Ο Τεύθις ήταν Αρκάδας ηγεμόνας που ονομαζόταν Όρνυττος και τον αποκαλούσαν Τεύθη ή Τευθίδη λόγω της πατρίδας του Τεύθιδας. Ο Παυσανίας την επισκέφθηκε και περιέγραψε τους ναούς της (8.28.6), ενώ διηγήθηκε και μια ιστορία που κατατάσσει την πόλη στις ομηρικές, όμως ο Όμηρος δεν την αναφέρει. Η ιστορία, όπως την παραθέτει ο περιηγητής, έχει ως εξής:
Κατά τον Τρωϊκό Πόλεμο, οι τοπικοί Αρκάδες της Τεύθιδας έστειλαν στρατό στην Αυλίδα μαζί με τους άλλους Έλληνες. Ο αρχηγός τους ονόματι Τεύθις (κατ' άλλους Όρνυτος), εκνευρισμένος από τη μεγάλη αναμονή για ούριο άνεμο, φιλονίκησε με τον Αγαμέμνονα και θέλησε να γυρίσει με τους δικούς του Αρκάδες πίσω. Τότε, λένε, η Αθηνά μεταμορφώθηκε σε άνδρα –τον Μέλανα, γιο του Ώπος– προσπαθώντας να τον εμποδίσει να φύγει. Ο Τεύθις, τότε, μέσα στο θυμό του, χτύπησε με το δόρυ του τη θεά στον μηρό και τελικά οδήγησε τους άνδρες του πίσω στην Τεύθιδα. Μόλις όμως γύρισε στην πατρίδα, λένε ότι είδε σε όραμα τη θεά πληγωμένη στο μηρό. Από εκείνη τη στιγμή έπεσε στην Τευθίδα θανατηφόρα αρρώστια, καθώς μόνο οι αγροί αυτής της πόλης απ’ όλη την Αρκαδία δεν καρποφορούσαν. Αργότερα, ένας χρησμός του μαντείου της Δωδώνης υπέδειξε στους Τευθίδες πώς να εξευμενίσουν τη θεά. Μεταξύ άλλων, έκαναν και άγαλμα της Αθηνάς με πληγωμένο τον μηρό. Αυτό το άγαλμα το είδα και ο ίδιος, με τον μηρό δεμένο με έναν πορφυρό επίδεσμο. [Παυσανίας 8.28.4-6]