Η Αρπαλύκη ήταν κόρη του Θράκα βασιλιά της φυλής των Αμυμναίων Αρπάλυκου (Υγ. 193). Η μητέρα της, το όνομα της οποίας δεν σώζεται, πέθανε όταν η κόρη της ήταν μικρή. Ο πατέρας της, μη έχοντας άλλα παιδιά, τη μεγάλωσε σαν αγόρι, την έτρεφε με γάλα από αγελάδες και φοράδες και της δίδαξε την τέχνη του πολέμου. Η Αρπαλύκη δεν διέψευσε τις προσδοκίες και τις ελπίδες του πατέρα της· έγινε ικανότατη στη χρήση των όπλων και δεινή πολεμίστρια, μάλιστα έσωσε τον πατέρα της από βέβαιο θάνατο. Αυτό έγινε όταν δέχθηκαν επίθεση από τους βάρβαρους Γέτες που κατοικούσαν στις παραδουνάβιες ηγεμονίες· ή από τους συντρόφους του Νεοπτόλεμου, όταν επέστρεφαν από τον πόλεμο της Τροίας. Από όποιους κι αν δέχθηκαν επίθεση το βέβαιο είναι ότι ο Αρπάλυκος περικυκλώθηκε από τους εχθρούς και πληγώθηκε βαριά. Η Αρπαλύκη έσπευσε να τον βοηθήσει, έσωσε τον πατέρα της και έτρεψε τους εισβολείς σε φυγή. Όμως ο Αρπάλυκος ήταν σκληρός βασιλιάς και τελικά εκδιώχθηκε από τους ίδιους τους υπηκόους του που εξεγέρθηκαν εναντίον του. Ο έκπτωτος βασιλιάς αποσύρθηκε στο δάσος μαζί με την κόρη του και ζούσαν χάρη στις ικανότητες της Αρπαλύκης στο κυνήγι και στην κλοπή ζώων από στάβλους και μαντριά που βρίσκονταν στα πέριξ. Αυτό έκανε τους βοσκούς να συσπειρωθούν και να την κυνηγήσουν σαν να ήταν ζώο, της έστησαν παγίδες, την αιχμαλώτισαν στα δίχτυα του κυνηγιού και τη σκότωσαν. Ανέκυψε όμως ένα ζήτημα ανάμεσα στους βοσκούς: σε ποιον ανήκε το κατσικάκι που βρέθηκε στα χέρια της Αρπαλύκης και ήταν το λάφυρο της τελευταίας ληστρικής επιδρομής της. Οι βοσκοί συγκρούστηκαν μεταξύ τους βίαια και αρκετοί σκοτώθηκαν (για ένα κατσικάκι). Το τέλος της διαμάχης σηματοδοτήθηκε από το στήσιμο μνήματος προς τιμή της Αρπαλύκης και την καθιέρωση λατρείας· και στις γιορτές που τελούνταν οι συμμετέχοντες επιδίδονταν σε απομιμήσεις μαχών σε ανάμνηση εκείνων που ακολούθησαν τον θάνατό της.