Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

Κριτική για «Ροδαυγή - Το ρόδο της αυγής»

Από την Ελένη Κ. Παπαβασιλείου, φιλόλογο 

Εισήγηση στο συνέδριο «ΑΡΤΑ - ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ (1881-2006)», 20-22 ΙΟΥΛΙΟΥ 2007 

 

Δημοσιεύτηκε στα πρακτικά του Συνεδρίου, σ. 354-357

 

Η πρώτη συγγραφική δουλειά της Παναγιώτας Π. Λάμπρη  «ΡΟΔΑΥΓΗ. Το Ρόδο της Αυγής» τυπώνεται και κυκλοφορεί το καλοκαίρι του 2006, είκοσι περίπου χρόνια μετά τη συγκεντρωτική έκδοση των «ΑΠΑΝΤΩΝ» του Κωνσταντίνου Α. Διαμάντη, θεμελιώδους έργου της τοπικής ιστορίας του Τζουμερκιώτικου χώρου. Η σχετική βιβλιογραφία εμπλουτίζεται από την παρούσα έκδοση, η οποία αποτελεί καρπό της πολύχρονης και κοπιώδους προσπάθειας της συγγραφέως να ανασυνθέσει την κοινωνική και πνευματική  παράδοση της Ροδαυγής με μεθοδικότητα και τεκμηρίωση.

      Η συγγραφέας, ακούραστη ερευνήτρια, διακρίνεται από το πάθος της μελέτης, της ανάλυσης και της καταγραφής του παρελθόντος με σκοπό τη σύνδεσή του με το σήμερα. Σ’ έναν άρτιο τόμο 495 σελίδων συγκεντρώνει και ταξινομεί ένα τεράστιο ιστορικό και λαογραφικό υλικό, ανοίγοντας έτσι την πόρτα για μια ευρύτερη και βαθύτερη μελέτη των στοιχείων αυτών από όσους έχουν τον ίδιο ζήλο και διάθεση για έρευνα του παρελθόντος. Στο ιδιαίτερα καλαίσθητο εξώφυλλο απεικονίζεται η ανατολή του ήλιου στη Ροδαυγή, όπως αποτυπώθηκε ένα ξημέρωμα από το φωτογραφικό φακό της συγγραφέως, σε ένα παιγνίδι εικόνας και λόγου με τον τίτλο.

      Το βιβλίο χωρίζεται σε 14 κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο, η συγγραφέας ανατρέχει στο αρχαίο παρελθόν του τόπου. Αναζητά τις ρίζες των φύλων που πρωτοκατοίκησαν το χώρο και ιχνηλατεί τα αρχαία ερείπια. Μετά από μια σύντομη αναφορά στη μεσαιωνική και τη νεότερη ιστορία της περιοχής, παραθέτει δημογραφικές πληροφορίες που συνθέτουν το πληθυσμιακό προφίλ της Ροδαυγής κατά τον 20ο αι. Στο δεύτερο κεφάλαιο ασχολείται με το γλωσσικό ιδίωμα της Ροδαυγής, κοινό και για τους περισσότερους Ηπειρώτες. Στο τρίτο και τέταρτο  αναλύονται η δομή της οικογένειας και ο άμεσα συνδεδεμένος μ’ αυτή κύκλος της ζωής του ανθρώπου. Το πέμπτο κεφάλαιο περιέχει τα έθιμα των εορτών, ενώ το έκτο είναι αφιερωμένο στο αναπόσπαστα δεμένο με τη μακραίωνη ιστορία του χωριού Καγκελάρι, χορευτικό δρώμενο που οι ρίζες του χάνονται στο βάθος του χρόνου. Το έβδομο κεφάλαιο περιγράφει τις ασχολίες των κατοίκων της Ροδαυγής και το όγδοο τη διαδικασία παραγωγής του ποτού της, του τσίπουρου. Στο ένατο καταπιάνεται με τα «μνημεία» του έντεχνου προφορικού λόγου (αινίγματα, λογοπαίγνια, τραγούδια, θρύλους, παροιμίες), θεματολογία που συμπληρώνεται στο δέκατο από τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες των ανθρώπων του παρελθόντος. Στο ενδέκατο καταγράφονται  τα παιγνίδια, με τα οποία τα παιδιά έβρισκαν τρόπους να διασκεδάζουν κοροϊδεύοντας τη φτώχεια τους, ολοκληρώνοντας με αυτό τον τρόπο την εικόνα της καθημερινής ζωής, με τους ανθρώπους να τη χαίρονται μέσα από τα τραγούδια, τα παραμύθια, τις ευκαιρίες  για αντάμωμα στα πανηγύρια, τα ξεφλουδίσματα, το θέρο, τον τρύγο. Η λαϊκή τέχνη σε όλες τις εκφάνσεις της, ασκημένη από ανθρώπους που διέθεταν έμφυτη την κλίση στην καλλιέργεια του ωραίου αποτελεί το θέμα του δωδέκατου κεφαλαίου. Το δέκατο τρίτο κεφάλαιο αναφέρεται στη λαϊκή ιατρική και τους τρόπους αντιμετώπισης των ασθενειών, πριν από την επικράτηση των επιστημονικών μεθόδων της σύγχρονης ιατρικής.

      Το τελευταίο κεφάλαιο «Ιστορίες ζωής από το παρελθόν», γραμμένο από τον πατέρα της συγγραφέως Παναγιώτη Β. Λάμπρη, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον αυριανό μελετητή. Η περιγραφή του χωριού, όπως ήταν τον περασμένο αιώνα, μέσα από την αφήγηση των βιωμάτων και ακουσμάτων του έχει έναν πηγαίο και αγνό αυθορμητισμό. Είναι μια ομολογία ψυχής για τη ζωή που πέρασε και για τους ανθρώπους που έζησαν και ταύτισαν το πέρασμά τους με την πρόσφατη ιστορία της Ροδαυγής. Ο Π. Λάμπρης, φορέας ενός σημαντικού λαϊκού πολιτισμού, είναι ένας αγνός, ειλικρινής και παραστατικός αφηγητής. Η εσωτερική του αυτή παρόρμηση, να μας πει όσα είδε, άκουσε και έζησε στη ζωή του είναι και ο μοναδικός οδηγός του αυθόρμητου των αφηγήσεών του, ενώ στόχος του είναι να λειτουργήσουν ως γνωστικό και παιδευτικό υλικό για τους νεότερους. Ο λόγος του λιτός, χωρίς κανένα φιλολογικό φτιασίδι, είναι στο βάθος του λογοτεχνικός, γιατί έχει τη δύναμη της πηγαίας έκφρασης και της εσωτερικής παρόρμησης. Οι εικόνες της καθημερινής, και όχι μόνο, ζωής της Ροδαυγής περιγράφονται με γλαφυρότητα, απλότητα και ζωντάνια. Το τμήμα αυτό του βιβλίου, χωρίς να «φιλοδοξεί να υποκαταστήσει την ιστορική έρευνα», αποτελεί ένα ντοκουμέντο, από όπου μπορεί κανείς να αντλήσει ιστορικά, λαογραφικά, κοινωνικά, ηθογραφικά και πολλά άλλα στοιχεία της ζωής που πέρασε. Η παράθεσή του στο βιβλίο αποτελεί φόρο τιμής της συγγραφέως στον πατέρα της, ο οποίος με την αυθεντική του μαρτυρία συμβάλλει στη γνώση μιας πτυχής του παρελθόντος.

      Η Ροδαυγή λοιπόν βρίσκεται στο επίκεντρο της έρευνας και των αφηγήσεων  του βιβλίου από τα αρχαία χρόνια ως τις μέρες μας. Κινητοποιώντας τη λειτουργία της μνήμης αναπλάθεται το τοπίο και οι άνθρωποι, οι ασχολίες και τα επαγγέλματά τους, τα ήθη και οι προσδοκίες τους, τα πανηγύρια και οι λατρευτικές τους συνήθειες, τα σπίτια και οι εκκλησιές τους και εντέλει οτιδήποτε συνθέτει το κοινωνικό γίγνεσθαι του βίου τους. Το πολιτισμικό στίγμα του χωριού θεμελιώνεται και χτίζεται από τις αφετηρίες της πρώτης εμφάνισης των ανθρώπων στον τόπο αυτό έως και σήμερα, μέσα από την παράθεση προφορικών μαρτυριών και προσωπικών βιωμάτων, καθώς και την αξιοποίηση της σχετικής βιβλιογραφίας. Το προσεκτικά επιλεγμένο φωτογραφικό υλικό δημιουργεί εύκολα γέφυρες με την αφήγηση, μέσα από την οποία δεν επιδιώκεται «μια στείρα καταγραφή του λαϊκού πολιτισμού, αλλά η παρουσίασή του με το ενδιαφέρον στραμμένο στις μακρινές χρονικές του καταβολές».

      Το πολιτισμικό αυτό στίγμα της γενέτειρας της συγγραφέως προβάλλει πιο καθαρό και πιο γνήσιο μέσα από το φίλτρο της απόστασης, με αποτέλεσμα να καταγράφονται τα δρώμενα της Ροδαυγής όχι με νοσταλγική διάθεση, αλλά με στέρεη αγάπη. Η συγγραφέας δεν δείχνει να διακατέχεται από κανένα σύνδρομο για άκριτες αναπολήσεις ενός ωραιοποιημένου παρελθόντος. Η συγγραφή του βιβλίου της άρχισε από μια συναισθηματική παρόρμηση, όπως η ίδια εξομολογείται, για να ικανοποιήσει την προσωπική περιέργεια ενός ανθρώπου να γνωρίσει τις προγονικές του ρίζες, όσο μπορούσε πιο πολύ στο βάθος του χρόνου.

      Η συγγραφέας εμβαθύνει στα τελετουργικά έθιμα, στα παιγνίδια, τα μνημεία του έντεχνου προφορικού λόγου, τις λαϊκές τέχνες και την κοινή αφετηρία τους στο χρόνο, επισημαίνοντας τόσο τον άρρηκτο δεσμό απώτερου και πρόσφατου παρελθόντος, όσο και τη βαθύτατη επίδραση της χριστιανικής θρησκείας στη διαμόρφωση και την εξέλιξη της καθημερινής ζωής δια μέσου των αιώνων. Όλα αυτά τα έθιμα καταγράφονται με εξαιρετική παραστατικότητα, χωρίς εξεζητημένη σπουδαιολογία, και τεκμηριωμένα με τις αντίστοιχες παραπομπές σε σχετικά λογοτεχνικά και άλλα κείμενα, διαπρεπών λαογράφων.

      Η εργασία της Παναγιώτας Λάμπρη παρέχει τη βάση για περαιτέρω έρευνα πάνω σε ζητήματα που σχετίζονται με την τοπική οικονομία, τα βιοποριστικά επαγγέλματα των κατοίκων της περιοχής, καθώς και τις διάφορες ασχολίες στον ευρύτερο αγροτοποιμενικό περίγυρο της Ροδαυγής. Για την ολοκλήρωση και αρτιότερη εμφάνιση της ερευνητικής της προσπάθειας η συγγραφέας δεν παραλείπει να πλαισιώσει την έρευνά της και με στοιχεία από άλλες ιστορικές πηγές. Άλλωστε με σεμνότητα επισημαίνει και τα δικά της πιθανά λάθη ή παραλείψεις προλειαίνοντας έτσι το έδαφος για συμπληρώσεις ή διορθώσεις από μεταγενέστερους ερευνητές.

      Με την υψηλής ποιότητας γνωστική προσέγγιση του παρελθόντος η συγγραφέας επιτυγχάνει τόσο την ενίσχυση της τοπικής συλλογικής μνήμης, όσο και την προαγωγή της συλλογικής αυτογνωσίας. Με αυτό τον τρόπο η αγάπη για την ιδιαίτερη πατρίδα της παίρνει κοινωνικό περιεχόμενο συμβάλλοντας έτσι στο πνευματικό της ανέβασμα, που είναι και ο απώτερος στόχος της συγγραφέως