Η μάχη της αξιοπιστίας απέναντι στα fake news και στην παραπληροφόρηση

Ο Άλαν Μίλερ είναι ένας βραβευμένος με Πούλιτζερ αμερικανός δημοσιογράφος, ο οποίος έχει αφιερώσει εδώ και δέκα χρόνια τη δραστηριότητά του στην εκπαίδευση των μαθητών κατά των fake news και της παραπληροφόρησης (…). «Το σημερινό τοπίο της ενημέρωσης παρουσιάζει περισσότερες προκλήσεις σε σύγκριση με οποιαδήποτε άλλη εποχή στην ανθρώπινη ιστορία» παρατηρεί. «Η ποσότητα της πληροφορίας στον πλανήτη διπλασιάζεται κάθε δύο χρόνια. Τεράστιος όγκος ειδήσεων, φωτογραφιών και βίντεο δημιουργούνται συνεχώς και κάθε λεπτό διακινούνται 18 εκατομμύρια μηνύματα, παρακολουθούνται 4,3 εκατομμύρια βίντεο στο YouTube, φορτώνονται 375.000 εφαρμογές (apps). Για όλα όσα κυκλοφορούν δεν υπάρχει κανένας φραγμός για να περιορίσει όσους προσπαθούν να παραπληροφορήσουν, να εξαπατήσουν και να εκμεταλλευτούν» προσθέτει. (…)

Οι αμερικανοί δημοσιογράφοι μιλούν ανοιχτά για τα προβλήματά τους. Για την πεποίθηση των πολιτών ότι τα παραδοσιακά μέσα είναι αναξιόπιστα ή διαπλεκόμενα· για την τάση του κοινού να πιστεύει μόνο ό,τι βρίσκεται πιο κοντά στις δικές του πεποιθήσεις· για το πώς οι τεχνολογικές εταιρείες αλλάζουν το περιβάλλον της ενημέρωσης· για τον πόλεμο που δέχονται για τις απόψεις τους με συνεχείς και αυξανόμενες παρενοχλήσεις μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα –τα μηνύματα μίσους ή οι απόπειρες εξευτελισμού της υπόστασης των ενοχλητικών δημοσιογράφων έχουν γίνει μόδα παντού– εσχάτως στην Αμερική δημοσιογράφοι αναγκάζονται να καλύπτουν συνοδεία σωματοφυλάκων διαδηλώσεις ή εκδηλώσεις όπου υπάρχουν συγκρούσεις.

Ανησυχούν για το γεγονός ότι μια ψεύτικη ιστορία έχει περισσότερες πιθανότητες να γίνει viral, ότι φθάνει σε 1.500 χρήστες έξι φορές πιο γρήγορα από μια αληθινή και ότι από όλες τις ψευδείς ειδήσεις αυτές που αφορούν την πολιτική έχουν την καλύτερη ψηφιακή επίδοση. Μια άλλη ανησυχία τους σχετίζεται με τη διαπίστωση ότι ενώ ο αριθμός των παραπλανητικών πληροφοριών μεγαλώνει, ο αριθμός των επαγγελματιών δημοσιογράφων μειώνεται, κάτι που κατά τον Άλαν Μίλερ αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της εποχής μας, ισοδύναμη με την κρίση στη δημόσια υγεία. Επιπλέον, προβληματισμό προκαλούν η παγίδα του αλγορίθμου που δημιουργεί ψεύτικες αλλά ρεαλιστικές φωτογραφίες πολιτικών ή διάσημων προσώπων, των οποίων η πλαστότητα δύσκολα ανιχνεύεται, και τα deep fake videos, όπου εμφανίζεται ένα πρόσωπο να λέει πράγματα που ποτέ δεν έχει πει στην πραγματικότητα.

Παρόλα αυτά, οι δημοσιογράφοι ενδιαφέρονται να αποτρέψουν τον κυνισμό των πολιτών που δεν πιστεύουν πια τίποτε και κανέναν. Τα μέσα ενημέρωσης, τουλάχιστον τα μεγάλα, που θέλουν να διατηρήσουν την αξιοπιστία τους, αποφάσισαν να αντεπιτεθούν με ακόμη καλύτερη και πιο ποιοτική δημοσιογραφία. Δίνουν βάρος στην ερευνητική δημοσιογραφία, προσπαθούν να υπάρχει διαφάνεια στις δικές τους πηγές και όταν αυτές δεν μπορούν να κατονομαστούν, εξηγούν στους αναγνώστες τους λόγους, αναμορφώνουν την ειδησεογραφία στις ιστοσελίδες τους, παραθέτουν τους συνδέσμους που τεκμηριώνουν την ανάλυσή τους. Διαχωρίζουν όσο πιο ορατά και κατανοητά γίνεται τα άρθρα γνώμης από τα ρεπορτάζ γεγονότων, καθώς έχει διαπιστωθεί ότι οι πολίτες, ειδικά οι νεότερες γενιές, αδυνατούν να διαχωρίσουν τη γνώμη από το γεγονός και τείνουν να θεωρούν γεγονότα τα πάντα. Και αντιστέκονται σθεναρά στις φωνές για περιορισμό της πληροφόρησης – με αφορμή δήθεν τα κοινωνικά δίκτυα – που ακούγονται από υποστηρικτές των ρεπουμπλικάνων. (…) Η άποψη που κυριαρχεί στα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης και στις ενώσεις τους είναι ότι η δημοσιογραφία θα γνωρίσει νέα άνθηση και ότι η τάση που θα επικρατήσει είναι να πληρώνουν οι αναγνώστες για να έχουν αξιόπιστη ενημέρωση. (…)

Κρουστάλλη Δήμητρα, www.tovima.gr, 04.11.2018, διασκευασμένο