|
|
Ιζζό Ζαν Κλωντ, Το τσούρμο
Το καλύτερο της τριλογίας κατά τη γνώμη μου, ούτε τόσο βίαιο όσο το 1ο και το 3ο, ούτε τόσο συναισθηματικό όσο το 3ο. Το suspense αρχίζει απ’ τις πρώτες σελίδες. Ο κεντρικός ήρωας, ο Φαμπιό, έχει παραιτηθεί πια από μπάτσος, αλλά γίνεται άθελά του μάρτυρας του φόνου ενός «εκπαιδευτή νέων με κοινωνικά προβλήματα», που τον ήξερε από παλιά. Δεν αξίζει ούτε είναι σκόπιμο ν’ αναφερθώ στην πλοκή, άλλωστε είναι κι εδώ πολύ σύνθετη, με πάρα πολλά πρόσωπα, φόνους κλπ. Μες από τα γεγονότα ωστόσο αναδίνεται ένα συναίσθημα, ένα μηδενιστικό πνεύμα, ένας απελπισμένος (;) λυρισμός, ενώ γίνεται διαρκώς ανακατάταξη του παρελθόντος και των αναμνήσεων ιδωμένων πια μέσα από ένα καινούριο πρίσμα. Ποίηση. (σελ. 73): Ν’ αναρωτιέσαι για το παρελθόν δε χρησιμεύει πουθενά. Τις ερωτήσεις πρέπει να τις απευθύνουμε στο μέλλον. Χωρίς μέλλον, το παρόν δεν είναι τίποτα παραπάνω από αταξία. Ναι, βέβαια. Όμως, εγώ δεν τα κατάφερα με το παρελθόν μου κι αυτό είναι το πρόβλημά μου. (σελ. 86): Το «παστίς» και η «κεμιά»- μαύρες και πράσινες ελιές, αγγουράκια τουρσί και κάθε λογής λαχανικά βρασμένα στο ξύδι- αποτελούσαν αναπόσπαστο μέρος της μαρσεγιέζικης καλοζωίας. Την εποχή που οι άνθρωποι ήξεραν ακόμα να κουβεντιάζουν, όπου είχαν πράγματα να λένε. Και βέβαια, αυτό σ’ έκανε να διψάς. Άσε που ήθελε χρόνο. Αλλά ο χρόνος δε λογαριαζόταν. Τίποτα δεν ήταν βιαστικό. Όλα μπορούσαν να περιμένουν πέντε λεπτά. Ήταν μια εποχή ούτε καλύτερη ούτε χειρότερη απ’ τη δική μας. Όμως απλά, οι χαρές και οι λύπες μοιράζονταν, χωρίς ψευτολεπτότητες. Ακόμα και τη μιζέρια σου μπορούσες να την πεις. Αρκούσε να’ ρθεις στου Φελίξ. Έτσι περίπου αποδίδεται η «μαρσεγέζικη καλοζωία» και , σ’ αυτό το βιβλίο, παρουσιάζονται και άπειρες λαχταριστές… συνταγές σε ανύποπτο χρόνο.
Χριστίνα Παπαγγελή Ημερομηνία τελευταίας επεξεργασίας: Τετάρτη, 16. Μαΐου 2007
|
|