ΑΡΧΙΚΗ

                 Ο ΤΟΠΟΣ ΜΟΥ ΛΟΦΟΙ ΦΛΩΡΙΝΑ

.

 

.

 

ΜΠΑΜΠΑΡΙΑ  2009

                                             

Α) ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

1) Γεωγραφική θέση

Μια μικρή κοινότητα βορειανατολικά της Φλώρινας,( απέχει 18 χλ. Απ’ αυτήν στον οδικό άξονα Φλώρινας-Θεσσαλονίκης ),με πληθυσμό 470 περίπου κατοίκους και υψόμετρο 720 μέτρων περίπου. Η κοινότητα ορίζεται βόρεια από την κοινότητα Μελίτης, βορειοανατολικά από την κοινότητα Κέλλης, ανατολικά από την κοινότητα Βεύης, νότια από την κοινότητα Σ.Σ. Βεύης και δυτικά από την κοινότητα Νεοχωρακίου.

Το χωριό είναι κτισμένο ανάμεσα σε δύο λόφους και γι’ αυτόν τον λόγο προέκυψε και η ονομασία του «Λόφοι». Η συνολική έκταση που κατέχει η κοινότητα είναι 16.000 περίπου στρέμματα, εκ των οποίων τα 9.500 στρέμματα είναι καλλιεργήσιμα.

 

                                      

 

2) Μορφολογία

Το χωριό περιβάλλεται από αρκετούς λόφους, η καλλιεργήσιμη έκταση όμως είναι ομαλή, χωρίς να προβληματίζει ιδιαίτερα τους καλλιεργητές. Στα όρια της κοινότητας υπάρχουν αρκετά βοσκοτόπια, που εξυπηρετούν τις ανάγκες των κτηνοτρόφων. Το μοναδικό δάσος του χωριού βρίσκεται Β.Α. και ονομάζεται «ΓΚΙΩΝΙΤΣΑ». Αποτελείται σχεδόν αποκλειστικά από βελανιδιές.,

3) Υδατογραφία

Μέσα στα όρια της κοινότητας δεν υπάρχει ποταμός. Εκτός από 4-5 πηγές, οι οποίες υπήρχαν και υπάρχουν ορισμένες και σήμερα, εξυπηρετώντας τις ανάγκες των κατοίκων του χωριού.

4) Κλίμα

Το κλίμα της περιοχής γενικότερα θα χαρακτηριζόταν ηπειρωτικό, με βαρύ χειμώνα και θερμοκρασίες μέχρι και -30 βαθμούς Κελσίου.

Ένα από τα χαρακτηριστικά του χειμώνα, εκτός από τις παγωνιές και το χιόνι, την περίοδο Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου, είναι η παγωνιά με ομίχλη, το λεγόμενο «ΣΙΝΙΑΚ», το οποίο μπορεί να κρατήσει αρκετές ημέρες. Τα καλοκαίρια είναι συνήθως θερμά, το βράδυ όμως η θερμοκρασία πέφτει και είναι δροσερά και ευχάριστα.

Υπάρχουν όμως και μεγάλες περίοδοι ανομβρίας και αυτό έχει άμεση επίδραση στις γεωργικές καλλιέργειες. Οι άνεμοι που συμβάλλουν και δημιουργούν τις παγωνιές του χειμώνα είναι Βόρειοι-βορειοανατολικοί.

Β) ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

1) Παλαιότεροι οικισμοί

Βορειοανατολικά του χωριού στην περιοχή «ΣΕΛΙΣΤΣΕ» (που σημαίνει χωριό) οι γεωργοί με το όργωμα βρίσκουν συχνά στα χωράφια διάσπαρτες κεραμικές πλάκες. Κτίσματα εμφανή τουλάχιστον δεν υπάρχουν. Η παράδοση μόνο αναφέρει πως υπήρχε κάποιος οικισμός, χωρίς να μπορούμε να δώσουμε συγκεκριμένα στοιχεία για την διάρθρωση αυτού του οικισμού.

Η άποψη για την ύπαρξη οικισμού ενισχύεται συνδυάζοντας ορισμένα στοιχεία όπως το τοπωνύμιο της περιοχής, το οποίο δεν δόθηκε τυχαία (ΣΕΛΙΣΤΣΕ=Χωριό). Κοντά στην εν λόγο περιοχή υπάρχει και η περιοχή του «ΑΣΑΡΙ» - ετυμολογικά στα Λατινικά άσαρος σημαίνει λυπηρόν-ησυχαστήριον - Η ετυμολογία αυτή μπορεί να στηριχθεί με τα ακόλουθα στοιχεία: Με την κατασκευή του γηπέδου στην περιοχή βρέθηκαν τάφοι με οστά και διάφορα πήλινα σκεύη.

Οι μαρτυρίες επίσης αναφέρουν πως υπήρχε εκκλησία και ένα πηγάδι το οποίο θεωρούνταν αγιασμός.

Σήμερα τα μόνα εμφανές στοιχεία, εκτός από τους τάφους είναι και ένας τοίχος 60 εκ. πλάτους, το οποίο όμως έχει καλυφθεί στο μεγαλύτερο μέρος του. Ίσως ήταν περίφραξη της εκκλησίας.

 

 

 

                                                            

 

Δίπλα από την περιοχή του «ΑΣΑΡΙ» υπάρχει η περιοχή «ΣΙΜΙΤΡΙΑ». Εάν ετυμολογήσουμε και εδώ την λέξη, στα Λατινικά «ΣΙΜΙΤΕΡΟ», σημαίνει κοιμητήριο. Και πράγματι στην περιοχή υπάρχουν πέτρινοι τάφοι, οι οποίοι δεν έχουν σχέση με χριστιανικούς τάφους ή τους παλιούς τάφους που βρίσκονται στα σημερινά νεκροταφεία.

                                     

 

Αργότερα έθαβαν εκεί τα αβάπτιστα μωρά που πέθαιναν. Σήμερα υπάρχουν τα ερείπια μιας εκκλησίας - δεν γνωρίζουμε το πότε χτίστηκε, ούτε πότε καταστράφηκε - και το παρεκκλήσι του Αγ. Δημητρίου.

Υπάρχει όμως και μία άλλη εκδοχή για την ονομασία της περιοχής : «ΣΦΕΤΙΔΙΜΙΤΡΙΑ» σημαίνει Αγ. Δημήτριος και είναι πιθανόν να προήλθε από αυτό και το «ΣΙΜΙΤΡΙΑ».

                                        

 

Είναι φυσικά μία άποψη που μπορεί να αντικρούσει την Λατινική ετυμολογία της λέξης. Κοντά στην περιοχή του «ΣΕΛΙΣΤΣΕ» υπάρχει η περιοχή «ΛΟΥΙΖΑΤΑ» που σημαίνει αμπελώνας. Το σημαντικό είναι πως καμία παράδοση δεν αναφέρει το πότε καλλιεργήθηκαν. Οι γεροντότεροι λένε πως ακόμα και οι προ παππούδες τους δεν γνώριζαν και δεν είχαν ακούσει κάτι σχετικό για τον χρόνο καλλιέργειας.

Ένα ακόμα στοιχείο σημαντικό είναι πως οι Τούρκοι δεν είχαν το δικαίωμα επιβολής φόρου, στον Τρύγο. Ήταν, θα λέγαμε, το μόνο περιουσιακό στοιχείο που ανήκε στους κατοίκους του χωριού και όχι στην δικαιοδοσία των Τούρκων.

2) Ονομασία

Η σύγχρονη ονομασία του χωριού Λόφοι είναι προφανές ότι προήλθε από τους δύο λόφους, όπου ανάμεσα είναι χτισμένο. Η παλιά του ονομασία «ΖΑΜΠΡΝΤΕΝΙ» είναι συνυφασμένη με την τοποθεσία του χωριού. Ετυμολογικά η λέξη «ΖΑΜΠΡΝΤΕΝΙ» σημαίνει: ΖΑΤ=πίσω, ΜΠΤΡ-Λόφοι: πίσω από τους λόφους.

3)Ιστορία

- Από πού προέρχονται οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού και γιατί επέλεξαν αυτή την περιοχή;

- Οι ρίζες των πρώτων κατοίκων του χωριού χάνονται κάπου στο βορρά, χωρίς όμως να μπορούμε να δώσουμε συγκεκριμένα στοιχεία του τόπου καταγωγής.

Η επιλογή τους για τον χώρο που διάλεξαν να εγκατασταθούν δεν θα πρέπει να ήταν τυχαία. Η γεωγραφική θέση ανάμεσα σε δύο λόφους σε συνδυασμό με το πυκνό δάσος, την πυκνή βλάστηση, τις πηγές που υπήρχαν, απαραίτητα στοιχεία για την βοσκή των κοπαδιών. Ήταν βέβαια και το τέλειο από φυσικής άποψης, κρησφύγετο προφύλαξης από διάφορες ληστρικές επιδρομές.

- Πες ορισμένα πράγματα για το χωριό γενικά, για τον τρόπο που ζούσαν παλιά οι οικογένειες και για τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν.

- Από αρχιτεκτονικής άποψης τα σπίτια του χωριού ήταν πολύ μεγάλα, τα ονομαζόμενα «ΤΣΕΤΦΑΡΤΙΝΕΣ» λιθόκτιστα, με μικρά παράθυρα-φεγγίτες. Ο λόγος που χτίζονταν τόσο μεγάλα ήταν ότι ο στάβλος και η αποθήκη ήταν στην μία άκρη του σπιτιού, ενώ στην άλλη άκρη υπήρχε το τζάκι και ο χώρος για την οικογένεια. Η διάρθρωση αυτή εξυπηρετούσε γιατί υπήρχε φόβος ληστρικών επιδρομών. Για να διαφυλάξουν λοιπόν τα προϊόντα και τα ζώα τους, ήταν αναγκαίο να βρίσκονται μέσα στο σπίτι και όχι σε διαφορετικά κτίσματα.

Ρυμοτομικό σχέδιο δεν υπήρχε. Το χωριό χωριζότανε στο κέντρο του με φυσικό τρόπο, σε δύο μαχαλάδες (τον πάνω και τον κάτω μαχαλά) από ένα ρυάκι (στο σημείο αυτό υπήρχε η πλατεία του χωριού) που είχε δημιουργηθεί από την πηγή που υπήρχε (και υπάρχει ακόμα και σήμερα) και εξασφάλιζε τις ανάγκες των κατοίκων για πόσιμο νερό. Τον ίδιο σκοπό εξυπηρετούσαν και τα τρία ή τέσσερα πηγάδια που είχαν ανοίξει. Στην διάρθρωση της οικογένειας, κυρίαρχος ήταν ο τύπος της πατριαρχικής οικογένειας.

Ο γεροντότερος ήταν αυτός που έπαιρνε όλες τις αποφάσεις για τα δρώμενα. Στο ίδια σπίτι στεγάζονταν και τα παιδιά, ακόμα και ύστερα από το γάμο τους, φτάνοντας σε σημείο να έχουμε τύπο οικογένειας-σόι. Ένα είδος κοινοκτημοσύνης στα περιουσιακά, όλοι εργάζονταν για τον ίδιο σκοπό σε διαφορετικά πόστα ο καθένας, με αρχηγό τον γεροντότερο. Την ώρα του φαγητού θα έπρεπε να βρίσκεται ο μεγαλύτερος της οικογένειας στο σπίτι, για να μπορούν και τα άλλα μέλη να γευματίσουν. Η γυναίκα φυσικά ασχολούνταν, εκτός από τα οικιακά και τα παιδιά, και με αγροτικές δουλειές.

Οι οικονομικές συναλλαγές γίνονταν με χρήματα ή προϊόντα στο μοναστήρι. Οι ανάγκες του χειμώνα εξασφαλίζονταν την εποχή του φθινοπώρου.

Η άνθιση της κτηνοτροφίας δημιουργούσε προβλήματα για το πότισμα των ζώων. Έτσι αναγκάζονταν να πηγαίνουν στο ποτάμι της Σιταριάς. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τις αντιδράσεις των κατοίκων της Σιταριάς.

Το ζήτημα λύθηκε στον ίδιο χώρο, στο ποτάμι, ύστερα από δίκη. Ο τούρκος δικαστής για να βγάλει δίκαιη απόφαση – αφού η κάθε πλευρά πρότεινε τα δικά της επιχειρήματα: οι μεν Σιταριώτες ότι το ποτάμι ήταν αποκλειστικά δικό τους και οι δε Λοφιώτες ότι στο μέρος που πότιζαν είχαν κι αυτοί δικαιώματα – ρώτησε τα μικρά παιδιά «πώς λέγεται αυτό το μέρος που ποτίζουν τα ζώα τους οι Λοφιώτες;» τα παιδιά απάντησαν «ΖΑΜΠΡΤΣΚΟ ΠΕΡΑΛΟ» δηλαδή «λοφιώτικη πλύστρα». Οι γυναίκες του χωριού πήγαιναν εκεί και έπλεναν τα μάλλινα. Με αυτόν τον τρόπο το αίτημα των κατοίκων του χωριού ικανοποιήθηκε.

- Πες μου ορισμένα πράγματα για την περίοδο της τουρκοκρατίας.

- Το 1905 οι Τούρκοι έκαψαν την εκκλησία του Αγ. Νικολάου, η μοναδική τότε στο χωριό, όπως και ορισμένα σπίτια. Το 1912 μεγάλη στρατιωτική δύναμη των Τούρκων κυνήγησε τον Ελληνικό στρατό που είχε έρθει στην περιοχή του χωριού. Τότε πολλοί κάτοικοι του χωριού πήγαν στον Αγ. Αθανάσιο Έδεσσας, και άλλοι μαζί με τον Ελληνικό στρατό, στα Σέρβια Κοζάνης, όπου θα πρέπει να κάθισαν ένα μήνα περίπου. Όταν γύρισαν στο χωριό τα πάντα είχαν καεί. Από τα 45 σπίτια είχαν μείνει μόνο 12 και αυτά με μεγάλες ζημιές. Έτσι αρκετές οικογένειες αναγκάστηκαν και πήγαν σε γειτονικά χωριά όπως η Σιταριά, η Μελίτη, το Νεοχωράκι. Αυτό ήταν και το τελευταίο χτύπημα των κατοίκων του χωριού από τους Τούρκους. Το 1912-1913 το χωριό περιήλθε στην Ελληνική κυριότητα. Το 1914 ήλθαν οι Γάλλοι στην περιοχή και έμειναν ως το 1917. Για δικές τους ανάγκες ξύλευσαν την περιοχή, η οποία καλυπτόταν από δάσος και έφτιαξαν με την βοήθεια των κατοίκων τον δρόμο, ο οποίος υπάρχει ακόμα και σήμερα και ενώνει την Μελίτη, περνώντας μέσα από το χωριό, με την Βεύη, στον οδικό άξονα για Θεσσαλονίκη. Ο δρόμος ονομάστηκε Γαλλικός.

Η συμμετοχή των Λόφων στις διάφορες πολεμικές συγκρούσεις ήταν άμεση. Το 1919 στον Μικρασιατικό πόλεμο συμμετείχαν περίπου 15 άτομα, πολλοί εκ των οποίων σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν.

Επίσης πολλοί συμμετείχαν και το 1940 στον πόλεμο εναντίον των Ιταλών και των Γερμανών, στην Εθνική αντίσταση, τον Εμφύλιο. Το κόστος ήταν απώλειες σε νεκρούς αλλά και πολλούς πολιτικούς πρόσφυγες.

Αν και δεν υπήρχαν στρατιωτικά Τουρκικά τμήματα στο χωριό, αυτό δεν σήμαινε ότι δεν ενδιαφέρονταν για το τσιφλίκι των 16.000 στρ. Την επίβλεψη και την συγκέντρωση των φόρων την είχαν αναθέσει στον Μπέη και στους υποτακτικούς του. Δεν γνωρίζουμε το όνομα του και μάλλον δεν έμενε στο χωριό. Το μόνο σίγουρο είναι ότι είχε σπίτι και αποθήκες στο κέντρο του χωριού, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται το δημοτικό σχολείο.

Οι φόροι ήταν δυσβάσταχτοι. 50% για τους κατοίκους και 50% για τον Μπέη. Πολλές φορές όμως η παραγωγή ήταν λίγη. Ο Μπέης έπαιρνε όλη την παραγωγή χωρίς να αφήσει τίποτε στους κατοίκους. Το γεγονός αυτό ανάγκαζε τους κατοίκους να μεταναστεύσουν στην Βουλγαρία, στην Κων/πολη, στην Ρωσία. Αργότερα μετά το 1912 και στην Αμερική. Το 1912 όταν έφυγαν οι Τούρκοι από το χωριό το τσιφλίκι ανέλαβαν κάποιοι άλλοι οι οποίοι έμεναν στο σπίτι του Μπέη. Αυτοί αρνούνταν να πουλήσουν το τσιφλίκι. Αργότερα όμως το 1927 μπροστά στον κίνδυνο των απαλλοτριώσεων από το Ελληνικό δημόσιο αναγκάστηκαν να κάνουν συμφωνίες με τους κατοίκους ως προς τη τιμή, και τελικά στις 9 Ιουλίου του 1928 αγοράστηκε από τους κατοίκους και ο κλήρος που αντιστοιχούσε στην κάθε οικογένεια ήταν 90 χρυσά εικοσάφραγκα.

Γ) ΑΣΧΟΛΙΕΣ ΤΩΝ ΚΑΤΟΙΚΩΝ

- Με τι ασχολούνταν οι κάτοικοι του χωριού;

- Οι κυριότερες ασχολίες των κατοίκων ήταν η γεωργία και η κτηνοτροφία. Το όργωμα των χωραφιών γινόταν με τα ζώα, με το ξύλινο υνί. Καλλιεργούσαν δημητριακά, βρώμη και καλαμπόκι. Ο θερισμός γινόταν με τα χέρια, ο αλωνισμός των δημητριακών γινόταν στο σπίτι. Όχι φυσικά γιατί δεν τους εμπιστεύονταν ο Μπέης ή ο τσιφλικάς αλλά γιατί η επιβολή του φόρου γινόταν στα δεμάτια και όχι στο καθαρό καρπό.

 

                                       

 

Ενώ αντίθετα στο ξεφλούδισμα του καλαμποκιού όλο το χωριό μαζευόταν σ’ ένα ύψωμα – όπου σήμερα είναι η εκκλησία των Αγ. Κων/νου και Ελένης – για να μπορούν να τους ελέγχουν οι επιστάτες και αυτό γιατί ο φόρος επιβαλλόταν στο καθαρό καρπό.

Η αλληλοβοήθεια ήταν δεδομένη στο θέρος, στο τσάπισμα, στον τρύγο ή όπου αλλού θα μπορούσαν να χρειαστούν οι συγχωριανοί. Συγχρόνως με τη γεωργία ασχολούνταν και με την κτηνοτροφία. Τα κοπάδια, τα οποία ήταν αρκετά, τα έδιναν στους τσομπάνους και δημιουργούσαν τις στρούγκες. Κάθε στρούγκα αποτελούνταν από 5 κοπάδια πρόβατα. Η παράδοση αναφέρει πως εκτός από τις γεωργοκτηνοτροφικές ασχολίες η πλειοψηφία των κατοίκων ήταν από τους καλύτερους χτίστες της περιοχής.

Δ) ΛΑΪΚΗ ΙΑΤΡΙΚΗ

- Όταν ήταν κάποιος άρρωστος, τι γινόταν; Υπήρχαν γιατροί;

- Τα διάφορα μικροτραύματα και οι διάφοροι πόνοι ξεπερνιόντουσαν πρακτικά με διάφορα σοφίσματα ή βότανα, όπως για παράδειγμα:

Για να σταματήσουν την αιμορραγία χρησιμοποιούσαν το «ΠΟΥΦΤΑΚ». Είναι ένα είδος λουλουδιού που βγάζει από το εσωτερικό του κουκουλιού του μια σκόνη αιμοστατική ή τύλιγαν την πληγή με ιστό αράχνης. Ακόμη έβαζαν πάνω στην πληγή φλούδα από κορμό βελανιδιάς.

Στο τρύπημα του κεφαλιού έβαζαν στην πληγή πιπέρι.

Για τον πυρετό χρησιμοποιούσαν κομπρέσες με ξύδι και νερό.

Στον πονοκέφαλο έδεναν σφιχτά το κεφάλι με την μαντίλα.

Στο τσίμπημα της μέλισσας έβαζαν λάσπη.

Στο πρήξιμο κάποιου άκρου του σώματος τύλιγαν το σημείο με μαλλί προβάτου και κρεμμύδι.

Για ορισμένες αρρώστιες όπως η σκωληκοειδίτιδα, η οποία προκαλούσε θάνατο χωρίς εμφανή συμπτώματα, για να δικαιολογήσουν την απώλεια ανθρώπου θεωρούσαν ότι πέθανε από «μαραζ» μαράζι, στεναχώρια. Τους αρρώστους με ανίατες ασθένειες, όπως λέπρα, φυματίωση, τους έβαζαν και κατοικούσαν σε τρύπες έξω από το χωριό στην περιοχή «ΝΤΛΑΜΠΟΥΚΟ ΠΑΤ» βαθύς δρόμος όπου εκεί τους πήγαιναν φαγητό και όταν πέθαιναν στο ίδιο μέρος τους έκαιγαν.

Ε) ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ-ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ-ΣΥΛΛΟΓΟΙ

1) Το ληξιαρχείο της κοινότητας το οποίο ιδρύθηκε το 1930.

2) Το σχολείο.

Στοιχεία για την ύπαρξη σχολείου επί τουρκοκρατίας βρίσκουμε στην έκθεση, η οποία συντάχθηκε για τον καταρτισμό μητρώου του σχολείου .

Ο χώρος στον οποίο βρισκόταν το κτίσμα σήμερα έχει γίνει παιδικός σταθμός. Είναι ο χώρος, όπου υπήρχε η εκκλησία του Αγ. Νικολάου. Δίπλα υπήρχε το παλιό Βουλγάρικο σχολείο, με μια μεγάλη αίθουσα και ένα γραφείο.

Ελληνικό σχολείο άρχισε να λειτουργεί αμέσως μετά την απελευθέρωση το 1912-1913 στο προαναφερόμενο κτίσμα, το οποίο σήμερα δεν υπάρχει. Το 1924 ανεγέρθει το παλιό σχολείο με χρήματα του δημοσίου. Το κτίσμα υπάρχει μέχρι και σήμερα. Έχει τρεις αίθουσες, η μία χρησιμοποιούταν ως αίθουσα διδασκαλίας, η δεύτερη ως αίθουσα νηπιαγωγείου και η Τρίτη ως γραφείο. Αργότερα με την ανέγερση του σημερινού δημοτικού σχολείου το 1960, το οποίο έχει τρεις αίθουσες διδασκαλίας και δύο γραφεία το κτίσμα του παλιού σχολείου χρησιμοποιήθηκε ως αίθουσα σίτισης.

3) Το νηπιαγωγείο λειτουργεί από το 1928 έως και σήμερα.

4) Ο κρατικός παιδικός σταθμός λειτουργεί από το 1971.

Εδώ είναι σκόπιμο να αναφέρουμε πως η πληρωμή των δασκάλων με την ίδρυση του Ελληνικού σχολείου και περίπου ως το 1928 γινόταν με καρπό δημητριακών.

5) Το κέντρο φροντίδας οικογένειας λειτουργούσε από το 1980.

6) Πολιτιστικοί σύλλογοι

Ο αθλητικός σύλλογος «ΑΡΗΣ», ο οποίος ιδρύθηκε το 1960-1961 και υπάρχει μέχρι σήμερα.

                   

Ο πολιτιστικός σύλλογος «ΕΙΡΗΝΗ».

 

Ζ) ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ-ΑΓΙΑΣΜΑΤΑ-ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ

Εκκλησίες στο χωριό υπήρχαν πολλές, εκείνη όμως η οποία ήταν το καμάρι του χωριού βρισκόταν στην ανατολική πλευρά. Ήταν η εκκλησία του ΑΓ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ-ΣΦΕΤ ΝΙΚΟΛΑ χωρίς τρούλο και καμπαναριό, με γυναικωνίτη, λιθόκτιστη με ένα δύο σκαλοπάτια κάτω από το έδαφος. Η Θεία λειτουργία γινόταν στην Βουλγάρικη γλώσσα ως το 1912. συγκεκριμένα στοιχεία κατασκευής δεν υπάρχουν. Οι κάτοικοι της Βεύης έλεγαν στους κατοίκους του χωριού μπορεί να μην έχετε ωραίο χωριό αλλά η εκκλησία σας είναι η καλύτερη της περιοχής. Η εκκλησία κάηκε το 1905 από τους Τούρκους. Στην προσπάθειά τους να σβήσουν τη φωτιά ορισμένοι κάτοικοι του χωριού σκοτώθηκαν από τους Τούρκους. Σήμερα τα μόνα δείγματα που έχουν μείνει από την καταστροφή είναι δύο πλάκες, η μία με ανάγλυφο σταυρό και η άλλη με την προσωπογραφία κάποιου Αγίου.

                            

Στον χώρο αυτόν σήμερα έχει κτιστεί ο παιδικός σταθμός και υπάρχει το παρεκκλήσι του Αγ. Νικολάου. Το χωριό έμεινε χωρίς εκκλησία μέχρι το 1917 οπότε και κτίστηκε η εκκλησία της Αγ. Παρασκευής από τους Σέρβους. στον χώρο που κτίστηκε η Αγ. Παρασκευή παλιά υπήρχε άλλη εκκλησία.

 

                                           

 

 

 

Η εκκλησία ανακαινίσθηκε το 1970 με την βοήθεια των κατοίκων. Σήμερα στην Αγ. Παρασκευή βρίσκεται το νεκροταφείο του χωριού. Υπάρχουν και κάποιοι παλιοί τάφοι στους οποίους διακρίνεται ένας ανάγλυφος πέτρινος σταυρός και γράμματα.

 

                            

 

 

 

Ο σημερινός ναός των ΑΓ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗΣ κτίσθηκε το 1955 και εγκαινιάστηκε το 1975. Εορτάζει 21 Μαΐου όπως και όλο το χωριό.

                                                                  

 

  ΔΙΑΤΕΛΕΣΑΝΤΕΣ ΙΕΡΕΙΣ

ΚΩΝ/ΝΟΣ ΓΚΕΣΟΠΟΥΛΟΣ επί τουρκοκρατίας.

ΧΡΗΣΤΟΣ ΓΚΕΣΟΠΟΥΛΟΣ επί τουρκοκρατίας και μετά την απελευθέρωση. Μετά τον θάνατό του το 1939 μας εξυπηρετούσαν οι ιερείς της Βεύης.

ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΤΟΥΡΟΥΝΤΖΗΣ από τη Σιταριά.

ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ από το Βόλο.

ΙΩΑΝΝΗΣ ΛΙΑΣΟΣ από τους Λόφους.

ΠΑΠΑ-ΝΙΚΟΛΑΣ από την Παλαίστρα

ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ

Στην περιοχή «ΜΟΝΑΣΤΗΡΤΣΕ» βόρεια του χωριού αναφέρεται πως υπήρχε μοναστήρι. Σήμερα υπάρχουν μόνο τα θεμέλια του μοναστηριού.

Δίπλα στην περιοχή αυτή υπάρχει η πηγή «ΒΡΜΠΑ» η οποία θεωρούνταν πως ήταν ο αγιασμός του μοναστηριού.

ΑΓΙΑΣΜΑΤΑ

Στην περιοχή δυτικά του χωριού «ΣΦΕΤΑΝΑΣ – ΑΓ. ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ» γινόταν το λεγόμενο «ΚΟΥΡΜΠΑΝ – ΤΑΜΑ». Όλοι οι κάτοικοι του χωριού μαζεύονταν σε αυτήν την περιοχή στις 2 Μαΐου και έσφαζαν πάνω σε μία μεγάλη πέτρα ένα αρνί. Στην συνέχεια το έβραζαν μαζί με ρύζι και το μοίραζαν στους κατοίκους. Μετά το φαγητό ακολουθούσε χορός. Στο τέλος πήγαιναν και έπαιρναν νερό από το πηγάδι στην περιοχή του «ΑΣΑΡΙ» το οποίο θεωρούσαν αγιασμό.

 

Η) ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ

- Ποια ήταν τα έθιμα που είχατε παλιά;

- Είχαμε πολλά έθιμα από τα οποία όμως πολλά έχουν ξεχαστεί.

1) Οι φωτιές που άναβαν στην πλατεία του χωριού στις 12 μ.μ. την 23η Δεκεμβρίου, τα λεγόμενα «ΚΟΛΕΝΤΑ». Και την 31η Δεκεμβρίου τη «ΣΟΥΡΒΑ». Για το σχηματισμό της φωτιάς κάθε οικογένεια έδινε τα δικά της τσάκνα. Στην συνέχεια παρέες γύριζαν από σπίτι σε σπίτι. Ο νοικοκύρης έριχνε στάχτη έξω στην αυλή πριν μπουν και τους έδιναν συνήθως χαρούπια. Το έθιμο αυτό αναβιώνει ακόμα και σήμερα.

                                       

 

 

2) Την πρωτοχρονιά οι νέοι του χωριού ντύνονταν με προβιές για να μην αναγνωρίζονται, τα λεγόμενα «ΜΠΑΜΠΑΡΙΑ». Στην μέση τους έβαζαν κουδούνια. Γύριζαν από σπίτι σε σπίτι συνοδεύοντας και προστατεύοντας τη νύφη και τον γαμπρό. Η νύφη ήταν κάποιος άντρας. Σε κάθε σπίτι που πήγαιναν ένας από την ομάδα ξάπλωνε στην αυλή και ο αρχηγός έλεγε στον νοικοκύρη ότι για να σηκωθεί έπρεπε να τους δώσει κάτι. Έτσι συγκέντρωναν λίπος, κρέας, γέννημα και τσίπουρο. Το έθιμο αυτό αναβιώνει μέχρι σήμερα.

                                               

3) Το σφάξιμο του γουρουνιού πριν τα Χριστούγεννα. Κάθε οικογένεια τάιζε το δικό της γουρούνι. Το κρέας το πάστωναν για να το διατηρήσουν ή το τηγάνιζαν και το έβαζαν σε πήλινα δοχεία σφραγίζοντας το δοχείο με λίπος, ο λεγόμενος «ΚΑΒΑΡΜΑΣ». Με το λίπος έκαναν και τις λεγόμενες «ΤΖΟΥΜΠΕΡΙΝΕΣ». Από το δέρμα έφτιαχναν παπούτσια, τα λεγόμενα «ΠΙΝΤΣΙ».

4) Σε περιόδους ανομβρίας κάλυπταν όλο το σώμα ενός παιδιού, το οποίο το ονόμαζαν «ΝΤΟΥΝΤΟΥΛΕ» με ένα φυτό το ονομαζόμενο «ΜΠΟΣ» το οποίο φύτρωνε σε δροσερά μέρη. Γύριζαν το παιδί από σπίτι σε σπίτι και οι νοικοκυρές έριχναν πάνω του νερό. Με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσαν να εξευμενίσουν τον καιρό ώστε να βρέξει. Επίσης κρεμούσαν στα κλαδιά ενός δέντρου μια χελώνα για τον ίδιο σκοπό.

5) Σε θεομηνίες, όπως το χαλάζι, η καταστροφή των χωραφιών πετούσαν στην αυλή τον τρίποδα, τον οποίο χρησιμοποιούσαν για να στηρίζουν τα καζάνια στο τζάκι, καθώς και αλάτι. Στις καταιγίδες, οι οποίες συνοδεύονταν από αστραπές και βροντές, εύχονταν να μην πέσει κεραυνός εκεί όπου πετεινός λαλεί και ακούγεται τσεκούρι αλλά μακριά στα βουνά.

6) Τα «ΚΟΛΕΝΤΑ» τα οποία οι νοικοκυρές τα έφτιαχναν από ζυμάρι. Ήταν ένα κουλούρι ίσιο και ένα με τον αριθμό οκτώ. Αυτά συμβόλιζαν το ζευγάρι των ζώων και τα κρατούσαν ως τα Θεοφάνια. Τα Θεοφάνια τα περνούσαν από το λαιμό των ζώων, τα ράντιζαν με νερό και έπειτα τους τα έδιναν να τα φάνε. Την ημέρα των Θεοφανίων έκαναν ακόμα και ένα μπουκέτο «ΚΙΣΚΑ» από βρίζα και το στόλιζαν με σπόρους καλαμποκιού περνώντας τους από μία κλωστή. Ορισμένους σπόρους έτρωγαν τα μέλη της οικογένειας ενώ τους υπόλοιπους τους έβαζαν στα κέρατα των ζώων. Το μπουκέτο το φύλαγαν μέχρι την σπορά.

7) 1η Φεβρουαρίου η νοικοκυρά ζύμωνε ένα μικρό ψωμάκι «ΠΟΥΠΤΣΕ» τηγάνιζε κρέας και λουκάνικα από το γουρούνι και όλη η οικογένεια πήγαινε στο αμπέλι. Ο νοικοκύρης πήγαινε στη μέση του αμπελιού σε κάποια κληματαριά και έλεγε πως θα κόψει ένα κλήμα. Τότε όλη η οικογένεια φώναζε να μη το κόψει. Αυτός όμως το έκοβε. Αυτήν η διαδικασία γινόταν τρεις φορές σε τρεις διαφορετικές κληματαριές. Με τα τρία αυτά κλήματα και με το μπουκέτο της βρίζας έφτιαχνε ένα σταυρό με κόκκινη κλωστή και το στήριζε σε κάποια κληματαριά. Στη συνέχεια αυτές τις τρεις κληματαριές τις ράντιζε με κρασί. Μετά το τέλος αυτής της διαδικασίας η οικογένεια γευμάτιζε στο αμπέλι.

8) Το Πάσχα η βαφή των κόκκινων αυγών γινόταν με την φλούδα κρεμμυδιού. Του Αγ. Γεωργίου έβαφαν κίτρινα αυγά με ένα κίτρινο χόρτο το οποίο το ονόμαζαν «ΜΛΕΤΣΚΑ».

9) Την παραμονή της πρωτομαγιάς η νοικοκυρά με τα παιδιά της γύριζε γύρω από το σπίτι και την αυλή κάνοντας θόρυβο με κρόταλα και φωνάζοντας: «φύγετε φίδια και ερπετά έρχονται οι κλέφτες θα σας κόψουν και θα σας κάψουν».

10) Αρχές Μαΐου οι κάτοικοι του χωριού έβγαιναν στην ύπαιθρο ξαπλωμένοι μπρούμυτα με τα χέρια πίσω και βοσκούσαν ένα συγκεκριμένο χόρτο.

11) Την περίοδο της σποράς στο πρώτο χωράφι που θα έσπερναν η νοικοκυρά ζύμωνε ένα ψωμάκι και μία πίτα. Όλη η οικογένεια πήγαινε στο χωράφι. Εκεί έτρωγαν την πίτα ενώ το ψωμάκι τι έδιναν στο ζευγάρι των ζώων. Το υπόλοιπο μπουκέτο της βρίζας που είχαν κάνει τα Θεοφάνια το έβαζαν στη μέση του χωραφιού και έμενε εκεί. Την ημέρα αυτή δεν έβγαζαν ούτε δάνειζαν τίποτα από το σπίτι.

12) Στις κηδείες στα πόδια του νεκρού έβαζαν ένα ψωμί το οποίο μετά το έδιναν να το φάνε τα ζώα του σπιτιού. Μετά τον ενταφιασμό στο δωμάτιο που πέθανε το μέλος της οικογένειας σε κάποιο σημείο του δωματίου κοσκίνιζαν στάχτη και τοποθετούσαν δύο ποτήρια, το ένα με κρασί και το άλλο με νερό. Πίστευαν ότι το βράδυ θα γυρίσει το πνεύμα αφήνοντας σημάδια στην στάχτη και πίνοντας από το νερό ή το κρασί. Αυτό θα ήταν το σημάδι που θα έδειχνε ότι είχε αγαλλιάσει η ψυχή του και το πνεύμα του. Ένα μέρος από το σάβανο του νεκρού το έκοβαν και το φύλαγαν στο σπίτι.13) Γάμος

Για να ζητήσουν τη νύφη έπρεπε να πάνε στο σπίτι της ο γαμπρός, ο πατέρας του και ένας φίλος, ο οποίος θα έπαιζε το ρόλο του προξενητή.

Ο πατέρας του γαμπρού έταζε προίκα στον πατέρα της νύφης για να δεχτεί να δώσει την κόρη του. Αν συμφωνούσαν γίνονταν τα αρραβωνιάσματα και ορίζανε την ημερομηνία του γάμου. Οι διαδικασίες του γάμου ξεκινούσαν μια μέρα νωρίτερα. Η οικογένεια του γαμπρού πήγαινε στο σπίτι του κουμπάρου και του παρακούμπαρου για να τους καλέσει με μία κουλούρα «ΚΟΛΑΚ» και με κρασί. Σε όλη τη διάρκεια της εβδομάδας οι συγγενείς της νύφης και του γαμπρού τους πήγαιναν δώρα μία οκά σιτάρι και καλαμπόκι. Την Παρασκευή γυναίκες των δύο οικογενειών καθώς και άλλες από το σόι ξύριζαν όλα τα σπίτια του χωριού και προσκαλούσαν επίσημα τους χωριανούς στο γάμο.

Το απόγευμα έστελναν ένα μικρό αγόρι να γεμίσει νερό με το «ΓΚΙΟΥΜΙ» από την κεντρική πλατεία του χωριού. Σε όλη τη διαδρομή το αγόρι δεν ΄έπρεπε να μιλήσει σε κανέναν ακόμα και αν τον ενοχλούσαν . το νερό αυτό το χρησιμοποιούσαν για να φτιάξουν το προζύμι, το οποίο ζύμωνε ένα μικρό κορίτσι, ανακατεύοντάς το με τη «ΖΕΓΛΑ» ένα μικρό λοστό τον οποίο χρησιμοποιούσαν στο ζευγάρι των ζώων κατά το όργωμα. Μέσα στο προζύμι έβαζαν το δαχτυλίδι της νύφης.

Το προζύμι το χρησιμοποιούσαν για να ζυμώνουν και να ψήνουν τρεις φουρνιές ψωμί και δύο κουλούρες την ημέρα του Σαββάτου.

Την Κυριακή το πρωί αφού ερχόταν η ορχήστρα, χόρευαν στην αυλή τρεις χορούς και έπειτα καλούσαν τρεις φορές τον κουμπάρο και τον παρακούμπαρο. Ενώ στην αρχή αυτοί αρνιόντουσαν την πρόσκληση, την τρίτη φορά δέχονταν. Σε όλη τη διαδρομή από το σπίτι του κουμπάρου ως το σπίτι του γαμπρού έστρωναν χαλιά για να περάσει ο κουμπάρος. Ο κουμπάρος μαζί με τον παρακούμπαρο ξύριζαν τον γαμπρό στην αυλή του σπιτιού.

Μετά το τέλος αυτής της διαδικασίας πήγαιναν όλοι μαζί να πάρουν τη νύφη. Εκεί η μητέρα της νύφης έδινε μάλλινες ποδιές στους συγγενείς του γαμπρού. Το γαμπρό τον έβαζαν στο σπίτι χωρίς να δει τη νύφη και του έδιναν να φάει κοτόπουλο και λουκούμι. Ο παρακούμπαρος χόρευε στην αυλή τη μία κουλούρα ενώ τη δεύτερη την έσπαζαν ο πατέρας του γαμπρού και της νύφης τη στιγμή που θα έβαινε η νύφη από το σπίτι. Βγαίνοντας η νύφη από το σπίτι, στην πόρτα, έπρεπε να σπάσει ένα ποτήρι γεμάτο με κρασί κλωτσώντας το με το πόδι και να ρίξει πίσω της ψωμί. Η στέψη γινόταν στο σπίτι του γαμπρού μέχρι το 1950 περίπου. Όταν κτίστηκε η σημερινή εκκλησία των Αγ. Κων/νου και Ελένης η στέψη γινόταν εκεί. Σε όλη τη διαδρομή από το σπίτι της νύφης ως την εκκλησία μπροστά πήγαινε ο κουμπάρος και ακολουθούσε η νύφη. Τρεις φορές σταματούσαν το ζευγάρι κοπέλες και τους έδιναν νερό. Μετά το μυστήριο η πεθερά της νύφης έριχνε στην εκκλησία το κόσκινο που κοσκίνιζαν το αλεύρι και ανάλογα με τη θέση που θα έπαιρνε το ζευγάρι θα αποκτούσε το πρώτο του παιδί αγόρι ή κορίτσι.

Στην εξώπορτα στο σπίτι του γαμπρού ο πεθερός περνούσε πάνω από το κεφάλι της νύφης ένα ψωμί τρεις φορές και προσπαθούσε να την σηκώσει πιάνοντάς την από τη μέση. Το σόι της νύφης φώναζε: «σας δώσαμε γερή νύφη συμπέθερε δεν μπορείς να τη σηκώσεις». Όταν έμπαινε στο σπίτι η νύφη η πεθερά της καθάριζε μαλλί προβάτου, το σόι του γαμπρού έλεγε στη νύφη: «η πεθερά σου είναι νοικοκυρά». Η νύφη προσκυνούσε τρεις φορές και η πεθερά της έδινε τα δώρα. Το γλέντι που ακολουθούσε κρατούσε μέχρι αργά το βράδυ. το έθιμο του σεντουκιού υπήρχε για να αποδειχτεί αν η νύφη είναι παρθένα ή όχι.

Την Τετάρτη η οικογένεια του γαμπρού καλούσε τους συμπεθέρους να γευματίσουν μαζί. Την επόμενη Κυριακή η οικογένεια της νύφης καλούσε για γεύμα το ζευγάρι και την οικογένεια του γαμπρού.

14) Γέννηση

Μετά τη γέννηση κάλυπταν το σώμα του μωρού με στάχτη, την οποία απομάκρυναν και έλουζαν το παιδί μόλις την τρίτη μέρα. Ο πρώτος θηλασμός έπρεπε να γίνει από την παραμάνα. Η λεχώνα δεν έβγαινε έξω από το σπίτι για 40 μέρες. Μαυρισμένη στο πρόσωπο, φορούσε στο λαιμό της περασμένα από μάλλινη κόκκινη κλωστή σκόρδο και μια δεκάρα τρύπια. Στο δωμάτιο που έμενε δεν έμπαινε κανείς, παρά μόνο η πεθερά της. Τα παράθυρα του δωματίου τα κάλυπταν, ώστε να μην μπαίνει το φως της ημέρας. Σε περιπτώσεις που το ζευγάρι έκαμνε παιδιά και τους πέθαιναν, το πρώτο παιδί που θα έμενε ζωντανό, η μάνα και η πεθερά άφηναν το παιδί ξημερώματα σε κάποιο σταυροδρόμι και κρυβόντουσαν ώστε να μην τις δει κανείς. Ο πρώτος που θα έβρισκε το παιδί θα γινόταν νονός του παιδιού.

15) Θρύλοι

Στα νεκροταφεία της αγ. Παρασκευής υπάρχει ένας τάφος, ονομαζόμενος ΤΣΟΥΡΤΣΕΦ-ΓΚΡΟΠ. Το πρώτο συνθετικό της λέξης θα έπρεπε να είναι το όνομα του νεκρού, ενώ το δεύτερο σημαίνει τάφος. Σύμφωνα με την παράδοση, ο άνθρωπος αυτός δεν καταγόταν από το χωριό, αλλά από τις γύρω περιοχές. Συγκεκριμένα στοιχεία καταγωγής του δεν αναφέρονται. Κάποια στοιχεία αναφέρουν ότι κατέβηκε από την Βουλγαρία η κάπου βόρεια. Θα πρέπει να έζησε για κάποιο διάστημα στο χωριό και πέθανε εκεί. Στον τάφο του πηγαίνουν ακόμα και σήμερα όσοι έχουν προβλήματα υγείας (έκζεμα, αλλεργίες, σπυριά) και τρίβουν τα σημεία με χώμα από τον τάφο. Στον τάφο του υπάρχει ένα πήλινο δοχείο γεμάτο ευτελή κέρματα, τα οποία έβαζαν ως ελάχιστη ευχαριστία – ανταπόδοση για την θεραπεία τους.