Δύο εκδοχές υπάρχουν για τον Φάωνα. Και στις δύο –τις παραδίδει ο Αιλιανός (Ποικίλη Ιστορία 12.18)– συνδέεται με τη θεά Αφροδίτη και εμπλέκεται σε ιστορίες ερώτων –μαζί της και με άλλες γυναίκες.
Σύμφωνα με την πρώτη ο Φάωνας ήταν ένας όμορφος νέος που η Αφροδίτη τον έκρυψε σε ένα στρώμα μαρουλιών - Τὸν Φάωνα κάλλιστον ὄντα ἀνθρώπων ἡ Ἀφροδίτη ἐν θριδακίναις ἔκρυψε. Στη δεύτερη παραλλαγή –λόγος δὲ ἕτερος– ο Φάωνας ήταν λεμβούχος στο επάγγελμα –ἦν πορθμεὺς καὶ εἶχε τοῦτο τὸ ἐπιτήδευμα– και περνούσε τον κόσμο από τη Λέσβο στη Μικρά Ασία. Μια μέρα εμφανίστηκε μπροστά του η θεά Αφροδίτη και του ζήτησε να την περάσει απέναντι. Εκείνος, χωρίς να γνωρίζει ποια ήταν η επιβάτιδά του, την περιποιήθηκε πρόθυμα και δε ζήτησε αμοιβή για τη δουλειά του –ἀφικνεῖται δέ ποτε ἡ Ἀφροδίτη διαπλεῦσαι βουλομένη, ὃ δὲ ἀσμένως ἐδέξατο, οὐκ εἰδὼς ὅστις ἦν, καὶ σὺν πολλῇ τῇ φροντίδι ἤγαγεν ὅποι ποτὲ ἐβούλετο. Εκείνη με τη σειρά της τον αντάμειψε δίνοντάς του αιώνια νιότη και κάλλος, με αποτέλεσμα να τον ερωτεύονται όλες οι γυναίκες της Μυτιλήνης –ἀνθ᾽ ὦν ἡ θεὸς ἔδωκεν ἀλάβαστρον αὐτῷ, καὶ εἶχεν αὕτη μύρον, ᾧ χριόμενος ὁ Φάων ἐγένετο ἀνθρώπων κάλλιστος· καὶ ἤρων γε αἱ γυναῖκες αὐτοῦ αἱ Μυτιληναίων. Ωστόσο, εκείνες τον κατέσφαξαν, όταν τον έπιασαν να μοιχεύεται –τά γε μὴν τελευταῖα ἀπεσφάγη μοιχεύων ἁλούς. [Εικ. 1, 2, 3]
Από τον μύθο του Φάωνα εμπνεύστηκε η Σαπφώ, με αποτέλεσμα ο νέος να θεωρηθεί υπαρκτό πρόσωπο του 6ου αι. π.Χ. Τον ερωτεύτηκε η ποιήτρια, και μάλιστα για χάρη του αυτοκτόνησε πέφτοντας από τον Λευκάτη, ή κάποια συνονόματη και σύγχρονή της εταίρα της Λέσβου –τοῦ γὰρ Φάωνος ἐρασθῆναι φασὶ πολλοὶ Σαπφὼ, οὐ τὴν ποιήτριαν, ἀλλὰ Λεσβίαν, καὶ ἀποτυγχάνουσαν ῥίψαι ἑαυτὴν ἀπὸ τῆς Λευκάδος πέτρας (Φώτ. Λεξ., λ. Φάων). Λευκάτης: σκόπελος τῆς ἠπείρου· ἀφ’ οὗ ῥίπτουσιν αὐτοὺς εἰς τὸ πέλαγος οἱ ἱερεῖς· Σαπφὼ δὲ πρώτην ἐπὶ Φάωνι τοῦτο ποιῆσαι τὴν ποιήτριαν· οἱ δὲ τὴν ἑταίραν· ἐγένετο γὰρ ἄλλη Λεσβία ἑταίρα (Φώτ. Λεξ., λ. Λευκάτης). [Εικ. 4, 5, 6, 7, 8]
Ομώνυμο έργο, χαμένο, έγραψε και ο κωμικός ποιητής Πλάτωνας, το οποίο ανέβηκε στη σκηνή το 391 π.X. όπως και οι Ἐκκλησιάζουσες και από το οποίο σώζονται δεκαεπτά αποσπάσματα (Φώτ. Λεξ., λ. παρουσία). Το ίδιο έκανε και ο κωμικός Αντιφάνης (περίπου 407-333 π.Χ.). [1]
Για τον Φάωνα του Πλάτωνα βλ. τη διδακτορική διατριβή της Μαρίας Γεωργίου Γιαννίκου, Η Σαπφώ στην αρχαία ελληνική και την βυζαντινή λογοτεχνία, Ιωάννινα 2010, σ. 191-221. Για τον Φάωνα του Αντιφάνη σ. 263-264. Για τις κωμικές και φιλοσοφικές διαστάσεις του ήρωα, σ. 303-311.