Μυκηναϊκοί τάφοι
Μυκηναϊκοί τάφοι
Οι τάφοι των Μυκηναΐων παρουσιάζονται υπό τρεις διαφορετικούς τύπους: τους λακκοειδείς, τους θαλαμοειδείς και τους θολωτούς. Οι πρώτοι, οι απλούστεροι ,αποτελούνται από ένα μακρόστενο κάθετο άνοιγμα που σκεπαζόταν με ακατέργαστες λίθινες πλάκες. Οι θαλαμοειδείς είχαν μορφή υπογείων δωματίων σκαμμένων στις πλαγιές υψωμάτων και σε αρκετό βάθος. Στους υπόγειους θαλάμους έφθανε κανείς δια μέσου ενός κατηφορικού δρόμου. Ο δρόμος κατέληγε στη θύρα με το υπέρθυρο που οδηγούσε μέσα στο θάλαμο. Μετά την ταφή έφραζαν το στόμιο με ξερολιθιά. Τα λαμπρότερα αρχιτεκτονικά επιτεύγματα αποτελούν οι θολωτοί τάφοι. Πρόκειται για τάφους βασιλέων και αρχόντων. Έχουν και αυτοί δρόμο, θύρα ,στόμιο και θάλαμο. Ο θάλαμος είναι οικοδομημένος με ογκόλιθους άλλοτε πάνω από την επιφάνεια του εδάφους (σκεπαζόταν με χώμα δίνοντας την όψη τύμβου) και άλλοτε σε βαθύ κυκλικό σκάμμα ανοιγμένο στην πλαγιά ενός λόφου. Η διάμετρος ποικίλλει από τα 3,50 μ. έως τα 14,50 μ. του θησαυρού του Ατρέως. Το συμπαγές υπέρθυρο του Ατρέα ζυγίζει 120 τόνους .Το κουφιστικό τρίγωνο χρησίμευε για την εξουδετέρωση των πιέσεων. Η μνημειώδης πρόσοψη του ήταν πλούσια διακοσμημένη. Οι θόλοι είναι κατασκευασμένοι με ογκόλιθους χωρίς συνδετική ύλη ,κατά το εκφορικό σύστημα (θόλους, τόξα, καμάρες) . Ο λίθος της κορυφής του θόλου λέγεται ?κλειδί? επειδή εξασφαλίζει την συνοχή σ?ολόκληρο το οικοδόμημα.
Είναι κυκλικοί στην κάτοψη, και κυψελοειδείς σε σχήμα, εξαίρεση αποτελεί ο θολωτός τάφος του Θορικού με σχήμα ελλειψοειδής. Η ταφική αρχιτεκτονική των Μυκηναΐων ακολουθεί τον Μινωικό .Ο θολωτός τάφος στο Καμιλάρι της Μεσσάρας θεωρείται ο πρόδρομος των μεγαλόπρεπων Μυκηναϊκών τάφων. Ορισμένοι θολωτοί τάφοι αποκαλούνται θησαυροί πιθανώς να χρησιμεύονταν προς αποταμίευση χρυσού, σιτηρών και άλλων αναγκαίων του βίου, όπως ο θησαυρός του Μινύα στον Ορχομενό. Οι θολωτοί τάφοι είναι συνήθως υπόγειοι ,εξαίρεση αποτελεί ο θησαυρός του Μινύα ο οποίος είναι υπέργειος.
Μυκηναϊκός πολιτισμός
Ονομάζεται έτσι ο πολιτισμός που αναπτύχθηκε, με κέντρο τις Μυκήνες κατά την περίοδο της μεγάλης ακμής του πολιτισμού του χαλκού στην Ελλάδα, μεταξύ 1600-1100 π.Χ., η οποία ονομάζεται Μυκηναϊκή ή Υστεροελλαδική και διακρίνεται σε τρεις φάσεις: την πρώιμη Υστεροελλαδική I (1600-1500 π.Χ.), τη μέση Υστεροελλαδική II (1500-1400 π.Χ.) και τη νεώτερη Υστεροελλαδική III (1400-1100 π.Χ.).
Ο Μυκηναϊκός πολιτισμός, αρχαιότερα δείγματα του οποίου είναι οι τάφοι των βασιλικών περιβόλων των M., απλώθηκε και μας άφησε κατάλοιπα του σε όλη σχεδόν την Ελλάδα και κυρίως στην Πελοπόννησο, είχε ασφαλώς επαφές στη Μικρά Ασία, στη Συρία και στην Αίγυπτο, δημιούργησε αποικίες στη Ρόδο και στην Κύπρο, ενώ έμμεσες επιδράσεις του αναφαίνονται έως την Ισπανία και την Αγγλία.
Ένα πρόβλημα που τίθεται είναι η προέλευση των βασιλικών δυναστειών των M.: μια άποψη είναι πως οι παλαιότατοι Μυκηναίοι ήταν Κρήτες, οι οποίοι εισήγαγαν τον προηγμένο μινωικό πολιτισμό? άλλη, ότι οι Μυκηναίοι ήταν Αχαιοί, λαός πλούσιος και πολιτισμένος, μικρασιατικής καταγωγής? μια τρίτη άποψη υποστηρίζει ότι οι Μυκηναίοι ήταν απόγονοι των κατοίκων της Ελλάδας κατά την περίοδο που προηγήθηκε, τη Μεσοελλαδική, οι οποίοι απέκτησαν πλούτο με επιδρομές και λεηλασίες και προήχθησαν πολιτιστικά όταν ήρθαν σε επαφή με την Κρήτη. Οι υποστηρικτές της τρίτης αυτής άποψης φέρουν ως επιχείρημα το ότι κατά την πρώιμη μυκηναϊκή περίοδο παράλληλα προς τα μινωικά στοιχεία βρίσκονται και στοιχεία που μόνο ως εξέλιξη των παλαιότερων μεσοελλαδικών είναι δυνατό να ερμηνευθούν, ενώ οι διαφορές στον τρόπο ζωής των Μυκηναίων και των Κρητών είναι πολλές. Πάντοτε κατά την ίδια υπόθεση, ο λαός, βόρειας καταγωγής, που επικράτησε στην ηπειρωτική Ελλάδα κατά τη Μεσοελλαδική περίοδο, αφού αφομοίωσε τους παλιότερους κατοίκους της, στράφηκε προς τη θάλασσα, όπου μεταφέροντας τις πολεμικές τους συνήθειες, επιδόθηκε σε επιδρομές και πειρατείες πλούσιων και πολιτισμένων παραθαλάσσιων κέντρων, ιδίως της Κρήτης. Κατά τις επιδρομές αυτές και τις λεηλασίες απέκτησε τα πολύτιμα χρυσά και αργυρά έργα που έχουν σωθεί έως σήμερα και απήγαγε εξασκημένους τεχνίτες από τα μεγάλα καλλιτεχνικά κέντρα της Κρήτης, οι οποίοι μεταφύτευσαν τις γνώσεις τους στη μυκηναϊκή Ελλάδα. Οι M., όπως φαίνεται κι από τον Όμηρο, παρέμειναν το κέντρο του πολιτισμού έως το τέλος.
Κατά την πρώτη φάση του (Υστεροελλαδική I, 1600-1500), ο Μυκηναϊκός πολιτισμός είναι γνωστός κυρίως από τις Μ. Νέα κέντρα, όπως π.χ. η Πύλος, εμφανίζονται μετά το 1550, υπολείπονται όμως πολύ των Μ. Στη δεύτερη φάση του, τη μέση (Υστεροελλαδική II, 1500-1400 π.Χ.), ο Μυκηναϊκός πολιτισμός απλώνεται σε ολόκληρη την Ελλάδα και στα νησιά. Σε πολλά μέρη δημιουργούνται ακμαίες ηγεμονίες: εξαρτημένες όμως από κάποια κεντρική αρχή, των Μ. Και της δεύτερης μυκηναϊκής φάσης η εικόνα σχηματίζεται μόνο από τις ανασκαφές τάφων, θολωτών και θαλαμωτών.
Πληρέστερη εικόνα του Μυκηναϊκού πολιτισμού σχηματίζεται από τις ανασκαφές οικιών και ανακτόρων της Τρίτης φάσης του (Υστεροελλαδικής III, 1400-1100). Τα εντυπωσιακότερα λείψανα της περιόδου αυτής είναι τα κυκλώπεια, όπως ονομάζονται από την αρχαιότητα, τείχη, που διατηρούνται στις Μ., στην Τίρυνθα, στο Γλα και στην ακρόπολη των Αθηνών.
Η μεγαλύτερη μυκηναϊκή οχύρωση, μήκους 3 χλμ., βρίσκεται στην Κωπαΐδα. Στην τρίτη μυκηναϊκή περίοδο ανήκουν και τα πρώτα από τα γνωστά ανάκτορα. Το παλιότερο είναι το Θηβών, ενώ άλλα έχουν ανασκαφεί στις M., στην Τίρυνθα και στην Πύλο.
Τα μυκηναϊκά ανάκτορα αποτελούνται από μια αυλή, που μερικές φορές περιβάλλεται από κίονες, και από τρία τυπικά διαμερίσματα: το πρώτο, που ονομάζεται αίθουσα, αποτελεί την πρόσοψη και έχει δύο κίονες μεταξύ δύο παραστάδων? το δεύτερο, που ονομάζεται πρόδρομος, αποτελεί τον προθάλαμο του κύριου δωματίου (στον πρόδρομο μπορούσαν να διανυκτερεύσουν οι ξένοι). Το τρίτο που ονομάζεται δόμος, σχεδόν τετράγωνο, αποτελεί τον ενδότατο μεγαλοπρεπή κύριο χώρο. Στο μέσο του δόμου βρίσκεται η κυκλική εστία, περιβαλλόμενη από τέσσερις ξύλινους κίονες στηριγμένους σε πέτρινες βάσεις, οι οποίοι κρατούσαν την ελαφριά στέγη, ανοιχτή πάνω από την εστία για να βγαίνει ο καπνός. Γύρω από την εστία, η οποία πρέπει να είχε και θρησκευτική σημασία, κάθονταν οι καλεσμένοι του βασιλιά, ενώ ο ίδιος καθόταν στον θρόνο του, απέναντι από την εστία, στον δεξιό τοίχο του δωματίου. Σε μερικά ανάκτορα η διάταξη αυτή επαναλαμβάνεται σε μικρότερες διαστάσεις: τα μέγαρα αυτά θεωρούνται γυναικεία. Οι υπόλοιποι χώροι του ανακτόρου: λουτρά, αποθήκες, κλιμακοστάσια, διάδρομοι και βοηθητικά δωμάτια, χτίζονται γύρω από το μέγαρο χωρίς στερεότυπο αρχιτεκτονικό σχέδιο.
Τα μυκηναϊκά ανάκτορα της Κρήτης: το ανάκτορο της Πύλου π.χ. είναι μόλις το ένα τέταρτο του ανακτόρου της Κνωσού. Οι μυκηναϊκοί τάφοι, ιδίως θολωτοί και θαλαμωτοί, έχουν βρεθεί στα πιο ακραία σημεία της ηπειρωτικής και νησιωτικής Ελλάδας, δίνοντας το μέτρο της εξάπλωσης του μυκηναϊκού πολιτισμού.