Ελληνικός πολιτισμός, Διδάσκοντας την Οδύσσεια


28η ενότητα: ω (περίληψη – ανάλυση αποσπασμάτων)

27η 28η

 

 

ΚΥΡΙΑ ΘΕΜΑΤΑ:

● H κάθοδος των μνηστήρων στον Άδη («Μικρή Nέκυια»)

● Aναγνώριση του Oδυσσέα και από τον Λαέρτη

● Σύγκρουση των συγγενών των μνηστήρων με τον Oδυσσέα

● Aποκατάσταση της βασιλείας και συμφιλίωση

Η Οδύσσεια διαρκεί 41 ημέρες. Στην ενότητα διανύουμε την 40ή και την 41η ημέρα:

 

 

Ερμής
Ο Οδυσσέας προς τον Λαέρτη Ο Οδυσσέας στον Δολίο. Ο Οδυσσέας στον Δολίο.


Οι απεικονίσεις των ψυχών Δημήτρης Παλαιοθόδωρος, «Οι απεικονίσεις των ψυχών στην αρχαία τέχνη»

 

Α.1 Περιληπτική αναδιήγηση της ραψωδίας ω: Σπονδαὶ (Συνθήκη ειρήνης)

 

Ο Ερμής οδηγούσε τις ψυχές των μνηστήρων στον Άδη την ώρα που ο Αγαμέμνονας συνομιλούσε με τον Αχιλλέα και τον καλοτύχιζε για τον ένδοξο θάνατό του σε αντίθεση με το άγριο δικό του τέλος. Ανάμεσα στους μνηστήρες ο Αγαμέμνονας διέκρινε τον γνωστό του Αμφιμέδοντα· τον ρώτησε πώς πέθαναν όλοι μαζί τόσο σπουδαίοι άντρες, και εκείνος διηγήθηκε τα καθέκαστα από τον δόλο της Πηνελόπης με το υφαντό μέχρι τον αγώνα τόξου και τον θάνατό τους, χωρίς να αρνείται τις ευθύνες τους· παραπονέθηκε μόνο που τα σώματά τους έμεναν ακόμη άταφα. Ο Αγαμέμνονας δεν τους συμπόνεσε για τη συμφορά τους, καλοτύχισε μόνο τον Οδυσσέα για την ανεκτίμητη γυναίκα του, που θα γίνει τραγούδι αθάνατο, σε αντίθεση με την Κλυταιμνήστρα, που θα γίνει τραγούδι μισητό.

 

Ο Οδυσσέας, στο μεταξύ, μαζί με τον Τηλέμαχο και τους δύο βοσκούς, πήγε στο αγρόκτημα. Έστειλε τους άλλους στην αγροικία, ενώ εκείνος αναζήτησε τον πατέρα του στο περιβόλι, όπου δούλευε με όψη και αμφίεση δούλου. Άρχισε συζήτηση μαζί του και του διηγήθηκε μια πλαστή ιστορία, που συγκίνησε τον Λαέρτη και κατέληξε στην αναγνώριση. Πήγαν έπειτα κι αυτοί στην αγροικία, όπου η γερόντισσα που φρόντιζε τον Λαέρτη τον έλουσε και τον έντυσε με ρούχα καθαρά. Έφτασε σε λίγο και ο σύζυγος της γερόντισσας, ο Δολίος, με τους έξι γιους τους και καλωσόρισαν τον Οδυσσέα.

 

Μαθεύτηκε, εν τω μεταξύ, το φονικό, και οι συγγενείς των μνηστήρων τούς θρήνησαν και τους κήδεψαν. Συγκεντρώθηκαν έπειτα στην αγορά, όπου πήρε τον λόγο ο πατέρας του Αντίνοου, ο Ευπείθης. Κατηγόρησε τον Οδυσσέα για την καταστροφή του στρατού και του στόλου και για τον θάνατο των παιδιών τους και κάλεσε τους πολίτες να πάρουν εκδίκηση, με τίμημα ακόμη και τη ζωή τους, για να μη μείνει πάνω τους η ντροπή. Ο Μέδοντας όμως, ως αυτόπτης μάρτυρας, τους βεβαίωσε ότι ο Οδυσσέας είχε θεό συμπαραστάτη, ο δε μάντης Αλιθέρσης τούς θύμισε τις δικές τους ευθύνες και πρότεινε να μην επιτεθούν. Οι περισσότεροι τον άκουσαν, αρκετοί όμως πήραν το μέρος του Ευπείθη και ετοιμάστηκαν για επίθεση.

 

Την ίδια ώρα στον Όλυμπο η Αθηνά έθεσε το πρόβλημα της σύγκρουσης των Ιθακησίων με τον Οδυσσέα κι ο Δίας την εξουσιοδότησε να κατεβεί στην Ιθάκη και να συμφιλιώσει τους αντιπάλους επικυρώνοντας τη βασιλεία του Οδυσσέα. Έτσι, η σύγκρουση, που είχε ήδη αρχίσει, σταμάτησε και η Αθηνά επέβαλε ειρήνη υποχρεώνοντας τις αντίπαλες ομάδες να δώσουν όρκους φιλίας με τον Οδυσσέα για πάντα βασιλιά.

 

Α2. Κείμενο α. Aναγνώριση του Oδυσσέα από τον Λαέρτη: ω 265-377/<244-355> (με ενδιάμεσες παραλείψεις)

Ο Οδυσσέας συνομιλεί με τον πατέρα του

Οδυσσέας - Λαέρτης
Ο Οδυσσέας και ο Λαέρτης.


Ο θρήνος του Αχιλλέα για τον Πάτροκλο Ο θρήνος του Αχιλλέα για τον Πάτροκλο

265 «Γέροντα, αμάθητος δεν φαίνεσαι στο πώς φροντίζουν ένα περιβόλι. [...]
269 Αλλά θα κάνω τώρα άλλη ερώτηση, και μη θυμώσεις σε παρακαλώ.
270 Δεν βλέπω να φροντίζεσαι κι εσύ ο ίδιος· πέφτουν βαριά
τα γηρατειά στους ώμους σου· άπλυτος έμεινες και στέγνωσες, άσχημα είναι
272 και τα ρούχα που φορείς. [...]
278 Παρ’ όλα ταύτα και τούτο πες μου, μη μου κρύψεις την αλήθεια:
ποιος ο αφέντης που υπηρετείς και που το χτήμα του δουλεύεις;
280 Αλλά και κάτι ακόμη σου ζητώ, θέλω ακριβώς να μάθω·
αν πράγματι είναι αυτή η Ιθάκη εδώ που φτάσαμε [...]·
288 κάποτε κάποιον φιλοξένησα στην πατρική μου γη [...].
291 Αυτός λοιπόν περηφανεύονταν ότι κρατεί η γενιά του απ’ την Ιθάκη,
έλεγε μάλιστα πως είχε πατέρα τον Λαέρτη, τον γιο του Αρκείσιου.
Κι εγώ τον πήρα και τον έφερα στο σπιτικό μου, καλά τον φιλοξένησα,
τον φίλεψα μ’ αγάπη, μ’ όσα πολλά αγαθά είχε το αρχοντικό μου.
295 Του χάρισα δώρα φιλόξενα, όπως ταιριάζει στην περίσταση [...].»
301 Στον Οδυσσέα απάντησε ο πατέρας του με βουρκωμένα μάτια:
«Πράγματι, ξένε μου, φτάνεις στη χώρα που ρωτάς και που αναζητούσες,
μόνο που τώρα την κατέχουν άντρες παράνομοι, αλαζόνες
αρχ [...].
305 Αν ζωντανό τον έβρισκες εκείνον εδώ στον δήμο της Ιθάκης,
στα δώρα σου ανταμοιβή καλή θα σου έδινε [...].
309 Μα τώρα κάτι άλλο θέλω να μου πεις, μην κρύψεις την αλήθεια·
310 πόσα τα χρόνια που προσπέρασαν, αφότου εσύ τον έρμο εκείνον
φιλοξένησες, τον δύσμοιρό μου γιο, αν είχα κάποτε / κι εγώ ένα γιο; [...]
320 Και κάτι ακόμη, πες το μου τώρα αληθινά για να το μάθω·
ποιος είσαι και από πού; ποια η πατρίδα σου, ποιοι οι γονείς σου;
και κατά πού το γρήγορο καράβι αγκυροβόλησε [...].»
325 Στα λόγια του αποκρίθηκε ο Οδυσσέας πολύγνωμος:
«Όλα που ρώτησες θα σου τα πω, τίποτα δεν θα κρύψω.
327-8 Πατρίδα μου ο Αλύβαντας [...]· / είμαι ο γιος του βασιλιά Αφείδα [...]·
το όνομά μου Επήριτος· όμως κάποιος θεός, άγνωστο ποιος,
330 από τη Σικανία άθελά μου με παρέσυρε, κι έφτασα τώρα εδώ.  1
Στέκει αραγμένο το καράβι μου μακριά απ’ την πόλη, σ’ απόμερο
γιαλό· πέρασαν κιόλας πέντε χρόνια, αφότου ο δύσμοιρος εκείνος
φεύγοντας άφησε τα μέρη μας· στον μισεμό του όμως τον συνόδεψαν
δεξιά πουλιά και καλοσήμαδα· έτσι, χαρούμενος εγώ τον ξεπροβόδισα,
335 χαρούμενος ξεκίνησε κι εκείνος. Με την ελπίδα στην ψυχή κοινή,
ξανά οι δυο φιλόξενα να σμίξουμε, ωραία δώρα πάλι ν’ ανταλλάξουμε.»
Έτσι του μίλησε, και τον πατέρα του τον κάλυψε μαύρη νεφέλη πόνου·
στα δυο του χέρια φούχτωσε καμένη στάχτη, την έριξε
στο γκρίζο του κεφάλι, σπαραχτικά θρηνώντας.  2
340 Του Οδυσσέα τότε η καρδιά σπαρτάρησε, έτοιμος να ξεσπάσει, έτρεμαν
τα ρουθούνια του, βλέποντας τον πατέρα του τόσο βαριά
να κλαίει και να βογγά.
Ρίχτηκε πάνω του, τον αγκαλιάζει, τον φιλεί κι ομολογεί:
«Είμαι εγώ, πατέρα μου, αυτός που αναζητούσες, μπροστά σου εδώ αρχ·
345 κι αν πέρασαν στο μεταξύ είκοσι χρόνια, έφτασα τέλος στην πατρίδα.
Αλλά συγκράτησε τώρα τον θρήνο σου, σταμάτησε το δακρυσμένο βογκητό σου.
Κι αμέσως θα το πω – ο χρόνος τρέχει, πρέπει να βιαστούμε·
σκότωσα τους μνηστήρες μέσα στο παλάτι, την άπονή τους βλάβη εκδικήθηκα,
τα ανόσια έργα τους.»
350 Πήρε τον λόγο ο Λαέρτης πάλι, φώναξε:
«Αν πράγματι ο Οδυσσέας είσαι, αν έφτασες εδώ εσύ ο γιος μου,
σημάδι πες μου αληθινό, τότε θα σε πιστέψω. αρχ»
Ο Οδυσσέας πολύγνωμος αμέσως αποκρίθηκε:
«Ας δουν τα μάτια σου ετούτη πρώτα την ουλή, που τη στιγμάτισε
355-6 με τ’ άσπρο δόντι του ο κάπρος, ψηλά όταν βρέθηκα / στον Παρνασσό· [...].
358 [...] θα πω ακόμη και τα δέντρα
στο νοικοκυρεμένο χτήμα σου, όσα εσύ, σαν ήμουν κάποτε παιδί, μου χάρισες,
360 καθώς στο περιβόλι εγώ σ’ ακολουθούσα και σου ζητούσα αυτό κι εκείνο.
Κι όπως περνούσαμε ανάμεσά τους, εσύ τα ονόμασες ένα προς ένα:
δέκα μηλιές μού χάρισες, συκιές σαράντα και δεκατρείς μού μέτρησες
ωραίες αχλαδιές· είπες δικά μου και πενήντα αράδες κλήματα [...].»
367 Τόσα του είπε, λύθηκαν τότε του Λαέρτη γόνατα και καρδιά, αναγνωρίζοντας
σημάδια απαραγνώριστα, όσα ομολόγησε ο Οδυσσέας.
Οπότε, απλώνοντας τα δυο του χέρια, κρεμάστηκε από τον λαιμό του,
370 ενώ λιπόθυμο τον συγκρατούσε πάνω του βασανισμένος ο Οδυσσέας και θείος.
Μόλις ωστόσο πήρε ανάσα κι ήλθε η ψυχή στον τόπο της,
βρίσκοντας πάλι τη μιλιά του, είπε:
«Ω Δία πατέρα, αλήθεια υπάρχετε οι θεοί στον Όλυμπο ψηλά,
αν πράγματι οι μνηστήρες πλήρωσαν την αλαζονική τους ύβρη. αρχ
375 Μόνο που τώρα με τρώει ο φόβος, μήπως και καταφθάσουν
εδώ Ιθακήσιοι, κι ακόμη στείλουν μήνυμα παντού να ξεσηκώσουν
απ’ τα πολίσματά τους τους Κεφαλλονίτες 3

[Μεσολαβεί η συνέλευση των Ιθακησίων και η ετοιμασία για επίθεση.]

 

Α3 Κείμενο β Θεϊκή επέμβαση αποτρέπει τη σύγκρουση και επιβάλλει συμφιλίωση: ω 501-580/<472-548>

3ο συμβούλιο των θεών

Οι Ιθακήσιοι προετοιμάζονται

501 Στο μεταξύ κι η Αθηνά στον Δία, γιο του Κρόνου, στράφηκε μιλώντας:
«Πατέρα μας Κρονίδη, ο πρώτος όλων των θεών, δώσε μου
τώρα απόκριση σε μιαν ερώτηση: στο βάθος τι να κρύβει πάλι ο νους σου;
Θ’ ανοίξεις πόλεμο φριχτό, άγρια σφαγή ανάμεσό τους; ή μήπως
505 σκέφτεσαι να επιβάλεις μεταξύ τους συμφιλίωση;»
Ανταποκρίθηκε στον λόγο της ο Δίας, θεός που συμμαζεύει τις νεφέλες:
«Καλή μου κόρη, τι ρωτάς και τι λογής απάντηση γυρεύεις;
Εσύ δεν είσαι που αποφάσισες με το μυαλό σου αυτή τη λύση,
να πάρει ο Οδυσσέας εκδίκηση, γυρίζοντας πίσω στον τόπο του;
510 Κάνε λοιπόν καταπώς θες, κι εγώ θα πω το τι ταιριάζει·
αφού ο θείος Οδυσσέας τιμώρησε τους άνομους μνηστήρες,
τώρα να δώσουν όρκους μεταξύ τους, να μείνει αυτός για πάντα βασιλιάς.
Εμείς για τα παιδιά τους και τα σκοτωμένα αδέλφια τους
προτείνουμε τη λήθη· όπως και πριν, έτσι και πάλι
515 να φιλιώσουν μεταξύ τους, ας γίνει η ειρήνη, με περίσσια πλούτη αρχ  .» 4
Έτσι ο θεός παρότρυνε την Αθηνά σ’ αυτό που εκείνη επιθυμούσε·
χύθηκε τότε κατεβαίνοντας από του Ολύμπου τις κορφές. [...]

[Στο μεταξύ οι Ιθακήσιοι με επικεφαλής τον Ευπείθη πλησίαζαν στο αγρόκτημα. Αρματώθηκε και η δωδεκαμελής τώρα ομάδα του Οδυσσέα και ήταν ν’ αρχίσει η μάχη.]

Η Αθηνά στην Ιθάκη


Μεσολάβηση της Αθηνάς
Η Αθηνά ομονοεί τους συγγενείς των μνηστήρων με τον Οδυσσέα.

Δίας


Η τελική αναγνώριση

532 Την ίδια ώρα η Αθηνά, του Δία η θυγατέρα, βρέθηκε πλάι τους,
με τη μορφή του Μέντορα, ίδια στην όψη, ίδια στη φωνή.
Την πήρε είδηση βασανισμένος ο Οδυσσέας και θείος,
535 και γύρισε μιλώντας στον Τηλέμαχο, τον ακριβό του γιο:
«Τηλέμαχε, έφτασε τώρα η ώρα ορμητικά να μπεις κι εσύ στη μάχη
αντρών που πολεμούν, όπου και ξεχωρίζουν οι γενναίοι. Κοίταξε όμως
μην ντροπιάσεις τους προγόνους σου· από καιρό είμαστε φημισμένοι αρχ
σ’ όλη την οικουμένη για την αντρεία και το θάρρος μας.»
540 Ανταποκρίθηκε ο Τηλέμαχος, φρόνιμο κι έξυπνο μυαλό:
«Πατέρα μου, θα δεις και μόνος σου, φτάνει να το θελήσεις, πως πάνω
στην ορμή μου δεν θα ντροπιάσω τη γενιά σου εγώ,
όπως το λες και το παινεύεσαι.»
Ακούγοντας τα λόγια του, ένιωσε μέσα του χαρά ο Λαέρτης κι ομολόγησε:
545 «Τι μέρα αυτή, αθάνατοι θεοί, για μένα! Χαρά με πλημμυρίζει·
γιος κι εγγονός για την παλικαριά τους συνερίζονται.» [...]

[Η Αθηνά ενδυνάμωσε τον Λαέρτη κι αυτός με το δόρυ του σκότωσε τον Ευπείθη.]

557 Την ίδια ώρα ο Οδυσσέας κι ο λαμπρός του γιος ορμούν με τους προμάχους,
χτυπούν σπαθιά, πέφτουν αμφίκυρτα στη μύτη τους κοντάρια.  5
Όλους θα τους αφάνιζαν, θα γύριζαν τον νόστο ανόστιμο,  6
560 αν τη στιγμή εκείνη η Αθηνά, η θυγατέρα του αιγίοχου Δία, δεν έβγαζε
φωνή μεγάλη, που άφησε σύξυλους τους δυο στρατούς:
«Τον άγριο πόλεμό σας, Ιθακήσιοι, πάψτε, καιρός με δίχως αίματα,  αρχ
φίλοι να χωριστείτε.» [...]

[Τρομοκρατημένοι οι Ιθακήσιοι έτρεξαν προς την πόλη γυρεύοντας να σωθούν.]

568 Ο Οδυσσέας όμως, πολύπαθος και θείος, χύμηξε πίσω τους
με φοβερή κραυγή, σαν αετός από ψηλά πετώντας.
570 Μα τώρα αφήνει ο γιος του Κρόνου κεραυνό πυρφόρο, κι έπεσε αυτός
μπροστά στης Αθηνάς τα πόδια, γλαυκόματης θεάς πανίσχυρου πατέρα.
Τα μάτια λάμποντας, η Αθηνά στον Οδυσσέα γύρισε μιλώντας:
«Γιε του Λαέρτη, του Διός βλαστέ, πανούργε Οδυσσέα,
κράτα τη μάνητά σου πια του φοβερού πολέμου, μήπως  7
575 του Κρόνου ο γιος, ο Δίας βροντόφωνος, εξοργιστεί μαζί σου.»
Έτσι του μίλησε η θεά, κι εκείνος άκουσε τον λόγο της κι αλάφρωσε
από χαρά η καρδιά του. Τότε η Παλλάδα Αθηνά, η θυγατέρα
του αιγίοχου Δία, βάζει τους δυο στρατούς να κάνουν
όρκους συμφιλίωσης, και για το μέλλον
αρχ
580 με τη μορφή του Μέντορα κυκλοφορούσε, ίδια στην όψη, ίδια στη φωνή.

 

Ερωτήσεις κατανόησης Ερωτήσεις κατανόησης ερωτήσεις Σταυρόλεξο Σταυρόλεξοερωτήσεις

 

 

 


 

1. (στ. 330) Σικανία: Ίσως παλαιότερο όνομα της Σικελίας, οπότε ο Αλύβαντας (στ. 327) πρέπει να θεωρηθεί πόλη αυτής της περιοχής· τα ονόματα όμως των στί-χων 328-9 είναι πλαστά.

2. (338-9) στα δυο του χέρια φούχτωσε καμένη στάχτη, την έριξε στο γκρίζο του κεφάλι: Με την ενέργειά του αυτή ο Λαέρτης εκδήλωσε το μεγάλο πένθος του.

Ο θρήνος του Αχιλλέα για τον Πάτροκλο Ο θρήνος του Αχιλλέα για τον Πάτροκλο

3. (στ. 377) Κεφαλλονίτες /Κεφαλλῆνες: Έτσι ονομάζονται οι σύντροφοι του Οδυσσέα στην Ιλιάδα (Β 631 και Δ 350) και οι υπήκοοί του, κατ’ επέκταση· στην Οδύσσεια όμως το όνομα αυτό εναλλάσσεται με το όνομα Ιθακήσιοι.

4. (στ. 515) ας γίνει ειρήνη: Η λέξη ειρήνη απαντά μόνο εδώ στην Οδύσσεια. Ο Δίας αποφασίζει για τους Ιθακήσιους συμφιλίωση, ειρήνη και ευημερία/«περίσσια πλούτη»: τα τρία βασικά χαρακτηριστικά μιας ευτυχισμένης πολιτείας. Με την απόφαση αυτή ο Δίας κλείνει το θέμα της αντεκδίκησης σημειώνοντας πρόοδο στον θεσμό της αυτοδικίας, όπως δείχνουν και οι προηγούμενοι στίχοι 511-514 - ιδιαίτερα η φράση: «εμείς [...] προτείνουμε τη λήθη», τη λησμονιά για τους σκοτωμένους.

5. (στ. 558) αμφίκυρτα στη μύτη τους κοντάρια: κοντάρια με αιχμές κυρτές και από τις δύο πλευρές.

6. (στ. 559) θα γύριζαν τον νόστο ανόστιμο: ο Ζήσιμος Σίδερης μεταφράζει: κανείς δεν θα γυρνούσε.

7. (στ. 573-4) γιε του Λαέρτη, [...] / κράτα τη μάνητά σου πια του φοβερού πολέμου, πρβλ. τον στ. 562: τον άγριο πόλεμό σας, Ιθακήσιοι, πάψτε: Η Αθηνά επιβάλλει και στις δυο αντιμαχόμενες πλευρές κατάπαυση του πολέμου –που κινδύνευε να εξελιχθεί σε εμφύλια σύγκρουση– και ένορκη συμφιλίωση, κλείνοντας έτσι τον κύκλο της αυτοδικίας.

 

αρχή

 



 

Μ. Longley, «Λαέρτης» (μτφρ. X. Βλαβιανός)


Όταν βρήκε τον Λαέρτη μόνο στην περιποιημένη πεζούλα, να σκαλίζει
ένα αμπέλι, αξιοθρήνητο στα κουρελιασμένα ρούχα της δουλειάς [...],
ο Οδυσσέας έκλαψε στη σκια μιας αχλαδιάς για τον πατέρα του
τόσο γέρο και εξαθλιωμένο που το μόνο που ήθελε εκείνη τη στιγμή
ήταν να τον φιλήσει και να τον αγκαλιάσει και να του αποκαλύψει όλη την ιστορία.
Όλη η ιστορία όμως είναι ένας κατάλογος κι ύστερα άλλος.
Έτσι περίμενε να αναδυθούν από εκείνο τον βασιλικό κήπο εικόνες
των παιδικών του χρόνων, όταν τρέχοντας πίσω από τον πατέρα του
ρωτούσε για ό,τι έβλεπε μπροστά του, τις δεκατρείς αχλαδιές,
τις δέκα μηλιές, τις σαράντα συκιές, τις πενήντα σειρές αμπέλι,
να ωριμάζουν σε διαφορετικές εποχές για να προσφέρουν συνεχώς σοδειά,
ώσπου ο Λαέρτης αναγνώρισε τον γιο του, και με τρεμάμενα γόνατα,
ζαλισμένος, τύλιξε τα χέρια γύρω από τον λαιμό του τρανού Οδυσσέα,
που τράβηξε τον γέροντα, έτοιμο να λιποθυμήσει, στο στήθος του
και τον κράτησε εκεί / [...].

(Περ. Ποίηση, 26/2005, σσ. 38-39)

Mελετήστε το ποίημα του Iρλανδού ποιητή Μ. Longley και προσέξτε πώς μεταποιεί την αναγνώριση του Oδυσσέα από τον Λαέρτη.

 

αρχή

 



 

  1. Πώς παρουσιάζεται ο Λαέρτης στη συνάντηση με τον Oδυσσέα και στη σύγκρουση που ακολουθεί;

  2. Tι ευθύνες καταλόγισε ο Eυπείθης στον Oδυσσέα και τι πρότεινε; (δείτε την 3η παράγραφο της περίληψης).

  3. Πώς μπορεί να δικαιολογηθεί η απαλλαγή του Oδυσσέα από τις κατηγορίες για την απώλεια του στρατού στην πορεία του νόστου και για τη δολοφονία των μνηστήρων με την επιστροφή του;

    Να απαντήσετε αφού λάβετε υπόψη σας την ηθική αρχή της Oδύσσειας (θεϊκή προειδοποίηση – μη συμμόρφωση – τιμωρία) και όσα είπε ο μάντης Αλιθέρσης στη συνέλευση των Iθακησίων ω 484-5:
    «Φίλοι, τα έργα αυτά έγιναν, όπως έγιναν, από κακότητα δική σας·
    που μήτε εμένα εμπιστευτήκατε μήτε τον Mέντορα, σύμβουλο του λαού,
    ώστε να βάλετε στην αφροσύνη των παιδιών σας φρένο.
    Παράνομα έπραξαν, άθλια φέρθηκαν, ρημάζοντας το βιος,
    ντροπιάζοντας τη νόμιμη γυναίκα ενός γενναίου και πρώτου,
    λέγοντας πως πίσω πια δεν θα γυρίσει.»
    (Πρβλ. β 178-195, στην 6η Ενότητα)

  4. Πώς η Αθηνά κι ο Δίας συνέβαλαν στην αποκατάσταση του Oδυσσέα και τι προκύπτει από τις ενέργειές τους για τους θεσμούς της βασιλείας και της αυτοδικίας;

Ανθρωποκτονία Ανθρωποκτονία [πηγή: ΙΜΕ]

 

αρχή

 



 

Στη ραψωδία ω ανακεφαλαιώνονται και συμπληρώνονται θέματα που εκκρεμούσαν:

  • O Aμφιμέδοντας στη «Μικρή Nέκυια» συνοψίζει όλα τα σχετικά με τους μνηστήρες, από την αρχή ως το τέλος του έπους, από τη δική τους πλευρά και χωρίς να αρνείται τις ευθύνες τους.

  • O Aγαμέμνονας καλοτυχίζει τον Oδυσσέα και επαινεί την Πηνελόπη χωρίς τις επιφυλάξεις που είχε στη «Μεγάλη Nέκυια».

  • Συμπληρώνεται, με ιδιαίτερη μάλιστα φροντίδα, η μορφή του Λαέρτη.

  • Eνταφιάζονται οι μνηστήρες.

  • Kλείνει το θέμα των αντεκδικήσεων με λήθη για τους σκοτωμένους και αποκαθίσταται η παλαιά καλή σχέση του ηγέτη με τον λαό του (συμφιλίωση – ειρήνη – ευημερία).

  • Aνοιχτή μένει μόνο η νέα αποδημία του Oδυσσέα με το κουπί στον ώμο, που του όρισε ο μάντης Tειρεσίας.

 

 

αρχή

 



 

Ερμηνευτικές επισημάνσεις

 

1. H «Μικρή Nέκυια» –μια μικρογραφία της «Μεγάλης»– δείχνει αφενός τις ψυχές των μνηστήρων στον Άδη και ανακεφαλαιώνει όσα τους αφορούν, καλύπτει αφετέρου το χρονικό διάστημα της μετάβασης του Oδυσσέα στο κτήμα του Λαέρτη· η λειτουργία της όμως είναι ευρύτερη:

• αντιπαρατίθεται εδώ ο άδοξος άγριος θάνατος του Αγαμέμνονα προς τον ένδοξο και τιμημένο θάνατο του Αχιλλέα· εμμέσως, και ο τραγικός νόστος του αρχιστράτηγου προς τον ευτυχή νόστο του Oδυσσέα, που στη «Μεγάλη Nέκυια» είχε μείνει ανοιχτός·

• κατηγορείται άλλη μια φορά η συζυγοκτόνος Kλυταιμνήστρα και επαινείται, χωρίς επιφυλάξεις τώρα από τον Αγαμέμνονα, η Πηνελόπη, που για τις αρετές της θα γίνει τραγούδι παντοτινό·

• αυτοελέγχονται οι μνηστήρες –τώρα πια– με μόνο παράπονο αυτό της ταφής, που θα κλείσει σε λίγο.

 

2. O ποιητής αναφέρθηκε επανειλημμένα στο Λαέρτη (α 208-13/<188-93>, λ 208-18/<187-96>, π <137-45>), και δε θα μπορούσε να κλείσει το έπος χωρίς να τον παρουσιάσει σε πρώτο πλάνο. Αφιερώνει λοιπόν ένα εκτενές επεισόδιο στον πονεμένο αυτόν γέροντα, με ιδιαίτερη μάλιστα φροντίδα:

• ορίζει το κτήμα του ως χώρο άμυνας του Oδυσσέα, όπου θα βρει και τη λύση του το έπος·

• τον δείχνει να καταπονείται εργαζόμενος στο περιβόλι και να υποφέρει από την απουσία του γιου του·

• «παίζει» μαζί του το παιχνίδι του αναγνωρισμού (με συζήτηση, πλαστή ιστορία, πειστικά σημάδια, όπως και με την Πηνελόπη) εφαρμόζοντας όλη τη γνωστή αναγνωριστική διαδικασία·

• εξομοιώνει τη σκέψη του με τη σκέψη του γιου του: αποδίδει κι αυτός την τιμωρία των μνηστήρων στη θεία δίκη αλλά και φοβάται αντεκδικήσεις (ω 373-7/<351-5>≈χ 441/<413> και ψ 136/<117> κ.ε.)·

• τον ξανανιώνει με το λουτρό και τον εμψυχώνει με την επέμβαση της Αθηνάς, ώστε να «αριστεύσει» κι αυτός σκοτώνοντας τον επικεφαλής της επίθεσης, τον Eυπείθη.

→ Όλα αυτά τιμούν τον Λαέρτη και, συγχρόνως, αισθητοποιούν τόσο τον πόνο του γέρου πατέρα για τον αγνοούμενο γιο, όσο και τη συγκίνηση μετά την αναγνώριση – και βέβαια τέρπουν τον ακροατή με το παιχνίδι ιδιαίτερα της ειρωνείας. (Bλ. σχετικά: Kακριδής, I. 4, σσ. 111-12, B΄· πρβλ. Kακριδής, I. 5, σσ. 82-5, B΄.)

 

3. Οι αντιδράσεις των συγγενών, κυρίως, των μνηστήρων ήταν αναμενόμενες σε μια κοινωνία όπου ίσχυε ο άγραφος νόμος της αυτοδικίας. Έτσι, μετά την ταφή των νεκρών, σε μια αυθόρμητη συνέλευση των πολιτών, τίθεται το θέμα των αντιποίνων. Οι σημαντικότερες πτυχές του θέματος (με βάση την περίληψη):

• απαρηγόρητος ο Eυπείθης κατηγόρησε τον Oδυσσέα για τη διπλή συμφορά που προκάλεσε στον τόπο, έθεσε θέμα τιμής και πρότεινε εκδίκηση·

• ο κήρυκας Mέδοντας μίλησε για τη θεϊκή συμπαράσταση που είχε ο Οδυσσέας την ώρα του φονικού, πράγμα που δικαίωνε προκαταβολικά τη δολοφονική επιχείρηση του Oδυσσέα, και τους προκάλεσε τρόμο·

• ενώ ο μάντης Αλιθέρσης ενοχοποίησε τους γονείς, κυρίως, των μνηστήρων, γιατί ανέχονταν τις ατασθαλίες των παιδιών τους, παρά τις προειδοποιήσεις τις δικές του και του Mέντορα ( βλ. β 178/<161> κ.ε.), και τους κάλεσε να μην επιτεθούν·

• οι περισσότεροι υποχώρησαν, οι υπόλοιποι όμως οπλίστηκαν και ετοιμάστηκαν για επίθεση.

→ Την κρίσιμη αυτή στιγμή χρειάζεται να ληφθεί απόφαση στον Όλυμπο και να επιβληθεί στη γη με θεϊκές επεμβάσεις, όπως έγινε και με τον νόστο του Oδυσσέα.

 

4. Σε ένα υποτυπώδες (τρίτο) συμβούλιο των θεών, λοιπόν, η Αθηνά διερευνά τις διαθέσεις του Δία: αποφασίζει πόλεμο ανάμεσα στον Oδυσσέα και στους Ιθακήσιους ή συμφιλίωση; (501-5/<472-6>). («Είναι αρκετά σαφές ότι οι συνελεύσεις των θεών στις ραψωδίες α (26-95) και ω έχουν άμεση σχέση [...]: όπως ακριβώς ο Δίας και η Αθηνά συμφώνησαν να επηρεάσουν τα δρώμενα στη γη και να οργανώσουν την επιστροφή του Οδυσσέα, έτσι και τώρα φροντίζουν να οδηγήσουν τα γεγονότα σε αίσιο τέλος.» (Ερμηνευτικό Υπόμνημα, τ. Γ', ω 472-88, Ε'). Ας επισημανθεί η τυπικότητα των σκηνών του Ολύμπου, όπου λαμβάνονται όλες οι σημαντικές αποφάσεις: Ένας θεός (συνήθως η Αθηνά, αλλά και ο Ήλιος, μ <377> κ.ε., και ο Ποσειδώνας, ν <128> κ.ε.) διαμαρτύρεται στον Δία και ο πατέρας των θεών συναινεί είτε επιτρέποντας στον ίδιο τον θεό να δράσει είτε στέλνοντας αγγελιοφόρο στη γη ή ανταποκρινόμενος ο ίδιος ο Δίας (βλ. σχετικά: Holscher, σ. 104, Γ').)

O Δίας τής θυμίζει ότι ήταν δική της απόφαση να πάρει εκδίκηση ο Οδυσσέας (βλ. ε 27-8/<23-4>) –εντύπωση που προκύπτει από την όλη στάση της Αθηνάς απέναντι στον ήρωα– και της επιτρέπει να δράσει όπως επιθυμεί· προσθέτει όμως και αυτό που εκείνος θεωρεί σωστό: «μετά τη δίκαιη τιμωρία των μνηστήρων πρέπει να συναφθεί συμφωνία βάσει της οποίας ο Οδυσσέας θα παραμείνει ισοβίως βασιλιάς και οι συγγενείς των μνηστήρων θα παραιτηθούν από την εκδίκηση, ώστε να επικρατήσουν και πάλι όπως πριν η ομόνοια, η ευημερία και η ειρήνη», σχέδιο που ανέλαβε να υλοποιήσει αμέσως η Αθηνά κατεβαίνοντας στην Ιθάκη (508-1/<479-86>). («Το συγκεκριμένο σχέδιο έχει εξαιρετικά μεγάλη σημασία στην ιστορία των ιδεών εκφράζει την κατάργηση του νόμου της αντεκδίκησης, ο οποίος κυριαρχούσε ως τότε χωρίς περιορισμούς. Στη θέση του καθιερώνεται μια νέα πολιτική τάξη η οποία βασίζεται στο δίκαιο και στον νόμο και επικυρώνεται από τους θεούς. Σύμφωνα με την τάξη αυτή ο δίκαιος και φιλάνθρωπος βασιλιάς εγγυάται τον πλούτο και την ελευθερία (πρβλ. β 234, ε8-12, λ 136-7, τ 109-14). Ο ποιητής εδώ εμφανίζεται ως υπέρμαχος και προάγγελος μιας νέας εποχής.» (Ό.π.). Ας σημειωθεί ότι η άρση του δικαιώματος της αντεκδίκησης έχει προετοιμαστεί στο πλαίσιο της «Τηλεμάχειας» με τη λέξη κλειδί νψοινοι = ανεκ-δίκητοι: Ο Τηλέμαχος επικαλούμενος τότε τους θεούς είχε πει: «ανίσως δώσει ο Δίας κάποτε / να πληρωθούν τα ανόσια έργα σας, τότε θα βρείτε μέσα εδώ / τον όλεθρο, χωρίς κανένα χρέος πια» (β 158-61/<143-5>=α 422-4/<378-80>). Έτσι ο Δίας, που του έδωσε την εκδίκηση, αφαίρεσε από τους άλλους το δικαίωμα της αντεκδίκησης.)

 

Στο μεταξύ, η ομάδα του Oδυσσέα βλέπει τους επιτιθέμενους να πλησιάζουν στο αγρόκτημα και ετοιμάζεται για αντεπίθεση. H Αθηνά βρίσκεται πλάι τους με τη μορφή του Mέντορα, κι ο Οδυσσέας, ενθαρρυμένος, εμψυχώνει τον Τηλέμαχο, που υπόσχεται ότι θα φανεί αντάξιος της γενιάς του· ο δε Λαέρτης ακούγοντάς τους χαίρεται και, εμψυχωμένος κι αυτός από τη θεά, σκοτώνει τον Eυπείθη (532/<502> κ.ε.).

O Οδυσσέας και ο Τηλέμαχος όρμησαν, αλλά δεν πρόλαβαν να επιτεθούν, γιατί η Αθηνά κήρυξε κατάπαυση του φοβερού πολέμου, που κινδύνευε να εξελιχθεί σε εμφύλια σύρραξη· η φωνή της κατατρόμαξε και έτρεψε σε φυγή τους οπαδούς του νεκρού πια Eυπείθη (557/<526> κ.ε.). O Οδυσσέας «χύμηξε πίσω τους», ο Δίας όμως με τον κεραυνό και η Αθηνά με νέα επέμβαση τον ανέκοψαν και επέβαλαν ανάμεσα στους αντιπάλους ένορκη συμφιλίωση «και για το μέλλον» (568-80/<537-48>). Έτσι, O Οδυσσέας ξανακέρδισε και την εξουσία, όπως είχε οραματιστεί ο Τηλέμαχος στο α 129-32/<115-7>.

→ Mε την επιβεβλημένη αυτή λύση του έπους από τους θεούς, εξουδετερώνονται και οι αντεκδικητές και αποκαθίσταται στην Ιθάκη η (ηθική, κοινωνική, πολιτική) τάξη, που είχε διασαλευτεί από την υβριστική συμπεριφορά των αλαζονικών ανταπαιτητών του θρόνου. Αν, λοιπόν, κάτω από τη μνηστηροφονία και τις αντεκδικήσεις δούμε μια αποτυχημένη εξέγερση της αριστοκρατίας κατά της (κληρονομικής) βασιλείας, τότε: οι θεοί με τις επεμβάσεις τους και ο ποιητής με τους χειρισμούς του δείχνουν καθαρά ότι είναι υπέρ της «καθεστηκυίας τάξης», υπέρ του βασιλιά δηλαδή, που ξαναπαίρνει στα χέρια του την εξουσία, «εξουσία που αμφισβητήθηκε και κινδύνεψε να καταλυθεί, επειδή για ένα διάστημα αδράνησε». Αυτό πάλι σημαίνει ότι ο θεσμός της βασιλείας στα ομηρικά χρόνια κλονίζεται μεν, έχει όμως ακόμη ερείσματα.

 

5. Το τέλος της Οδύσσειας αποτελεί μια συνοπτική ανεστραμμένη αντιστοιχία της αρχής της:

 

Ραψ. α και β: Συμβούλιο των θεών στον Όλυμπο, όπου συζητούν ο Δίας και η Αθηνά, και δράση της Αθηνάς στην Ιθάκη- συνέλευση των Ιθακησίων, όπου μιλούν ο Αντίνοος, από τη μια πλευρά, και από την άλλη ο Αλιθέρσης και ο Μέντορας.

Ραψ. ω447/<420> κ.ε.: Συνέλευση των Ιθακησίων, όπου μιλούν ο Ευπείθης από τη μια πλευρά, ο Μέδοντας και ο Αλιθέρσης από την άλλη- συμβούλιο των θεών στον Όλυμπο, όπου συζητούν ο Δίας και η Αθηνά, και δράση της Αθηνάς στην Ιθάκη.;

 

Αποσπάσματα από τη σχετική βιβλιογραφία / αρθογραφία

 

1. Η δικαίωση του Οδυσσέα

«[...] ο ποιητής της Οδύσσειας είχε να αντιμετωπίσει στην περίπτωση του πρωταγωνιστή του ήρωα ένα φονικό σκάνδαλο, οφειλόμενο κατά πάσα πιθανότητα στην προηγούμενη νοβελιστική παράδοση, ανάλογο προς εκείνο με τον ανόστιμο όλεθρο όλων των εταίρων του Οδυσσέα. Το ζητούμενο επομένως είναι αν πέτυχε να δικαιώσει επαρκώς τη φονική αυτή έξαψη του πολύτροπου ήρωά του.» (Μαρωνίτης 5, σσ. 268-9, Γ ').

«[...] ο όλεθρος των εταίρων και ο εξολοθρεμός των μνηστήρων αποτελούν παραπληρωματικά θέματα. Παρά τη ριζική διαφορά τους (συμπάθεια του ήρωα και του ακροατή για τους εταίρους, αντιπάθεια για τους μνηστήρες), αναγνωρίζονται συγκρίσιμες μεταξύ τους αναλογίες. Και τα δύο θέματα φαίνεται να οφείλονται στις νοβελιστικές προκαταβολές της Οδύσσειας - παράδοση που δεν μπορεί να αποφύγει ο ποιητής της. Σύμφωνα με την προοδυσσειακή αυτή νουβέλα, ο γυρισμός του ξενιτεμένου είναι μοναχικός, μοναχική και η αναμέτρησή του με τον υποψήφιο μνηστήρα της γυναίκας του. [...] Τα δύο εξάλλου παραπληρωματικά επεισόδια κατέχουν ανάλογη θέση στους δύο κύκλους του οδυσσειακού νόστου: ο χαμός των εταίρων τοποθετείται στην άκρη του εξωτερικού νόστου και οδηγεί τον ήρωα στο νησί της Καλυψώς· ο εξολοθρεμός των μνηστήρων εντοπίζεται στην άκρη του εσωτερικού νόστου και επαναφέρει τον Οδυσσέα στην Πηνελόπη. Και στις δύο περιπτώσεις υπόκειται η ενοχή μιας ομόλογης ατασθαλίας, η οποία συνεπάγεται τη ματαίωση του νόστου για τους εταίρους, τον εκδικητικό φόνο για τους μνηστήρες: οι εταίροι σφάζουν στο νησί της θρινακίας τα ιερά γελάδια του Ήλιου- οι μνηστήρες σφάζουν τα βόδια και τα πρόβατα του Οδυσσέα, καταπατώντας τους όρους της έντιμης φιλοξενίας. Και στα δύο επεισόδια εταίροι και μνηστήρες αγνοούν τα επανειλημμένα προειδοποιητικά σήματα των θεών και ενδίδουν σε βιολογικές κατά κάποιον τρόπο ανάγκες: οι πρώτοι στην πείνα- οι δεύτεροι στην ερωτική λαγνεία. H ατασθαλία των εταίρων προβάλλεται ήδη στο προοίμιο του έπους- η ατασθαλία των μνηστήρων υποδηλώνεται από τον ίδιο τον Δία στην πρώτη θεών αγορά.

Είναι απίθανο οι πολλαπλές αυτές αναλογίες να προέκυψαν τυχαία- πιθανότερο, αν όχι βέβαιο, είναι να τις επεδίωξε ο ποιητής στον γενικό σχεδιασμό του έπους του- να τις θεώρησε περίπου αυτονόητες, για τον υποψιασμένο τουλάχιστον ακροατή. Αποτέλεσμα: αν η ανόστιμη μοίρα των εταίρων, ως υποχρεωτικός όρος της νοβελι-στικής παράδοσης, μετασχηματίστηκε από τον ποιητή της Οδύσσειας, ώστε να προκύψει η εικόνα του φιλέταιρου Οδυσσέα, ο υποχρεωτικός όλεθρος των μνηστήρων απέδωσε στον ήρωα τον ρόλο εντεταλμένου από τη Δίκη εκδικητή.» (Μαρωνίτης, ό.π. σσ. 282-3- πρβλ. Μαρωνίτης, σσ. 326-9, Β').

 

2. Οι τελευταίες σκηνές της Οδύσσειας

«Οι τελευταίες σκηνές της Οδύσσειας ξετυλίγονται σε κλίμα έντασης, αυτοκριτικής και μεταμέλειας- κλίμα που, μέσα από τα δυσχερή γεγονότα, οδηγεί στην ειλικρινή αναγνώριση της πολιτικής και ηθικής ευθύνης τόσο του ατόμου όσο και της κοινότητας. H σφαγή των μνηστήρων δεν είναι η τελική πράξη του έργου, αλλά μόνο ένα δραματικό επεισόδιο. Τελικός σταθμός είναι η στιγμή που ο βασιλιάς ξαναπαίρνει στα χέρια του την εξουσία και αναγνωρίζεται πάλι από το λαό σύμφωνα με τους όρους κάποιας φανερής ή μυστικής συνθήκης, όρους που θυμίζουν ακριβώς την αρχή που διέπει κάθε νομιμότητα: την ειρήνη και την ομόνοια.» (Βλάχος, σ. 118, Β').

 

3. Ο ρόλος της Αθηνάς στο τέλος της Οδύσσειας

«Η αναφορά του ονόματος της θεάς στους τελευταίους στίχους συνιστά [...] το κατάλληλο τέλος για το σύνολο του έπους, καθώς είναι εκείνη που επηρέασε τις εξελίξεις, που εξασφάλισε την προδιαγεγραμμένη πορεία τους με πολυάριθμες παρεμβάσεις και που τώρα οδηγεί το έπος στην προκαθορισμένη του έκβαση: στην επιστροφή του ήρωα, στην επανένωση με τη γυναίκα του και στην αποκατάσταση και ανανέωση της παλιάς τάξης πραγμάτων στην Ιθάκη. Ως αποτέλεσμα των ενεργειών της μπορεί πλέον να πραγματοποιηθεί η επιθυμία του Δία (485-6) και να επικρατήσουν η φιλία, ο πλούτος και η ειρήνη.»

 

αρ

 



 

ω, 205-348 Αναγνώριση Οδυσσέα και Λαέρτη

 

Η ενότητα ω, 205-348 στο πλαίσιο της Οδύσσειας

 

Η σκηνή έχει προοικονομηθεί. Ο Λαέρτης μνημονεύεται συχνά στο έπος, ενώ η επίσκεψη στο αγρόκτημα έχει ήδη προαναγγελθεί (π 138, ψ 137-140).

 

Το επεισόδιο έπεται της περίφημης «Μικρής
Νέκυιας» (ω 1-204)
, μιας διττής σκηνής, που περιγράφει την κάθοδο των ψυχών των μνηστήρων στον Άδη υπό την καθοδήγηση του ψυχοπομπού Ερμή. Το επεισόδιο περιλαμβάνει δύο μνημειώδεις διαλόγους: (α) ανάμεσα στον Αχιλλέα και τον Αγαμέμνονα, και (β) ανάμεσα στον Αγαμέμνονα και τον μνηστήρα Αμφιμέδοντα. Στον πρώτο διάλογο δεσπόζει το θέμα του ολβίου θανάτου και της υστεροφημίας, κάτι που κέρδισε ο Αχιλλέας, που σκοτώθηκε στη μάχη, αλλά όχι ο Αγαμέμνονας, που βρήκε αεική θάνατο στα χέρια της Κλυταιμνήστρας και του εραστή της. Στον δεύτερο διάλογο, ο Αμφιμέδων ανακεφαλαιώνει τα της μνηστηροφονίας δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στη μῆτιν της Πηνελόπης. Οι δύο διάλογοι επιστεγάζονται με τον ύμνο του Αγαμέμνονα προς την Πηνελόπη. Κλυταιμνήστρα και Αγαμέμνων αποτελούν το σταθερό αντικαθρέφτισμα του Οδυσσέα και της Πηνελόπης.

 

Γιατί πρέπει να ελέγξει ο Οδυσσέας τον Λαέρτη;

 

Φτάνοντας έξω από την καλύβα του Λαέρτη στον αγρό, ο Οδυσσέας, μάλλον αναπάντεχα, αποφασίζει να δοκιμάσει τον Λαέρτη (πατρὸς πειρήσομαι ἡμετέροιο, 216), για να δει αν ο γέρος θα τον αναγνωρίσει μετά από τόσα χρόνια. Το θέαμα του Λαέρτη είναι οικτρό (ω 226-31): ντυμένος σαν κοινός χωριάτης, δουλεύει σαν δούλος και βασανίζεται στα χωράφια, ενώ η εμφάνισή του δίδει σαφώς την εντύπωση ανθρώπου που πενθεί. Ο Οδυσσέας κλαίει στην όψη του. Προβληματίζεται (235-8) κατά πόσον πρέπει να τρέξει να τον αγκαλιάσει και να τον φιλήσει ή αν απαιτείται πρώτα να τον δοκιμάσει. Θυμηθείτε το ανάλογο δίλημμα της Πηνελόπης στο ψ 85-7: πρόκειται για δείγματα τυπικής σκηνής «λήψης απόφασης», με τη διαφορά όμως ότι η Πηνελόπη δεν ήταν ακόμη βέβαιη ότι ο ξένος ήταν ο άνδρας της. Τέτοια αμφιβολία δεν υπάρχει εδώ, παρόλα αυτά ο Οδυσσέας αποφασίζει να θέσει τον Λαέρτη σε δοκιμασία αποκρύπτοντας την ταυτότητά του και πλάθοντας ιστορία που αφήνει στον Λαέρτη να νοηθεί ότι ο γιος του είναι νεκρός.

 

Ο έλεγχος του Λαέρτη λοιπόν από τον Οδυσσέα φαίνεται εκ πρώτης όψεως τελείως αψυχολόγητος. Δίνει την εντύπωση ότι συμβαίνει χωρίς να υπάρχει κανένας λόγος, εφόσον δεν υπήρχε οποιαδήποτε αμφιβολία για την πίστη του προσώπου. Έχει χαρακτηριστεί επίσης ως πράξη εξαιρετικά σκληρή, η οποία είτε αποδίδεται στον χαρακτήρα του Οδυσσέα και στην σχεδόν έμφυτη σε αυτόν τέχνη της εξαπάτησης είτε στο τυπικό της αναγνώρισης που επιβάλλει την εφαρμογή της διαδικασίας και σε αυτήν τη σκηνή. Υποστηρίζεται ότι τα μοτίβα της αναγνώρισης είναι σταθερά. Υπάρχουν συνεπώς σκηνές που μπορεί να γίνονται για χάρη του τυπικού της σκηνής. Έχει παρατηρηθεί επίσης ότι στην προφορική λαϊκή ποίηση (όπως π.χ. των Σλάβων) είναι αδιανόητη η παράβλεψη της αναγνώρισης του ήρωα από έναν από τους δύο γονείς του. Βέβαια δεν λείπουν κι αυτοί που θεωρούν τη σκηνή εμβόλιμη.

 

Είναι όμως πράγματι αδικαιολόγητη η πράξη του Οδυσσέα; Μπορούμε να αναζητήσουμε πιθανά κίνητρα πίσω από την πράξη του, κίνητρα που ενδεχομένως θα ήρθαν στο μυαλό των ακροατών την ώρα που θα άκουγαν τη συγκεκριμένη σκηνή. Πρωτίστως, ισχύει εδώ ό,τι και στην περίπτωση της Πηνελόπης: έχουν περάσει είκοσι χρόνια· ο χρόνος και ο πόλεμος εγγράφηκαν στο κορμί των ανθρώπων και τους κατέστησαν αγνώριστους.

 

Από την άλλη, πιο σημαντικά ίσως και από την ίδια την αναγνώριση είναι τα σημάδια με τα οποία αυτή συντελείται (331-43): η ουλή στο πόδι του Οδυσσέα, που ανακαλεί την παιδική του ηλικία, και πάνω από όλα τα δένδρα στο περιβόλι του Λαέρτη: για μια ακόμη φορά ο οἶκος εκπροσωπείται μετωνυμικά από τα υλικά συστατικά του. Ο Οδυσσέας ο πολύπλαγκτος, που περιπλανήθηκε στις θάλασσες για δέκα χρόνια, σηματοδοτεί τον νόστον του με αναφορές στη γη, στο χώμα. Τα σήματα, για μια ακόμη φορά, είναι κυριολεκτικώς και μεταφορικώς ἔμπεδα (346).

 

Είναι επίσης πιθανόν να θέλει ο Οδυσσέας να δοκιμάσει κατά πόσο μπορεί ο πατέρας του να αποτελέσει σύμμαχο στην αναμενόμενη σύγκρουση με τους συγγενείς των μνηστήρων αλλά και να τον προετοιμάσει πριν από αυτήν. Άλλωστε ο έλεγχος δεν αποκαλύπτει μόνο τα αισθήματα των ελεγχομένων προς το πρόσωπο που ελέγχει. Οδηγεί επίσης τον ελεγχόμενο και σε διαφορετική δράση και συμπεριφορά. Όταν ο Οδυσσέας ελέγχει την Πηνελόπη στη ραψωδία τ, την επηρεάζει, και εκείνη προκηρύσσει το διαγωνισμό του τόξου. Ο Οδυσσέας δεν λέει απλώς ψέματα για τον εαυτό του, προσποιείται επίσης ότι ο Λαέρτης είναι κάποιος άλλος, που ανήκει σε κατώτερη κοινωνική τάξη. Έτσι στον πρώτο λόγο του (244-279) επαινεί την εξαιρετική κατάσταση του αγρού σε αντίθεση με την εικόνα του γέρου, τονίζοντάς του συγχρόνως ότι η όψη του δεν έχει κάτι το δουλοπρεπές (αντιθέτως, μοιάζει με βασιλιά).

 

Στον λόγο του Οδυσσέα προβάλλεται επίσης η φιλοξενία ως αφηγηματικό θέμα. Του αναφέρει μάλιστα ότι κάποτε φιλοξένησε τον γιο του Λαέρτη του Αρκεισιάδη (ουσιαστικά αυτοπαρουσιάζεται, αφού πολλές φορές στην Ιλιάδα και την Οδύσσεια το πατρώνυμο χρησιμοποιείται αντί του ονόματος). Ο έλεγχος λοιπόν σκοπεύει να προκαλέσει την αντίδρασή του, να τον κάνει να θυμηθεί το θάρρος του και την καταγωγή του. Το ίδιο εξυπηρετεί και η υπόμνηση της φιλοξενίας. Άλλωστε η φιλοξενία δεν αποτελεί μόνο κριτήριο για τη διάκριση των αδίκων και απολίτιστων ανθρώπων από τους δίκαιους και πολιτισμένους, αλλά και μέτρο για τον ορισμό των ηρωικών ιδιοτήτων.

 

Η αντίδραση του Λαέρτη

 

Ο Λαέρτης αντιδρά μόνο σε ό,τι έχει σχέση με τον Οδυσσέα, ενώ δεν ακολουθεί το τυπικό της φιλοξενίας. Καταρρέει, όταν από την απάντηση του Οδυσσέα αφήνεται να εννοηθεί ότι ο γιος του είναι νεκρός. Η προσπάθεια του Οδυσσέα αποτυγχάνει, γι’ αυτό και ο ίδιος αποκαλύπτεται. Η στάση βέβαια του Λαέρτη αλλάζει ριζικά μετά την αναγνώριση. Ανακτά σταδιακά όλα τα ηρωικά του χαρακτηριστικά και με την επέμβαση της Αθηνάς ουσιαστικά ξανανιώνει, παίρνει μέρος στη σύγκρουση που ακολουθεί θανατώνοντας μάλιστα τον Ευπείθη.

 

Υποστηρίζεται επίσης ότι η πεῖρα του Λαέρτη από τον Οδυσσέα στην ουσία αποτελεί πρόφαση κι όχι δοκιμασία. Ο Οδυσσέας δεν θέλει να δοκιμάσει και να ελέγξει τον πατέρα του με τη σημασία της λέξης, αλλά να τον βγάλει από τον λήθαργο στον οποίο έχει περιπέσει. Με ένα πολύ καλά υπολογισμένο λόγο προβάλλει μπροστά του ως σοβαρός άνθρωπος και συγχρόνως να κεντρίζει το ενδιαφέρον του. Ρωτώντας, ανακαλώντας μνήμες και διεγείροντας καταπιεσμένα συναισθήματα ο Οδυσσέας αναγκάζει τον πατέρα του όχι μόνο να απαντήσει αλλά και να θέσει ερωτήματα βγάζοντάς τον από την κατάσταση απομόνωσης και αδιαφορίας στην οποία έχει περιέλθει. Η απάντηση του Λαέρτη (στ. 280-301) δείχνει ότι η προσπάθεια του Οδυσσέα βρήκε τον στόχο της. Επανέφερε στη μνήμη του το γιο του, έσπασε τον τοίχο της αδιαφορίας.

 

Ο Οδυσσέας, όπως σημειώνουν οι Russo, Fernandez-Galiano & Heubeck (2009, ad 315-7), κατάφερε να κλονίσει την αυτοκυριαρχία του πατέρα του και την ίδια στιγμή να τον απαλλάξει από τη συναισθηματική παράλυση και την απάθεια και να τον επαναφέρει στη ζωή και την αυτεπίγνωση. Βοηθώντας τον να εξωτερικεύσει την οδύνη, τον ετοιμάζει για την αναγνώριση. Άρα στόχος δεν είναι η δοκιμασία αλλά η εσωτερική μεταβολή του πατέρα του που θα καταστήσει δυνατή την αναγνώριση. Πρέπει να δημιουργηθεί η κατάλληλη ψυχική διάθεση στον Λαέρτη, για να αποδεχθεί και να πιστέψει τον Οδυσσέα.

 

Η αναγνώριση

 

Η αναγνώριση, που επέρχεται τελικά στους στίχους 331-44, θα συντελεστεί μέσα από δύο σήματα. Για τους βουκόλους και για την Ευρύκλεια ήταν αρκετό το ένα σημάδι, για την Πηνελόπη όμως και τον Λαέρτη χρειάζεται ασφαλέστερη απόδειξη.

 

Είναι φανερό ότι είναι εσκεμμένη η ομοιότητα της σκηνής με την αντίστοιχη στη ραψωδία ψ. Υπάρχουν λοιπόν πολλά κοινά σημεία στην αναγνώριση του Οδυσσέα με το Λαέρτη με την αντίστοιχη του Οδυσσέα με την Πηνελόπη. Πιο συγκεκριμένα:

 

• και οι δύο συμβαίνουν μετά τη μνηστηροφονία·

• και στις δύο ο Οδυσσέας αντιδρά συναισθηματικά σε αναπάντεχα ερεθίσματα (στο τέχνασμα της Πηνελόπης και στον θρήνο του πατέρα του), κάτι που τον κάνει να χάσει προς στιγμή τον έλεγχό του·

• και στις δύο υπενθυμίζεται η ουλή ως σημάδι·

• και στις δύο όμως το καθοριστικό σημάδι της αναγνώρισης θα είναι ένα δέντρο (η ελιά του νυφικού κρεβατιού στην περίπτωση της Πηνελόπης, τα δέντρα του αγρού του Λαέρτη, στην άλλη περίπτωση).

 

 

 

 

αρ