"ΣΗΜΕΙΟΝ"

 

TO ΠΑΘΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΑ ΑΠΟΚΡΥΦΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ (Β΄ )

 

Του Νίκου Παύλου

 

Η εύρεση του απόκρυφου κειμένου που ονομάστηκε ευαγγέλιο του Πέτρου είναι πράγματι συναρπαστική. Βρέθηκε το χειμώνα του 1886 στην Akhmim της Αιγύπτου στον τάφο ενός μοναχού, μαζί με άλλα δύο κείμενα. Μεταξύ των ερευνητών υπήρξαν πολλές αντιτιθέμενες απόψεις γι’ αυτό, και έτσι οι σχετικές εργασίες που είδαν το φως της δημοσιότητας για την ερμηνεία του, είναι πάρα πολλές.

Είναι πιθανό να γράφτηκε  στο πρώτο μισό του δεύτερου αι. μ. Χ. στη Μικρά Ασία, ενώ ο συγγραφέας του φαίνεται να γνώριζε καλά τα κανονικά ευαγγέλια.

Στην αρχή της διήγησης ο Ιωσήφ από την Αριμαθαία καταλαβαίνει ότι πρόκειται να σταυρώσουν τον Κύριο, και ζητάει το σώμα του για να το ενταφιάσει. Στη συνέχεια περιγράφεται το Πάθος: Φορούν τον κόκκινο μανδύα στον Ιησού και τον βάζουν να καθίσει σε δικαστικό θρόνο, ενώ τον πειράζουν λέγοντάς του να κρίνει το λαό. Τον χτυπούν, τον φτύνουν  τον μαστιγώνουν λέγοντας: « Ταύτη τη τιμη τιμήσωμεν τον υιόν του Θεού»

Σταυρώνουν μαζί του δύο κακούργους και πάνω στο σταυρό τοποθετούν την επιγραφή «ούτος έστιν ο βασιλεύς του Ισραήλ». Το μεσημέρι της σταύρωσης έπεσε σκοτάδι σε όλη την Ιουδαία. Αγωνιούσαν τότε οι παρευρισκόμενοι για να μη δύσει ο ήλιος. Δίνουν στο Ιησού να πιει ξύδι και αρκετοί άνθρωποι κυκλοφορούσαν με λυχνάρια σαν να ήταν νύχτα. Ο Κύριος τότε κραύγασε «Η δύναμίς μου, η δύναμις, κατέλειψάς με».

Βγάζουν τότε τα καρφιά από τα χέρια του και τον βάζουν στη γη. Και αυτή σείστηκε και όλοι φοβήθηκαν. Βγήκε κατόπιν ο ήλιος, οι Ιουδαίοι χάρηκαν, ενώ οι στρατιώτες έδωσαν το σώμα του Χριστού στον Ιωσήφ.

Ο λαός τότε αναλογίστηκε το κακό που έκανε και άρχισε να θρηνεί. Μόλις το είδαν αυτό τα μέλη του Συνεδρίου ζήτησαν από τον Πιλάτο στρατό για φρουρά του τάφου και τον σφραγίζουν με εφτά σφραγίσματα.

Πολλοί πήγαν να δουν τον τάφο. Καθώς ξημέρωνε η Κυριακή ακούστηκε δυνατή φωνή από τον ουρανό, που άνοιξε, και δύο άντρες κατέβηκαν και άνοιξαν το μνημείο. Βγήκαν από αυτό με το Χριστό, ενώ τους ακολουθούσε ένας σταυρός.

Την Κυριακή η Μαρία η Μαγδαληνή με άλλες γυναίκες ήρθαν στον τάφο. Τον είδαν ανοιχτό και μέσα του ένας νέος  τους πληροφόρησε για την Ανάσταση.

Η διήγηση τελειώνει βρίσκοντας τους μαθητές στην Ιερουσαλήμ να κλαίνε και να είναι θλιμμένοι.

Όπως αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης του απόκρυφου ευαγγελίου του Πέτρου, πρόκειται για κείμενο που δανείζεται πολλά στοιχεία από τα κανονικά ευαγγέλια και τα χρησιμοποιεί με τον τρόπο που θέλει ο συγγραφέας του, ο οποίος δείχνει να επανερμηνεύει τα γεγονότα του Πάθους. Χαρακτηριστικό του στοιχείο είναι τα πολλά λαϊκά στοιχεία που υπάρχουν στο κείμενο, γεγονός που επιτρέπει την υπόθεση πως θα ήταν αρκετά δημοφιλές ανάγνωσμα και θα κυκλοφορούσε ευρέως ανάμεσα στις μάζες.

Οι μαθητές δε φαίνεται να έχουν σημαντικό ρόλο. Κρύβονταν, γιατί καταζητούνταν από τις αρχές που πίστευαν ότι ήθελαν να βάλουν φωτιά στο Ναό. Στο τέλος ο συγγραφέας βάζει τον Πέτρο και τον αδελφό του Ανδρέα να πηγαίνουν να ρίξουν τα δίχτυα τους στη λίμνη μαζί με το Λευί, το γιο του Αλφαίου.