ΑΝΑΛΟΓΙΑ
– ΑΣΗΜΑΝΤΟ – ΑΥΤΟΓΝΩΣΙΑ - ΥΠΕΡΒΟΛΗ
- Μεγάλα καράβια,
μεγάλες φουρτούνες.
Ανάλογα με
τον άγιο και το
θυμίαμα
- Άπλωνε τα πόδια
σου κατά το
πάπλωμα σου
- Η μεγάλη
πίτα θέλει και
πολύ λάδι
- Κάθε θάμα
τρεις μέρες, το μεγάλο
τέσσερις
- Κάθε θάμα τρίμερο και
το παραθάμα πέντε.
- Κάθε πόρτα
το καρφί της, κάθε τζάκι
τον καπνό του
- Κατά τα
έργα σου αλληλούια
- Κατά τον
άνθρωπο και το
σκαμπίλι
- Κατά τη λαχάνα και η καζάνα.
- Κατά το δάσκαλο και τα
κοπέλια του.
- Κατά το ζώο και το
φόρτωμα.
- Κατά το μάγουλο κι η
μπάτσα.
- Κατά το ξεροκέφαλο και
το προσκέφαλο.
- Ο καθένας όπως
δουλεύει πληρώνεται.
- Όσο φόρτωμα
μπορείς τόσο και
να σηκώνεις
- Πόσες ώρες
είναι η Πόλη ; - Για να
δω τη δρασκελιά σου
- Τέτοια κεφάλια τέτοιες
σκούφιες.
- Τέτοιου πουδάρι, τέτοια κάλτσα.
- Άλογα δεν είχαμε
πέταλα αγοράζαμε
- Δώρο άδωρο.
- Έπεσε ζάχαρη
στο μέλι και
κάτι έγινε
- Ετανήθη
το βουνό κι
έκανε έναν ποντικό
- Κάτι τρέχει
στα γύφτικα
- Κάτι τρέχει στα
γύφτικα.
- Μιλάνε όλοι, μιλάνε και
οι κώλοι
- Σιγά τ΄ αυγά
- Σπουδαία τα
λάχανα
- Χέστηκε η
φοράδα στ΄ αλώνι
- Άπλωνε τα πόδια σου
μέχρι εκεί που φτάνει το πάπλωμά σου.
- Άπλωνε το πόδι σου,
κατά το πάπλωμα σου.
- Μην κάνεις
ό,τι δε θέλεις
να σου κάνουν
- Μην κρίνεις
για να μην
κριθείς
- Βάλαν τον τρελό να χέσει κι έκατσε και ξεκωλιαστεί.
- Βαρεί και
λειώνει το νερό
στο γουδί
- Βρήκαμε ζουρλό
παπά κι όλη
μέρα ψάλλουμε
- Βρήκαμε παπά, ας
θάψουμε καμιά δεκαριά.
- Δεν έχει ψωμί να φάει,
- Δεν έχουμε ψωμί να
φάμε, ραπανάκια για την όρεξη (θέλουμε).
- Έβαλε λυτούς και
δεμένους
- Είπαν τον λωλό να
κλάσει, κι εκείνος ξεβρακώθηκε.
- Είπε ο γάιδαρος τον
πετεινό κεφάλα.
- Έκανε τ' άχυρα
κομμάτια.
- Έμαθα γδυτός και
ντρέπομαι ντυμένος.
- Έναν παρά για τ΄ όπλο
μου κι εννιά για το σκυλί μου.
- Έχασε η
Βενετιά
βελόνι
- Έχει ου κόσμους
πρόβατα έχουμι κι ημείς κουδούνια.
- Η καμήλα από τ' αυτί
δεν κουτσαίνει.
- Η μάνα τρώει και του
παιδιού να μη δίνει
- Η πολύ δουλειά τρώει
τον αφέντη.
- Ήταν γυμνοί και
πεινασμένοι κι αντί να παν να βρουν φαΐ, αγόραζαν λουλούδια.
- Κάνει σαν τη χήρα στο
κρεβάτι
- Κάνει την τρίχα
τριχιά.
- Κάποιος δεν είχι που να μείνει χάλιβι
και στου παπά του σπίτι.
- Κάποιου του χάριζαν
γάιδαρο κι εκείνος τον κοίταζε στα δόντια
- Καταπίνει την καμήλα
και διυλίζει τον κώνωπα.
- Μη στάξει
η ουρά του
ποντικού μέσα στο
λάδι
- Μη στάξει
του γαϊδάρου η
ουρά
- Ο κατσίβελος ημάθενε γδυμνός και ντρέπεται ντυμένος.
- Όλα τα ’χει η Μαριορή, ο φερετζές της έλειπε.
- Όλοι κλαίν τον πόνο τους κι ο μυλωνάς τ' αυλάκι.
- Όποιος έχει καεί από
το χυλό φυσάει και το γιαούρτι.
- Όποιος έχει πολύ
πιπέρι, βάζει και στα λάχανα.
- Όποιος καίγεται στο κουρκούτι
φυσάει και το γιαούρτι
- Όταν έπριπε δεν έβριχει κι τώρα χαλαζώνει.
- Πήγε για μαλλί και
βγήκε κουρεμένος.
- Πήγε μακριά η βαλίτσα.
- Πιάσ΄ την ουριά
μη στάξ στου πηγάδι
- Πνίγηκε σε
μια κουταλιά νερό
- Πράσινα άλογα
- Σ' αγαπώ κυρά να
κλάνεις αλλά μην το παρακάνεις.
- Σ΄αγαπώ
γιαγιά να κάνεις…μα εσύ
το παρακάνεις
- Σ’ είπαν κυρά μ’ να κλάνς, όχ’ κι να του παρακάμ’ς
- Σι ξένουν
κώλου σαράντα δικανίκια, στουν
θ’κό μας ένα κι πουνάει.
- Σιγά μη στάξει η ουρά
του γαϊδάρου.
- Σιένται οι κολοκύθες σιένται
και οι βελόνες.
- Στραβός βελόνι εγύρευε μέσα στην αχυρώνα.
- Τα πολλά
και τα περίσσια
θα τον παν
στα κυπαρίσσια
- Τάζει λαγούς
με πετραχήλια
- Το πολύ
περίσσιο στραπατσάρισε το
ίσιο
- Το πολύ το κύριε ελέησον το βαριέται και ο Θεός.
- Το πολύ το Κύριε ελέησον το βαριέται κι ο παπάς.
- Του 'ταζε λαγούς και
πετραχήλια.
- Του φάνηκε βουνό.
- Τώρα που
βρήκανε παπά θα
θάψουν και τους
ζωντανούς
- Χτυπά το
νερό να βγάλει
βούτυρο
- Ψωμί δεν έχουμε τυρί
ζητάμε