ΣΗΜΕΙΟΝ

 

Βιβλιοπαρουσίαση

 

Δημήτρης Καϊμάκης: Η Ιουδαϊκή Αποκαλυπτική Γραμματεία και η Θεολογία της, Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Βάνιας, 2007, σελ. 336.

 

Το βιβλίο  του καθηγητή της Παλαιάς Διαθήκης στο ΑΠΘ Δημήτρη Καϊμάκη «Η Ιουδαϊκή αποκαλυπτική γραμματεία και η θεολογία της» προσεγγίζει  σημαντικά αποκαλυπτικά κείμενα του ιουδαϊσμού που γράφτηκαν το διάστημα ανάμεσα στο 200 π.Χ. και το 100 μ.Χ. Όπως είναι γνωστό αυτά δημιουργήθηκαν από Ιουδαίους της Παλαιστίνης και της Διασποράς, και προσπαθούσαν να διαφωτίσουν απορίες που αφορούσαν το μέλλον της ανθρωπότητας. Οι σχετικές απαντήσεις αποκαλύπτονται από ένα «υπερκόσμιο ον σε έναν ανθρώπινο παραλήπτη», στον οποίο φανερώνεται έτσι μία «υπερβατική πραγματικότητα» (σ. 13 του βιβλίου).

Το βιβλίο, έπειτα από τον πρόλογο και τις συντομογραφίες, χωρίζεται σε οκτώ κεφάλαια, ενώ έπεται η βιβλιογραφία.

Το πρώτο κεφάλαιο επιγράφεται «Η ιουδαϊκή αποκαλυπτική γραμματεία». Σε αυτό δίνονται όλα τα βασικά στοιχεία για να μπορέσει ο αναγνώστης να γνωρίσει τις αρχές της ιουδαϊκής αποκαλυπτικής. Αυτά είναι:

·         Ο διαχωρισμός του κόσμου των συγγραφέων και της αναμενόμενης βασιλείας του Θεού

·         Η ύπαρξη επίγειας και ουράνιας βασιλείας. Η κρίση θα πραγματοποιηθεί εμπρός στον επίγειο θρόνο του Θεού.

·         Η ύπαρξη εντός της ιστορίας ενός προκαθορισμένου από το Θεό σχήματος  που πρέπει οπωσδήποτε να ακολουθηθεί. Αυτό οδηγεί στα έσχατα που αναμένονται άμεσα

·         Το ενδιαφέρον για τις ενέργειες και τις επεμβάσεις του Θεού σε ολόκληρο τον κόσμο,  και όχι μόνο στον Ισραήλ.

·         Η αντίληψη, στα πλαίσια μιας ανεπτυγμένης αγγελολογίας, ότι οι άγγελοι θεωρούνται αγγελιοφόροι, προστάτες, οδηγοί και συνοδοί στα ουράνια ταξίδια, ενώ κάποια πνεύματα είναι εχθρικά προς το Θεό.

·         Η συγκεχυμένη εικόνα για το Μεσσία.

·         Η παρουσίαση του Παραδείσου και της Σιών ως χώρων όπου οι δίκαιοι θα ζήσουν την εσχατολογική σωτηρία.

Στη συνέχεια, στο δεύτερο κεφάλαιο, που επιγράφεται «Το περιεχόμενο της αποκαλυπτικής γραμματείας» παρουσιάζεται το υλικό των αποκαλυπτικών κείμενων, ενώ στο τρίτο  που επιγράφεται «Η θεολογία της Αποκαλυπτικής Γραμματείας» γίνεται αναφορά στη χρήση του χρόνου και του χώρου στην αποκαλυπτική γραμματεία.

Το τέταρτο κεφάλαιο έχει τίτλο «Αγγελολογία και δαιμονολογία». Αναφέρονται αρχικά, οι σχετικές με την  αγγελολογία και τη δαιμονολογία αντιλήψεις της Παλαιάς Διαθήκης. Η ανάπτυξη αυτής της διδασκαλίας γίνεται στην Αποκαλυπτική γραμματεία. Δίνεται η εντύπωση ότι οι άγγελοι ήταν σώμα και πνεύμα μαζί, υπάρχει διάκριση μεταξύ αγγέλων και ανθρώπων, αν και αυτό δεν φαίνεται να είναι απόλυτο, ενώ δεν υπάρχει ενιαία άποψη για τον αριθμό τους. Υφίσταται αγγελική ιεραρχία και ο ρόλος των αγγέλων είναι των αγγελιοφόρων του Θεού, των προστατών των εθνών και των μεσαζόντων. Στα καθήκοντά τους περιλαμβάνεται και η παρέμβαση στη ζωή των ανθρώπων με ποικίλους τρόπους. Τέλος χαρακτηριστική είναι και η απόδοση ονομάτων σε αυτούς.

Η δαιμονολογία δεν είναι τόσο ανεπτυγμένη, γιατί ο Θεός στην ιουδαϊκή αποκαλυπτική θεωρείται ο δημιουργός του καλού και του κακού. Αυτός κυριαρχεί στα πάντα. Εντούτοις γίνεται λόγος για εκπεσόντες αγγέλους και για δαιμονικές δυνάμεις που έχουν και αρχηγό. Τέλος στα αποκαλυπτικά κείμενα είναι διάχυτη η εντύπωση ότι το κακό στο τέλος θα καταστραφεί.

Το πέμπτο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στο Μεσσιανισμό. Αναφέρεται πως η λέξη Μεσσίας είναι τεχνικός όρος που αφορά την εσχατολογική μορφή που επέλεξε ο Θεός για να παίξει ηγετικό ρόλο στην επερχόμενη βασιλεία (σελ. 229). Στη συνέχεια ερευνάται η φράση «Υιός Ανθρώπου» και η χρήση της από την αποκαλυπτική.

Το έκτο κεφάλαιο επιγράφεται «Εσχατολογία στην Αποκαλυπτική Γραμματεία». Όπως αναφέρεται, ο όρος στους αποκαλυπτικούς σημαίνει τη λήξη της ιστορίας, το τέλος του κόσμου, πιθανόν εξαιτίας περσικών επιδράσεων, ενώ οι προφήτες αντίστοιχα εκφράζουν την ελπίδα για μία επερχόμενη βασιλεία που θα συνδέεται με το μέλλον του Δαβίδ, αν και στο Δευτεροησαΐα η ελπίδα αποκτάει υπερβατικό περιεχόμενο.

Το έβδομο κεφάλαιο τιτλοφορείται «Η ανάσταση των νεκρών». Αρχικά γίνεται λόγος για τις σχετικές με το θέμα αντιλήψεις της Παλαιάς Διαθήκης. Κατόπιν τονίζεται πως στα αποκαλυπτικά κείμενα η ανάπτυξη της πίστης στην ανάσταση των νεκρών φανερώνει πως «ορισμένες ενότητες αναφέρουν ότι οι δίκαιοι θα αναστηθούν σε μία γήινη βασιλεία, ενώ άλλες πως αυτή η βασιλεία θα πραγματοποιηθεί πάνω σε μια καθαγιασμένη ή ανανεωμένη γη» (σελ. 285). Επίσης γίνεται λόγος για τη αθανασία της ψυχής που παρουσιάζεται σε κείμενα της αποκαλυπτικής γραμματείας, και το κεφάλαιο τελειώνει με την αναφορά που γίνεται στα αποκαλυπτικά κείμενα για τη σημασία του σώματος για την ανάσταση.

Το όγδοο και τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου ονομάζεται «Οι ουρανοί στην αποκαλυπτική γραμματεία». Όπως αναφέρεται «Η αποκαλυπτική γραμματεία διατηρεί την αντίληψη (για πολλούς ουρανούς, που απηχείται στην Παλαιά και την Καινή Διαθήκη) και την ενισχύει με το να δίνει περιγραφή των ουρανών» (σελ. 299). Στα πλαίσια αυτής της περιγραφής γίνεται λόγος για τα ουράνια σώματα, ειδικά για τον ήλιο και τη σελήνη, τη Σεώλ, το σκοτεινό και απόμακρο τόπο, όπου πηγαίνουν οι νεκροί και απουσιάζει ο Γιαχβέ. Αντίστοιχος τόπος είναι ο Άδης. Στη συνέχεια το βιβλίο ασχολείται με τη Γέενα, όπου θα ριχτούν οι αμαρτωλοί μετά την κρίση, τον Παράδεισο, που για την αποκαλυπτική γραμματεία είναι ο μελλοντικός τόπος ανάπαυσης των δικαίων, και τελειώνει με  τις αντιλήψεις για το θρόνο και τη δόξα του Θεού.

Η αίσθηση που μένει σε αυτόν που ασχολείται με την ιουδαϊκή αποκαλυπτική γραμματεία είναι πως αποτελεί ένα προϊόν συνάντησης του ιουδαϊσμού με τα άλλα θρησκευτικά και πολιτιστικά ρεύματα του μεσογειακού χώρου. Στην πραγματικότητα αποτελεί μία συγκρητιστική προσπάθεια αναπτέρωσης του ηθικού και τόνωσης της ελπίδας των Ιουδαίων, που χρησιμοποιεί σχήματα της παλαιοδιαθηκικής θρησκευτικότητας αναμειγμένα με ιδέες που γνώριζαν ευρεία κυκλοφορία μέσα στον κοσμοπολιτισμό  της ανατολικής μεσογείου.

Όλα τα παραπάνω αναλύονται στο βιβλίο του Δημήτρη Καϊμάκη που αποτελεί μία σημαντική συμβολή στην κατανόηση της ιουδαϊκής αποκαλυπτικής. Προσφέροντας μία πανοραμική εικόνα των σχετικών κειμένων και των ιδεών που περιέχουν,  αποτελεί ένα ολοκληρωμένο σύγγραμμα που έρχεται να αναπληρώσει ένα κενό της βιβλιογραφίας, ενώ αποτελεί σημείο αναφοράς για τον ερευνητή που θέλει να ασχοληθεί με τον αποκαλυπτισμό και γενικότερα με την ιστορία των ιδεών της εποχής στην οποία αναπτύχθηκε.

 

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΑΥΛΟΥ