

|
|
|
|
|
|
Βιβλιοπαρουσίαση της Παναγιώτας Π. Λάμπρη:
Νίκου Χρ. Παπακωνσταντόπουλου, "Εύθυμες ιστορίες της καθημερινής ζωής", (26-7-2025)
Δημοσιεύτηκε: Προσωπική σελίδα μου στο fb, 26-7-2025.
Προσωπική σελίδα Νίκου Χρ. Παπακωνσταντόπουλου στο fb, 26-7-2025.
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ...
Κρατώ στα χέρια μου το καινούργιο βιβλίο του φίλου συγγραφέα, Νίκου Χρ. Παπακωνσταντόπουλου, «Εύθυμες ιστορίες της καθημερινής ζωής» (Εκδόσεις Συμπαντικές Διαδρομές, 2025), το οποίο ομολογώ πως διάβασα πολύ ευχάριστα. Ο Νίκος μάς είχε προϊδεάσει πως ετοιμαζόταν η έκδοση ενός τέτοιου βιβλίου, ενώ μέρος από τις αφηγήσεις του είχαν δημοσιευτεί στην προσωπική σελίδα του στο facebook.
Οι «Εύθυμες ιστορίες της καθημερινής ζωής», εκτός από τον Πρόλογο της φιλολόγου, Μελίνας Γεωργάτου, και μια Σύντομη εισαγωγή του συγγραφέα, περιλαμβάνει εβδομήντα τρία συνολικά ευθυμογραφήματα, εμπνευσμένα από ποικίλα γεγονότα της καθημερινής ζωής, τα οποία προκαλούν άλλοτε γέλιο, άλλοτε θυμηδία κι άλλοτε σκεπτικισμό, κομίζοντας όμορφα μηνύματα. Οι αφορμές έμπνευσης πολλές, αφού ευτράπελα παθήματα ανιχνεύουμε, τόσο στην προσωπική όσο και στην ευρύτερη κοινωνική ζωή, τα οποία αναμένουν εκείνον που θα τα καταγράψει, για να τα διασώσει από τη λήθη.
Ο συγγραφέας εν προκειμένω αυτό κάνει, ανασύροντας από τη μνήμη του αστεία περιστατικά, τα οποία άκουσε να αφηγούνται άλλοι ή ο ίδιος ήταν αυτόπτης μάρτυρας. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την καταγραφή παίζουν οι εμπειρίες από την ιδιαίτερη πατρίδα του, αλλά όχι μόνο, καθώς το σκηνικό μέσα στο οποίο ζουν και κινούνται οι ήρωές του είναι η ελληνική επαρχία των παλαιότερων κυρίως χρόνων. Καθόλου παράδοξο, μια και είναι κάτι που το ξέρει και τον εμπνέει στη συγγραφική του διαδρομή γενικότερα. Άλλωστε, όσοι έχουν ζήσει σ’ άλλους καιρούς στην επαρχία κοντά στους ανθρώπους του μόχθου γνωρίζουν τη σημασία των ευτράπελων στιγμών, οι οποίες διανθίζουν τη σκληρή εν πολλοίς ζωή τους, θυμίζοντας με τις όποιες αναλογίες τη δημοκρίτεια φράση, «βίος ἀνεόρταστος μακρή ὁδὸς ἀπανδόκευτος», δηλαδή, ζωή χωρίς γιορτή είναι μακρύς δρόμος χωρίς πανδοχείο!
Όλα σχεδόν μες στα ευθυμογραφήματα του Νίκου κινούνται στον χώρο του οικείου κοινωνικού περιβάλλοντος, το οποίο βρίθει άλλωστε από παρόμοιες αστείες ιστορίες, οι οποίες έχουν τη μορφή προσωπικού ή συλλογικού παθήματος, που προκαλεί ειρωνική διάθεση, γέλιο, αλλά και μικροπαρεξηγήσεις, οι οποίες επιλύονται άμεσα, προκαλώντας κι αυτές με τη σειρά τους ευτράπελη διάθεση.
Ο αναγνώστης μελετώντας τα ένα μετά το άλλο συχνά νομίζει πως ήταν και ο ίδιος παρών στα αφηγούμενα περιστατικά, ενώ η απλή γλώσσα -διακρίνονται σ’ αυτή κάποιοι ιδιωματισμοί-, και το ανεπιτήδευτο ύφος συμβάλλουν στην εύκολη πρόσληψη των αφηγουμένων. Φανερό είναι ακόμα το λαογραφικό στοιχείο στις σελίδες του βιβλίου, αγαπημένο έτσι κι αλλιώς, του γράφοντος, αλλά και αναγκαία συνθήκη λόγω των χώρων στους οποίους αναπτύσσονται οι ιστορίες.
Επειδή ως γνωστόν από τις εύθυμες στιγμές δεν προκύπτουν μόνο γέλια και χαρές, αλλά και πολλά άλλα που αφορούν στα ανθρώπινα, ο συγγραφέας με κάθε ευκαιρία, άμεσα ή έμμεσα, προβάλλει αρετές και ελαττώματα των ηρώων του, κάνοντας τις ιστορίες του να έχουν επωφελές αποτύπωμα στις ψυχές των αναγνωστών, αλλά και στα κοινωνικά πρότυπα της εποχής, τα οποία επηρεάζουν άμεσα τη ζωή, κυρίως των γυναικών, αναφέρεται.
Και γράφει στο ευθυμογράφημα, «Το ξεχασμένο όνομα της "Σπύραινας"»: «[…] Τα χρόνια πέρασαν. Έζησε πολύ καλή ζωή με τον άντρα της, το Σπύρο, και απέκτησαν τρία αξιαγάπητα παιδιά και εγγόνια. Μα κι εκείνος ποτέ δεν τη φώναξε με τ’ όνομά της, κρατώντας την «παράδοση» του τόπου τους, που ήθελε να μην έχει η παντρεμένη γυναίκα όνομα, παρά αυτό που «δανειζόταν» από τον άντρα της: «Γιώργαινα», «Μιχάλαινα», «Γιάνναινα», «Κώσταινα», «Νίκαινα» κ.λπ. Κάθε φορά που ο Σπύρος ήθελε να μιλήσει σε άλλους για την Αντιγόνη, έλεγε «η νοικοκυρά μου» ή «η γυναίκα μου» ή «η κυρά μου». Μα και στην ίδια απευθυνόταν άλλοτε με το «ει», άλλοτε με το «ωρή» κι άλλοτε με το «Σπύραινα», όπως και όλοι οι άλλοι στις γυναίκες τους στο χωριό! Τη φώναζε κ αι «Αφροδίτη», θέλοντας να τονίσει έτσι την ομορφιά της.»
Τα χρόνια πέρασαν, ο Σπύρος αρρώστησε, έχοντας άμεση την ανάγκη της. κάποια τέτοια στιγμή, λοιπόν, που άρχισε να την καλεί με τα γνωστά ονόματα, η γυναίκα του δεν απαντούσε. Ώσπου…
«- Ε! Αντιγόνη!
Τότε εκείνη γύρισε προς το μέρος του και με παράπονο του είπε:
- Αχ, ρε άντρα μου! Ήταν ανάγκη να φτάσεις σ’ αυτή την κατάσταση και μετά από πενήντα χρόνια ζωής μαζί, για να με φωνάξεις μ τ’ όνομά μου;»
Κλείνοντας αυτή τη σύντομη αναφορά στο νέο βιβλίου του Νίκου Χρ. Παπακωνσταντόπουλου, «Εύθυμες ιστορίες της καθημερινής ζωής», του εύχομαι να ταξιδέψει σε πολλές καρδιές κι ο ίδιος να είναι εμπνευσμένος και ευτυχής.