Αρχαία ελληνική μυθολογία

Κύκλος του Ηρακλή

ΑΛΘΑΙΑ

Η Αλθαία καίει τη μοιραία δάδα και ο Μελέαγρος πεθαίνει. Γκραβούρα από έκδοση των Μεταμορφώσεων του Οβίδιου, Mathieu, Jean, 1619, Παρίσι



 

1 2 3 4 5 6 7 8 9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29

Η Αλθαία ήταν κόρη του Θέστιου και της Ευρυθέμιδας ή της Λαοφόντης ή της Λευκίππης ή της Δηιδάμειας· σύζυγος του βασιλιά της Καλυδώνας Οινέα, από τον οποίο απέκτησε μια κόρη, τη Γόργη, και τρία αγόρια, τον Τοξέα, τον Θυρέα ή Φηρέα και τον Κλύμενο. [Εικ. 1] Η παράδοση της δίνει και άλλες κόρες, από τέσσερις μέχρι δέκα, που ονομάστηκαν Μελεαγρίδες από τον αδελφό τους, και άλλους γιους. Ήταν, ακόμη, μητέρα της Δηιάνειρας και του Μελέαγρου. Αλλά λεγόταν ότι τη Δηιάνειρα την απέκτησε από τον θεό Διόνυσο που την ερωτεύτηκε. Και ο Οινέας που το κατάλαβε την παραχώρησε στον θεό, τη δάνεισε, και δέχτηκε ως αντάλλαγμα μια ρίζα αμπέλι και τη διδαχή από τον θεό πώς να το καλλιεργεί και ποια είναι η χρήση του. Αλλά και τον Μελέαγρο λεγόταν ότι τον απέκτησε από τον θεό Άρη ή από τον σύζυγό της, και από τον Ποσειδώνα έναν ακόμη γιο, τον Αγκαίο. Η Δηιάνειρα παντρεύτηκε τον Ηρακλή, απέκτησε μαζί του παιδιά και αυτοκτόνησε, γιατί άθελά της προκάλεσε τον θάνατο του άνδρα της. Όσο για τον Μελέαγρο, σύμφωνα με μια εκδοχή, ήταν η ίδια η Αλθαία που προκάλεσε τον θάνατο του παιδιού της — σε αυτή την εκδοχή πατέρας του Μελέαγρου ήταν ο Άρης.

Όταν ο Μελέαγρος ήταν επτά ημερών παρουσιάστηκαν οι Μοίρες και είπαν πως θα πέθαινε τη στιγμή ο δαυλός που έκαιε πάνω στην εστία θα καιγόταν εντελώς. Έντρομη η Αλθαία τράβηξε αμέσως τον μισοκαμένο δαυλό και τον έκρυψε σε λάρνακα. (Άλλες παραδόσεις θέλουν τον δαυλό να είναι κλαδί ελιάς που η Αλθαία έφερε στον κόσμο μαζί με τον γιο της.) Ο Μελέαγρος μεγάλωσε και έγινε άνδρας άτρωτος και γενναίος, όμως πέθανε με τον προκαθορισμένο τρόπο. Πιο συγκεκριμένα: Την εποχή της συγκομιδής στον τόπο, ο Οινέας πρόσφερε τους πρώτους και καλύτερους καρπούς σε όλους τους θεούς, όμως λησμόνησε την Άρτεμη [1]. Η θεά οργίστηκε και ξαμόλησε έναν τεράστιο και δυνατό κάπρο, που δεν άφηνε τους ανθρώπους να σπείρουν τη γη και σκότωνε τα κοπάδια και όσους συναπαντούσε. Εναντίον αυτού του κάπρου ο Οινέας κάλεσε τους πιο γενναίους άνδρες απ’ όλη την Ελλάδα, ο αριθμός των οποίων ποικίλει από δεκαπέντε μέχρι τριάντα πέντε, και υποσχέθηκε να δώσει το δέρμα του ζώου σ’ αυτόν που θα το σκότωνε. Ανάμεσα στους κυνηγούς βρέθηκε και η Αταλάντη, κόρη του Σχοινέα από την Αρκαδία. Όταν αυτοί συγκεντρώθηκαν στην Καλυδώνα, ο Οινέας τους φιλοξένησε για εννιά μέρες — τη δέκατη θα έβγαιναν στο κυνήγι. Κάποιοι δυσανασχέτησαν με την παρουσία μιας γυναίκας ανάμεσά τους, όμως ο Μελέαγρος, παντρεμένος με την Κλεοπάτρα, κόρη του Ίδα και της Μάρπησσας, επειδή ήθελε να αποκτήσει παιδιά και με την Αταλάντη, τους ανάγκασε να βγουν μαζί της στο κυνήγι, μάλιστα παραχώρησε στην Αταλάντη το τομάρι του ζώου ως αμοιβή ανδρείας, αν και στον φόνο του θηρίου συνέβαλαν περισσότεροι. Αλλά οι αδελφοί της Αλθαίας, επειδή δεν ανέχονταν να πάρει το βραβείο μια γυναίκα, ενώ ήταν παρόντες άνδρες, της άρπαξαν το τομάρι, λέγοντας ότι σύμφωνα με τη συγγενική τάξη τούς ανήκει, αφού ο Μελέαγρος δεν επιθυμούσε να το πάρει. Οργισμένος ο Μελέαγρος σκότωσε τους θείους του και έδωσε οριστικά το τομάρι στην Αταλάντη. [Εικ. 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9, 10, 11, 12, 13, 14, 15, 16, 17, 18, 19] Η Αλθαία, γεμάτη θλίψη για τον θάνατο των αδελφών της, άναψε πάλι τον δαυλό, και ο Μελέαγρος ξαφνικά πέθανε. [Εικ. 20, 21, 22, 23, 24, 25, 26, 27]

Διαφορετικά παραδίδει την ιστορία του θανάτου του Μελέαγρου και τον ρόλο της Αλθαίας η επική παράδοση. Σε αυτήν είναι η κατάρα της μάνας που προκαλεί τον θάνατο. Και εδώ η παρουσία του κάπρου στην Καλυδώνα, οφείλεται στην αμέλεια του Οινέα να θυσιάσει και στην Άρτεμη, οι κυνηγοί είναι Αιτωλοί και Κουρήτες και πόλεμος ξεσπά μεταξύ τους μετά τον φόνο του ζώου για το σε ποιον ανήκει η δορά του σκοτωμένου ζώου. Η νίκη έκλεινε προς το μέρος των Αιτωλών, όμως στη μάχη επάνω ο Μελέαγρος σκότωσε τους θείους του, τους αδελφούς της μητέρας του. Εκείνη τον καταράστηκε, χτύπησε με τα χέρια της τη γη και επικαλέστηκε τον Άδη και την Περσεφόνη και την Ερινύα που την εισάκουσε, μόνη αυτή, μέσα από το Έρεβος. Επηρεασμένος ο Μελέαγρος από την κατάρα της μάνας του και φοβούμενος μήπως πιαστεί στα δίχτυα της κατάρας της και των Ερινύων αποτραβήχτηκε από τη μάχη. Γρήγορα ο πόλεμος έγειρε προς το μέρος των Κουρήτων που καταδίωξαν τους Αιτωλούς μέχρι τα τείχη της πόλης τους. Οι Αιτωλοί, προκειμένου να πείσουν τον Μελέαγρο να βγει ξανά στη μάχη, προσέπεσαν ικέτες στο σπίτι του, πρώτα οι πιο σπουδαίοι ιερείς, ιερείς όσ’ ήσαν πρώτοι, προσφέροντάς του δώρα — να εκλέξει από τον πρόσχαρον αγρόν της Καλυδώνος / το μέρος το παχύτερο, πεντήκοντα στρεμμάτων, / εξαίσιον κτήμα, το μισό χωράφι αμπελωμένο, / τ’ άλλο μισό αφύτευτο και οργώσιμο χωράφι (Ι 577-580). Ούτε στις δικές τους παρακλήσεις κάμφθηκε ο Μελέαγρος, ούτε όταν προσέπεσε ικέτης στον γιο του ο γέροντας Οινέας, ύστερα οι φίλοι του, τα αδέλφια του, η ίδια η Αλθαία. Υποχώρησε μόνο όταν άρχισε να καίγεται η πόλη και οι Κουρήτες ήταν έτοιμοι να κάψουν και το δικό του σπίτι. Τότε ήταν που η γυναίκα του, η Κλεοπάτρα, πήγε κοντά του και κλαίγοντας [2] του περιέγραψε ποια θα ήταν η τύχη τους αν οι εχθροί νικούσαν. Οι μελανές περιγραφές της έπεισαν τον ήρωα να φορέσει ξανά την πανοπλία του και να ξαναβγεί στη μάχη. Οι μάχες που έδωσε ήταν νικηφόρες, όμως ο ίδιος φαίνεται ότι πέθανε πολεμώντας. (Ιλ. Ο 529-599δεσμός) Μετά τον θάνατο του παιδιού της, η Αλθαία [3], και η γυναίκα του Κλεοπάτρα, κρεμάστηκαν, [Εικ. 28] ενώ οι γυναίκες που θρηνούσαν τον νεκρό μεταμορφώθηκαν σε πουλιά. [Εικ. 29] (Απολλόδ. 1.8 δεσμός)


Σχετικά λήμματα

ΑΡΗΣδεσμός, ΑΡΤΕΜΗδεσμός, ΑΤΑΛΑΝΤΗδεσμός, ΔΗΙΑΝΕΙΡΑ, ΗΡΑΚΛΗΣ, ΜΕΛΕΑΓΡΟΣ, ΟΙΝΕΑΣ ΠΟΣΕΙΔΩΝΑΣδεσμός

 




1. Η περιφρόνηση ή η παραμέληση ενός θεού από τους θνητούς σήμαινε την περικοπή της αφθονίας του κόσμου, που έθετε σε κίνδυνο την ακεραιότητα του ανθρώπου. Γι’ αυτό κατά τις θεϊκές γιορτές προσφέρονταν θυσίες σε περισσότερους θεούς.

2. Γι’ αυτό και οι γονείς της την ονόμασαν και Αλκυόνη.

3. Η στάση της Αλθαίας αντανακλά τις επιταγές του οἴκου έναντι της πόλεως, τόσο γιατί η απονομή της δικαιοσύνης με τη μορφή της εκδίκησης γίνεται από τον άμεσο συγγενή, όσο και επειδή για τη γυναίκα ο όμαιμος αδελφός είναι πιο στενός συγγενής από τον γιο με το μεικτό αίμα, το δικό της και του ξένου προς την οικογένεια πατέρα. Ακόμη και στην πατριαρχική κοινωνία ο αδελφός της μητέρας είναι πιο σημαντικός από τον αδελφό του πατέρα.