χώρος συνάντησης και έκφρασης

                                

φιλολογικές

σελίδες

 

βιβλία

 

θέατρο

 

τέχνη

 

φωτογραφίες

 

πίνακας

 

 
 
 
 

 

 

 

 

 

 

 

Διδώ Σωτηρίου, Οι νεκροί περιμένουν

                                                                              

Ένα μικρό κοριτσάκι ξεκινάει απ’ τα’ ανώμαλα καλντερίμια μιας επαρχιακής πόλης της Μικρασίας, που λέγεται Αϊντίνι.

Έτσι αρχίζει το βιβλίο της Δ. Σωτηρίου, και φαίνεται απ’ την αρχή η στενή σχέση που συνδέει το μυθιστόρημα με τα προσωπικά βιώματα της συγγραφέως, η οποία γεννήθηκε στο Αϊδίνι κι έζησε τα γεγονότα που περιγράφει από το 1918 και μετά, ως μικρό κοριτσάκι. Δεν πρόκειται ωστόσο γι’ αυτοβιογραφία. Αφηγήτρια είναι η μικρή Αλίκη Μάγη, το μικρότερο μέλος μιας καθαρά αστικής οικογένειας όπου ο πατέρας είναι ξεπεσμένος επιχειρηματίας, και η οποία ανακαλεί τις αναμνήσεις της ξεκινώντας από την επίσκεψη όλης της οικογένειάς της στη Σμύρνη, το 1918, και καλύπτοντας μια περίοδο 25 χρόνων.

Ξαναδιάβασα το βιβλίο με αφορμή την  πρόσφατη επίσκεψή μου στην περιοχή και την ανάγκη να ξαναζωντανέψει μπροστά μου η εικόνα του παρελθόντος –τόσο πρόσφατου, αν το καλοσκεφτεί κανείς- όπου συνυπήρχαν το ελληνικό με το μουσουλμανικό στοιχείο. Προσπάθησα επίσης να διακρίνω τον «ελληνικό μύθο» σχετικά με τα γεγονότα της πολυτάραχης αυτής περιόδου και περιοχής, μύθο ο οποίος αναπαράγεται κι επιβεβαιώνει την τρέχουσα άποψη ότι είναι πολύ δύσκολη η εξεύρεση και διατύπωση της «ιστορικής αλήθειας», αν μπορεί κανείς να δεχτεί αυτόν τον όρο.

Στη ματιά της Διδώς Σωτηρίου υπάρχει πατριωτισμός, αλλά όχι εθνικισμός, ανθρωπισμός και όχι ρατσισμός. Θυμήθηκα ξανά το γλαφυρό γράψιμό της, καθαρά «εφηβικό» –αναγκαστικά, εφόσον η πρωταγωνίστρια είναι έφηβη, αλλά και φανερά απευθυνόμενο σ’ εφήβους- κι ελαφρώς στρατευμένο/διδακτικό, ποτισμένο από την μαρξιστική ιδεολογία. Αυτό είναι πιο εμφανές στο τέλος του βιβλίου, όπου οι ήρωες, εγκατεστημένοι πια στην «παλιά Ελλάδα» και πιο ώριμοι, οργανώνονται και αντικρίζουν δυναμικά κι αισιόδοξα το μέλλον.

Είχε ενδιαφέρον για μένα η μυθιστορηματική ένταξη  κάποιων λαογραφικών και ιστορικών στοιχείων, π.χ. της  ιστορίας του γνωστού Τσάκιτζη (του γνωστού Εφέ του Αϊντινιού που, σαν τον Ρομπέν των Δασών έκλεβε τους τσιφλικάδες για χάρη των φτωχών), ή η αναφορά σ’ άλλα παραμύθια γνωστά από την περιοχή με νεράιδες και ξωτικά. Ζωντανεύει μπροστά μας η συνύπαρξη των διαφορετικών ανθρώπων και παραδόσεων. Υποβλητική π.χ.ήταν η σκηνή της μυστικής εισόδου της ηρωίδας στο χαρέμι του Ταλάτ –πασά, αλλά και άγνωστη εν πολλοίς η ολοσχερής καταστροφή του Αϊντινιού από τους Τούρκους  λίγες μέρες μετά την απόβαση του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη.

Πέρ΄ απ’ το ιστορικό ενδιαφέρον, είναι μια οικογενειακή ιστορία της οποίας οι χαρακτήρες διαγράφονται αρκετά γλαφυρά και τονίζονται ιδιαίτερα οι συναισθηματικές σχέσεις.

Αξίζει επίσης ν’ αναφερθεί και κάποια πολύτιμη πληροφορία της Σταυρούλας Παπασπύρου:  (http://www.enet.gr/online/online_text/c=113,dt=09.09.2007,id=49041416)

Ανάμεσα στους πολλούς αναγνώστες του «Οι νεκροί περιμένουν» ήταν κι ένας πρόσφυγας εγκατεστημένος στην Κοκκινιά, ο Μανώλης Αξιώτης. Ένας μικρασιάτης αγρότης που επιστρατεύθηκε στα Τάγματα Εργασίας του τουρκικού κράτους μεταξύ 1914 και 1918, που στη συνέχεια φόρεσε τη στολή του έλληνα φαντάρου, που βίωσε στο πετσί του την καταστροφή του '22 και την αιχμαλωσία κι έφαγε επί δεκαετίες «πικρό ψωμί» ως λιμενεργάτης, συνδικαλιστής και μαχητής της Εθνικής Αντίστασης. Κατασυγκινημένος απ' όσα του θύμισε με το βιβλίο της η Σωτηρίου, «ήρθε και με βρήκε και μου έδωσε ένα τεφτέρι με τις αναμνήσεις του. Συνταξιούχος, κάθισε με υπομονή και κοπίασε να γράψει με τα λίγα γραμματάκια του τα όσα είδαν τα μάτια του εξήντα τόσα χρόνια». Αυτό το τεφτέρι ήταν η βάση για τα «Ματωμένα χώματα», κι αυτή ήταν η πρόκληση για τη Διδώ Σωτηρίου: να διασώσει τη μαρτυρία του Μανώλη Αξιώτη, μετουσιώνοντάς την σε έργο τέχνης.

 

                επιμέλεια: Παπαγγελή Χριστίνα

Ημερομηνία τελευταίας επεξεργασίας: Πέμπτη, 04. Σεπτεμβρίου 2008 

 

συνεργατική τοποθεσία

από το Μάρτιο 2007