φιλολογικές σελίδες

[αρχική]  [αρχαία ελληνικά]  [έκθεση - έκφραση]  [λογοτεχνία]  [ιστορία]  [διάφορα]  [σύνδεσμοι]

ΜΑΡΙΟΣ  ΧΑΚΚΑΣ (1931-1972)

 σελίδα 3 από σελίδες 3

 

ΙV. Τεχνική

 

1.      Αφηγητής-αφήγηση

Η αφήγηση της ιστορίας γίνεται σε τρίτο πρόσωπο από έναν αφηγητή που παρακολουθεί από κοντά τον ήρωά του, είναι αυτόπτης και αυτήκοος, χρησιμοποιεί την εσωτερική εστίαση στις σκέψεις και στα συναισθήματά του, αλλά ταυτόχρονα αξιοποιεί την τεχνική της ειρωνικής αποστασιοποίησης. Σχολιάζει τη δράση και τους διαστοχασμούς του με ειρωνεία αλλά και συγκατάβαση. Το δεύτερο πρόσωπο στους εσωτερικούς μονολόγους επιτείνει τη συμπάθεια του αφηγητή προς τον ήρωά του.

Ο αφηγητής παρεμβαίνει τρεις φορές διακόπτοντας την αφήγηση στην κλασική εκδοχή της, παραθέτοντας δικά του σχόλια16:α) Το πρώτο σχόλιο («Σ’ όλους τους ανθρώπους…ο νόμος της παραλλαγής») αφορά την αξία των αντικειμένων. Στις πρωτόγονες κοινωνίες η αξία είναι χρηστική, στις προηγμένες εμπορευματικές κοινωνίες η αξία είναι ανταλλακτική. Ο αφηγητής, με προφανή σατιρική διάθεση, επιχειρεί μια κοινωνιολογική ερμηνεία της ιδιάζουσας κατάστασης που επικρατεί στην Ελλάδα, λέγοντας ότι υπάρχει και μια Τρίτη αξία, η παραλλακτική, δημιουργώντας ένα νεολογισμό, που τον ορίζει με ανάλογη θεωρητική διατύπωση.

β) Εν συνεχεία, ενώ μας δίνει πληροφορίες για το παρελθόν και το παρόν του ήρωα, διακόπτει τη ροή της αφήγησης, για να σχολιάσει τη ζωή του ήρωα («Ήταν ωραία ν’ ακούς τους δίσκους…με μια φραντζόλα στο χέρι»). Εδώ το σχόλιο διηθείται μέσα από την οπτική του ήρωα που μιλά στον εαυτό του σ’ έναν εσωτερικό μονόλογο: ο αφηγητής μιμείται αυτούσια τη φωνή του, αποδίδοντας διαλογισμούς του και τον ειρωνεύεται στην προσπάθειά του να εξωραΐσει το παρελθόν του και τη στάση του.

γ) Τέλος, καθώς ο άνθρωπός μας διαλογίζεται και προβληματίζεται για τη δικτατορία και την ανατροπή της, ο αφηγητής παρεμβαίνει για τρίτη φορά για να διακόψει τις αισιόδοξες προβλέψεις του: («Τώρα όποιος θα ‘θελε να ψιλοκοσκινίσει…στο κέντρο οι νέοι»). Η σκληρή φωνή που αναδύεται από τα βάθη της ύπαρξής του, είναι η φωνή του αφηγητή που παρεμβάλλεται στον εσωτερικό μονόλογο, συγκρούεται μαζί του και τον σαρκάζει.

Τα σχόλια, οι περιγραφές, τα διλήμματα, η διάχυτη ειρωνεία και ο σαρκασμός προσδίδουν ένταση, δραματικότητα και ολοκληρώνουν το σκηνικό της ζωής και την έκπτωση της συνείδησής του.

 

2   Η λειτουργία του χρόνου 

α) Ο χρόνος συγγραφής

Το διήγημα γράφτηκε μετά την 21η Απριλίου 1967, εφόσον σ’ αυτή τη μέρα αναφέρεται η ιστορία και αυτή η μέρα συνιστά terminus post quem. Ο χρόνος δημοσίευσης είναι ο terminus ante quem. Το αφήγημα δημοσιεύτηκε στα Νέα Κείμενα,2 το φθινόπωρο του 1971. Άρα ο χρόνος γραφής κυμαίνεται μεταξύ Απριλίου 1967 και των αρχών του 1971.

β) Ο χρόνος της ιστορίας

Ο χρόνος της ιστορίας, του μύθου, διαρκεί κάπου μια μέρα, οκτώ έως δέκα ώρες. Αρχίζει από το πρωί της 21ης Απριλίου 1967, όταν ο δικός μας εμφανίζεται, φεύγει από το σπίτι του, αγοράζει τη φραντζόλα από το φούρνο, περνάει από το Βύρωνα, Δάφνη, Καλλιθέα, σταματάει για καφέ στο σπίτι της εξαδέλφης του και γυρίζει το σούρουπο στην Καισαριανή. Αυτή η ιστορία δεν έχει δράση, απλώς ένας άνθρωπος πορεύεται στους δρόμους της Αθήνας με μια φραντζόλα υπό μάλης. Καθώς ο ήρωάς μας περιπλανάται, σκέπτεται, θυμάται, διαλογίζεται. Ο αφηγητής καταγράφει αυτές τις σκέψεις, τις εικόνες, τις αναμνήσεις, τα διλήμματα, συνθέτει ένα μοντάζ, μια τομογραφία του ψυχισμού του ήρωα.

γ) Ο χρόνος της αφήγησης

 Το διήγημα αρχίζει in medias res, επομένως ο χρόνος της αφήγησης χαρακτηρίζεται από αναδρομικές διηγήσεις που αφορούν τη στάση του ήρωα στο παρελθόν π. χ. στα Ιουλιανά ή στα αγωνιστικά χρόνια της νιότης του. Αυτές οι εκ των υστέρων αναφορές γεγονότων λέγονται αναλήψεις. Με τις αναλήψεις ο χρόνος της ιστορίας εκτείνεται και καλύπτει γεγονότα της περιόδου 1940-1967. Ο χρόνος της αφήγησης κινείται παλινδρομικά: ξεκινά από το παρόν, 21η Απριλίου 1967, πάει στον Ιούλιο του ’65 («Στα Ιουλιανά, πηγαίνοντας ο άνθρωπός μας στις συγκεντρώσεις…»), επανέρχεται στο παρόν, ανατρέχει περιληπτικά στο απώτερο παρελθόν 1945-67 («Αφού έζησε τη μισή ζωή του…ζούσε μονάχος»), δίνει με επαναληπτικό τρόπο τις συνήθειές του στο παρόν, στο σπίτι του (που κατέχει κυρίαρχη θέση στην αφήγηση) και επανέρχεται στη μέρα της επιβολής της δικτατορίας.

Ίσως θα πρέπει να αποδώσουμε αυτή την τεχνική στην επίδραση του κινηματογράφου. Τα αλλεπάλληλα flash back, χωρίς χρονική ακολουθία, είναι κινηματογραφικό στοιχείο. Ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει συναφώς: «Χρειάζεται αλλαγή πλάνου, ένα νέο μοντάζ ψυχικών καταστάσεων (…)Την τελευταία στιγμή, όπως σ’ όλα τα φιλμ, κάποιος από μας θα προδώσει».17

Η παλινδρομική αυτή κίνηση του χρόνου τελειώνει, όταν ο αφηγητής καταγράφει τα διλήμματά του για τη συμμετοχή ή όχι στις διαδηλώσεις και προχωρεί έπειτα, μετά την επίσκεψή του στην εξαδέλφη του, στην οριστική του απόφαση για επιστροφή στο σπίτι και προσαρμογή στη νέα τάξη πραγμάτων.

 

       V. Τελικός σχολιασμός

 

Ο Μάριος Χάκκας, πεζογράφος της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς, στη σύντομη λογοτεχνική του διαδρομή, μας κληροδότησε ένα έργο στο οποίο ανιχνεύουμε ουσιώδη στοιχεία της γενιάς αυτής: Έντονη πολιτικοποίηση, παρουσία ιδεολογικών πεποιθήσεων, απομυθοποίηση προσώπων και καταστάσεων, βιωματική αφετηρία, μαύρο χιούμορ, αγωνία για τη διάσωση του ανθρώπινου προσώπου, καταδίκη της κοινωνίας του ευδαιμονισμού, διάσπαση του εσωτερικού κόσμου.

Ο Χάκκας συνέβαλε στη διαμόρφωση ενός νέου τρόπου γραφής, ανατρεπτικού για την εποχή του, που τον διακρίνει σαφέστατα για την ετερότητα της θεματογραφίας του, της ιδεολογίας του και του λόγου. Κατάφερε, με ανορθόδοξο, ιδιάζοντα τρόπο, όπως αναρωτιόταν «να εκσφενδονίσω βεγγαλικά τις φράσεις, καταυγάζοντας, έστω και για μια μόνο στιγμή αυτή την αιώνια νύχτα. Πώς να ηλεκτροφωτίσω το στερέωμα με μπλε, μοβ και κόκκινα αστέρια χωρίς να ξοδεύω ζωή;». Έτσι γράφει στο Τρίτο νεφρό, που είναι ένα κείμενο ποιητικής, όπου αναφέρει τους δασκάλους του, τον Ρίλκε, τον Μπέκετ, τον Χένρι Μίλλερ.

Δείγμα γραφής της ώριμης περιόδου της πεζογραφίας του Μ. Χάκκα αποτελεί Το ψαράκι της γυάλας. Εδώ αναδεικνύει και αναπαριστά μέσα από το μικρόκοσμο του ήρωα την ιστορία της μεταπολεμικής Ελλάδας. Ιδιαίτερα διαγράφει το οικονομικό και το κοινωνικό πλαίσιο, το πολιτικό κλίμα της δεκαετίας του ’60. Τα γεγονότα και τα πρόσωπα αποδίδονται με ρεαλισμό, με οξύτατη ειρωνική διάθεση, με λόγο ευθύβολο, ακαριαίο, πυκνό και άμεσο που ζωγραφίζει τη γυμνή αλήθεια της ζωής. Σαφώς το διήγημα ενέχει έντονο πολιτικό χαρακτήρα. Ο ήρωας συνιστά έναν τυπικό εκπρόσωπο αυτών που αγωνίστηκαν στο αριστερό στρατόπεδο, αλλά εν συνεχεία αλλοτριώθηκαν, συμβιβάστηκαν με τα πρότυπα της αστικής κοινωνίας και ενεπλάκησαν στις αδιέξοδες αντιφάσεις της. Η τελική επιλογή του ήρωα είναι μια στάση ζωής, μια κοσμοαντίληψη που δηλώνεται ως κομφορμισμός και αφομοίωση μικροαστικών προτύπων, που νοθεύουν το ανθρώπινο τοπίο. Και πολλοί ομοϊδεάτες του, εξουθενωμένοι από τις τραυματικές εμπειρίες της φυλακής, της εξορίας και των βασανιστηρίων, υπέκυψαν στους πειρασμούς της καταναλωτικής Κίρκης, εγκλωβίστηκαν στο νεοπλουτισμό και την ιδιοτελή λογική της ατομικής ευτυχίας. Και άλλοι συγγραφείς μυθοποιούν παρόμοιες ιστορίες: Α. Φραγκιάς (Καγκελόπορτα), Μ. Αναγνωστάκης (Αισθηματικό διήγημα), Δ. Σωτηρίου (Κατεδαφιζόμεθα) κ. ά.

 

VI. Παράλληλο κείμενο

 

Ο Μάριος Χάκκας στο πρώτο από τα τρία διηγήματα που προστέθηκαν στη β΄ έκδοση του Τυφεκιοφόρου του εχθρού, με τίτλο «Ένα κορίτσι», μας αφηγείται με ειρωνεία και σκεπτικισμό, την ιστορία δύο αριστερών αγωνιστών, οι οποίοι είναι έτοιμοι να ενδώσουν στην απριλιανή δικτατορία, καθώς μέσα τους έσβησε το όραμα της νεανικής ουτοπίας και τώρα αμφιβάλλουν γι’ αυτά που κάποτε λάτρεψαν ως υπέρτατη αλήθεια. Και οι δύο διατελούν σε ιδεολογική σύγχυση και δεν ξέρουν πια ποιος έχει δίκιο, αυτός που εκδηλώνει ευθαρσώς τις ιδέες του και μάχεται γι’ αυτές στη ζωή, ή ο άλλος που αποφεύγει να εκδηλωθεί και να πάρει θέση.

Ο θείος του κοριτσιού και ο φίλος του, ο αφηγητής, μόλις επιβλήθηκε το πραξικόπημα, συνελήφθησαν και εξορίστηκαν σ’ ένα νησί. Εκεί δέχονται να υπογράψουν δήλωση μετανοίας, για να ελευθερωθούν και να γυρίσουν σπίτι τους. Ο συγγραφέας, σε πλήρη αντίστιξη προς αυτή την αντιηρωική στάση, αντιπαραθέτει το ήθος της Μαρίας, ενός κοριτσιού δώδεκα χρόνων, εγγονής μιας παλιάς αγωνίστριας (που πεθαίνει από καρκίνο και λυπάται γιατί δεν θα πάει στη διαδήλωση). Η Μαρία, ασυμβίβαστη στην ιδεολογία της, «με κατασταλαγμένες απόψεις», ενσαρκώνει την οργισμένη διαμαρτυρία των νέων ενάντια στην αλλοτρίωση του ανθρώπου. Στέκεται αμείλικτη και επικριτική «πελώρια, τεράστια αφίσα αντάρτισσας κι ένα χαμόγελο σιγουριάς στην άκρη απ’ τα χείλη», μπροστά σ’ αυτούς που σκύβουν το κεφάλι δυο φορές ηττημένοι. Προτιμά να μπει στη φυλακή «παρά να δει τα μούτρα αυτών που γυρίζουν». Αυτούς «που κάποτε πίστεψε, θαύμασε και τώρα γυρίζανε λείψανα με το «δεν ξέρω’ στο στόμα, ένα καράβι δεν ξέρω». Τρελή τη χαρακτηρίζουν οι άλλοι, αλλά αυτή η θεία τρέλα διασώζει την αξιοπρέπεια του ανθρώπινου προσώπου και το μέλλον του κόσμου.18

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1.      Αλέξανδρος Κοτζιάς, Μεταπολεμικοί πεζογράφοι, Κέδρος 1982, σ. 301.

2.      ό. π. σ. 303.

3.      «Το τρίτο νεφρό», Μάριου Χάκκα, Άπαντα, Κεδρος 1986, σ. 254.

4.      «Το κοινόβιο», Άπαντα, ό. π. σ. 332.

5.      ό. π. σ. 350

6.      Για την ενότητα αυτή στηριχτήκαμε κυρίως στη  μελέτη της Έρης Σταυροπούλου, «Μάριος Χάκκας.«Μια ποίηση από τη ζωή». Στοιχεία για τη θεματική και την ποιητική του», Προτάσεις ανάγνωσης για την πεζογραφία μιας εποχής, εκδ. Σοκόλη, 2001, σσ. 187-207.

7.      Μάριος Χάκκας, Κριτική θεώρηση του έργου του, Κέδρος, 1979, σ. 52.

8.      ό. π. σ. 88

9.      Σημειώνει σχετικά στο Κοινόβιο: « Εμ, κι εμείς τ’ ανθρωπάκια που δεχτήκαμε χρόνια να τρώμε στη μάπα τη «ράγια»; Και να σκέφτομαι πως υπάρχουν άνθρωποι που αποδέχονται τους κανόνες μιας τέτοιας ζωής. Τι τους συμβαίνει και χώνονται μέσα στη μάντρα; Πάντως εγώ, απ’ όσο ξέρω κι οι φίλοι μου, σε μάντρα δεν ξαναμπαίνω, οποιαδήποτε μάντρα». Άπαντα, ό. π. σ. 321.

10.  Έρη Σταυροπούλου, ό. π. σ. 196.

11.  «Η τοιχογραφία», Άπαντα, ό. π. σσ. 231-234.

12.  Με ειρωνεία που εξικνείται ως το σαρκασμό καταγγέλλει τις κομματικές συνεδρίες στις οποίες τα θέματα, «Το ζήτημα» δεν συζητείται ποτέ. «Μπαίνει ντιρεκτιβίστικα, κοπτατσιακά, χωρίς διανοουμενίστικες αντιρρήσεις και ψείρισμα. Εκείνο που μένει για σας (τα μέλη) είναι η εφαρμογή, η συγκεκριμένη πρακτική που θα σας οδηγήσει στη λύση του προβλήματος». Τον άνθρωπο που διαμαρτύρεται και δεν συμβιβάζεται τον πετάνε έξω, που μ’ ένα κινηματογραφικό τρόπο πέφτει από τον τέταρτο όροφο, καθώς αναλογίζεται τα μεγάλα προβλήματα, «ο κόσμος», «η κοινωνία», «ο άνθρωπος».(«Ο τυφεκιοφόρος», Άπαντα, ό. π. σ. 137.

13.  Για την κατανόηση της εποχής στην οποία αναφέρεται τόσο το «Ψαράκι της γυάλας», του Μάριου Χάκκα, όσο και το «13-12-43» του Γιώργου Ιωάννου, αλλά ακόμα και άλλα λογοτεχνικά έργα, πεζά και ποιητικά, είναι απαραίτητη η γνώση των ιστορικών γεγονότων της περιόδου 1940-1967, γι’ αυτό και τα παραθέτουμε εν συντομία.

Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (1939-1945), η Ελλάδα, αφού επιτυχώς απέκρουσε τους επιτεθέντες σ’ αυτή Ιταλούς (28 Οκτωβρίου 1940), αναγκάζεται τελικά να υποκύψει στην πολύ ισχυρότερη δύναμη της Γερμανίας (Απρίλιος 1941). Ακολουθεί τότε η περίοδος της Κατοχής, στην οποία η Ελλάδα υπέστη τα πάνδεινα. Οι Γερμανοί λεηλάτησαν τους πόρους της χώρας, δέσμευσαν όλα τ’ αγαθά, το φυσικό πλούτο και την παραγωγή. Συνέπεια αυτής της κατάστασης υπήρξε ο υποσιτισμός του λαού. Το χειμώνα του 1941-42 πέθαναν από πείνα 300.000 άνθρωποι.

Παρόλα τα δεινά, στην περίοδο της Κατοχής ιδρύθηκαν και έδρασαν πολλές αντιστασιακές οργανώσεις (ΕΑΜ, ΕΔΕΣ, ΕΚΚΑ κ. ά.), με στόχο την απελευθέρωση της Ελλάδας. Δυστυχώς, ήδη από την περίοδο της Κατοχής, διαφάνηκαν  οι ιδεολογικές διαφορές αυτών των ομάδων και άρχισαν οι μεταξύ τους συγκρούσεις. Σχεδόν αμέσως με την απελευθέρωση (12 Οκτωβρίου 1944), το Δεκέμβριο του ’44, άρχισε ο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ αριστερών και δεξιών οργανώσεων. Ο εμφύλιος τέλειωσε το 1949 με τη συντριβή των αριστερών δυνάμεων, πράγμα που είχε ως συνέπεια τις διώξεις από το επίσημο κράτος, την αναγκαστική μετανάστευση πολλών αριστερών στις σοσιαλιστικές χώρες, τη μετεγκατάσταση στα αστικά κέντρα πολλών πολιτών της υπαίθρου και προπάντων το ιδεολογικό χάσμα μεταξύ των Ελλήνων, οι οποίοι έζησαν για πολλά χρόνια κάτω από το σύνδρομο του εμφυλίου πολέμου.

Παρά την παρουσία χαρισματικών πολιτικών ηγετών, όπως ο Ν. Πλαστήρας, ο Α. Παπάγος, ο Κ. Καραμανλής, ο Γ. Παπανδρέου και το αξιόλογο έργο που επετέλεσαν για την ανοικοδόμηση της χώρας, οι μνήμες του εμφυλίου πολέμου και οι επεμβάσεις των ανακτόρων, επηρέασαν καταλυτικά την ομαλή λειτουργία του πολιτικού βίου. Αποκορύφωμα υπήρξε η αποπομπή από την πρωθυπουργία του Γεώργιου Παπανδρέου από το βασιλιά, τον Ιούλιο του 1965. Ο λαός διαμαρτυρήθηκε με διαδηλώσεις και συγκεντρώσεις, γεγονότα που έγιναν γνωστά ως Ιουλιανά. Η πολιτική αστάθεια που ακολούθησε με τις κυβερνήσεις να διαδέχονται η μια την άλλη, οδήγησε στην ανατροπή του καθεστώτος και στην εγκαθίδρυση της στρατιωτικής δικτατορίας (21 Απριλίου 1967). Η επτάχρονη δικτατορία τερματίστηκε το 1974, με την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο.   

14.  «Το Κοινόβιο», Άπαντα, ό. π. σ. 342.

15.  «Το νερό», Άπαντα, ό. π. σ. 240.

16.  Χριστόφορος Μηλιώνης, Με το νήμα της Αριάδνης, εκδ. Σοκόλη, 1991, σσ. 125-137.

17.  «Το σινεμά», Άπαντα, ό. π. σ. 70.

18.  «Ένα κορίτσι», Άπαντα, ό. π. σσ. 155-160.

  

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

1.      Γιαννακόπουλος Ηλίας, «Μάριου Χάκκα, Το ψαράκι της γυάλας», περ. Νέα Παιδεία, 39, Αθήνα, Καλοκαίρι 1986, σσ. 134-143.

2.      Μηλιώνης Χριστόφορος, «Μάριος Χάκκας: Το ψαράκι της γυάλας», Με  το νήμα της Αριάδνης, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα 1991, σσ.207-213.

3.      Νάντης Παναγιώτης, «Μάριου Χάκκα, Το ψαράκι της γυάλας», περ. Νεοελληνική Παιδεία, 18, Αθήνα 1989, σσ. 47-56.

4.      Ρεπούσης Γιώργος, Μάριος Χάκκας, Προσεγγίσεις στο πεζογραφικό του       έργο, Μεταίχμιο, Αθήνα 2004.

5.      Σταυροπούλου Έρη, «ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΚΚΑΣ «Μια ποίηση από τη ζωή» Στοιχεία για τη θεματική και την ποιητική του», Προτάσεις ανάγνωσης για την πεζογραφία μιας εποχής, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα 2001, σσ. 187-207.

6.      Μάριος Χάκκας, Κριτική θεώρηση του έργου του, Κέδρος, Αθήνα 1979.

7.      Η μεταπολεμική πεζογραφία, Η΄ Τόμος, εκδ. Σοκόλη, σσ. 86-119.

8.      Κριτήρια αξιολόγησης και ανάλυση οδηγιών διδασκαλίας για τα κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Γ΄ Ενιαίου Λυκείου, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 2001, σσ. 151-165.

 

 σελίδα 3 από σελίδες 3

ΤΕΛΟΣ                                                

 

Κίκα Ολυμπίου και Καίτη Χρίστη

Ημερομηνία τελευταίας επεξεργασίας: Δευτέρα, 03. Νοεμβρίου 2008  

συνεργατικός δικτυακός τόπος με εκπαιδευτικό σκοπό και περιεχόμενο