (πρώτη επιστροφή του Ναπολέοντα από την εξορία), εξελέγη δήμαρχος, αξίωμα στο οποίο παρέμεινε και μετά την επάνοδο του Λουδοβίκου ΙΗ'. Ωστόσο, οι βασιλόφρονες, που ήθελαν να πάρουν ξανά τον πολιτικό έλεγχο, έβλεπαν με κακό μάτι τις φιλελεύθερες ιδέες και τον αντικληρικισμό του. Τα πράγματα εξελίχθηκαν ραγδαίως όταν, στις αρχές του 1829, διορίστηκε εφημέριος της Μπουρζ-λα-Ρεν ένας νεαρός ιερέας ο οποίος συμμάχησε με τον βασιλόφρονα αντιδήμαρχο και εφάρμοσαν ένα σχέδιο που στόχος του ήταν να κλονίσει τη σταδιοδρομία του Γκαλουά, αποδεικνύοντας αμφίβολη την ηθική του. Οι δύο άνδρες τύπωσαν και μοίρασαν κείμενα με άσεμνο περιεχόμενο, που έφεραν την υπογραφή του δημάρχου. Ο Νικολά-Γκαμπριέλ, που είχε μάλλον ευάλωτο χαρακτήρα, δεν μπόρεσε ν' αντέξει το σκάνδαλο και, μόλο που οι συμπολίτες του εξακολουθούσαν να του εκδηλώνουν την εκτίμηση και την υποστήριξή τους, αποφάσισε να μετακομίσει στο Παρίσι, όπου, στις 12 Ιουλίου, σε μια στιγμή που βρέθηκε μόνος του στο σπίτι, αυτοκτόνησε.Η μητέρα του Εβαρίστ, η Αντελαΐντ-Μαρί Ντεμάντ (Adelaide-Marie Demante) ήταν μια πολύ καλλιεργημένη και ευφυής γυναίκα. Ο πατέρας της, παθιασμένος λατινιστής, καθηγητής της νομικής στη Σορβόνη, της είχε δώσει θαυμάσια κλασική κατάρτιση. Έτσι, μέχρι τα δώδεκα χρόνια του, ο Εβαρίστ δεν φοίτησε σε κανένα δημόσιο σχολείο και, κάτω από τις μάλλον υπερβολικές φροντίδες της μητέρας του, απέκτησε παιδεία βασισμένη στα κλασσικά ελληνικά και λατινικά κείμενα, στα φιλελεύθερα ιδεώδη που προωθούσε η Επανάσταση και σε έναν κάποιο σκεπτικισμό απέναντι στην επίσημη θρησκεία. Οι βιογράφοι του παραβλέπουν συνήθως τον τραγικό, αποφασιστικό ρόλο που έπαιξε η μητέρα του στη ζωή του Εβαρίστ. Είναι αρκετά φανερό πως ο κλασικο-λογοτεχνικός προσανατολισμός της πρώιμης εκπαίδευσής του καθυστέρησε την αποκάλυψη του ταλέντου του, που αναδύθηκε μόνο το 1826, όταν ο Εβαρίστ μπόρεσε να παρακολουθήσει μαθηματικά, για πρώτη φορά στη ζωή του σε ηλικία 16 ετών, στο λύκειο Λουί-λε-Γκραν. Πραγματικά, εδώ ο Εβαρίστ ανακάλυψε τα δυο μοναδικά πάθη της σύντομης ζωής του: την πολιτική και τα μαθηματικά. Παραδόθηκε σ' αυτά με μια προσκόλληση υπερβολική, ακόμα και για ένα δεκαεξάχρονο παιδί, κι ο χαρακτήρας του υπέστη μια βαθιά αλλαγή που τον οδήγησε σε σύγκρουση με το κυρίαρχο πολιτικό ρεύμα, με τους καθηγητές του και με την Ακαδημία των Επιστημών, τον πιο έγκυρο θεσμό της γαλλικής επιστήμης. Τα δύο πρώτα χρόνια υπήρξε υποδειγματικός σπουδαστής, αλλά με την ανακάλυψη των μαθηματικών, στο τρίτο έτος, η σχολική του διαγωγή άλλαξε ριζικά: άρχισε να παραμελεί τα άλλα μαθήματα, προξενώντας κλίμα εχθρότητας με τους καθηγητές των ανθρωπιστικών μαθημάτων. Οι κρίσεις για το άτομό του είναι ομόφωνα αρνητικές: « Δουλεύει μόνο για τον φόβον της τιμωρίας [...] Τα γραπτά του αποδεικνύουν μόνο ιδιορρυθμία και αμέλεια [...] Διαγωγή χειρίστη, χαρακτήρας ελάχιστα ανοιχτός, θα είχε τα μέσα για να διακριθεί, αλλά δεν επιδεικνύει κανέναν ζήλο για τα ανθρωπιστικά μαθήματα, είναι πέραν του δέοντος παρασυρμένος από τη μανία του για τα μαθηματικά [...] Η φιλοδοξία, η συχνά επιτηδευμένη πρωτοτυπία και η ιδιορρυθμία του χαρακτήρα του, τον απομακρύνουν από τους συμμαθητές του». Μόνον οι καθηγητές μαθηματικών ήταν απολύτως ικανοποιημένοι από τις επιδόσεις του, και μάλιστα επαναλάμβαναν στους δύσπιστους συναδέλφους τους ότι πρόκειται για έναν σπουδαστή εξαιρετικής ευφυΐας. Κι αυτή ακριβώς ήταν η αλήθεια. Εκείνη την εποχή, σε ηλικία μόλις δεκαεπτά ετών, ο Γκαλουά είχε ήδη αφομοιώσει ό,τι μπορούσε να μάθει από τα σχολικά βιβλία και αναμετριόταν στα ίσα με τους μεγαλύτερους μαθηματικούς της εποχής, ενώ οι καθηγητές του συζητούσαν αν έπρεπε να τον προβιβάσουν ή όχι, εκείνος δούλευε πάνω σ' ένα σημαντικό πρόβλημα που επί τρεις αιώνες περίπου απασχολούσε τους πιο σπουδαίους μαθηματικούς: να βρει έναν τύπο επίλυσης των εξισώσεων τρίτου βαθμού. Ο μόνος καθηγητής που κατάλαβε τα εξαιρετικά χαρίσματα του Γκαλουά ήταν ο Ρισάρ, ο οποίος, αν και παραπονιόταν ότι αυτός ο παράξενος μαθητής ασχολείται μόνο με προβλήματα στο μέτωπο της έρευνας των μαθηματικών, τον παρουσίαζε στις κρίσεις του σαφώς ανώτερο των συμμαθητών του. Ο Ρισάρ φρόντισε να δημοσιευτεί τον Μάρτιο του 1829 το πρώτο άρθρο του Γκαλουά, Απόδειξη ενός θεωρήματος για τα συνεχή περιοδικά κλάσματα, ενώ τον συμβούλευε συνεχώς να εγγραφεί στην Πολυτεχνική Σχολή (Ecole Polytechnique), την πιο έγκριτη επιστημονική σχολή της Γαλλίας - μια σχολή πανεπιστημιακού επιπέδου, όπου όμως η ποιότητα της διδασκαλίας των θετικών μαθημάτων ήταν σαφώς ανώτερη απ' ό,τι στα πανεπιστήμια. Η εγγραφή γινόταν με εξετάσεις και δεν ήταν δυνατόν να υποβάλλει κανείς αίτηση πάνω από δύο φορές. Ο Γκαλουά έδωσε δύο φορές εξετάσεις, και δύο φορές κόπηκε. Ωστόσο, γύρω από τη δεύτερη αυτή απόρριψη κυκλοφόρησαν πολλές εικασίες, έτσι ώστε στο τέλος η ιστορία πέρασε σαν παραδειγματικός θρύλος στην ιστορία των μαθηματικών, προς απόδειξη του πόσο επικίνδυνα είναι για την επιστημονική πρόοδο τα μέτρια πνεύματα. Ο θρύλος γεννήθηκε περίπου είκοσι πέντε χρόνια μετά τον θάνατο του Γκαλουά, όταν ο Ομπρί Τερκιέμ (Orby Terquem) - ο οποίος έξεδιδε ένα περιοδικό που απευθυνόταν στους σπουδαστές της Πολυτεχνικής Σχολής - σχολιάζοντας την απόρριψη ενός υποψηφίου, θύμισε την αντίστοιχη, πολύ πιο κραυγαλέα απόρριψη του Γκαλουά, καταλήγοντας: «Ένας υποψήφιος ανώτερης ευφυΐας είναι χαμένος αν βρει μπροστά του έναν εξεταστή μέτριας ευφυΐας. Hic ego barbarus sum quia non intelligor illis. [Είμαι βάρβαρος γι' αυτούς, επειδή δεν με καταλαβαίνουν]».Ένα παραλειπόμενο από την εξέταση έιναι το εξής: Όταν παρουσιάστηκε μπροστά τους ο Εβαρίστ, του ζήτησαν να εκθέσει τη θεωρία των λογαρίθμων. Στην απάντησή του δεν ακολούθησε την παραδοσιακή γραμμή που εκθέτουν τα σχολικά εγχειρίδια, και ο ένας εξεταστής, συγκεκριμένα ο Μπινέ, άρχισε να του κάνει μια σειρά επισημάνσεων οι οποίες ήταν εσφαλμένες και εκτός τόπου. Ακολούθησε έντονη λογομαχία και ο Εβαρίστ, αγανακτισμένος - κυρίως επειδή ήταν σίγουρος πως έχει δίκιο - άρπαξε το σφουγγάρι από τον πίνακα και το πέταξε στο κεφάλι του Μπινέ, ουρλιάζοντας: «Ορίστε η απάντησή μου στην ερώτησή σας!». Η δεύτερη αποτυχία στις εξετάσεις, που συνέπεσε με την αυτοκτονία του πατέρα του Εβαρίστ, είχε ως συνέπεια την αναγκαστική - και ελάχιστα ευχάριστη - εγγραφή του στην Ecole Normale, μια σχολή που μετά από δύο χρόνια σπουδών έδινε στους αποφοίτους το δικαίωμα να διδάξουν σε κολέγια. Ωστόσο, και στην περίπτωση αυτή χρειάστηκε να περάσει εισαγωγικές εξετάσεις και διπλωματικές εξετάσεις για να αποκτήσει κατόπιν τον τίτλο του διπλωματούχου στη φιλολογία και στις επιστήμες. Ο Γκαλουά πέρασε εύκολα τις εισαγωγικές εξετάσεις, αλλά κόπηκε στην πρώτη απόπειρα να πάρει το δίπλωμά του, στις 9 Δεκεμβρίου 1829. Δοκίμασε ξανά μια εβδομάδα αργότερα, και τη φορά αυτή, η επιτροπή αποφάσισε να κάνει τα στραβά μάτια προκειμένου να περάσει ο Γκαλουά την προφορική εξέταση στα μαθηματικά, μια εξέταση για την οποία εξέφρασε κολακευτική κρίση ο μαθηματικός Σαρλ-Αντουάν-Φρανσουά Λερουά (Charles-Antoine-Francois Leroy), που έγραψε σε ένα πρακτικό: «Αυτός ο σπουδαστής αφήνει ενίοτε ορισμένες σκοτεινές πλευρές όταν εκθέτει τις ιδέες του, είναι όμως ευφυής και αποκαλύπτει ένα αξιολογότατο ερευνητικό πνεύμα. Χάρη σε αυτόν γνώρισα καινούριες παρατηρήσεις πάνω στην εφαρμοσμένη ανάλυση».Ο νεαρός Εβαρίστ άρχισε να συμμετέχει ενεργά σε πολιτικούς αγώνες. Ύστερα από μερικούς μήνες αποβλήθηκε για τις πολιτικές του ακρότητες και συγκρότησε μαζί με άλλους ένθερμους νεαρούς δημοκράτες τη Societe des Amis du Peuple που συμμετείχε και σε ένοπλες συγκρούσεις. Ο Εβαρίστ συνελήφθη και φυλακίστηκε επανειλημμένως. Όσον αφορά τη μαθηματική του δράση, είχε υποβάλλει δύο φορές υπομνήματα στην Ακαδημία των Επιστημών, τα οποία την πρώτη φορά όλως παραδόξως χάθηκαν.  Τη δεύτερη, το 1828, η Ακαδημία είχε προκηρύξει το Μεγάλο Βραβείο των Μαθηματικών, για όποιο έργο, χειρόγραφο ή έντυπο παρουσίαζε την πιο σημαντική εφαρμογή των μαθηματικών θεωριών στη γενική φυσική ή την αστρονομία, ή που θα περιείχε μια σημαντική ανακάλυψη στον τομέα της ανάλυσης. Ο Γκαλουά είχε ήδη έτοιμη μια από τις σπουδαιότερες ανακαλύψεις που έγιναν ποτέ στον τομέα της μαθηματικής ανάλυσης, και όλα έδειχναν ότι, παρά τον σκληρό ανταγωνισμό, θα μπορούσε να κερδίσει το βραβείο. Η επιτροπή συγκροτήθηκε τον Ιανουάριο του 1830, αλλά δεν μπόρεσε να εξετάσει την εργασία του Γκαλουά (μια νέα εκδοχή των θεωριών που βρίσκονταν στα χέρια του Κοσί), γιατί ένα από τα μέλη της επιτροπής, ο μέγας Ζαν-Μπατίστ-Ζοζέφ Φουριέ (Jean-Baptiste-Joseph Fourier), που ήταν και ισόβιος γραμματέας της Ακαδημίας, είχε πάρει - κάτι εντελώς ασυνήθιστο! - το χειρόγραφο στο σπίτι του και, δυστυχώς, στις 16 Μαΐου 1830 πέθανε ξαφνικά, χωρίς να προλάβει να το εξετάσει. Ατυχώς, το υπόμνημα δεν βρέθηκε ανάμεσα στα χαρτιά που άφησε ο Φουριέ, με αποτέλεσμα να αποκλειστεί ο Γκαλουά από το βραβείο. Παρά όμως τα χαμένα υπομνήματα ο Γκαλουά, δημοσίευσε το 1830 τρεις εργασίες του που θεμελιώνουν τη Θεωρία Galois.

Το 1831 δημοκρατικοί της ομάδας του Γκαλουά συλλαμβάνονται γιατί αρνήθηκαν να καταθέσουν τα όπλα αλλά στη δίκη αθωώνονται και πηγαίνουν να γιορτάσουν σε κάποιο εστιατόριο. Εκεί, μια επαναστατική πρόποση του Γκαλουά προκαλεί τη σύλληψή του. Αθωώνεται για να συλληφθεί ξανά μετά από λίγο μαζί με τον φίλο και συναγωνιστή του Ερνέστ Ντυσατελέ καθώς οδηγούσαν ένα πλήθος 600 ατόμων την Ημέρα της Βαστίλλης στις 14 Ιουλίου 1831 σε διαδήλωση. Ο Γκαλουά ήταν ντυμένος την απαγορευμένη πλέον στολή της Εθνοφρουράς και οπλισμένος ως τα δόντια. Καταδικάζεται σε φυλάκιση μερικών μηνών αλλά στη φυλακή όπου οδηγείται ξεσπάει επιδημία χολέρας και οι κακές συγκυρίες διαδέχονται η μία την άλλη. Οδηγείται σε ένα σανατόριο και εκεί γνωρίζει τη Στεφανί ντυ Μοτέλ, που μένει εκεί, όντας κόρη παλιού αξιωματικού του Ναπολέοντα και φίλου του ιδιοκτήτη. Την ερωτεύεται τρελά, εκείνη όχι, τον απορρίπτει, εκείνος επιμένει λίγο περισσότερο και εκείνη κάπου τα λέει όλα αυτά ώστε τελικά εμφανίζονται δύο άντρες, εκ των οποίων ο ένας, ο Ντ? Εμπρανβίλ, ισχυρίζεται ότι ήταν ο αρραβωνιαστικός της,  που τον καλούν σε μονομαχία. Ο θρύλος λέει ότι την προηγούμενη νύχτα της μονομαχίας ο Εβαρίστ ξενυχτά γράφοντας με ροή συνεχούς σκέψης 60 σελίδες με τη μαθηματική θεωρία του, τη διάσημη πλέον Θεωρία Ομάδων. Το πρωί της 30ής Μαΐου 1832 οι μονομάχοι αποφασίζουν να μην πυροβολήσουν ταυτόχρονα αλλά ο καθένας με τη σειρά. Ο Γκαλουά κάνει τα πάντα για να μην είναι πρώτος και στη συνέχεια, αντί να σταθεί με το πλάι δίνοντας μικρότερο στόχο, όπως είχε δικαίωμα, κάνει το αντίθετο και δέχεται μια σφαίρα στην κοιλιά, από τον άριστο σκοπευτή Ντ? Εμπρανβίλ. Στην ουσία αυτοκτονεί. Κάποιος τον πηγαίνει στο νοσοκομείο αλλά είναι αργά. Έπειτα από λίγο πεθαίνει για ένα επιπόλαιο νεανικό πάθος, για μια γυναίκα που ασχολήθηκε μαζί του μόνο όσο χρειάστηκε για να τον καταστρέψει, μόλις στα 21 του χρόνια. Οι φίλοι του και συναγωνιστές μάζεψαν τα όσα έγραψε την προηγούμενη νύχτα και αυτή τη φορά οι σημειώσεις του έπεσαν σε καλά χέρια, ευτυχώς για την ανθρωπότητα και την επιστήμη των μαθηματικών.

Ο Γκαλουά, άλλαξε με τη θεωρία ομάδων τη μαθηματική σκέψη. Μέχρι τότε, τα μαθηματικά προβλήματα αντιμετωπίζονταν ως ξεχωριστές περιπτώσεις. Ο Γκαλουά έκανε την υπέρβαση ώστε να εντάξει τα προβλήματα σε ομάδες με δικές τους ιδιότητες, πήγε τα μαθηματικά από το ειδικό στο γενικό, από το δέντρο στο δάσος.

Πηγή : http://www.musicheaven.gr/html/modules.php?name=Blog&file=page&op=viewPost&pid=5381#ixzz2GOMqbBoH