Μια σύντομη αναφορά στην ιστορία της χαρτογραφίας
Η αδυναμία εποπτείας του γεωγραφικού χώρου οδήγησε από πολύ νωρίς, ήδη από την παλαιολιθική εποχή, στην επινόηση της αναπαράστασης του χώρου, στην αρχή μέσω απεικονίσεων του πλησιέστερου περιβάλλοντος και στη συνέχεια του ευρύτερου. Η αναπαράσταση αυτή είχε ως πρακτικό αποτέλεσμα την επινόηση των χαρτών. Η επιλογή χαρακτηριστικών του τρισδιάστατου γεωγραφικού χώρου και η παρουσίαση τους μέσω συμβόλων σε δύο διαστάσεις είναι μια αφαιρετική διαδικασία αρκετά προωθημένη για τον πρωτόγονο ανθρώπινο νου. Ωστόσο, οι πρώτοι χάρτες σύμφωνα με τον Raisz (1948), πρέπει να εμφανίστηκαν πριν από τη γραφή, έτσι όπως τουλάχιστο προκύπτει από μαρτυρίες ταξιδιωτών που ήρθαν σε επαφή με πρωτόγονους λαούς που, χωρίς να έχουν ανακαλύψει τη γραφή, ζωγράφιζαν χάρτες. Ο Raisz αναφέρεται επίσης στην κοινή παρατήρηση πολλών εξερευνητών σε πολλά σημεία της γης, που όταν ζητούσαν από τους ιθαγενείς να περιγράψουν μια διαδρομή, η συνήθης αντίδραση ήταν να χαράξουν με ξύλο το σκίτσο της στο έδαφος και να προσθέσουν κλαδάκια και πετραδάκια για να δείξουν θέσεις. Φαίνεται ότι η δημιουργία του χάρτη είναι αποτέλεσμα της έμφυτης τάσης του ανθρώπου να επικοινωνήσει με τους συνανθρώπους του.
Ο άνθρωπος μέσα στα σπήλαια, ζωγράφιζε στα τοιχώματα ζώα και παραστάσεις, αλλά και γεωμετρικά σχήματα, αφηρημένα ή σχετιζόμενα με την καθημερινή του ζωή. Ανάμεσα σ' αυτά τα σχέδια και τις ζωγραφιές συναντάμε τις πρώτες τοποπαραστάσεις (ή τοπογραφήματα). γεωμετρικά σχήματα με θεματική αναφορά στο εγγύτατο περιβάλλον των ανθρώπων της εποχής. Τα πετρογλυφικά αυτά τοπογραφήματα της παλαιολιθικής και νεολιθικής εποχής, από την τριακοστή μέχρι περίπου την τρίτη χιλιετία π.Χ., παρουσιάζουν θεματική ποικιλία και τα συναντάμε σε σπήλαια και βράχους της Ευρώπης και της Ασίας. Ο "χάρτης" της Bedolina, της βόρειας Ιταλίας, θεωρείται το παλαιότερο γνωστό πετρογλυφικό τοπογράφημα, που απεικονίζει κατοικημένη περιοχή και χρονολογείται γύρω στο 2000-1500 π.Χ. Στο αρχικό τοπογράφημα της εποχής του χαλκού, έχουν χαραχθεί, πιθανόν σε μεταγενέστερο στάδιο, την εποχή του σιδήρου, εικονογραφικά χαρακτηριστικά σε πλάγια όψη, όπως ανθρώπινες φιγούρες, ζώα και σπίτια. Δεν είναι ξεκάθαρο τι απεικονίζουν τα πιο αφαιρετικά σύμβολα του τοπογραφήματος: επιφανειακά ορθογώνια σύμβολα που καλύπτονται με κανονική διάταξη κουκκίδων (πιθανόν αγροί περιφραγμένοι από πέτρινους τοίχους), γραμμικά σύμβολα (πιθανόν ρέματα και αρδευτικά κανάλια), σημειακά σύμβολα, μικροί κύκλοι με τελεία στο κέντρο (πιθανόν πηγάδια) (Thrower 1999).

Πετρογλυφικό τοπογράφημα της Bedolina, δείγμα προϊστορικού χάρτη


Tα πρώτα γνωστά δείγματα χαρτών προέρχονται από τη Μεσοποταμία. Παρατίθενται τρεις χαρακτηριστικοί χάρτες της περιοχής αυτής, διαφορετικής κλίμακας, οι οποίοι ήταν χαραγμένοι σε πήλινες πλάκες. Το απόσπασμα χάρτη μεγάλης κλίμακας μέρους της Nipur, χρονολογείται στο 1500 π.Χ. και απεικονίζει κανάλια διαφορετικού πλάτους, μέρος του τοίχους της πόλης με τις πύλες και την τάφρο, σπίτια, πάρκο κλπ. Το όνομα των χαρακτηριστικών αναγράφεται στο χάρτη.


Τοπογραφικός χάρτης της πόλης Nipur (1500 π.Χ.)

Ο χάρτης Akkadian, αναφέρεται συχνά στη βιβλιογραφία ως ο παλαιότερος χάρτης στον κόσμο. Είναι χάρτης μεσαίας κλίμακας, αν και η πήλινη πλάκα είναι διαστάσεων μόλις 7,6Χ6,8εκ. Η κατασκευή του τοποθετείται γύρω στο 2500 π.Χ. και βρέθηκε στα ερείπια της Ga Sur (250km βόρεια της Βαβυλώνας) (Raisz 1948). Σήμερα, βρίσκεται στο σημιτικό μουσείου του πανεπιστημίου του Harvard. Ο χάρτης είναι προσανατολισμένος με την ανατολή προς τα πάνω. Απεικονίζει κοιλάδα που διασχίζεται από ποταμό, πιθανόν τον Ευφράτη και τα γύρω βουνά με ιδιαίτερο συμβολισμό. Το δέλτα του ποταμού καταλήγει σε λίμνη ή θάλασσα. Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της απεικόνισης είναι ο συμβολισμός με κύκλους των σημείων του ορίζοντα. Χαρακτηριστική είναι επίσης η καθαρότητα των χαρακτήρων σφηνοειδής γραφής.

 
Ο παλαιότερος χάρτης από τη Ga-Sur (2500 π.Χ.)
Πήλινη πλάκα και σχεδιάγραμμα

Οι Βαβυλώνιοι θεωρούσαν τη γη σαν ένα δίσκο που επέπλεε στον ωκεανό, με τον ουράνιο θόλο από πάνω και πάνω από όλα το στερέωμα. Η άποψη αυτή επικράτησε αργότερα στους Έλληνες, τους Ρωμαίους, τους Ισραηλίτες και διαμέσου των ιερών κειμένων, στη Χριστιανική Ευρώπη το Μεσαίωνα. Από την αρχαιότητα, ο άνθρωπος επιχειρούσε να αποδώσει γραφικά τις υποθέσεις του για τη φύση της γης και τη θέση της στο σύμπαν, και μια μικρή Βαβυλωνιακή πλάκα, που τοποθετείται στο 500 π.Χ., θεωρείται ως το πιο παλαιό γνωστό παράδειγμα τέτοιας προσπάθειας (Hodgkiss 1981). Δείχνει τη γη επίπεδη, στρογγυλή, να περιβάλλεται από τον ωκεανό. Στο κέντρο του χάρτη απεικονίζεται η Βαβυλώνα, ενώ με κύκλο απεικονίζονται και άλλες πόλεις. Ο Ευφράτης ποταμός ρέει από τα βουνά της Αρμενίας, στον Περσικό κόλπο. Ο χάρτης πιθανόν να αποσκοπεί στην απόδοση της σχέσης μεταξύ του "Γήινου Ωκεανού" και των "Επτά Νησιών" (μακρινά μέρη) που συμβολίζονται με τρίγωνα και ένα μόνο από αυτά φαίνεται ανέπαφο στην πλάκα (Thrower 1999). Η γραφική απεικόνιση συνοδεύεται από κείμενα σε σφηνοειδή γραφή, από τα οποία προκύπτει η αστρολογική και θρησκευτική σημασία του χάρτη. Παρόμοιες πλάκες, όπως αυτές που περιγράφτηκαν πιο πάνω, διασώζονται και εκτίθενται στο Βρετανικό μουσείο, μαρτυρώντας έτσι την αρχαιότητα της χαρτογραφίας.

Η αντίληψη των Βαβυλωνίων για τη Γη (500 π.Χ.)

Η πιο σημαντική, ωστόσο, συνεισφορά των Βαβυλωνίων στη χαρτογραφία είναι η διαίρεση του κύκλου σε μοίρες. Το αριθμητικό σύστημα μέτρησης που χρησιμοποιούσαν, με βάση το δώδεκα, αποτέλεσε την αρχή για τη μετέπειτα διαίρεση του κύκλου σε 360 μοίρες.
Στην Αίγυπτο, από το 15ο αιώνα π.Χ., γίνεται συστηματική ταξινόμηση της περιγραφής και αναπαράστασης του γεωγραφικού χώρου, κατά κλίμακες (Λιβιεράτος 1998). Προκύπτουν έτσι περιγραφές του Ουράνιου Σύμπαντος (Κοσμογραφία), της Γης (Γεωγραφία), της Αιγύπτου (Χωρογραφία) και περιγραφές του Νείλου και των διωρύγων του (Τοπογραφία). Όλα τα παραπάνω τεκμηριώνονται σε σχέδια, πρόδρομους των χαρτών.
Η τοπογραφία, για πρώτη φορά στην ιστορία, διεξάγεται στην Αίγυπτο, στην κοιλάδα και το δέλτα του Νείλου. Ο Ραμσής Β' (1333-1300 π.Χ.) άρχισε μια συστηματική τοπογράφηση της αυτοκρατορίας. Για διευκόλυνση της επιβολής φόρων, έγιναν μετρήσεις με σκοπό τον καθορισμό των εκτάσεων και των ορίων των ιδιοκτησιών. Τα αποτελέσματα αυτών των εργασιών είχαν καταγραφεί και πιστεύεται ότι είχαν αποδοθεί και σε χάρτες, που όμως δεν έχουν σωθεί. Αιώνες αργότερα οι Έλληνες, και ιδιαίτερα ο Ερατοσθένης, χρησιμοποίησαν τις μετρήσεις των Αιγυπτίων.
Βασική πηγή γνώσης για τη χαρτογραφία των Ελλήνων αποτελούν τα κείμενα του Ηρόδοτου (410-355 π.Χ.) και του Στράβωνα (68 π.Χ-20 μ.Χ.). Ο Στράβων και οι Στωικοί φιλόσοφοι θωρούν τον Όμηρο εισηγητή της γεωγραφικής επιστήμης (από τον 8ο αιώνα π.Χ.), έτσι όπως την εννοούσαν οι Έλληνες, να περιλαμβάνει κείμενα (λεκτικές περιγραφές) και χάρτες (γραφικές περιγραφές).Ο Όμηρος στην Ιλιάδα περιγράφει τη γη επίπεδη, κυκλική, να περιβάλλεται από τον ωκεανό. Κάτω από την επιφάνεια της γης βρίσκονται ο Άδης και τα Τάρταρα. Από την περιφέρεια του ωκεανού ξεκινά ο ουράνιος θόλος. Ο ήλιος, το φεγγάρι και τα αστέρια ανατέλλουν από τον ωκεανό, διαγράφουν ένα τόξο πάνω από τη γη και βυθίζονται ξανά στη θάλασσα για να ολοκληρώσουν την πορεία τους. Η ατμόσφαιρα πάνω από τη γη είναι πυκνή με σύννεφα και ομίχλη αλλά ψηλότερα βρίσκεται ο Αιθέρας. Όπως αναγνωρίζεται ευρύτατα σήμερα, η παλαιότερη γραπτή χαρτογραφική αναφορά περιέχεται στην Ιλιάδα και αφορά την περιγραφή της ασπίδας του Αχιλλέα (Λιβιεράτος 1998). Η ασπίδα του Αχιλλέα χωριζόταν σε τέσσερις ομόκεντρες κυκλικές ζώνες και αυτές σε επιμέρους τομείς. Γύρω από τον κεντρικό κυκλικό πυρήνα απεικονιζόταν η γη, η θάλασσα, ο ήλιος, η σελήνη και τα άστρα. Στην πρώτη, προς τα άκρα, ζώνη και σε δύο τμήματα, απεικονιζόταν η πόλη σε ειρήνη και σε πόλεμο. Στη δεύτερη ζώνη και σε τρεις τομείς, απεικονίζονταν η σπορά, ο θερισμός και η αμπελουργία. Στην τρίτη ζώνη και σε επίσης τρεις τομείς, τα θηράματα, η βοσκή και ο χορός. Στην εξωτερική και τελευταία ζώνη, ήταν ο ποταμός και ο ωκεανός.
Η χαρτογραφική συμβολή των Ελλήνων μπορεί να συνοψιστεί στα εξής:
  • Αναγνώριση του σφαιρικού σχήματος της γης, με τους πόλους, τον ισημερινό και τους τροπικούς κύκλους. Η γη προσομοιώνεται με σφαίρα.
  • Χρησιμοποίηση των γεωμετρικών μεθόδων και μέσων για την περιγραφή της γήινης πραγματικότητας.
  • Βελτίωση και κατασκευή οργάνων μέτρησης γεωγραφικών ποσοτήτων.
  • Στη βοηθητική χρησιμοποίηση άλλων τεχνολογικών και κατασκευαστικών επινοήσεων για τη διευκόλυνση των μετρήσεων και των υπολογισμών καθώς και για την κατανόηση των φαινομένων του σύμπαντος.
  • Μετάβαση από την εμπειρική στην επιστημονική παρατήρηση μέσω μετρήσεων.
  • Σύνδεση των μετρήσεων με υπολογισμούς.
  • Μετρήσεις των διαστάσεων της γης
  • Μαθηματική οργάνωση της γήινης σφαιρικής επιφάνειας.
  • Επινόηση των προβολών.
Στο παρακάτω σχήμα απεικονίζεται διαχρονικά η αντίληψη που είχαν ο αρχαίοι Έλληνες για τη γη από τον Όμηρο, στον Εκαταίο, τον Ερατοσθένη και τον Στράβωνα μέχρι και τον Πτολεμαίο.

                            
                             

Στη συνέχεια οι Ρωμαίοι δεν ενδιαφέρονται για τις επιστημονικές και θεωρητικές πτυχές της χαρτογραφίας, για θέματα όπως το σύστημα παραλλήλων και μεσημβρινών, τις αστρονομικές μετρήσεις και το πρόβλημα των προβολών. Ο χάρτης για τους Ρωμαίους είχε πρακτική χρήση που θα εξυπηρετούσε στρατιωτικούς και διοικητικούς σκοπούς. Βάση δε για την κατασκευή χαρτών αποτέλεσαν οι θεωρίες των Ιώνων, που όπως ήδη αναφέρθηκε θεωρούσαν ότι η γη είναι ένας στρογγυλός δίσκος. Μέσα σε ένα κυκλικό πλαίσιο απεικονίζεται ολόκληρη η γη "Orbis Terrarum".

Σύγχρονη απόδοση του "Orbis Terrarum"

Το θάνατο του Πτολεμαίου ακολουθεί μια μακρά περίοδος γενικής πτώσης των επιστημών με αρνητικές συνέπειες και στη Χαρτογραφία. Ιδιαίτερα σε ότι αφορούσε τη Γη, και κυρίως τη Χαρτογραφία, τους αιώνες αυτούς (3ος - 4ος μ.Χ.), η χριστιανική αντιμετώπιση ήταν από αδιάφορη μέχρι αρνητική, εφ' όσον η ερμηνεία των κειμένων έστρεφε το ενδιαφέρον εκτός της Γης, στη βασιλεία των Ουρανών. Οι γεωγραφικές γνώσεις και "εικόνες" των πρώτων Χριστιανών ήταν ότι περιλάμβανε η Βίβλος, χωρίς καμιά άλλη γεωγραφική αναζήτηση. Έτσι τα ίχνη της Χαρτογραφίας των ελληνικών και ρωμαϊκών περιόδων χάνονται, τουλάχιστον τους πρώτους Χριστιανικούς αιώνες, εφόσον οι ιδέες των επιστημόνων ήταν αντίθετες με την ερμηνεία των Γραφών. Η Γη επανήλθε στην επίπεδη μορφή της και η θεωρία των αντιπόδων αντιμετωπιζόταν με σκωπτικότητα. Ακόμη και ο ιδρυτής της δυτικής Θεολογίας, Άγιος Αυγουστίνος, από τους λίγους που δέχονταν τη σφαιρικότητα της γης, αρνιόταν ότι οι άνθρωποι θα μπορούσαν να περπατούν στους αντίποδες «με το κεφάλι προς τα κάτω».
Ανάμεσα στα είδη χαρτών που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα είναι οι παγκόσμιοι χάρτες κλιματικών ζωνών με ιδιαίτερα γνωστούς τους Μακρόβιους χάρτες. Ο Αυρήλιος Θεοδόσιος Μακρόβιος, που έζησε μεταξύ 4ου και 5ου αιώνα, ήταν μελετητής των Ελλήνων φιλοσόφων και εικονογραφούσε τα κείμενα του με χάρτες με βάση το μοντέλο των κλιματικών ζωνών που είχαν αναπτύξει οι αρχαίοι Έλληνες. Θεωρούσε τη Γη κυκλική, να υποδιαιρείται σε τέσσερα ίσα μέρη, εκ των οποίων μόνο το ένα να κατοικείται. Στο χάρτη της Οικουμένης του Μακρόβιου δεν περιλαμβάνεται η Ελλάδα.

Παγκόσμιος χάρτης με βάση τον Μακρόβιο, 1483

Από τον 5ο αιώνα γενικεύεται ο προσανατολισμός των χαρτών με την ανατολή στην κορυφή του χάρτη, σε αντίθεση με τους αρχαίους Έλληνες που τοποθετούσαν πάντα το βορρά στην κορυφή του χάρτη. Αργότερα, οι Άραβες τοποθετούσαν στην κορυφή το νότο. Κατά τον 5ο αιώνα αναπαράγονται πολυάριθμα αντίγραφα του ρωμαϊκού χάρτη, με τις προσθήκες του Ονόριου Ιουλίου. Ο Ονόριος είναι γνωστός για την αναφορά του στο Πτολεμαίο και γιατί συμπλήρωσε τον ρωμαϊκό χάρτη με βάση τη "Γεωγραφία".
Καθώς η Ευρώπη μπαίνει στο Μεσαίωνα και οι επιστήμες είναι "υπό διωγμό", οι χάρτες που εμφανίζονται έχουν έντονα θρησκευτική μορφή, χωρίς να έχουν επαφή με την πραγματικότητα. Για παράδειγμα, το 12ο αιώνα ο χάρτης του κόσμου είναι ένας κύκλος με ένα Τ που εφάπτεται στην περιφέρεια. Εκεί στο κέντρο του κύκλου και στο σημείο τομής του Τ, βρίσκεται η Ιερουσαλήμ! Ακόμα και στα τέλη του 15ου αιώνα τα πράγματα δεν είναι διαφορετικά και στο χάρτη του κόσμου (που δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα, ούτε καν αυτή του Πτολεμαίου!) η Ινδία βρίσκεται ακριβώς κάτω από τον Κήπο της Εδέμ!

Χάρτης "Ο-Τ" του Ισίδωρου (1472)
Ο πρώτος εκτυπωμένος χάρτης στην Ευρώπη

Ενώ μετά την πτώση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, η χαρτογραφία υπέπεσε σε παρακμή και η αναφορά στην παλαιά χαρτογραφική γνώση ήταν αμελητέα, οι θεωρίες και οι επιτεύξεις των αρχαίων Ελλήνων χαρτογράφων χρησιμοποιήθηκαν και εξελίχθηκαν από τους Άραβες. Η Γεωγραφία του Πτολεμαίου είχε μεταφραστεί στα αραβικά τον 8ο μ.Χ. αιώνα, σε μια περίοδο που στη δύση είχε χαθεί. Οι Άραβες, που διακρίνονταν στην αστρονομία, στα μαθηματικά και τη γεωμετρία, δεν ακολούθησαν άκριτα τον Πτολεμαίο. Το μήκος της Μεσογείου όπως είχε υπερτιμηθεί από τον Πτολεμαίο μειώθηκε τον 9ο αιώνα από τον al-Khwarizimi στις 52ο και ως αποτέλεσμα των παρατηρήσεων του al-Zargali το 12ο αιώνα, η Μεσόγειος υπολογίστηκε στις σωστές τις διαστάσεις 42ο. Άλλο επίτευγμα των Αράβων ήταν ο προσδιορισμός του γεωγραφικού πλάτους και μήκους τόπων με αστρονομικές παρατηρήσεις. Κατασκεύασαν επίσης ουράνιες σφαίρες και μελέτησαν το πρόβλημα των προβολών. Από τον 8ο μέχρι τον 11ο αιώνα, περίοδος της Αραβικής θρησκευτικής κοσμογραφίας, πολλά κείμενα εικονογραφούνταν με μικρούς κυκλικούς χάρτες κατά το πρότυπο των δυτικών «Ο-Τ». Ενώ στους δυτικούς θρησκευτικούς χάρτες στο κέντρο βρίσκεται η Ιερουσαλήμ, στους Αραβικούς χάρτες βρίσκεται, όπως είναι αναμενόμενο, η Μέκκα.


Ο πιο σημαντικός Αραβικός χάρτης είναι ο παγκόσμιος χάρτης του al-Idrisi, Μαροκινού, γεννημένου το 1109, ο οποίος ήταν γεωγράφος στον Νορμανδό Βασιλιά Roger II στη Σικελία. Ο al-Idrisi χρησιμοποίησε όλες τις διαθέσιμες πηγές για να κατασκευάσει τους πιο ακριβείς χάρτες της εποχής του. Το σημαντικότερο έργο του είναι ένας παγκόσμιος χάρτης που καλύπτει 70 φύλλα, γνωστός ως Tabula Rogeriana, προσανατολισμένος στο νότο. Συνοδεύεται από κείμενα που αφορούν τους τότε γνωστούς τόπους, το γεωγραφικό τους πλάτος και μήκος και τις μεταξύ τους αποστάσεις. Στο παρακάτω σχήμα  φαίνεται αντίγραφο χάρτη του 1533 από το Tabula Rogeriana.

Χάρτης al-Idrisi (1533)

Όλα αλλάζουν λίγο αργότερα με τις εξορμήσεις των μεγάλων θαλασσοπόρων, των Πορτογάλων και των Ισπανών. Πάντως ακόμα και ο Χριστόφορος Κολόμβος ξεκίνησε για τη μακρινή Αμερική έχοντας στα χέρια του τους χάρτες του Πτολεμαίου!
Οι χαρτογράφοι της περιόδου των ανακαλύψεων προσπαθούσαν να εναρμονίσουν -να ενσωματώσουν- τα νέα δεδομένα στο χάρτη του Πτολεμαίου. Ο χάρτης του Juan De La Cosa, χρονολογείται στα 1500, αν και πολλοί ερευνητές τον τοποθετούν αργότερα . Ο De La Cosa, μέλος του πληρώματος του Κολόμβου στο δεύτερο ταξίδι του, απεικονίζει στο χάρτη από τα ταξίδια του Κολόμπου τα νησιά του Ατλαντικού, Μπαχάμες, Κούβα, Αϊτή και Δομινικανή Δημοκρατία, από το ταξίδι του Cabot τις ακτές του Καναδά και ακτές της Βραζιλίας. Οι περιοχές αυτές θεωρούνται και απεικονίζονται σαν ακτές της Ασίας. Στο χάρτη απεικονίζονται επίσης το ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας, οι ανατολικές ακτές της Αφρικής από το ταξίδι του Vasco De Gama που διέσχισε τον Ινδικό και έφτασε στην Ινδία.

Παγκόσμιος χάρτης του Juan de la Cosa (1500)

Ο πρώτος χάρτης που διαχωρίζει την Αμερικανική ήπειρο από την Ασία κατασκευάστηκε το 1507 από τον Αλσατό χαρτογράφο Martin Waldseemuller. Ο χάρτης, εξαιρετικό δείγμα της Γερμανικής Αναγεννησιακής Σχολής με πολλή λεπτομέρεια, έχει διατάσεις 1,35Χ2,45 μέτρα και αποτελείται από 12 φύλλα. Με εξαίρεση τις νέες ανακαλύψεις, ο χάρτης βασίζεται κυρίως στον Πτολεμαίο, κατασκευάστηκε ωστόσο σε μια καινούργια προβολή, που μοιάζει με την προβολή Bonne. Για πρώτη φορά στο χάρτη αυτό αναγράφεται το όνομα Αμερική, στο νότιο ωστόσο μέρος της ηπείρου, προς τιμή του Amerigo Vespucci. Το όνομα αυτό δεν έγινε αμέσως αποδεκτό. Καθιερώθηκε ωστόσο στη συνέχεια από τον Apianus και τον Mercator και για το βόρειο τμήμα της ηπείρου.

Παγκόσμιος χάρτης του Waldseemuller (1507)


Στο πρώτο μισό του 16ου αιώνα, την περίοδο που η Ιταλική αναγέννηση βρισκόταν στην κορύφωση της, η παραγωγή χαρτών στην Ιταλία έφθασε σε πολύ υψηλό επίπεδο, ιδιαίτερα από καλλιτεχνική πλευρά. Οι πρώτοι χάρτες της Ιταλικής σχολής κατασκευάστηκαν στο πρότυπο των πορτολάνων, με τις γραμμές διευθύνσεων και τα ρόδα των ανέμων. Αργότερα, στους χάρτες και τα ναυτιλιακά διαγράμματα εισήχθηκαν προβολές. Από τους πιο παραγωγικούς χαρτογράφους της Ιταλικής σχολής είναι ο Battista Agnse από τη Βενετία, του οποίου οι χειρόγραφοι έγχρωμοι χάρτες θεωρούνται έργα τέχνης.  Από τα βασικότερα δείγματα χαρτογραφικής εργασίας της περιόδου είναι ο άτλαντας του Lafreri (Ρώμη, 1556-1572) που περιέχει τυπωμένους χάρτες των καλύτερων χαρτογράφων της εποχής.
Από τα μέσα του 16ου αιώνα ξεκινά η περίοδος της Ολλανδικής χαρτογραφίας και διαρκεί για περισσότερο από εκατό χρόνια χαρακτηρίζεται ως η χρυσή περίοδος της Ολλανδικής χαρτογραφίας. Πατέρας της Ολλανδικής χαρτογραφίας ήταν ο Geradus Mercator (1512-1594). Η μεγαλύτερη συμβολή του Mercator ήταν η απελευθέρωση της χαρτογραφίας από την επίδραση του Πτολεμαίου. Έγινε γνωστός για το χάρτη της Μεσογείου που κατασκεύασε το 1554, στον οποίο ελαττώνει το μήκος της Μεσογείου στις 53 μοίρες, διορθώνοντας ως ένα βαθμό το σφάλμα του Πτολεμαίου. Σήμερα είναι πιο γνωστός για τη Μερκατορική προβολή, η οποία εξαιτίας της ιδιότητας της να απεικονίζει της λοξοδρομίες ως ευθείες γραμμές, εφαρμόζεται στα ναυτιλιακά διαγράμματα. Ο Mercator χρησιμοποίησε την προβολή αυτή στο μεγάλο παγκόσμιο ναυτιλιακό του χάρτη το 1569.

Παγκόσμιος χάρτης του Mercator, 1569-
Πρώτη γνωστή χρήση της Μερκατορικής προβολής

Στο τέλος του 17ου αιώνα οι χάρτες των Γάλλων πλέον υπερείχαν των Ολλανδών με εξαίρεση τα ναυτιλιακά διαγράμματα στα οποία υπερτερούσαν οι Ολλανδοί μέχρι τις αρχές του 18ου αιώνα, οπότε θα ξεπεραστούν από αυτά των Άγγλων.
Το 18ο αιώνα, μέσα από μεγάλης κλίμακας, σχεδόν συνεχείς πολέμους, αρχίζουν να συγκροτούνται στην Ευρώπη οι μεγάλες δυνάμεις. Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις δε μπορούσαν αν σχεδιαστούν και να συντονιστούν χωρίς λεπτομερείς και ακριβείς χάρτες. Έτσι, η παραγωγή χαρτών αντιμετωπίστηκε σε εθνική πλέον βάση με ίδρυση στρατιωτικών χαρτογραφικών υπηρεσιών, οι οποίες ξεκίνησαν τοπογραφικές αποτυπώσεις εθνικής κλίμακας και αντίστοιχες χαρτογραφήσεις.
Ο 19ος αιώνας, περίοδος της βιομηχανικής επανάστασης και της μηχανής, επέδρασε στη χαρτογραφία με διάφορους τρόπους. Τα δίκτυα των σιδηροδρόμων χρειάζονταν αποτυπώσεις ακριβείας που σε πολλές χώρες αποτέλεσαν τη βάση της κατασκευής του χάρτη της χώρας. Η τοποθέτηση υποθαλάσσιων καλωδίων δημιούργησε την ανάγκη αποτύπωσης των βυθών. Τηλεγραφικές γραμμές μετάδιδαν την ώρα του Greenwich σε διάφορες θέσεις, καθιστώντας εύκολο τον προσδιορισμό του γεωγραφικού μήκους. Η ανάπτυξη της λιθογραφίας, της χαλκογραφίας, της φωτολιθογραφίας και της έγχρωμης τυπογραφίας δημιούργησαν νέας μορφής χάρτες, έγχρώμους, ωραιότερους, αλλά κυρίως μικρότερου κόστους κατασκευής και άρα πιο προσιτούς σε ευρύτερο κοινό.
Ένα άλλο γεγονός του 19ου αιώνα που συνέβαλε στην εξέλιξη της χαρτογραφίας, ήταν η ανάπτυξη των επιστημών, οι οποίες για πρώτη φορά εισήγαγαν το χάρτη ως εργαλείο μελέτης και έρευνας του γνωστικού τους αντικειμένου. Εμφανίζεται, δηλαδή, μια νέα κατηγορία χαρτών που έχει αντικείμενο την απεικόνιση φαινομένων του γεωγραφικού χώρου, όχι κατ' ανάγκη συγκεκριμένων ή ορατών, η οποία μελλοντικά θα δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο τομέα της χαρτογραφίας, τη θεματική χαρτογραφία. Στις αρχές του 19ου αιώνα εμφανίζονται οι πρώτοι γεωλογικοί χάρτες και στη συνέχεια, άτλαντες μετεωρολογίας, ωκεανογραφίας, βιολογίας, εθνογραφίας κλπ.  Οι σχολικοί χάρτες και άτλαντες χρησιμοποιούνται σταθερά ως βοηθήματα στην εκπαίδευση.

Παγκόσμιος γεωλογικός χάρτης (1849)

Αν ο 19ος αιώνας μπορεί να χαρακτηριστεί ως ο αιώνας των εθνικών χαρτογραφήσεων, ο 20ος μπορεί να χαρακτηριστεί ως ο αιώνας των χαρτογραφήσεων σε διεθνές επίπεδο. Στην αλλαγή αυτή συνετέλεσε η εισαγωγή της αεροφωτογραφίας στη μέθοδο κατασκευής του χάρτη, καθώς και οι ανάγκες που δημιουργήθηκαν με τη χρήση του αεροπλάνου στην ανάπτυξη των διακρατικών εμπορικών συναλλαγών και γενικά των μετακινήσεων. Παράλληλα με τη φωτογραφία, η συνεχής εξέλιξη της φωτολιθογραφίας και της φωτοχαρακτικής έχουν συνεχή επίδραση στην ποιότητα των παραγομένων χαρτών καθώς επίσης και η ανάπτυξη των συστημάτων offset.
Το 1891 ξεκίνησε ένα πρόγραμμα για τη χαρτογράφηση κάλυψη ολόκληρου του πλανήτη σε ενιαία κλίμακα 1:1000000, αλλά χρειάστηκαν 15 χρόνια για να θεσμοθετηθούν οι προδιαγραφές του. Εκδόθηκαν κάποιοι χάρτες αλλά οι παγκόσμιοι πόλεμοι διέκοψαν το έργο.
Ιδιαίτερα μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, ραγδαία είναι η εξέλιξη της θεματικής χαρτογραφίας. Όλο και περισσότερες επιστήμες και τεχνολογίες χρησιμοποιούν τους χάρτες ως μέσα έρευνας και μελέτης. Τα μεγάλα επίσης τεχνικά έργα απαιτούν σχεδιασμό και μελέτη σε χάρτες υπόβαθρα.
Το γεγονός, ωστόσο, που πραγματικά αποτέλεσε την επανάσταση στη χαρτογραφία, όπως άλλωστε σε πολλές επιστήμες, ήταν η εισαγωγή του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Η συνεχής εξέλιξη των ηλεκτρονικών τεχνικών εξοπλισμών και λογισμικών, έχει επιφέρει ριζικές αλλαγές σε όλα τα στάδια της χαρτογραφικής διαδικασίας ( συλλογή, επεξεργασία και απόδοση ) . Οι αλλαγές αυτές συχνά επιδρούν σε αρχές και κανόνες καθιερωμένους και θεσμοθετημένους κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης εξέλιξης της χαρτογραφίας, όπως αλλαγές στο μέσο απόδοσης του χάρτη, που από σχέδιο σε χαρτί γίνεται εικόνα σε οθόνη υπολογιστή, στο τρόπο σχεδίασης του και στα μέσα εκτύπωσης του με τη διάδοση των εκτυπωτών Laser.

Πηγή : Ευανθία Μιχαηλίδου , " Ιστορία της Χαρτογραφίας" , Αθήνα  2004