«…επεθύμησα από καρδίας να ήθελε ημπορώ να τρέξω διά να δώσω βοήθειαν εις ανθρώπους, όπου… επολεμούσαν… και διά εκείνην την ποθητήν ελευθερίαν, η οποία, καλώς μεταχειριζομένη, συνηθά να προξενεί την αθανασίαν, την δόξαν, την ευτυχίαν των λαών… αλλά εκοίταξα τους τοίχους του σπιτιού, όπου με εκρατούσαν κλεισμένην, εκοίταξα τα μακρά φορέματα της γυναικείας σκλαβίας και ενθυμήθηκα πως είμαι γυναίκα… και αναστέναξα…»
Αυτές είναι οι σκέψεις μιας από τις πρώτες Ελληνίδες συγγραφείς, της Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου, στο άκουσμα του ξεσηκωμού των Ελλήνων το 1821, που αντικαθρεφτίζουν όχι μόνο τον πόθο των Ελλήνων για ελευθερία αλλά και τη θέση της γυναίκας τα χρόνια εκείνα.
Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1801 από γονείς που κατάγονταν από αριστοκρατικές οικογένειες της Ζακύνθου. Μεγάλωσε σε αυστηρό, κλειστό περιβάλλον, αλλά από μικρή είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα γράμματα. Παρόλο που η εκπαίδευσή της ήταν περιορισμένη, η ίδια με προσωπική μελέτη απέκτησε γνώσεις της αρχαίας ελληνικής, της ιταλικής και της γαλλικής γλώσσας. Μετά από απόφαση, όχι δική της αλλά της οικογένειάς της, παντρεύτηκε τον κατά είκοσι χρόνια μεγαλύτερό της Νικόλαο Μαρτινέγκο, με τον οποίο απέκτησε ένα γιο, λίγες ώρες μετά τη γέννηση του οποίου πέθανε από επιπλοκές στον τοκετό.
Στον χώρο της λογοτεχνίας η Μαρτινέγκου έγραψε έργα για το θέατρο, δύο πεζές μεταφράσεις, της Οδύσσειας του Ομήρου και του Προμηθέα δεσμώτη του Αισχύλου. Ακόμη, έγραψε οικονομικές και ποιητικές μελέτες, καθώς επίσης ποιήματα και θεατρικά έργα στα ιταλικά. Παρά τον μεγάλο όγκο του συγγραφικού της έργου, το μόνο που σώθηκε ακέραιο είναι η Αυτοβιογραφία της, την οποία εξέδωσε ο γιος της σε έναν τόμο μαζί με δικά του ποιήματα το 1881. Εκπληρώθηκε έτσι, έστω κι εν μέρει, η επιθυμία της να παραδώσει «εις κανένα σπουδαίον, εις κανένα που να τιμά, και όχι να καταφρονεί τα γεννήματα» της δημιουργικότητάς της.
Επιμέλεια: Κωνσταντίνα Σάιτ
Ανθολογούνται στα σχολικά βιβλία:
Η Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου (προσωπογραφία του Νικολάου Καντούνη, 1833)
[πηγή: Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων].
Η Ελισάβετ Μουτζά(ν) (1801-1832) γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, κόρη του Φραγκίσκου Μουτζά(ν) και της Αγγελικής το γένος Σιγούρου. Οι γονείς της κατάγονταν από αριστοκρατικές οικογένειες της Ζακύνθου και ο πατέρας της ασχολήθηκε με την πολιτική. Η Ελισάβετ μεγάλωσε σε αυστηρό, κλειστό περιβάλλον, ασχολήθηκε ωστόσο με τα γράμματα από νεαρή ηλικία. Γνώριζε την ιταλική και τη γαλλική γλώσσα και επηρεάστηκε από τους τρεις δασκάλους της, τον Γεώργιο Τσουκαλά, τον Θεοδόσιο Δημάδη και τον Βασίλειο Ρομαντζά, όλοι κατώτεροι ορθόδοξοι κληρικοί. Το 1831, μετά από απόφαση της οικογένειάς της παντρεύτηκε τον κατά είκοσι χρόνια μεγαλύτερό της Νικόλαο Μαρτινέγκο, με τον οποίο απέκτησε ένα γιο τον Ελισσαβέτιο, λίγες ώρες μετά τη γέννηση του οποίου πέθανε από επιπλοκές στον τοκετό. Στον χώρο της λογοτεχνίας η Μαρτινέγκου έγραψε έργα για το θέατρο, δύο πεζές μεταφράσεις, της "Οδύσσειας" του Ομήρου και του «Προμηθέα δεσμώτη» του Αισχύλου. Έγραψε επίσης οικονομικές και ποιητικές μελέτες, καθώς επίσης ποιήματα και θεατρικά έργα στα ιταλικά. Παρά τον μεγάλο όγκο του συγγραφικού της έργου, το μόνο που σώθηκε ακέραιο είναι η «Αυτοβιογραφία» της, την οποία εξέδωσε ο γιος της το 1881.
Εργογραφία
Αυτοβιογραφία
Πηγή: ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ