leaves.jpg (47328 bytes)            

Ποιήματά μου

                                        Τάκης Χαλούλος

 


ΟΡΦΕΥΣ

Εσύ που εταξίδευες

σε όνειρα υπερκόσμιας μελωδίας

και τη μορφή σου εστόλιζε

το μύρο τ’ άγνωστο της νιότης

τη λύρα σου μη ντύνεις νεκρολούλουδα,

και μην αποφλοιώνεις τις ελπίδες.

Σαν λεπτοΰφαντη μορφή

έλα απ’ την ομίχλη των αιώνων.

Μαζί θα κλαίμε στις ατέλειωτες τις νύχτες

μέσα σε αποχρώσεις φεγγαρόφωτου

κι η λύρα πάντα θα γλυκαίνει

τις άγλυκες σταγόνες των δακρύων μας.

( περιοδ. “ ΥΔΡΙΑ ”, τεύχ. 4, Μαϊ. ’73 , Πάτρα )

 


Το τραγούδι μας πάει πιο μπροστά από μας

πιο μπροστά απ’ τον κόσμο

και τον κάνει

κόσμο.

Οργώνουμε κάμπους και βουνά

κι ένας ήλιος κατρακυλάει στο δρόμο μας

μας ντύνει τα δάχτυλα

ποτίζει τη φωνή μας

και τον γευόμαστε.

Κι ύστερα αναπνέουμε το χνώτο

της νέας βροχής.

( περιοδ. “ ρυθμός ”, τεύχος 3-4, Σεπτ.’77, Πάτρα )

 



 

Ξάπλωσα να κοιμηθώ

στην ξανθή αμμουδιά

του κορμιού σου

με τα εύθραυστα γυαλιά του ονείρου

στα μάτια

τα κουρασμένα απ’ τις μεγάλες θάλασσες

των αναζητήσεων

στις κρυστάλλινες δαντέλλες

του ζευγαρώματος

νερού και πέτρας.

Η αρμύρα έθρεψε τ’ όνειρο

τα γυαλιά του ήλιου

στα μάτια

αντιφεγγίζουν

της μέρας

το γλυκό κέλυφος

                   20 Απρ. 1987


Πάνω στη γη γίγνομαι

Ωκεανίδες αύρες αναπνέοντας

πνοές ζεφύρου στο Αιγαίο

Αερικά και Νεράιδες

κλέβοντας

Ώριμες ωραίες Ώρες

από του ρολογιού τους κύκλους

κι απ’ του ηφαίστειου της Θήρας

τον κρατήρα.

και ζω μαζί σου

σ’ ένα παράθυρο ουρανού το μεσημέρι

γεμάτο θάλασσα

να στάζεις ως τις άκρες του κορμιού

και να δροσίζομαι.

                                        ( 29 Ιουν.’93 )


Δεν σας χαρίζω τις μέρες μου.

ο ίσκιος μου βάρυνε πια

στα δάπεδα, στο χώμα,

στο δωμάτιο και στα γραφεία.

Μην κατεβάζεις τον ουρανό

- δεν μοιράζεται εύκολα

όπως κάποτε νόμιζες.

Ανέβα εσύ τα σκαλιά του.

Βεδουίνοι στην έρημο μείναμε

αναζητώντας την ευτυχία

της όασης

που δροσίζει όσους αντέχουν

μόνο.

                                    ( 29 Ιουν. ’94 )

 


Φτάνω στ' αρχέγονα βάθη 

της νύχτας των αιώνων

γυρεύοντας πάντα τις μορφές

των ποιητών του κόσμου.

ποιος είναι ο Ποιητής;

        Πίσω από του σύμπαντος τα χείλη

μια μαύρη πίκρα

ξεστομίζοντας

                    μεταμορφούμενη στο πέρασμά της

πριν ασχημάτιστη

                    παίρνει την όψη της χαράς,

                        του πόνου, της ελπίδας.

διαμάντι διάφανο πολύεδρο

                                        ο κόσμος.

                                                                    (4 Απρ. '94)


Η φρέσκια μέρα
δεν θα σε βρει
να σου γελάσει.
κοριτσάκι.

Στη θάλασσα που αγάπησες
βαρκούλα τσακισμένη
γυμνή και απροστάτευτη
θα σε συναντήσει.

Τώρα δεν έχει, πια,
ούτε αύριο
στο σούρουπο βυθίστηκε
και χάθηκε η στιγμή.

Το χέρι τους σίδερο βαρύ
και ζοφερή η ματιά τους
πάνω σου άδειασε
το μέσα τους κενό.

Δεν σου 'πρεπε να ταξιδέψεις
στην αρχή του χειμώνα.
Ήσουν αστέρι στην αυγή
κι έγινες πεφταστέρι.

(Δεκέμβρης 2018)

 

 

"το γυμνό σου ρόδι"


11/12/2018

μια ανθολόγηση από τα ποιήματά μου