ΛΑΙΜΑΡΓΙΑ –
ΠΕΙΝΑ - ΦΤΩΧΕΙΑ
- Όπου
φτωχός κι η
μοίρα του
- Η
γάτα για ψάρι
πούλησε τ΄αμπέλι της
Κάθε πόνος είναι πόνος, μα του φαγητού
είναι ο μεγαλύτερος
- Καλό στον άγιο του Θεού , και στον
εχθρό του καρβελιού
- Καλύτερα να
τον ντύνεις παρά
να τον ταΐζεις
- Να τρώει η μάνα και του παιδιού να μη
δίνει.
- Οι τριφτάδες
κι ο χυλός ώσπου να σηκωθείς ορθός.
- Το πολύ νταμάχι
τρώει το στομάχι.
- Το φαϊ και
το ξύσιμο ώσπου ν' αρχίσουν θέλει.
- Του παπά η κοιλιά είν'
αμπάρι, θέλει να φάει και να πάρει.
- Του παπά η κοιλιά είναι αμπάρι κι όπου
πάει θε να πάρει
- Τρώγε
για να ζήσεις, μη ζεις
για να φας
- Η
κότα όταν κοιμάται
κριθάρι ονειρεύεται
- Η
πείνα κάστρα πολεμά
και κάστρα παραδίνει
- Η πείνα κάστρα καταλεί και κάστα
παραδίνει.
- -Ίντα θα φάμε;-Τον άνεμο τηγανιστό και το βορρά σαλάτα.
- Καλά είν' τα
ρουπακόφυλλα με το ρογί
το λάδι.
- Μήτε μέλι φάγαμε κι η κοιλιά μας
κόφτει.
- Μπήκε
ο λύκος στ΄ άντερα
- Νηστεύει ο
δούλος του θεού
γιατί δεν έχει
να φάει
- Νηστεύει ο δούλος του Θεού, γιατί δεν
έχει να φάει.
- Νηστικό αρκούδι δε χορεύει.
- Νόστιμα και τα κάρδαμα, σε όποιον έχει
πείνα.
- Ξερό
ψωμί του νηστικού
του φαίνεται ματζούνι
- Ο
πεινασμένος γάιδαρος ξυλιές
δε λογαριάζει
- Ο νηστικός καρβέλια ονειρεύεται.
- Ο χορτάτος τον πεινασμένο δεν τον
πιστεύει.
- Όποιος
καρτερεί να φάει
ποτέ του δεν
πεινάει
- Όποιος βόσκεται,
με ελπίδες, πεθαίνει απ` την πείνα.
- Όποιος δουλεύει δεν πείνα και αν πεινά
δεν πεθαίνει.
- Όποιος πεινά θωρεί ψωμιά, Κι όποιος
διψά πηγάδια, Κι όποιος δεν έφαγε ποτέ Φούρνους με παξιμάδια.
- Όποιος πηγαίνει πεινασμένος στο
κρεβάτι του, σηκώνεται μετά απ` αυτό υγιής
- Πεινασμένος άνθρωπος
και ξερό ψωμί
τρώει
- Πεινασμένος λύκος, πουρνάρια τρώει.
- Σαν πεινάς και δε νυστάζεις, όσο
θέλεις κουκουλώσου.
- Το πεινασμένο στομάχι δεν έχει αυτιά.
- Τρέχουν τα
σάλια απ΄ την πείνα
- Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά λιθάρια.
- Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο.
- Άγιος που δε θαυματουργά, σκατένια
δόξα έχει.
- Άγιος που δε θαυματουργεί , μήτε
λιβάνι , μήτε κερί....
- Αλίμονο του που δεν έχει και θεό δεν
έχει.
- Από φτωχό μη δανειστείς περπατάει και
κλαίει.
- Αργεί ο Θεός και σκάει ο φτωχός.
- Αφήνω γεια τση
φτώχειας.
- Βόηθα με φτωχέ μη γίνω σαν και σένα.
- Βόηθα,κόκκινη, της
μαύρης
- Ένα
το ΄χε το
σκουτί του, σαν τη
γίδα το τομάρι
- Ένα
το ΄χω κι
είναι υγρό, το στεγνώνω
το φορώ
- Ζει με το φακόσπυρο.
- Η φτώχεια ή σε ζουρλαίνει ή σε
φρονιμεύει.
- Η φτώχεια τέχνες μάθαινε κι αρχοντιά
καμάρι.
- Η φτώχεια φέρνει γκρίνια.
- Ηταν
λειψή η φακή
την έφαγε και
το μαμούνι
- Θέλεις το φτωχό να σκάσει: Πες του
λίρες να σ' αλλάξει.
- Κούρεψε το
αβγό και πάρε
το μαλλί του
- Μικρός
άγιος δοξολογιά δεν
έχει
- Να
΄ναι φακή κι
ας μη βράζει
- Ο
πλούσιος έχει τα
λεφτά και ο
φτωχός το γλέντι
- Οι
πλούσιοι έχουν κόλακες
κι οι φτωχοί
έχουν φίλους
- Όπου
φτώχεια και γκρίνια
- Όταν θέλεις να κάνεις το φτωχό να
σκάσει, ζήτησέ του να σου δανείσει χρήματα. ...
- Ούτε κότες έχω ούτε με την αλουπού μαλώνω.
- Πέθανε
στην ψάθα
- Σα
μπεί
ο λύκος στο
μαντρί θα πάρει
του φτωχού τ΄ αρνί
- Στα
γρόσια είναι τα
βάσανα, στη φτώχεια είναι
τα γλέντια
- Του
φτωχού μονό δεν
του φτάνει και
διπλό του περισσεύει
- Του φτωχού το αυγό πουλί δε βγάζει
- Του φτωχού το εύρημα ή καρφί ή πέταλο.
- Φτωχό τ' αρνί πλατιά ουρά.
- Φτωχός άγιος καντήλα δεν έχει
- Ώστε να γενή
του πλούσιου η όρεξη βγαίνει του φτωχού η ψυχή.