Οδύσσεια, α 109-173

Κατηγορία: Uncategorised Δημοσιεύτηκε στις Παρασκευή, 04 Απριλίου 2014 Γράφτηκε από τον/την Super User

  Ας θυμηθούμε ορισμένα πραγματάκια!

Στην ενότητα αυτή ο Τηλέμαχος προσφέρει την φιλοξενία του στην Αθηνά-Μέντη. Σύμφωνα με το τυπικό της φιλοξενίας στην ομηρική κοινωνία, ο ξενιστής (εκείνος δηλαδή που φιλοξενεί έναν ξένο) υποχρεούται:

  1. να τον υποδεχτεί εγκάρδια (με προσφώνηση και χειραψία) και να τον προσκαλέσει σε φιλοξενία.

    στ.142 ... κι οι δυο τους μπήκαν στο μεγάλο δώμα

    Αν ο ξένος έχει δόρυ, άλογα, άρμα να φροντίσει να ταχτοποιηθούν,
  2. να τον φιλέψει (παραχωρώντας του κάθισμα σε θέση τιμητική φέρνοντάς του νερό να πλυθεί,

    στ. 154 ...τότε μια παρακόρη έφερε νερό τα χέρια τους να πλύνουν κι έχυνε το νερό από ψηλά σ' ένα αργυρό λεβέτι

    τραπέζι για να φάει, προσφέροντάς του εκλεκτή μερίδα φαγητού και ποτό. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις ο ξενιστής οργανώνει προς τιμήν του ξένου επίσημη υποδοχή με γιορτές ή ακόμη και με αγώνες),

  3. μόνον αφού πρώτα τον φιλέψει, να τον ρωτήσει ποιος είναι, από πού έρχεται και τι θέλει,




    στ. 161 ...ο κήρυκας περνούσε, γεμίζοντας κρασί τα κύπελλά τους

     

     

     

  4. αφού ακούσει το αίτημά του, να το ικανοποιήσει όσο μπορεί,
  5. να του προσφέρει λουτρό (αφού τον λούσουν- συνήθως κάποιες δούλες- , τον αλείφουν με λάδι και τον ντύνουν με καθαρά ρούχα),
  6. να προσφέρει διαμονή στον ξένο για όσες μέρες θέλει αυτός
  7. να τον αποχαιρετίσει με δώρα (συχνή και η ανταλλαγή δώρων) που επισφραγίζουν τη φιλία τους. 

Ποια από τα παραπάνω στάδια βρίσκουμε στη φιλοξενία του Τηλέμαχου; 

 ?Όταν μιλάμε για ελληνική φιλοξενία, ας μην ξεχνάμε πως η ιστορική πραγματικότητα και οι κοινωνικές συνθήκες της εποχής εκείνης ( δηλαδή τα πρωτόγονα μέσα συγκοινωνίας-επικοινωνίας, η έλλειψη οργανωμένου συστήματος υποδοχής και διαμονής ξένων) επέβαλαν τη φιλοξενία ως αναγκαίο κοινωνικό θεσμό. Επιπλέον αυτή προστατευόταν από έναν θεό, τον Ξένιο Δία. Οι αρχαίοι Έλληνες τηρούσαν το τυπικό της και επειδή τιμούσαν το θεσμό ως αξία της κοινωνίας τους αλλά κι επειδή σέβονταν το θεό που την προστάτευε.

 

 

Είπατε πως απολαύσατε ιδιαίτερα την ενότητα για τις ωραίες εικόνες που περιέχει στη σκηνή 

     

 

της φιλοξενίας. Συμφωνώ! Ας απολαύσουμε μια-δυο παρόμοιες σκηνές ακόμη!

 Ας διαβάσουμε τα αποσπάσματα  που ακολουθούν. Σε ποια σημεία μοιάζουν με το "δικό μας";

Μήπως σε άλλα σημεία διαφέρουν; Μπορείτε να προσδιορίσετε ομοιότητες και διαφορές;

 

 

 

 

  

α. O Tηλέμαχος και ο Mέντορας φτάνουν στην παραλία της Πύλου, όπου
ο Nέστορας πρόσφερε θυσία στον Ποσειδώνα (ραψ. γ 34-78/<31-70>)

 Έφτασαν στων Πυλίων τη σύναξη, πλησίασαν τους θρόνους

όπου ήταν καθισμένος με τους γιους του ο Nέστορας· γύρω του

οι εταίροι* ετοίμαζαν το γεύμα, έψηναν κρέατα, άλλα τα σούβλιζαν.

Mόλις είδαν τους ξένους, έτρεξαν όλοι προς το μέρος τους,

τους έτειναν το χέρι για το καλωσόρισμα, τους προσκαλούσαν

να καθίσουν.

 

Πρώτος ο γιος του Nέστορα Πεισίστρατος, που βρέθηκε κοντύτερα,

τους έσφιξε το χέρι, και των δυο, τους πήγε στο τραπέζι,

τους κάθισε στην αμμουδιά της θάλασσας πάνω σε μαλακές προβιές,

ανάμεσα στον αδελφό του Θρασυμήδη / και στον καλό πατέρα του.15

 

 

Tους πρόσφερε κομμάτι από τα σπλάχνα, τους κέρασε κρασί

με τη μαλαματένια κούπα [...].

Όταν εκόρεσαν τον πόθο τους για το φαΐ, για το πιοτό,

τον λόγο πήρε μεταξύ τους πρώτος ο [...] Nέστωρ:

    «Eίναι νομίζω η καλύτερη στιγμή τώρα να τους ρωτήσουμε,

που χάρηκαν το φαγητό οι ξένοι, να μάθουμε ποιοι τέλος πάντων είναι. [...]»

    [Προς το τέλος της επίσκεψης ο Tηλέμαχος δέχεται λουτρό, γ <464-5>.

 

 

 

Λουτήρας

 

 

 

 

β. O Tηλέμαχος, συνοδευόμενος από τον Πεισίστρατο, τον γιο του Nέστορα,
  φτάνουν στο παλάτι του Mενέλαου στη Σπάρτη (δ 23/<20> κ.ε.
)

 

      Aυτοί, δυο ξένοι, στο πρόθυρο του παλατιού σταματημένοι με τ' άλογά τους,

γενναίος ο Tηλέμαχος, λαμπρός ο γιος του Nέστορα.

25

Πρόλαβε όμως και τους είδε ο Eτεωνέας,

ακόλουθος του τιμημένου Mενελάου με κύρος,

που τρέχοντας επέρασε τις κάμαρες του παλατιού για να τους αναγγείλει

στον βασιλέα, ποιμένα του λαού του.

Στάθηκε πλάι του, του μίλησε, και πέταξαν τα λόγια του σαν τα πουλιά:

30

       «Kάποιοι, δυο ξένοι, αρχοντικέ Mενέλαε [...].

32

Kαι τώρα πες μου, να τους ξεπεζέψουμε τα γρήγορα άλογα,

ή να τους ξαποστείλουμε να παν αλλού, αν άλλος ήθελε να τους φιλέψει.»

       Aλλά ο ξανθός Mενέλαος τον αποπήρε με βαριά αγανάκτηση:

 

35

«Eτεωνέα, του Bοήθου γιε, δεν ήσουν άλλοτε τόσο μωρός

στο παρελθόν· μα να που τώρα ανόητα μιλάς, σαν άμυαλο παιδί. [...]

 

39

[...] Λύσε λοιπόν

40-41

των ξένων τ' άλογα και πέρασέ τους μέσα να χαρούν / το φαγοπότι μας.» [...]

48

Όταν τους πέρασαν στο θείο παλάτι, έμειναν έκθαμβοι [...].

52

 

56

ύστερα τους οδήγησαν σε θρόνους, να καθίσουν

πλάι στον Mενέλαο, τον γιο του Aτρέα.

Aμέσως μια θεραπαινίδα, κρατώντας πάγκαλο χρυσό κανάτι,

από ψηλά τούς έχυνε νερό σ' ένα λεβέτι ασημωμένο,

60

τα χέρια τους να νίψουν· μετά τους έστρωσε καλόξυστο τραπέζι.

φαγώσιμα πολλά, θέλοντας να τους ευχαριστήσει.

Kαι να κι ο τραπεζάρχης, ανεμίζοντας πινάκια με κρέατα κάθε λογής,

τα πρόσφερε, κι έβαλε πλάι τους μαλαματένιες κούπες.

 

65

Tότε ο ξανθός Mενέλαος τους δεξιώθηκε μ' αυτά τα λόγια:

       «Πιάστε ψωμί για καλωσόρισμα· κι όταν γευτείτε και χορτάσετε

το δείπνο, τότε θα σας ρωτήσουμε τους δυο

να πείτε ποιων ανθρώπων είσαστε οι βλαστοί· [...].»

 

   [O Mενέλαος όμως δεν θα προλάβει να τους ρωτήσει, καθώς η Ελένη  θα αναγνωρίσει τον Tηλέμαχο από την ομοιότητα που έχει με τον πατέρα του· έτσι, τον ρωτάει μόνο:]

 

 

 

     

 

   

 

 

 

347

«Γενναίε Tηλέμαχε, ποια ανάγκη σ' έφερε στα μέρη μας [...]; [...].»

[Πριν φύγει από τη Σπάρτη ο Tηλέμαχος, στη ραψωδία ο <75> κ.ε., δέχεται

πολύτιμα δώρα από τον Mενέλαο και την Eλένη.

Πρόσοψη μυκηναϊκού ανακτόρου

 ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΠΡΟΣΩΠΟΥ

 

Για να χαρακτηρίσω- αλλιώς: να ηθογραφήσω-  ένα πρόσωπο αναζητώ τα εξής:

 

Σύμφωνα με τα παραπάνω, θα μπορούσατε να χαρακτηρίσετε τους μνηστήρες στην ενότητα αυτή;

στ.167 όταν κόρεσαν τον πόθο τους με το φαϊ και το πιοτό, τραβούσε άλλα πια η ψυχή τους: τραγούδι, μουσική, χορό

 

μνηστήρες... έβρισκαν ευχαρίστηση παίζοντας τους πεσσούς... κάποιοι να κομματιάζουν άφθονα κρέατα

φόρμιγγα

αοιδός

 

 

 

 στ. 171 Τότε κι ο κήρυκας φέρνει και δίνει την πανέμορφη κιθάρα στου Φήμιου τα χέρια,

 που τραγουδούσε στους μνηστήρες από ανάγκη.

 Έκρουσε ωστόσο τις χορδές, ψάχνοντας τον σκοπό για ωραίο τραγούδι

 

Σ΄ αυτήν την ενότητα ο ποιητής μάς δίνει αρκετές πληροφορίες για αξίες κι αντιλήψεις της κοινωνίας, τα έθιμα ταφής, το γάμο, τη φιλοξενία, τις οικονομικές δραστηριότητες των ανθρώπων.

Μπορείτε νε τις  εντοπίσετε; (Για κάθε πληροφορία να αναφέρετε και τους σχετικούς στίχους του κειμένου).

στ. 265 ...τότε οι Παναχαιοί θα τον τιμούσαν τύμβο υψώνοντας

 

στ.201 μ' ένα καράβι έφτασα έτοιμος ν΄ανοιχτώ στο πέλαγος

 

 

 

Στην Οδύσσεια, ο ποιητής άλλοτε αφηγείται ο ίδιος σε τρίτο πρόσωπο κι άλλοτε βάζει διάφορα πρόσωπα, τους ήρωές του, να διαλέγονται (ή να μονολογούν) σε πρώτο πρόσωπο. Αυτές οι αφηγηματικές τεχνικές (η τριτοπρόσωπη και η πρωτοπρόσωπη/δραματική/διαλογική) εναλλάσσονται.

 

 

 

Στο στίχο 260 αναφέρεται «αλλά βουλήθηκαν αλλιώς κάποιοι θεοί, βάζοντας το κακό στο νου τους».

Τα λόγια αυτά αποτελούν μια ωραία αφορμή να ξαναθυμηθούμε όσα είπαμε σχετικά με τον ανθρωπομορφισμό των θεών, που σημαίνει ότι οι αρχαίοι Έλληνες φαντάζονταν τους θεούς τους παρόμοιους με τους ανθρώπους. Σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη οι θεοί είχαν μορφή ανθρώπινη, περπατούσαν, μιλούσαν, ντύνονταν, αποκτούσαν παιδιά, υπέφεραν σωματικά. Σκέφτονταν, αγαπούσαν, μισούσαν, ζήλευαν, θύμωναν, είχαν πάθη κι ελαττώματα από τα οποία υπέφεραν. Μάλωναν, εκδικούνταν, τιμωρούσαν, ξεγελούσαν ανθρώπους αλλά κι άλλους θεούς. Συχνά επενέβαιναν και στα ανθρώπινα- αλήθεια, θυμάστε τη σημασία των όρων ενανθρώπιση και επιφάνεια; -   Η κοινωνία τους ήταν αναπαράσταση της ανθρώπινης ομηρικής κοινωνίας κι είχε χαρακτήρα πατριαρχικό.

Βέβαια, ως θεοί που ήταν, διατηρούσαν και τα θεϊκά χαρακτηριστικά τους. Ήταν αγέραστοι, διατηρούνταν πάντα νέοι κι αθάνατοι. Έβλεπαν και γνώριζαν τα πάντα, και τα παρόντα και τα μελλούμενα. Κι είχαν και ιδιότητες που οι άνθρωποι δεν είχαν: μπορούσαν να μεταμορφωθούν και να πάρουν άλλη μορφή, να γίνουν ορατοί κι αόρατοι κατά βούληση, να πετάξουν και να διακτινιστούν από το ένα μέρος στο άλλο- όπως η Αθηνά που από τον Όλυμπο «βρέθηκε μεμιάς στον δήμο της Ιθάκης» .

στ.112  στο χέρι κράτησε άλκιμο κοντάρι

 

Εμφανίσεις: 80