πρός lexolagnil

 

 

 

Φάτο σε  ελάσσονα

 

Μην κουνηθείς καθόλου

μουσική επικάθεται σε σκόνη

αργή χνουδάτη στο μάγουλο σου 

σονάτα του Σκαρλάτι

σε φα ελάσσονα βόμβα από ροδάκινο

τι να τρίψεις σ’ ένα νεκταρίνι;

Πάω στοίχημα  

την ώρα που αναλώνεσαι στο μόχθο της ημέρας

ένας μικρός ιπτάμενος ξαπλωτός θεός

πίνει γουλιές το τσίπουρο από μέσα σου

και σπάει πλάκα γρατζουνώντας τ' άστρα

για να ταΐσει τη σκόνη τους

σε κάτι πετεινά τ’ ουρανού που μαλλιάσανε

μα δεν χωρούν να μπουν πια στ’ αυγό τους  

Μην κουνηθείς καθόλου

βούτα το ροδάκινο στη θάλασσα,

τρίψ’ το σε φα ελάσσονα

και φάτο. 

 

  

 

 

  

Φσφφφφ...

 

Φυλλωσιές στιλπνές, σκουροπράσινες

στιγμές ηλεκτροκίνησης γεροβατράχου

γίνομαι φρούτο εποχής - τρέμω στο δάγκωμα σας

σε μουσικές απόρρητες φωνές πουλιών

που τουρκικά μιλούν και τραγουδούν κινέζικα

το χρόνο σας παλεύω να στριμώξω στ’ όνειρο

κι αυτός με κοροϊδεύει με λόγια ισπανικά

τραγούδια κουβανέζικα

 

πως τάχα το ’κλεψα- που σου ’πα κι εγώ κάτι

έχεις το μάτι σαν αχάτη

 

 

  

 

 

 

Το όνειρο του Λιχούδη

 

Ήθελα να ’μπαινα και ’γώ μέσα στο μαξιλάρι

και να περίμενα κρυφά ο ύπνος να σε πάρει

- καθόλου δεν θα έπληττα με τόσα μανταρίνια

με τις μαστίχες θ’ άνοιγα συζήτηση και γκρίνια -

Κι’ όταν γλυκά θα σ’ έπαιρνε ο ύπνος το βραδάκι

στο φρύδι σου θα σκάλωνα σα να ‘μουν σκουπιδάκι

Ν’ αράξω εκεί ως το πρωί που λούζεις τα μαλλιά σου

να με γλιστρήσει το νερό μέσα στην αγκαλιά σου

και να με πάει στη θάλασσα και στα θαλασσοπούλια

την ώρα που ανταμώνουνε Αυγερινός κι’ η Πούλια

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 Τραγουδόμηλα

 

 

Μ αρέσουνε τα μάτια της

μ αρέσουν τα μαλλιά της

και με γιατρεύει η ζεστασιά

πού 'χει μες την καρδιά της

 

Όλη την πλάση αγαπά

ψάρια, πουλιά  και δέντρα

παίζει χορεύει και γελά

μεσ’ τα καλά τα κέντρα

 

Μ αρέσουνε τα χείλια της

τα τραγουδόμηλα της

κι όλο κυττώ στον ύπνο μου

πως κλέβω δυό φιλιά της

 

 

 

 

 

 

 

1+1, 2+1, 3+2, 5+3........ 

  

Ο Φιμπονάτσι έψαχνε να βρεί μετά μανίας

αυτό που είχε δίπλα του εις όλας τας γωνίας.

Μάτια δεν είχε για να δεί, καρδιά για να αγαπήσει

κι’ όλο τον κόσμο γύριζε μήπως και ευτυχήσει.

Του Φθινοπώρου ένα πρωί, ο κόσμος ανετράπη

κι απ’ τη δική σου τη ματιά, είδε κι ο Φιμπονάτσι.

Όχι σπουδαία πράγματα, μα ’ναι ευχαριστημένος

με τα λυτρίδια χαίρεται, δεν έχει πλέον μένος.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Παραγγελιά

 

 

Σαν τον  κυρ Στρατή και τον κυρ Στάθη

παραγγελιές για ποιήματα θα πάρω

για μικροπράγματα μεγάλα θα σας γράψω

-πώς δηλαδή είναι πολλές οι πίκρες του πατέρα

ή για τη νόσο στεφανία που στέλνει τον συνάνθρωπο

να ξημεροβραδιάζεται μες τα νοσοκομεία-

για το χαμό της εθνικής μας στάρ

για τον Τσιτσάνη και τον Ραβί Σανκάρ

το κλαδεμένο κλήμα που δακρύζει

και μια περδικομάτα φουντωτή

στο πλάνο του μυαλού μου που γυρίζει

 

Τις τσέπες φουσκωμένες να χω πάντα

χαρτάκια μαγικά κι απεγνωσμένα

στιγμές της θάλασσας, στιχάκια αλατισμένα

τραγούδι στα γενέθλια του κόσμου, που σ’ ορίζει

 

 

 

 

 

 

 

 

Πως δράκαινα σ' αμμουδιά...

 

Τ' αλάτι δε βγάζω απ την πλάτη
πως είμαι νόστιμος θαρρώ
-κόψε κάτι- σκληρά μου το ξέκοψες
και μένω αμανάτι

Ψάρια και ψάρια...
που περνούν
στα δίχτυα μου πιασμένα
πως ταχω λές αγοραστά
...γελάς με μένα

Στη πλώρη απάνω μασουλώ
τραγούδια σου, της τάβλας
στο τάβλι εσύ με παίζοντας
με τέχνη Κασσάνδρας
θαρρείς πως ξεμπέρδεψες
-ακόμα ένας '' Άντρας ''-

Στης νύχτας το ξάναμμα
μυρτιές και στεφάνια
της θάλασσας πλάνεμα, του αγέρα κιζάνια
με γλάρου αιώρηση καράβι ζυγώνεις
πως δράκαινα σ' αμμουδιά
τη σκέψη ρουφάς και τρυπώνεις
με λόγια της θάλασσας-λωτούς, στην καρδιά μου
κοχύλια ακατοίκητα-φωληά στα όνειρα μου

 

 

 

 

Nτίπ κατά ντίπ



Αλησμονούν και χαίρονται, Πίστη και Μελπομένη
κι η Θάλεια που καραδοκεί - μερίδιο περιμένει
τ' Αντιγονάκι λιάζεται, πιό κάτω η Ζηνοβία
ντίπ κατά ντίπ δε σκιάζονται την Ανωτέρα Βία

Βουτούν, γελούν, χωρίς σκοπό - χαϊδολογούν το κύμα
κι ένας ψαράς λεβάροντας αρμολογάει μιά ρίμα

Πάνε τα νιάτα κρίμα!

Άιντε στο κύμα ν' ανεβώ, το μπές και βγές να νοιώσω
σ' όσα μου πούν τα ξωτικά, στα πάντα να ενδώσω
Κι όταν γλαρώνoντας χυθώ στη 'χταποδοπαρέα
θ'αλησμονώντας χαίρουμαι πως η ζωή είν' ωραία

Βάστα καρδιά μου, Νέα!

 

 

 

Ποδήλατα ετών τριάντα

 


Και νάτα που αγκαζέ στην αγορά
με τις λαμπρές μαμάδες
στου φεγγαριού τη χάση αστράφτοντας
πολύτιμες φρεγάδες
τα δυό παληά ποδήλατα
μες σ ανεπίστροφα γυαλιά της συστολής κρυμμένα
κλεφτά αδράχνοντας εν οφθαλμού ριπή
έτη φωτός σε μια στιγμή
χαιρετισμού απρόσμενη υποψία
κουδούνισαν τραντάζοντας
τις σκονισμένες ξόβεργες
της νιότης τ αφελήματα
τ ανέρωτα του πόθου και του πόνου
του έρωτα του πάθους και του λάθους
τα υπολείμματα

 

 

 

 

Ειρήνη

Έρωτες, έρωτες …είχαμε δούλες
Μ’ αυτές μου πέρναγε γλυκειές λεξούλες

Εγώ Ερωτόκριτο
να του αποστέλλω
κι αυτός με πλάκες μόρτικες
με μουσικές αχάραγα
να με τσιγκλάει μαστορικά
-Σε Θέλω

Πολύ το χαίρονταν να με παιδεύει
και μια βραδυά θολή, νάτος … με κλέβει
Μ’ αποκληρώσανε οι συγγενείς μου
σκληρά το πλήρωσα, μην απορείς μου

Τόσες συνήθειες πως ν’ αποτάξω
ψάρια πλατειά
-με σάρπες με γελάει-
πως με σαρδέλα
ν’ ανταλλάξω;
δεν μπορώ …
… ακόμα με πονάει

Τα ραβασάκια του πια τα ‘χω κάψει
όπως μου τα κάψε χιλιάδες όνειρα
-το βιός του βίου μου-
κι άλλαξα Τάξη

Κι ύστερα φύτρωσαν
τέσσερα δέντρα
και να που τώρα εσύ
μιας Μούσας Παλαβής
κρατάς βουκέντρα

Τί να σ’ αποχερίσω βρέ,
απίδι, μήλο;
Τον τούρκο έρωτα
σαν κάνεις φίλο
έχε το νου μες στην καρδιά …
… και κράτα κι ένα ξύλο

Από ψηλά θωρώ πως τα περνάτε
Ειρήνη να ’χετε καθώς γερνάτε

 

 

 

 

 

ΣΕΛΑΝΑ

Μισόγυμνη και μόνη
στ’ αλάτια με σαγήνη κολυμπώ
Εγώ είμαι… η Σελήνη
ψηλά πολύ δεν είμαι
μαζί σου εδώ στην άμμο περπατώ

Τα στήθη μου λικνίζονται
και συ πεπόνια λαχταράς
γοργόνας σώμα απάνω μου φορώ
κι εσύ στα λέπια με κοιτάς

Σφιχτά σ’ ακολουθώ
κι εσύ παλιόπαιδο
σαν γάτος ρονρονίζοντας
με δάγκωσες στ’ αυτί
κι έκανες μια … ευχή

Όμως δεν είμαι πεφταστέρι
να με μαζέψεις στο κουτί
το φως μου το κλεμμένο να τρυγήσεις
στην αμμουδιά ξανά να μ’ αφανίσεις

Γίνομαι φτυάρι να γίνεις κουβαδάκι
να ρθουν να παίξουνε και πάλι τα παιδιά
Κοντεύει το ξημέρωμα θα κοιμηθώ λιγάκι
κι αύριο νύχτα είναι, θα βγω για παγανιά…

 

 

 

 

 


 

 

πρός lexolagnil