|
|
Μισέλ Ντελ Καστίγιο, Ο δαίμονας της λήθης
Κλασικό και χορταστικό μυθιστόρημα, καλογραμμένο και επεξεργασμένο από κάποιον που φαίνεται να κατέχει τις «τεχνικές του γραψίματος», σε ύφος που θυμίζει Μπέρναρ Σω. Ο αφηγητής και βασικός πρωταγωνιστής είναι ένας παλαιού τύπου δημοσιογράφος, που έχει σημαδευτεί και καταγοητευτεί από την προσωπικότητα του Υγκ Λαπράντ, ενός μάστορα του είδους, δίπλα στον οποίο μαθήτευσε ο Πιέρ Αλέν από μικρός, ενώ η θητεία του κοντά του ήταν κατά κάποιο τρόπο και μοιραία. Αφορμή για την αφήγηση αυτή και για την αναδρομή επομένως στα γεγονότα του 1937, είναι μια αυτοκονία που συγκλονίζει τον καλλιτεχνικό και πολιτικό κόσμο αλλά και ιδιαίτερα τους δυο ήρωές μας: Πρόκειται για την αυτοκτονία του Αλαίν Μαβόν, γνωστού ηθοποιού αλλά και μυστηριώδους προσωπικότητας, αμφιβόλου ηθικής (κατηγορήθηκε ότι έδωσε πλαστή εικόνα στο ευρύ του κοινό, λέγοντας ότι έζησε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, ενώ –όπως αποκάλυψαν οι δημοσιογράφοι μας- όλα αυτά αποδείχτηκαν ψέματα). Τη στιγμή που ο αφηγητής ξεκινά την εξιστόρησή του (1962), ζει σε απόσταση από τον Υγκ, φροντίζοντας να μην ξαναπέσει στα δίχτυα της γοητείας του. Η επαφή όμως μαζί του είναι καταλυτική, και γρήγορα ο Υγκ, με τη διαίσθηση και την ανθρωπιά με την οποία περιβάλλει τα λόγια του -και τα ψέματά του ίσως-ίσως- τον ξανακερδίζει. Έτσι, αρχίζει να ξετυλίγεται ένα κουβάρι μυστηρίου γύρω από τον Μαβόν, ενώ διαγράφονται ανάγλυφοι οι βασικοί χαρακτήρες, και όχι μόνο. Χαρακτήρες με εντάσεις, πάθη, αναδιπλώσεις και γενικά πολύ ενδιαφέρον. Η αστυνομική πλοκή κρατά τον αναγνώστη σε ενδιαφέρον, ενώ παράλληλα κινείται και το ιστορικό ενδιαφέρον μιας και το μυστήριο της πραγματικής ταυτότητας του Αλέν Μαβόν ανάγεται στα περίπλοκα χρόνια του ναζισμού. (σελ. 136- πρόκειται για τη γυναίκα του Μαβόν) « ήταν ο πιο ζωντανός άνθρωπος που είχα γνωρίσει στη ζωή μου. Ούτε κι η ίδια έδειχνε ν’ αντιλαμβάνεται το μέγεθος της ενέργειας που κουβαλούσε, πόση δύναμη έβγαινε από μέσα της. Κοντά της όλα αποκτούσαν μια παράξενη απλότητα. Η κάθε της κίνηση απέβλεπε στο σκοπό για τον οποίο γινόταν. Ήταν όλα τόσο φυσικά και απέριττα: να φάει, να πιεί, να περπατήσει, ν’ ανασάνει, ν’ αγαπήσει. Έκρυβε μέσα της μια τεράστια, ανυπολόγιστη δύναμη, όπως η θάλασσα και ο αγέρας.» Ενδιαφέρον έχει και η ιστορική πληροφορία ότι οι μυστικές υπηρεσίες του χιτλερiκού καθεστώτος εκβίαζαν εκείνο τον καιρό πολλούς Γερμανο-Εβραίους και χρησιμοποιούσαν τα σπίτια τους για κρυψώνες. Δρούσαν εν αγνοία των άλλων κρατικών υπηρεσιών κι έκρυβαν μ’ αυτόν τον τρόπο, για διάφορους λόγους πρόσωπα από το επίσημο κράτος.
Η «λύση» είναι κάπως περίπλοκη, γιατί βασίζεται ακριβώς στην σχετικότητα που αποκτά η πραγματικότητα, ιδιαίτερα όταν περνά μεγάλο χρονικό διάστημα : ο Α. Μαβόν έλεγε και δεν έλεγε ψέματα, εφόσον η Εβραία μητέρα του, γυναίκα εξέχοντος Γερμανού και δικτυωμένη, τον παράτησε 9-10 χρονών σ’ ένα είδος στρατοπέδου συγκέντρωσης (δηλ. στο σπίτι του Μολ, που τον πληρώνανε για να παρέχει στέγη σε κρατουμένους) όπου οι δικοί της άνθρωποι φρόντισαν να περάσει οκτώ μήνες ως αόρατος!! Από πλευράς ιστορίας είχε ενδιαφέρον αυτή η «διπλή» ζωή της μητέρας του, της οποίας η ηθική είναι ανεξιχνίαστη: ( το’ κανε για να σώσει το παιδί της; Για να σώσει το τομάρι της; Από απελπισία; Για λόγους δημοτικότητας;) Αλλά και η ηθική του Υγκ Λαπράντ είναι εξ ίσου ακαθόριστη. Αντιδημοκρατικός και φίλος των Γερμανών από ιδεολογία ή για να μη φιμωθεί η φωνή της εφημερίδας; Εν πάση περιπτώσει, δικάστηκε και φυλακίστηκε, μάλλον δικαίως, αλλά η καθημερινή του πράξη στο σήμερα τον δείχνει ανθρώπινο και μετανιωμένο, και όσο αφορά το φασιστικό του παρελθόν αλλά και τον διασυρμό του Μαβόν. Ο τίτλος υποδηλώνει και τον πυρήνα του βιβλίου: η ζωή κρύβει απίστευτες τραγωδίες, όπως και ακαθόριστες ποικιλίες και αποχρώσεις καταστάσεων και συναισθημάτων, τα όρια είναι πολύ ρευστά ακόμα και σε ζητήματα θεωρητικά ξεκάθαρα, όπως ο ναζισμός ή ο ρατσισμός. Έτσι, δεν είναι σαφώς ξεκάθαρη και φαίνεται ότι δεν μπορεί να είναι ξεκάθαρη η ηθική του Υγκ- ο σοφός Αλαίν φαίνεται ότι αυτό το είχε καταλάβει- δεν τον ενδιέφερε πια να αποκατασταθεί η αλήθεια- είχε κουραστει «ήθελε πια να ζει πέρα απ’ τα μίση και τα πάθη». Έτσι, ο δαίμονας της λήθης είναι ουσιαστικά ο πρωταγωνιστής του βιβλίου. επιμέλεια: Παπαγγελή Χριστίνα Ημερομηνία τελευταίας επεξεργασίας: Τετάρτη, 14. Μαρτίου 2007 |
|