Όταν μιλάμε για υδροπονικές καλλιέργειες, συνήθως αναφερόμαστε σε κάθε καλλιέργεια που δεν πραγματοποιείται σε έδαφος. Οι ρίζες των φυτών αναπτύσσονται είτε μέσα σε άλλα υλικά (υπόστρωμα), είτε σε νερό στο οποίο έχουν διαλυθεί όλα τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία (θρεπτικό διάλυμα).
Τα υδροπονικά συστήματα διαχωρίζονται σε συστήματα με υπόστρωμα και χωρίς υπόστρωμα. Στα υδροπονικά συστήματα με υπόστρωμα η ρίζα αναπτύσσεται μέσα σε κάποιο κατάλληλο υλικό. Τέτοια υλικά είναι ο πετροβάμβακας, ο περλίτης, ο κοκκοφοίνικας, η ελαφρόπετρα κ.α. Τα συστήματα χωρίς υπόστρωμα είναι αυτά στα οποία η ρίζα αναπτύσσεται απευθείας μέσα στο θρεπτικό διάλυμα, χωρίς να υπάρχει κάποιο άλλο υλικό για την ανάπτυξη της ρίζας. Τέτοια είναι το NFT, τo NGS, το σύστημα επίπλευσης κ.α.
Επίσης διαχωρίζονται σε ανοικτά και κλειστά συστήματα. Στα ανοικτά συστήματα το πλεονάζων θρεπτικό διάλυμα ρέει εκτός του υποστρώματος και είτε απορρίπτεται στο περιβάλλον, είτε χρησιμοποιείται για την λίπανση υπαίθριων καλλιεργειών. Στα κλειστά συστήματα το θρεπτικό διάλυμα ανακυκλώνεται (δηλαδή επαναχρησιμοποιείται).
Στην Ελλάδα τα πιο διαδεδομένα υποστρώματα είναι ο πετροβάμβακας, ο περλίτης, η ελαφρόπετρα και ο κοκκοφοίνικας. Το κάθε ένα από αυτά τα υλικά έχει τα δικά του ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, τα οποία επηρεάζουν τον τρόπο διαχείρισης των αρδεύσεων. Όλα ωστόσο είναι κατάλληλα για χρήση στην υδροπονία.
Πετροβάμβακας
Ο πετροβάμβακας είναι εισαγόμενο υλικό. Είναι το πιο διαδεδομένο υλικό παγκοσμίως καθώς διαθέτει εξαιρετικές υδραυλικές ιδιότητες. Το 96% του όγκου είναι κενό. Αυτό του δίνει μεγάλη υδατοχωρητικότητα. Έχει καλή στράγγιση και το μεγαλύτερο μέρος του νερού που συγκρατεί είναι εύκολα διαθέσιμο στην καλλιέργεια.
Εδώ να σημειωθεί ότι ο βιομηχανικός πετροβάμβακας δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην υδροπονία. Στην υδροπονία χρησιμοποιείται ο υδροπονικός πετροβάμβακας ο οποίος έχει ειδική πλέξη και έχει εμβαπτιστεί σε ειδική ρητίνη, ώστε να αποκτήσει χαρακτηριστικά τέτοια που να τον κάνουν κατάλληλο για χρήση στην υδροπονία.
Έχει διάρκεια ζωής 1-2 χρόνια, ανάλογα με τον τύπο. Σημαντικό μειονέκτημα του ότι δεν είναι ανακυκλώσιμος.
Περλίτης
Ο περλίτης είναι υλικό που παράγεται στην Ελλάδα. Να σημειωθεί και εδώ ότι ο περλίτης που χρησιμοποιείται σε κατασκευές και άλλες χρήσεις δεν είναι κατάλληλος για χρήση στην υδροπονία. Στην υδροπονία χρησιμοποιείται περλίτης συγκεκριμένης κοκκομετρίας, ώστε να επιτευχθούν συγκεκριμένες υδραυλικές ιδιότητες.
Έχει διάρκεια ζωής 3 χρόνια, ενώ όπως και ο περλίτης δεν είναι ανακυκλώσιμος.
Ελαφρόπετρα
Η ελαφρόπετρα επίσης παράγεται στην Ελλάδα. Και εδώ θα πρέπει να δοθεί προσοχή στην κοκκομετρία της ελαφρόπετρας που θα χρησιμοποιηθεί στην υδροπονία.
Κοκκοφοίνικας
Ο κοκκοφοίνικας είναι οργανικό υλικό. Παράγεται από τα υπολείμματα της καλλιέργειας καρύδας. Μετά την αφαίρεση της θρεπτικής ψίχας από το εσωτερικό της καρύδας, το σκληρό περίβλημα που μένει τεμαχίζεται και από αυτό παράγονται τα υποστρώματα κοκκοφοίνικα. Ο κοκκοφοίνικας δεν είναι διαδεδομένος στην Ελλάδα.
Έχει διάρκεια ζωής 3 χρόνια και σημαντικό πλεονέκτημα του είναι ότι είναι ανακυκλώσιμος.
Τα πιο διαδεδομένα παγκοσμίως υδροπονικά συστήματα χωρίς υπόστρωμα είναι το NFT, το DFT, το σύστημα επίπλευσης, και το Ebb and Flow (Πλήρωση και απορροή).
To NFT και DFT είναι συστήματα όπου το θρεπτικό διάλυμα ρέει διαρκώς σε ένα κανάλι. Στο τέλος του καναλιού υπάρχει ένας αγωγός συλλογής του θρεπτικού διαλύματος, ο οποίος το οδηγεί στη δεξαμενή ανακύκλωσης για να επαναχρησιμοποιηθεί. Η διαφορά τους έγκειται κυρίως στο ύψος του θρεπτικού διαλύματος μέσα στο κανάλι. Στο NFT το νερό ρέει σε ένα ύψος όχι μεγαλύτερο από 1 εκ., ενώ στο DFT ρέει σε ένα ύψος από μερικά εκατοστά μέχρι και σχεδόν 30 εκ., ανάλογα την κατασκευή.
Στο σύστημα επίλευσης το θρεπτικό διάλυμα βρίσκεται σταθερά σε μία ρηχή δεξαμενή (15-20εκ.), με τα φυτά να επιπλέουν και απλός αναπληρώνεται η ποσότητα που απορροφούν τα φυτά. Στο σύστημα πλήρωσης και απορροής η καλλιέργεια γίνεται και πάλι μέσα σε ρηχές δεξαμενές, όπου όμως περιοδικά γίνεται γέμισμα και άδειασμα της δεξαμενής με θρεπτικό διάλυμα.
Σε πλήθος εργασιών επιστήμονες έχουν συγκρίνει μεταξύ τους διάφορα υποστρώματα και υδροπονικά συστήματα. Έχουν βρει διαφορές τόσο ως προς το ύψος της παραγωγής, όσο και ως προς ποιοτικά χαρακτηριστικά. Οι διαφορές όμως αυτές δεν είναι τέτοιες που να καθιστούν, από οικονομικής άποψης, κάποιο από αυτά σαφώς υπέρτερο των άλλων, καθώς εκτός από την παραγωγικότητα και άλλοι παράγοντες, όπως το κόστος και η διάρκεια ζωής των υποστρωμάτων και του υδροπονικού συστήματος συνολικά, επηρεάζουν το τελικό κέρδος.
Το κάθε υδροπονικό σύστημα έχει διάφορα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα και πραγματικά δεν θα μπορούσε κανείς να πει ότι κάποιο είναι καλύτερο από το άλλο. Η καταλληλότητα ενός υδροπονικού συστήματος έχει να κάνει με την ποιότητα του νερού, τη διαθεστιμότητα του, τη καλλιέργεια, τις γνώσεις του παραγωγού, τη τεχνική υποστήριξη που μπορεί να λάβει και άλλους παράγοντες.
Σε γενικές γραμμές το NFT και το σύστημα επίπλευσης μπορούν να θεωρηθούν καλύτερα για παραγωγή φυλλωδών λαχανικών. Καλλιέργεια σε υπόστρωμα είναι απαραίτητη όταν ο παραγωγός δεν μπορεί να εξασφαλίσει αδιάλειπτη λειτουργία του συστήματος και διαθεσιμότητα νερού ανά πάσα στιγμή. Κακής ποιότητας νερό δε μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κλειστό υδροπονικό σύστημα, αντίθετα το κλειστό υδροπονικό σύστημα είναι κατάλληλο όταν το καλής ποιότητας νερό είναι ακριβό ή περιορισμένο.
Η επιλογή του υδροπονικού συστήματος είναι κρίσιμη για την οικονομική βιωσιμότητα της εκμετάλλευσης και για αυτό το λόγο και θα πρέπει να πραγματοποιηθεί πάντα σε συνεργασία με ειδικό γεωπόνο.
Στην περίπτωση των συστημάτων με υπόστρωμα, απαιτούνται τα υποστρώματα, τα κανάλια απορροής και στην περίπτωση που το σύστημα γίνει κλειστό, μία δεξαμενή ανακύκλωσης ανά θερμοκήπιο. Στην περίπτωση συστημάτων δίχως υπόστρωμα, απαιτούνται τα κανάλια του συστήματος (για NFT, DFT και NGS), η στήριξη των καναλιών και απαραιτήτως μία δεξαμενή ανακύκλωσης. Για το σύστημα επίλευσης απαιτείται η κατασκευή των δεξαμενών όπου θα γίνεται η καλλιέργεια.
Το αρδευτικό δίκτυο δε διαφέρει σημαντικά από το αρδευτικό δίκτυο μίας καλλιέργειας στο έδαφος. Χρησιμοποιούνται είτε σταλακτοφόροι σωλήνες ή σταλάκτες με λόγχη, ανάλογα το σύστημα που θα χρησιμοποιηθεί.
Στην υδροπονία, ακόμη και στα υδροπονικά συστήματα με υπόστρωμα, ο όγκος στον οποίο αναπτύσσεται η ρίζα του φυτού είναι περιορισμένος, συνεπώς απαιτούνται συχνά ποτίσματα προκειμένου το φυτό να είναι διαρκώς επαρκώς εφοδιασμένο με νερό. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να υπάρχει διαρκώς διαθέσιμο νερό. Είναι απαραίτητη λοιπόν μία λιμνοδεξαμενή με χωρητικότητα τέτοια ώστε να εξασφαλίζει ότι η μονάδα θα έχει πάντοτε νερό στη διάθεση της.
Επίσης είναι απαραίτητο μαζί με το νερό της άρδευσης να παρέχονται, σε κάθε πότισμα, όλα τα απαραίτητα θρεπτικά στοιχεία. Θα πρέπει λοιπόν να εγκατασταθεί μία κεφαλή υδρολίπανσης, η οποία θα πραγματοποιεί τα ποτίσματα και θα προσθέτει τα απαραίτητα λιπάσματα στο νερό του ποτίσματος. Θα πρέπει επίσης να υπάρχουν τουλάχιστον τρεις πλαστικές δεξαμενές όπου θα αποθηκεύονται τα πυκνά θρεπτικά διαλύματα.
Για τη λειτουργία της κεφαλής υδρολίπανσης απαιτείται ηλεκτρικό ρεύμα, οπότε το θερμοκήπιο θα πρέπει να είναι σε θέση που να μπορεί να ηλεκτροδοτηθεί. Για να εξασφαλιστεί η αδιάλειπτη λειτουργία των εγκαταστάσεων, ακόμη και σε περίπτωση διακοπής του ρεύματος απαιτείται να υπάρχει κάποια ηλεκτρογεννήτρια.
Να σημειωθεί ότι η υδροπονία εξασφαλίζει καλές συνθήκες στο περιβάλλον της ρίζας και άριστη θρέψη του φυτού. Ωστόσο, εάν άλλοι παράγοντες παρεμποδίζουν την ανάπτυξη της καλλιέργειας, δεν πρόκειται να δούμε αποτελέσματα. Για αυτό θα πρέπει και οι συνθήκες εντός του θερμοκηπίου (θερμοκρασία, υγρασία, φωτισμός) να είναι κατάλληλες για την ανάπτυξη της καλλιέργειας, ειδάλλως δεν πρόκειται να παρατηρηθεί αύξηση της παραγωγής. Συνεπώς καλό είναι να βελτιώνουμε όσο μπορούμε τις συνθήκες εντός του θερμοκηπίου.
Αυτό εξαρτάται από το υδροπονικό σύστημα που θα επιλεχθεί, την ήδη υπάρχουσα υποδομή, το μέγεθος του θερμοκηπίου κ.α. Παρακάτω θα αναφερθούν ενδεικτικά κάποιες τιμές.
Τα υποστρώματα θα κοστίσουν € 1.000 – 2.500 το στρέμμα, ενώ το κόστος των υδροροών είναι περί τα € 500 το στρέμμα, με χρόνο ζωής κάπου στα 10 χρόνια. Σε συστήματα χωρίς υπόστρωμα είναι δυσκολότερο να δοθεί ένα ενδεικτικό κοστολόγιο, διότι δεν υπάρχει κάποιο προτυποποιημένο σύστημα. Κατά κανόνα όμως το αρχικό κόστος είναι υψηλότερο από τα συστήματα με υπόστρωμα, κάτι το οποίο αντισταθμίζεται από το ότι δεν υπάρχει η ανάγκη αλλαγής των υποστρωμάτων ανά 2-3 χρόνια. Για το σύστημα επίπλευσης ένα ενδεικτικό κόστος είναι € 2.000 – 3.000 το στρέμμα.
Το αρδευτικό δίκτυο δεν διαφέρει ιδιαίτερα από το αρδευτικό δίκτυο σε μία καλλιέργεια στο έδαφος, το δε κόστος είναι ελάχιστο σε σχέση με τα υπόλοιπα κοστολόγια και δεν υπερβαίνει τα € 500-600.
Η κεφαλή υδρολίπανσης μπορεί να κοστίσει από €3.000 - 4.000 μέχρι και € 20.000, ανάλογα με τις απαιτήσεις τις μονάδας και τις δυνατότητες που υποστηρίζει. Για παράδειγμα στα φθηνότερα υποστηρίζεται μόνο χρονοπρογραμματισμός των αρδεύσεων, ενώ τα πιο εξελιγμένα υποστηρίζουν άρδευση βάση της έντασης του ήλιο, της υγρασίας του υποστρώματος, της ηλεκτρικής αγωγιμότητας του υπόστρωματος κ.α. Τέλος υπάρχουν υπάρχουν μηχανήματα που εκτός από την υδρολίπανση υποστηρίζουν και έλεγχο κλίματος. Στην κεφαλή υδρολίπανσης θα πρέπει να προστεθεί το κόστος της αντλίας (ανοξείδωτη) και των πλαστικών δεξαμενών, που μπορεί να είναι € 1.000 – 2.000. Μία κεφαλή μπορεί να εξυπηρετεί από λίγα στρέμματα, μέχρι και δεκάδες στρέμματα, οπότε ο αγρότης, κατά κανόνα, δεν επιβαρύνεται με το κοστολόγιο αυτό όταν πραγματοποιεί μία επέκταση του συστήματος.
Οι αποδόσεις εξαρτώνται από τις συνθήκες στις οποίες αναπτύσσεται μία καλλιέργεια και την εξοικείωση του παραγωγού με το υδροπονικό σύστημα που χρησιμοποιεί.
Για καλλιέργεια τομάτας, σε εμπορική κλίμακα, το ύψος της ετήσιας παραγωγής είναι 30-50 τόνοι/στρ., ανάλογα την περιοχή, τον εξοπλισμό του θερμοκηπίου και τις γνώσεις του παραγωγού. Σε καλλιέργεια μακρυού αγγουριού διάρκειας 3,5 μηνών (από μεταφύτευση μέχρι τέλος καλλιέργειας) κατά το καλοκαίρι, επετεύχθη εμπορεύσιμη παραγωγή 12 τόν./στρ. Στην καλλιέργεια μαρουλιού μπορεί να επιτευχθεί πυκνότητα φύτευσης μέχρι και 12.500 φυτά/στρ για παραγωγή μαρουλιών 250γρ εντός 30-45 ημερών, ανάλογα τις καιρικές συνθήκες.
Όλες οι φροντίδες που γίνονται σε μία καλλιέργεια στο έδαφος (καθαρίσματα, δεσίματα, φυτοπροστασία κ.α.) γίνονται κατά τον ίδιο τρόπο και στην υδροπονία. Αυτό που αλλάζει είναι η λίπανση και το πότισμα.
Το κόστος των εργατικών και της φυτοπροστασίας είναι το ίδιο με αυτό μίας καλλιέργειας στο έδαφος, με εξαίρεση ότι δεν υπάρχει ανάγκη αφαίρεσης των ζιζανίων και απολύμανσης του εδάφους.
Διαφορά στο κόστος της καλλιέργειας παρουσιάζεται στο κόστος λίπανσης. Ένα ενδεικτικό κόστος λίπανσης για ετήσια καλλιέργεια τομάτας, χρησιμοποιώντας νερό αγωγιμότητας 1200 μS/cm οφειλόμενη κυρίως σε ανθρακικά και θειϊκά ιόντα ασβεστίου και μαγνησίου, είναι 1500 €/στρ σε ανοιχτό σύστημα και 700 €/στρ σε κλειστό σύστημα. Η ετήσια κατανάλωση νερού ανέρχεται σε περίπου 980 m3/στρ για το ανοιχτό σύστημα και σε 700 m3/στρ για το κλειστό. Να σημειωθεί ότι τόσο η κατανάλωση λιπασμάτων, όσο και η κατανάλωση νερού εξαρτώνται από την ποιότητα του νερού άρδευσης που χρησιμοποιείται, όπως και το χρόνο κατά τον οποίο είναι σε παραγωγή το θερμοκήπιο.
Οποιοδήποτε φυτό μπορεί να καλλιεργηθεί υδροπονικά. Το ερώτημα είναι αν η αξία του προϊόντος που παράγεται δικαιολογεί την καλλιέργεια του σε υδροπονία. Άλλος περιορισμός που τίθεται στις καλλιέργειες που μπορούμε να βάλουμε είναι το υδροπονικό σύστημα που έχουμε εγκατεστημένο. Οι καλλιέργειες που συνήθως καλλιεργούνται υδροπονικά είναι τομάτα, πιπεριά, μελιτζάνα, αγγούρι, κολοκύθι, πεπόνι, καρπούζι, φασόλι, φράουλα, μαρούλι, σπανάκι κ.α. Συστήματα κατάλληλα για φυλλώδη λαχανικά (μαρούλι, σπανάκι κ.α.) δεν είναι κατάλληλα για καλλιέργεια σολανωδών (τομάτα, πιπεριά, μελιτζάνα) ή κολοκυνθοειδών (αγγούρι, κολοκύθι, πεπόνι, καρπούζι). Για τη φράουλα γίνεται ειδική κατασκευή για τη διευκόλυνση της συγκομιδής.
Σε κάθε περίπτωση είναι επιθυμητό το θερμοκήπιο να μας παρέχει όσο το δυνατόν καλύτερες συνθήκες για την ανάπτυξη της καλλιέργεια, ωστόσο όχι, δεν απαιτείται σύγχρονο θερμοκήπιο για την εγκατάσταση ενός υδροπονικού συστήματος. Απαιτείται όμως να μπορεί να ηλεκτροδοτηθεί.
Όχι, η υδροπονία μπορεί να εφαρμοστεί και στην ύπαιθρο, με μειωμένα όμως αποτελέσματα. Λόγω όμως μειωμένων αποτελεσμάτων και του υψηλού κόστους η εγκατάσταση υδροπονικών συστημάτων στην ύπαιθρο δεν ενδείκνυται. Στην εικόνα παρακάτω βλέπουμε υπαίθρια υδροπονική καλλιέργεια μαρουλιού με το σύστημα NGS στην Ισπανία. Εκεί προχώρησαν σε αυτή τη λύση λόγω του εδάφους και της έλλειψης νερού.
Απουσία ζιζανίων
Η αλήθεια είναι ότι τα ζιζάνια, όπως και κάθε άλλο φυτό, λατρεύουν την υδροπονία. Διάφοροι όμως παράγοντες δεν επιτρέπουν την εμφάνιση τους. Πρώτα από όλα τα υποστρώματα έρχονται απαλλαγμένα από ασθένειες και σπόρους ζιζανίων. Επίσης τα υποστρώματα είναι καλυμμένα, συνεπώς δεν μπορεί να μεταφερθεί σπόρος ζιζανίων σε αυτά. Το μόνο σημείο στο οποίο μπορούν να αναπτυχθούν ζιζάνια είναι σε σημεία όπου λιμνάζει νερό από τις απορροές των υποστρωμάτων. Αν στα κανάλια απορροής δοθεί σωστή κλίση σε όλο το μήκος τους, δεν πρόκειται να παρατηρηθούν ζιζάνια.
Απουσία ασθενειών του ριζικού συστήματος.
Όπως αναφέρθηκε τα υποστρώματα έρχονται απαλλαγμένα από ασθένειες. Αυτό αποτελεί μία πολύ καλή αρχή για τη νέα καλλιέργεια. Ωστόσο σε ορισμένες περιπτώσεις και υπό συνθήκες, μπορεί να παρατηρηθούν ασθένειες του ριζικού συστήματος και του λαιμού, καθώς είναι δυνατή η μεταφορά μολύσματος μέσω του νερού άρδευσης. Για παράδειγμα ένα είδος φουζάριου (το Fusarium oxysporum f.sp. radicis-lycopersici) ευνοείται από την απουσία μυκήτων ανταγωνιστών (που υπάρχουν στο έδαφος και σταδιακά αναπτύσσονται και στα υδροπονικά υποστρώματα) και συνθήκες θερμοκρασίας ρίζας 15-18oC. Έτσι σε ορισμένες περιπτώσεις πρώιμων ανοιξιάτικων ή όψιμων φθινοπωρινών φυτεύσεων μπορεί να έχουμε εμφάνιση προσβολών σε ένα μικρό ποσοστό των φυτών, κάτι που εύκολα αντιμετωπίζεται, εφόσον δράσουμε προληπτικά εγκαθιστώντας μύκητες ανταγωνιστές.
Απουσία νηματωδών
Μέχρι σήμερα στην Ελλάδα έχει καταγραφεί μία περίπτωση προσβολής καλλιέργειας σε υδροπονία από νηματώδεις, και όπως διαπιστώθηκε από σχέτικη έρευνα, η προσβολή είχε γίνει στο φυτώριο.
Δυνατότητα ελέγχου των συνθηκών της ρίζας
Στην υδροπονία ο αγρότης έχει τον πλήρη έλεγχο της θρέψης και της άρδευσης της καλλιέργειας. Μπορεί εύκολα να διατηρεί την υγρασία στα επιθυμητά επίπεδα. Παρέχει διαρκώς ένα πλούσιο θρεπτικό διάλυμα για την καλλιέργεια και συνθήκες pH που να διευκολύνουν την απορρόφηση τους από τα φυτά. Στην περίπτωση που γίνεται χρήση επιδαπέδιας θέρμανσης είναι εφικτός και ο έλεγχος της θερμοκρασίας του υποστρώματος κατά τη διάρκεια του χειμώνα.
Μόνο πρόβλημα είναι η αδυναμία ελέγχου της θερμοκρασίας του υποστρώματος όταν η καλλιέργεια δεν έχει ακόμη αναπτυχθεί επαρκώς ώστε το φύλλωμα της να καλύπτει τα υποστρώματα. Στην περίπτωση αυτή, λόγω και του περιορισμένου όγκου του υποστρώματος, η θερμοκρασία μπορεί να υπερβεί τους 30oC, κυρίως αργά την άνοιξη και κατά το καλοκαίρι. Ωστόσο είναι κάτι το οποίο εύκολα αντιμετωπίζεται.
Επίτευξη υψηλότερων αποδόσεων και καλύτερης ποιότητας
Η υδροπονία εξασφαλίζει τη βέλτιστη θρέψη της καλλιέργειας, με αποτέλεσμα την επίτευξη υψηλότερων αποδόσεων και καλύτερης ποιότητας. Τα αποτελέσματα είναι εντονότερα όταν οι συνθήκες εντός του θερμοκηπίου δεν θέτουν περιορισμούς στην ανάπτυξη της καλλιέργειας (πολύ υψηλές ή χαμηλές θερμοκρασίες, συνθήκες που να ευνοούν την ανάπτυξη ασθενειών κτλ).
Μεγαλύτερη διάρκεια καλλιέργειας
Λόγω των καλύτερων συνθηκών ανάπτυξης της ρίζας, της καλύτερης θρέψης του φυτού και της απουσίας ασθενειών του λαιμού και της ρίζας, τα φυτά μπορούν να παραμείνουν παραγωγικά για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ενδεικτικά, η καλλιέργεια της τομάτας μπορεί να φτάσει σε διάρκεια μέχρι και το ένα έτος. Η μεγαλύτερη διάρκεια της καλλιέργειας έχει πολλαπλά οφέλη για τον παραγωγό, με πρώτο το ότι έχει συνεχή παραγωγή, είναι σε παραγωγή για περισσότερο χρόνο και έχει μειωμένα έξοδα αγοράς πολλαπλασιαστικού υλικού. Συγκρίνοντας μία ετήσια καλλιέργεια τομάτας με δύο εξάμηνες, στην πρώτη περίπτωση το θερμοκήπιο θα είναι σε παραγωγή για 9,5-10 μήνες, ενώ στη δεύτερη για 7-8 μήνες. Επίσης στην πρώτη περίπτωση η αγορά φυτάριων θα γίνει μία φορά, ενώ στη δεύτερη δύο.
Έχει παρατηρηθεί επίσης ότι η καλύτερη θρεπτική κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα φυτά στην υδροπονία βοηθάει στην αντιμετώπιση χαμηλών θερμοκρασιών. Έτσι σε περιοχές με κρύους χειμώνες και σε μη θερμαινόμενα θερμοκήπια, μπορεί να παραταθεί η διάρκεια της καλλιέργειας (εφόσον δεν έχουμε παγετούς), αν και φυσικά η παραγωγικότητα θα είναι μειωμένη.
Μεγαλύτερη αρχική επένδυση
Σε σχέση με την καλλιέργεια στο έδαφος η υδροπονία απαιτεί κάποια πρόσθετη επένδυση για την εγκατάσταση του υδροπονικού συστήματος και της κεφαλής υδρολίπανσης. Να σημειωθεί εδώ ότι οι κεφαλές υδρολίπανσης που χρησιμοποιούνται για τις καλλιέργειες στο έδαφος, εφόσον μπορούν να ρυθμίσουν αγωγιμότητα και pH, είναι κατάλληλες και για την υδροπονία.
Επίσης, προκειμένου να εκμεταλλευτεί κανείς τις δυνατότητες της υδροπονίας στο σύνολο τους, συχνά οι παραγωγοί που επιλέγουν να εγκαταστήσουν υδροπονικά συστήματα προχωράνε και σε εκσυγχρονισμό των θερμοκηπίων τους, χωρίς όμως κάτι τέτοιο να είναι πάντα απαραίτητο.
Απαιτεί διαφορετική τεχνογνωσία σε σχέση με τη καλλιέργεια στο έδαφος και πιο εξειδικευμένες γνώσεις στη διαχείριση της θρέψης και των αρδεύσεων
Η διαφορά δεν έχει να κάνει με τις καλλιεργητικές φροντίδες (κλάδεμα, ανάρτηση της καλλιέργειας, καθάρισμα κτλ.) αλλά με τον τρόπο που γίνονται τα ποτίσματα. Ο όγκος του υποστρώματος στην υδροπονία είναι περιορισμένος, συνεπώς για να υπάρχει πάντοτε διαθέσιμο νερό για την καλλιέργεια απαιτούνται πολλά ποτίσματα ημερησίως με μικρές ποσότητες νερού ανά πότισμα. Η διαχείριση των ποτισμάτων στην υδροπονία είναι σημαντική καθώς μπορεί να οδηγήσει το φυτό σε βλαστική ή αναπαραγωγική ανάπτυξη και συνεπώς να οδηγήσουμε την καλλιέργεια όπως επιθυμούμε (πρωίμιση ή οψίμιση, μέγεθος καρπού κτλ.).
Επίσης και πάλι λόγω του περιορισμένου όγκου του υποστρώματος, αλλά και της χημικής αδράνειας των υποστρωμάτων, τα όποια λάθη έχουν άμεσο αντίκτυπο στην καλλιέργεια. Όμως το ίδιο γρήγορα μπορούν αν διορθωθούν.
Απαιτεί καλύτερη ποιότητα νερού άρδευσης
Στην υδροπονία απαιτείται η χρήση καλύτερης ποιότητας νερού. Νερό το οποίο μπορεί να θεωρείται αποδεκτό για καλλιέργεια στο έδαφος μπορεί να είναι ακατάλληλο για καλλιέργεια σε υδροπονία, ενώ νερό που θεωρείται καλής ποιότητας για καλλιέργεια στο έδαφος μπορεί να θεωρείται ως απλά αποδεκτό για καλλιέργεια σε υδροπονία.