- Πληροφοριακά Στοιχεία
-
Κατηγορία: Τα φυτά της Σαμοθράκης
-
Δημοσιεύθηκε : Κυριακή, 03 Μάιος 2015 20:06
-
Γράφτηκε από τον/την Super User
-
Εμφανίσεις: 651
Η Ρίγανη
Δεν θα ήτανε υπερβολή ούτε θα είχε εγωϊστικό χρώμα αν λέγαμε πως η ρίγανη της Σαμοθράκης είναι μοναδική σε όλο τον κόσμο.Το φυτό έχει ύψος 20-80 εκ., έχει φύλλα αντίθετα μήκους 1-4 εκ Αναπτύσσεται καλά σε εδάφη με pH 6-9 και μπορεί να εκμεταλλευτεί όταν καλλιεργείται, ακόμα και πολύ φτωχά ξηρικά και πετρώδη εδάφη Τα άνθη της έχουν χρώμα άσπρο-μώβ και ανθίζει από Ιούνιο κυρίως μέχρι Αύγουστο αναλόγως της περιοχής Η Ελληνική ρίγανη Greek Oregano είναι φυτό πολυετές και ποώδες η ποιότητα της θεωρείται από τις καλύτερες παγκοσμίως. Η ρίγανη πέρα από το χαρακτηριστικό άρωμα και γεύση που αφήνει στο φαγητό έχει και πάρα πολλές φαρμακευτικές ιδιότητες με κυριότερη γνωστή φαρμακευτικά δραστική ουσία την καρβοκρόλη Στην Ελλάδα η ρίγανη είναι αυτοφυής και βρίσκεται σε ορεινές και βραχώδεις περιοχές Είναι αντιδιαρροϊκή, αντιφλεγμονώδης βακτηριοκτόνα Υπό μορφή αφεψημάτων χρησιμοποιείται για την ατονία των εντέρων αποχρεμπτικό για το βήχα βοηθάει στην υπέρταση και την αρτηριοσκλήρυνση Το αιθέριο έλαιο της ρίγανης οριγανέλαιο χρησιμοποιείται για τον πονόδοντο Η ρίγανη έχει 12 φορές περισσότερο αντιοξειδωτική δράση από το πορτοκάλι, 30 από την πατάτα και 42 από το μήλο Επίσης με λίγη ρίγανη στην τροφή των πτηνών σας κρατάτε τις αρρώστιες μακριά τους Μία άλλη κύρια χρήση της είναι κατά των χρόνιων ρευματισμών. Οι αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν τη θεραπευτική της αξία και τη χρησιμοποιούσαν πίνοντας το τσάι της σε κολικούς και εξωτερικά σε πρηξίματα και για το στραβολαίμιασμα.Χρησιμοποιείται ως καρύκευμα κυρίως στη μαγειρική αλλά και σπανιότερα ως αφέψημα, το οποίο αναφέρεται ως εξαιρετικό κατά του βήχα. Χρησιμοποιείται ιδιαίτερα στη χωριάτικη σαλάτα. Είναι το βασικό καρύκευμα των χωρών της Μεσογείου και βασικό συστατικό της Ελληνικής, αλλά και της Ιταλικής κουζίνας.(Πηγή Βικιπαίδεια) Η συλλογή της γίνεται κατα την ανθοφορία και αφού γίνει αποξήρανση σε σκιερό μέρος τρίβεται κοσκινιζεται και συσκευάζεται σε γυάλινα βαζάκια καλά κλειστά ή σε χαρτόκουτα ή σε χαρτοσακούλες Το πλαστικό να μην χρησιμοποιθεί γιατι θα μουχλιάσει και θα πικρισει
Στη Σαμοθράκη ρίγανη καλής ποιότητας έχει: Στους κάτω Καρυώτες στους πάνω Καρυώτες στην Πλατειά στον Φονιά στον Σκεπαστό στην Άνω Μεριά στην Κερασιά στον Λαγκαδιώτη στον Άγιο Πέτρο και αλλού. Η πιο καλή όμως σε άρωμα και γεύση είναι αυτή στον Λαγκαδιώτη που είναι και σε απόμερη θέση οπότε δεν την ξέρουν πολλοι και δεν κινδυνεύει. Ο κίνδυνος για την ρίγανη είναι ο εξής: Πολλοι ,λόγω άγνοιας, την ξεριζώνουν με αποτέλεσμα να εξαφανίζουν το φυτό και να μη του δίνουν ευκαιρία να ξαναφυτρώσει. Γιαυτό πρέπει να μην την ξεριζώνουν αλλά να την κοβουν με κλαδευτήρι "γκατζουίδ" προσεκτικά. Φυσικά αφού κοπεί πρέπει να αποξηρανθεί και να την κοσκινίσουμε για να χρησιμοποιηθεί άφοβα. Στη Σαμοθράκη την χρησιμοποιούν πολύ. Ιδιαίτερα όμως στη "σούγλα" Είναι σούβλα με μεγάλα κομμάτια χοιρινού κρέατος πασπαλισμένο με μπόλικο αλάτι και ρίγανη που είχαν και ρόλο συντηρικού αφού παλιά δεν υπήρχαν ψυγεία για διατήρηση.
Η καλή η ρίγανη διατηρεί το χρώμα της συνεχώς. Αν μαυρίσει καλό ειναι να μην χρησιμοποιηθεί γιατί είναι πικρή και έχει χάσει πολλές απο τις ιδότητές της.Ακόμα χρησιμοποιείται πάνω στην φέτα και μέσα στη χωριάτικη σαλάτα προσδίδοντας ένα άρωμα και μια γέυση πρωτόγνωρη. Η καλλιτερη ρίγανη θεωρώ πως είναι στις πλαγιες στον Λαγγαδιώτη όπου ποτίζεται μόνο όταν βρέχει και είναι τόσο απόκρημνη η πλαγιά που μόνο κατσίκια μπορούν και σκαρφαλώνουν.
- Πληροφοριακά Στοιχεία
-
Κατηγορία: Τα φυτά της Σαμοθράκης
-
Δημοσιεύθηκε : Παρασκευή, 01 Μάιος 2015 17:15
-
Γράφτηκε από τον/την Super User
-
Εμφανίσεις: 1449
Η λαψάνα
Έχει ζωηρά κίτρινα άνθη, που σχηματίζουν ταξιανθίες, και τα φύλλα είναι μετρίου μεγέθους που εναλλάσσονται. Τα περισσότερα είδη είναι ζιζάνια των αγρών. Τα σημαντικότερα είδη είναι τα S. arvensis, S. alba, S. nigra ή μαύρη μουστάρδα και Brassica juncea ή καφέ μουστάρδα.Η S. arvensis είναι φυτό που φτάνει τα 60 εκατοστά ύψος και έχει σκληρά αγκάθια. Οι καρποί του είναι μακριοί και έχουν 10 –12 σπόρια. Στην Ελλάδα είναι αυτοφυές γνωστό με τα ονόματα βρούβα, λαψάνα ή αγριοσινάπι.Παλαιότερα, όταν δεν υπήρχαν τα ζιζανιοκτόνα, ήταν συνηθισμένο στους σιτοβολώνες όπου ανάμεσα στο σιτάρι ξεχώριζαν τα κίτρινα άνθη της λαψάνας.Τα είδη S. alba, S. nigra και S. juncea καλλιεργούνται στον Καναδά, στις Η.Π.Α, την Ουγγαρία, τη Γαλλία και τη Βρετανία για τα καυτερά τους σπόρια από τα οποία παρασκευάζεται το γνωστό καρύκευμα μουστάρδα.Τα σπόρια αυτά περιέχουν φυτικά έλαια και ένα ισχυρό υδρολυτικό ένζυμο που ονομάζεται μυροσίνηΌταν ξεραθούν, κονιοποιηθούν και ανακατευτούν με νερό, τότε γίνεται μια χημική αντίδραση, η οποία δίνει ένα έλαιο (αλλυλοσιναπέλαιο)[2], που δεν υπήρχε στο φυτό. Η οσμή του είναι ερεθιστική και η γεύση του καυτερή και στυφή.Από το είδος S. alba παρασκευάζεται η λευκή μουστάρδα, από το S. nigra η μαύρη και από το B. juinca η καφέ. Οι τρυφεροί βλαστοί του S. arvensis (καθώς και του S. alba) τρώγονται βραστοί ως χόρτα (βρούβες).Μια παραλλαγή του είδους S. alba, που είναι γνωστή ως βρουβολάψανο, είναι αυτοφυής στην Ελλάδα.
Σε αυτό το μέγεθος είναι περιζήτητο σαν εδώδιμο χόρτο πολύ νόστιμο και κάνει καλό στην υγεία μας.Οι καρποί του είναι αγκαθωτοί, τα σπόρια του κίτρινα και το έλαιο των σπόρων του χρησιμοποιείται ως φωτιστικό. Αν και σημερα κανείς δε τα συλλέγει στη Σαμοθράκη(Πηγή: Βικιπαιδεία)
Αξίζει να σημειωθεί πως οι βλαστοί της είναι τόσο νόστιμοι και περιζήτητοι που συναγωνίζονται ακόμα και τα "ασφαααάγγια " της Σαμθράκης με τα οποία μοιάζουν κιόλας. Στη Σαμοθράκη τέτοια φυτά έχει: Στον κάμπο στο Λιβάδι στον Άγιο Δημήτριο στην Κουφκή στον Πυργούδ στην Λάμπη στα Αλωνούδια στο Πολυπουδ στα Αμπέλια και αλλού Τρώγονται και ωμοί και θυμίζουν ραπανάκι με την καυτερή τους γεύση.Εκεί όμως που είναι ασυναγώνιστες είναι βραστές με λαδάκι και λεμονάκι και ως καρύκευμα σε πίτες.
- Πληροφοριακά Στοιχεία
-
Γονική Κατηγορία: Τα φυτά της Σαμοθράκης
-
Κατηγορία: Οπωροφόρα Δέντρα της Σαμοθράκης
-
Δημοσιεύθηκε : Σάββατο, 04 Μάρτιος 2017 21:52
-
Γράφτηκε από τον/την Super User
-
Εμφανίσεις: 547
Η Κουμαριά
Είναι ένα φυτό που ανήκει: στην οικογένεια: Ericaceae είναι το γένος: Arbutus και το είδος: Κουμαριά (Arbutus Unedo).Η κουμαριά είναι ένα πολύ όμορφο φυτό της Ελληνικής χλωρίδας. Είναι μεσογειακό είδος, αρκετά διαδεδομένο σε όλες τις χώρες της Μεσογείου.Η κουμαριά αναπτύσσεται σε όλη την Ελλάδα στην ζώνη των αείφυλλων – πλατύφυλλων, που εκτείνεται μέχρι 1.000 μ. υψόμετρο. Την συναντάμε σε θαμνώνες και δάση, σε ξηρές και πετρώδεις πλαγιές. Θεωρείτε και καλλωπιστικό φυτό έχει μεταφερθεί σε όλο τον κόσμο. Είναι αειθαλές φυτό (δεν ρίχνει ποτέ τα φύλλα της) στην Ελλάδα είναι συνήθως θάμνος που μπορεί να φτάσει μέχρι τα 3 μέτρα, αλλά στις άλλες χώρες γίνεται δέντρο-ειδικά αυτά που χρησιμοποιούν ως καλλωπιστικό φυτό- που μπορεί να φτάσει και τα 10 μέτρα ύψος. Πολλαπλασιάζεται με σπόρους που πέφτουν από τους καρπούς της στο έδαφος. Γι αυτό θα παρατηρήσει κανείς ότι σε σημεία που είναι κουμαριές γύρω από το φυτό υπάρχουν πολλά μικρά φυτά. Για να αναπτυχθεί χρειάζεται ήλιο. Τα κούμαρα ωριμάζουν ένα περίπου χρόνο μετά την ανθοφορία τους. Έτσι μπορούμε να δούμε πάνω στο δέντρο την ίδια στιγμή άγουρους και ώριμους καρπούς, αλλά και λουλούδια (σε πολύ λίγα φυτά ή δέντρα συμβαίνει αυτό).. Γονιμοποιούνται από μέλισσες και το μέλι της κουμαριάς είναι συνήθως πικρό. Ο καρπός της είναι σαρκώδης ρόγα και πριν ωριμάσει είναι κίτρινος και σιγά -σιγά με την ωρίμανση μετατρέπεται σε κατακόκκινο. Η επιφάνεια του καρπού δεν είναι λεία και θα ωριμάσει (φθινόπωρο) στη στιγμή που αρχίζει η ανθοφορία για την επόμενη καρποφορία.Περιέχουν αρκετή ποσότητα σπόρων στο εσωτερικό τους. Προσοχή: Τρώγονται, αφού ωριμάσουν καλά και θεωρούνται σαν ένα από τα πιο γευστικά άγρια φρούτα. Οι αρχαίοι έλληνες δεν τα είχαν και σε πολύ εκτίμηση και φυσικά δεν πρέπει να τρώμε και μεγάλες ποσότητες. Τα πουλιά όμως τα θεωρούν πολύ καλή λιχουδιά ειδικά οι κότσυφες (μαβουυυπλάδες). Από τα κούμαρα βγαίνει και πολύ καλό λικέρ ,κονιάκ και τσίπουρο.
Στη Σαμοθράκη κουμαριές υπάρχουν κυρίως στο βόρειο μέρος από Καρυώτες έως και πιο πάνω από τα Λουτρά . Συνταγή για ποτό από κούμαρα. Για να φτιάξουμε λικέρ από κούμαρα χρειαζόμαστε:1 κιλό κούμαρα που θα είναι ώριμα. Προσοχή στα άγουρα. (Να γίνει διαλογή) 1 λίτρο απόσταγμα απο σταφύλια ή από κούμαρα σκέτο με χαμηλό βαθμό: Μεταξύ 12 και 25 βαθμών (μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τσιπουρο ή κονιάκ).600γραμμάρια ζάχαρη.Διαδικασία:Πρώτα πλένουμε καλά τα κούμαρα, τα στεγνώνουμε αλλά πολύ προσεκτικά για να μην λοιώσουν Στη συνεχεία τα βάζουμε σε καθαρό γυάλινο δοχείο , ρίχνουμε τη ζάχαρη και συμπληρώνουμε με το απόσταγμα . Κλείνουμε καλά το δοχείο αλλά όχι αεροστεγώς για να πάιρνει αέρα να γίνεται η αλκοολική ζύμωση.Το αφήνουμε στον Ήλιο για 2 εβδομάδες και κάθε δυο ημέρες ανακινούμε το δοχείο για να λοιώνει η ζάχαρη. Μερικοί το βάζουν σε σκιερό μέρος οπότε το χρώμα του γίνεται πιο σκούρο. Και πάλι θα γίνει αλλά χρειάζεται περισσότερο χρόνο. Το αφήνουμε μέσα στο δοχείο περίπου για 6 εβδομάδες οπότε μετά μπορούμε να το διηθήσουμε και να έχουμε ένα πολύ καλό ποτό.(αν οι συνθηκες θερμοκρασίας και πίεσης είναι φυσικές μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε και στις στις 40 ημέρες).
- Πληροφοριακά Στοιχεία
-
Γονική Κατηγορία: Τα φυτά της Σαμοθράκης
-
Κατηγορία: Οπωροφόρα Δέντρα της Σαμοθράκης
-
Δημοσιεύθηκε : Δευτέρα, 15 Ιούνιος 2015 18:28
-
Γράφτηκε από τον/την Super User
-
Εμφανίσεις: 855
Η μουριά είναι αγγειόσπερμο, δικότυλο φυτό το οποίο κατά το σύστημα Κρόνκουιστ ανήκει στην τάξη των Κνιδωδών(Urticales) και στην οικογένεια των Μορεοειδών (Moraceae) με 10 είδη φυλλοβόλων δέντρων αλλά και θάμνων. Ιθαγενές φυτό της Βόρειας Αμερικής και της Ασίας. Ο κορμός του δέντρου περιέχει ένα γαλακτώδες υγρό σε άφθονη ποσότητα, πράγμα που γίνεται εμφανές όταν το δέντρο τραυματιστεί. Τα φύλλα της είναι οδοντωτά μεγάλα σε σχήμα καρδιάς. Τα άνθη της είναι μονογενή με απλό περιάνθιο και μονόχωρη ωοθήκη που αποτελείται από δύο συνήθως καρπόφυλλα, διατάσσονται δε σε αρσενικές και θηλυκές ταξιανθίες. Ο καρπός της μουριάς είναι το μούρο.
Τα σημαντικότερα είδη
Η Λευκή μουριά (Μορέα η λευκή - Morus alba) ή κοιν
Έχει λευκούς και μερικές φορές κόκκινους καρπούς. Καλλιεργείται σε μεγάλες εκτάσεις στην Κίνα κυρίως για τα φύλλα της που δίνονται τροφή στους μεταξοσκώληκες και για την καλή ποιότητας ξυλεία που παράγει. Αξιοσημείωτο είναι ότι σπάνια βρίσκεις αυλή εκεί, χωρίς μια μουριά. Φτάνει στο ύψος τα 15 μέτρα, τα κλαδιά της απλώνονται και ο φλοιός της είναι χρώματος γκρίζου. Εγκλιματίστηκε στην Ευρώπη, όπου έφτασε το 12ο αιώνα μ.Χ., και υπάρχει σε πολλές περιοχές της Ελλάδας. Είναι καλλωπιστικό δέντρο και δίνει πολύ πλούσια σκιά.
- Η μαύρη μουριά (Μορέα η μέλαινα - Morus nigra).
Το ύψος της φτάνει τα 10 μέτρα και η καταγωγή της είναι από το Ιράν. Είναι το πιο κοινό είδος μουριάς και εξαπλώθηκε παγκοσμίως πολύ γρήγορα. Από το 15ο αιώνα μ.Χ. την καλλιεργούσαν στην Ιταλία και τα φύλλα της δίνονταν τροφή στους μεταξοσκώληκες. Όμως επειδή τα φύλλα της λευκής μουριάς θεωρούνται σαν καλλίτερη τροφή, γρήγορα αντικαταστάθηκε από αυτή. Σήμερα καλλιεργείται κυρίως για τον καρπό της που είναι ο πιο νόστιμος από όλα τα είδη. Η ξυλεία της είναι καλής ποιότητας και εύκολα επεξεργάσιμη. Χρησιμοποιείται στην κατασκευή αγροτικών εργαλείων, πασσάλων, στην επιπλοποιία και στην κατασκευή βαρελιών.
Ψηλό δέντρο, μπορεί να ξεπερνά και τα 20 μέτρα σε ύψος. Καλλιεργείται για τους καρπούς της και την ξυλεία της.
- -Η ρωσική μουριά (Μορέα η λευκή ποικ. η ταταρική - Morus alba var. tatarica).
Ανήκει στο ίδιο είδος με τη λευκή, όμως είναι ιδιαίτερα ανθεκτική στις χαμηλές θερμοκρασίες. Βρίσκεται σε πολλές περιοχές της βόρειας Ευρώπης.
Το ψηλότερο από όλα τα είδη· φτάνει τα 30 μέτρα ύψος, βρίσκεται δε στις περιοχές της κεντρικής Αφρικής. Δίνει πλούσια σκιά και καλής ποιότητας ξυλεία γνωστή με την ονομασία ντιφού. Βαρύ σκληρό και πολύ ανθεκτικό ξύλο χρησιμοποιείται στην κατασκευή πατωμάτων ποιότητας, στις οικοδομές και στην κατασκευή ισχυρών δοκαριών στήριξης. Κατεργάζεται εύκολα και χρησιμοποιείται στην κατασκευή ξύλινων παιχνιδιών και ξυλόγλυπτων. Υπάρχουν ακόμη ποικιλίες που δεν παράγουν καθόλου καρπούς (στείρες) και χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για καλλωπιστικούς σκοπούς σε δρόμους, πάρκα κ.λ.π. Αυτά τα είδη που ξεχωρίζουν από τα υπερμεγέθη φύλλα τους είναι πολύ διαδεδομένα και στην Ελλάδα. Πολλαπλασιάζονται αποκλειστικά με εμβολιασμό. (Πηγή Βικιπάιδεια) Η μουριά ή (ασκαμνιά) όπως λέγεται στη Σαμοθράκη είναι ένα δέντρο που θεωρείται κάπως παρεξηγημένο παρόλο που δίνει τόσο τη ξυλεία όσο και τους καρπούς που είναι νοστιμοι και κυρίως καλοί για τη υγεία των ανθρώπων κυρίως τα μαύρα μούρα. Όπως λέει και το τραγούδι "ασπρα μούρα μαυρα μούρα είσαι μια .....) Με τα μούρα μπορούμε να φτιάξουμε και μαρμελάδα ή και ηδύποτο. Ωμά είναι ασπίδα κατά του καρκίνου. Στη Σαμοθράκη μουριές έχει κυρίως στα Αλώνια