|
|
Ελένη Χουζούρη, σκοτεινός Βαρδάρης
Πρωτόλειο έργο της αξιόλογης κατά τ’ άλλα δημοσιογράφου, του οποίου το θέμα σε προσελκύει μεν αλλά κάποιες αδυναμίες κουράζουν, παρόλο που υπάρχουν κι αναμφισβήτητες αρετές. Η Ελένη Χουζούρη καταπιάστηκε με ένα φιλόδοξο εγχείρημα, να «ζωντανέψει» την περίοδο των βαλκανικών πολέμων στην καυτή περιοχή του άξονα Μελένικου- Θεσσαλονίκης, σκιαγραφώντας τις περίπλοκες σχέσεις των διαφόρων εθνοτήτων. Η ανεπάρκεια των ιστορικών δεδομένων, ή, έστω, η μεροληψία όσων «γράφουν ιστορία» την ωθούν σ’ ένα τολμηρό τέχνασμα, που κατά τη γνώμη μου αποτελεί μπούμεραγκ και προσωπικά με κούρασε τόσο, ώστε να θέλω να εγκαταλείψω το βιβλίο περίπου στη μέση: χρησιμοποιεί σχεδόν αποκλειστικά το β΄ ενικό, σ’ όλη την αφήγηση, και, προκειμένου να διασώσει την αντικειμενικότητα ο συγγραφέας είναι διαρκώς παρών, σαν ένας σιωπηλός μάρτυρας δίνοντας «στιγμιότυπα», δηλαδή «φωτογραφίζοντας» και σχολιάζοντας ταυτόχρονα τις εικόνες που παραθέτει, εκφράζοντας τις αμφιβολίες του και τις διαφορετικές ερμηνείες των γεγονότων σαν ένας συνεπής ερευνητής, ενώ ο αναγνώστης σχηματίζει ένα παζλ, επιλέγοντας όποια ερμηνεία τον βολεύει. Αυτή είναι ταυτόχρονα και η μεγάλη αρετή του βιβλίου, ωστόσο πολλές φορές γίνεται με τρόπο αναποτελεσματικό. Και το –δομικό- στοιχείο που κατά τη γνώμη μου κουράζει περισσότερο είναι το β΄ενικό. Πόσες φορές μπορεί συγγραφέας ν’ απευθυνθεί στο β΄ενικό στον ήρωά του χωρίς να γίνεται μονότονος; Κι όταν το α΄ενικό είναι ο ανώνυμος αφηγητής ως ερευνητής ο οποίος μελετά τα στοιχεία που έχει (φωτογραφίες, επιστολές, έντυπα), από ένα σημείο και μετά γίνεται κουραστικός. Τυχαίο δείγμα γραφής, σελ. 80: Διαβάζω, λοιπόν, με πόσο ενθουσιασμό και φανερά εντυπωσιασμένος περιγράφεις στην Ελένη την επίσκεψή σας στο ζαχαροπλαστεί κλπ. Ή Τι πρωτόγνωρο συναίσθημα είναι αυτό που δοκιμάζεις, Στέφανε! Το αρχικό εύρημα της φωτογραφίας από πρόσφυγες του Μελένικου όπου ξεχωρίζει ο πρωταγωνιστής Στέφανος είναι αρκετά έξυπνο και πρωτότυπο. Από αυτή τη λεπτομέρεια και μετά ξετυλίγεται το νήμα της αναζήτησης της ιστορίας του Στέφανου, ο οποίος ζει όλες τις αναμπουμπούλες της εποχής: σπουδές στη Θεσσαλονίκη, κίνημα Νεότουρκων, Α΄Βαλκανικός, απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, Β΄Βαλκανικός, διωγμός Ελλήνων από το Μελένικο… Κάποιοι είναι εθελοντές κάποιοι είναι λιποτάκτες… Και μέσα σ’ όλα φυσικά και το ρομάντζο… Ο ήρωάς μας ερωτευμένος με την πανέμορφη Ελένη με την οποία είναι ερωτευμένος κι ο παιδικός φίλος Γκέοργκι, Βούλγαρος και μετέπειτα αξιωματικός του βουλγαρικού στρατού, δηλαδή αντίπαλος κλπ. Όλα αυτά όμως δε δίνονται γραμμικά αλλά με άξονες, όπως είπαμε ντοκουμέντα και κυρίως φωτογραφίες. Άλλωστε, στα βασικά πρόσωπα της πλοκής περιλαμβάνονται κι ένας Γάλλος δημοσιογράφος κι ένας φωτογράφος που καλούνται να καλύψουν τα γεγονότα αλλά και τη ζωή της Θεσσαλονίκης (προσπάθεια που όντως έγινε την εποχή εκείνη από την επιστημονική διεύθυνση των Αρχείων του Πλανήτη από υπαρκτό αρχείο-αν κατάλαβα καλά-του Αλμπέρ Καν, (Jeanne Beausoleil, «Οι φωτογράφοι τοθ Αλμπέρ Καν στη Θεσσαλονίκη», 1913&1918- Οι πρώτες έγχρωμες φωτογραφίες, Ολκός, Αθήνα 1990). Η συγγραφέας ενέταξε στην αφήγηση αρκετά ενδιαφέροντα στοιχεία, όπως την προσωπικότητα του Χιλμί Πασά (βαλή της Μακεδονίας), ζωντάνεψε την περιζήτητη Θεσσαλονίκη με όλες της τις αντιφάσεις, και γενικότερα σεβάστηκε την ιστορία. Το ρομάντζο της ωραίας Ελένης βέβαια καταλήγει σαν παραμύθι και το εύρημα για να μάθουμε κι εμείς τι απέγινε το βρήκα λίγο τραβηγμένο (ημερολόγιο του Γάλλου φωτογράφου που την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα και τη βοήθησε να συναντήσει τον αγαπημένο της). Πάντως, εντέλει το τελείωσα, και δε μετάνιωσα γι’ αυτό!
επιμέλεια: Παπαγγελή Χριστίνα Ημερομηνία τελευταίας επεξεργασίας: Πέμπτη, 04. Σεπτεμβρίου 2008 |
|