χώρος συνάντησης και έκφρασης

                                

φιλολογικές

σελίδες

 

βιβλία

 

θέατρο

 

τέχνη

 

φωτογραφίες

 

πίνακας

 

 
 
 
 

 

 

 

 

 

 

 

Ανάμεσα στους τοίχους, Φρανσουά Μπεγκοντό

 

        Πρώτη φορά κινηματογραφική μεταφορά βιβλίου όχι μόνο μού άρεσε περισσότερο, αλλά μου «έδειξε» το βιβλίο, με βοήθησε να το προσεγγίσω καλύτερα. Αγόρασα το βιβλίο χωρίς να έχω ιδέα ότι έχει ήδη μεταφερθεί σε ταινία, και η αρχική τουλάχιστον αίσθηση ήταν αρνητική.

Ο πρωταγωνιστής και καθηγητής Φρανσουά είναι φιλόλογος· διδάσκει τη γαλλική γλώσσα σ’ ένα σχολείο του Παρισιού σε υποβαθμισμένη συνοικία με πολλούς εργάτες και μετανάστες, όπου φοιτούν κυρίως παιδιά αλλοδαπών. Δύσκολες τάξεις σε δύσκολες συνθήκες, με εσωτερικές αντιπαλότητες, με έντονες πολιτισμικές αντιθέσεις. Ο Φρανσουά έχει καλές προθέσεις, καλές στιγμές, στιγμές δημιουργικές, στιγμές έκλαμψης. Αλλά δεν τον συμπάθησα, ιδιαίτερα στο πρώτο μισό του βιβλίου. Οπωσδήποτε είναι απαλλαγμένος από τις υστερίες και τα ταμπού που χαρακτηρίζουν την πλειοψηφία- έχει απέραντη υπομονή ακόμα κι όταν τον προσβάλλουν, έχει ανεκτικότητα στον «παιδαγωγικό θόρυβο», αφήνει τα παιδιά να εκφραστούν. Αλλά μου έδωσε την εντύπωση στην αρχή ότι ήταν υπερβολικά είρωνας και, σε κάποιες περιπτώσεις, δυσανάλογα αυστηρός. Η αίσθηση του είρωνα επιτείνεται κι από τον τρόπο περιγραφής: πολύ λιτό ύφος που υποβάλλει μια ειρωνική απόσταση, παράθεση διαλόγων με εξυπνακίστικα σύντομα σχόλια, - και τα μόνα στοιχεία περιγραφής είναι οι λογότυποι στα ρούχα των παιδιών, το σχήμα των σκουλαρικιών, τα τσιμπιδάκια τους, οι μάρκες των μπουφάν τους. Αυτή η εμμονή στην ποικίλη αμφίεση δίνει την αίσθηση σχόλιου, και μάλιστα αρνητικού.

Η αφήγηση μού φάνηκε ρηχή και μονότονη, πάλι ιδιαίτερα στο πρώτο μισό του βιβλίου. Διάλογοι χαρακτηριστικοί αλλά και αναμενόμενοι σε μια τάξη- και μάλιστα τάξη με τέτοιες ιδιαιτερότητες-, χωρίς οπτική γωνία. ‘Η μάλλον, η οπτική γωνία είναι του καθηγητή, που δε φαίνεται όμως να αλλάζει, να ωριμάζει, να ζυμώνεται. Δεν παραθέτει ποτέ καμιά εσωτερική σκέψη, κυρίως καμιά αυτοκριτική. Κάποιες επαναλήψεις ενδυναμώνουν την αίσθηση της ρηχότητας. Δεν μου ήταν ξεκάθαρο με ποιο κριτήριο ήταν επιλεγμένοι οι διάλογοι, μερικές φορές μου φαινόταν ότι ήταν για να δείξουν την «ανωτερότητα» του καθηγητή, κι αυτό με απωθούσε.

Όταν, όμως, έχεις περάσει τα μισά σου χρόνια στα σχολεία, σ’ ενδιαφέρει κι αυτή ακόμα η επίπεδη καταγραφή, γιατί διαβλέπεις εξ αποστάσεως τα «οικεία κακά». Έτσι, συνέχισα να διαβάζω το βιβλίο αυτό παρότι αντιπάθησα τον εξυπνάκια πρωταγωνιστή ενώ πολλές φορές «έπαιρνα μέσα μου το μέρος των μαθητών». Όταν π.χ. αναφώνησε μια μαθήτρια «Κύριε γιατί μας δουλεύετε συνέχεια, δεν είναι σωστό» με καταφανές θράσος, η φράση αυτή εξέφραζε μια εσωτερική σκέψη που ήδη είχα κάνει ως αναγνώστης. Επίσης, η απουσία της εσωτερικής φωνής του αφηγητή/συγγραφέα μ’ έκανε να πιστεύω ότι ίσως θα υπάρξει κάποια «εξέλιξη», π.χ. κάποια ανατροπή.

Στο δεύτερο μισό του βιβλίου, τα πράγματα έγιναν πιο συμπαθητικά. Αναμφισβήτητα, υπάρχουν «δυνατά» σημεία, δυνατοί διάλογοι, στιγμές έκφρασης (παιδιών και καθηγητών), στιγμές  όπου φαίνεται το αδιέξοδο στη σχέση μαθητή- καθηγητή, όλες οι αντιφάσεις σ’ αυτή τη μικροκοινωνία που λέγεται «σχολείο». Μια δυνατή στιγμή επικοινωνίας, π.χ. ήταν η συζήτηση για το συναίσθημα της ντροπής, όπου ο ίδιος ο Φρανσουά εξομολογείται προσωπικά του βιώματα στους μαθητές. Ενδιαφέρον είχαν και οι τύποι των καθηγητών (πάλι έχουμε ειρωνική περιγραφή), αλλά και οι παιδαγωγικού περιεχομένου διάλογοι μεταξύ τους.

Πολύ διαφορετική ήταν η αίσθηση της ταινίας. Είναι από τις λίγες φορές που θεωρώ ότι μια ταινία είναι πολύ καλύτερη από το βιβλίο που έχει προηγηθεί, και κυρίως, φωτίζει το βιβλίο. Σημειωτέον και αξιοπρόσεκτο είναι ότι πρόκειται για μια ταινία- σχεδόν ντοκιμαντέρ, όπου οι ηθοποιοί μαθητές είναι ερασιτέχνες και ο πρωταγωνιστής είναι ο ίδιος ο Φρανσουά, ο ίδιος δηλαδή ο συγγραφέας (που έχει διατελέσει και καθηγητής). Η απόδοση του κλίματος της τάξης είναι αληθοφανέστατη, και η κάθε επί μέρους σκηνή είναι αφορμή για πάρα πολλές σκέψεις και προεκτάσεις. Ο καθηγητής είναι και μέσα και έξω από την τάξη, παρατηρητής αλλά και μέτοχος. Προοδευτικός αλλά και συντηρητικός (π.χ. στις αντιλήψεις του για τη γλώσσα). Κάνει προσπάθειες, κάνει διάλογο με αφετηρία τις εμπειρίες των παιδιών, κάνει λάθη. Λίγες είναι οι αποκλίσεις από το βιβλίο, αν εξαιρέσουμε το κεντρικό όμως περιστατικό, την περίπτωση αποπομπής του Σουλεϊμάν, που στην ταινία παρουσιάζεται πιο «σφαιρικά, πιο στρογγυλεμένα». Ήταν η εξέλιξη, η ανατροπή που περίμενα ότι θα έχει το βιβλίο. Πρόκειται για έναν δύσκολο μαθητή, τον οποίο ο καθηγητής κατάφερε να ενεργοποιήσει (στην εργασία να φτιάξουν ο καθένας το πορτρέτο του, εκείνος με τα πολλά έφερε φωτογραφίες της οικογένειάς του- από το Μαλί, ο δάσκαλος τις τύπωσε και τις ανάρτησε στον πίνακα). Η ελευθερία των μαθητών να εκφραστούν έχει κόστος, είναι απείθαρχοι, μιλούν όλοι μαζί, πιάνονται στα χέρια, αντιμιλούν, προσβάλλουν τον καθηγητή. Προσβάλλει κι αυτός, δεν παραδέχεται εύκολα την προσβολή που διέπραξε λέγοντας σε  δυο κοπέλες ότι φέρονται σαν «τσούλες». Χιονοστιβάδα οι αντιδράσεις, ο Σουλεϊμάν αποβάλλεται. Τραγική η σκηνή του «πειθαρχικού» όπου παρίσταται η αγέρωχη μάνα από το Μαλί, η οποία δεν καταλαβαίνει λέξη, ενώ ο αξιοπρεπής Σουλεϊμάν τής μεταφράζει κατά βούληση.

Αντιγράφω από την κριτική του Π. Παναγόπουλου στην Καθημερινή (23-10-2008):

«Οι πάντες, καθηγητές και μαθητές, αντιμετωπίζουν διλήμματα σ' αυτό το σχολείο που βρίσκεται σε μια υποβαθμισμένη περιοχή του Παρισιού. Ο καθηγητής, που προσπαθεί να βρει τον τρόπο να κάνει τα παιδιά να μάθουν, αλλά δεν καταφέρνει πάντα να διατηρήσει την ψυχραιμία του από τη μια, οι μαθητές που φλέγονται να αμφισβητήσουν και συχνά πέφτουν στην αυθάδεια και την ανυπακοή από την άλλη. Όλοι προσπαθούν να κάνουν το σωστό και όλοι κάνουν λάθη, γιατί στην πραγματικότητα δεν υπάρχει μαγική συνταγή για τη γνώση, ειδικά όταν το περιβάλλον λειτουργεί αρνητικά».

«Ανάμεσα στους τοίχους» είναι η μετάφραση στα ελληνικά του γαλλικού τίτλου «Entre les murs», αλλά η ακριβέστερη μετάφραση «εντός των τειχών», όσο κι αν ακούγεται καθαρευουσιάνικη, νομίζω ότι αποδίδει πολύ καλύτερα το πνεύμα του έργου. Γιατί η όλη δράση γίνεται αναπόδραστα, μέσα στα όρια του συστήματος και ειδικότερα, του εκπαιδευτικού συστήματος.

 Ίσως ακούγεται απαισιόδοξο, αλλά αυτός ήταν «ο ήχος της τσεκουριάς εντός μου» από το συγκεκριμένο βιβλίο/κιν. έργο.

 

Χριστίνα Παπαγγελή

Ημερομηνία τελευταίας επεξεργασίας: Κυριακή, 01. Φεβρουαρίου 2009 

 

συνεργατική τοποθεσία

από το Μάρτιο 2007