Οι εισπράξεις του ΦΠΑ τρέχουν με… 100. Πώς υπερδιπλασιάστηκαν σε μια δεκαετία

Οι εισπράξεις του ΦΠΑ τρέχουν με… 100. Πώς υπερδιπλασιάστηκαν σε μια δεκαετία


Με ταχύτατους ρυθμούς αυξάνονται τα έσοδα από ΦΠΑ. Αν συγκρίνουμε το ποσό που αναμένεται να συγκεντρωθεί μέσα στο 2025 με το αντίστοιχο πριν από 10 χρόνια, θα προκύψει μεταβολή 102%.

Αν γίνει σύγκριση των εισπράξεων ΦΠΑ του 2016 με το προβλεπόμενο ποσό του 2026, τότε και πάλι θα προκύψει ποσοστό 94%. Τα ιστορικά ρεκόρ είναι συνεχή και διαδοχικά, αναδεικνύοντας την Ελλάδα σε «πρωταθλήτρια», αν ως κριτήριο χρησιμοποιηθεί ο βαθμός εξάρτησης του κρατικού προϋπολογισμού από τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.

Εκτόξευση των εισπράξεων από Φόρο Προστιθέμενης Αξίας αποτυπώνουν τα επίσημα στοιχεία εκτέλεσης των προϋπολογισμών. Για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας, στο τέλος του 2025, τα έσοδα αναμένεται να σπάσουν το όριο του 11%, όταν πριν από το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και της μνημονιακής περιόδου η αναλογία ήταν μόλις στο 7%, με το ΑΕΠ να διαμορφώνεται σε ανάλογα επίπεδα.

Με τις υπερβάσεις έναντι των προβλέψεων να είναι σύνηθες φαινόμενο τα τελευταία χρόνια, ο πήχης για το 2026 μπαίνει στα 29,129 δισ. ευρώ εισπράξεις μόνο από ΦΠΑ, κάτι που σημαίνει ότι πλέον είμαστε κοντά σε ακόμη ένα «ορόσημο»: έσοδα από ΦΠΑ άνω των 30 δισ. ευρώ μέσα σε μια χρονιά. Έκρηξη ηλεκτρονικών συναλλαγών, αύξηση των τιμών, μεγαλύτερη κατανάλωση ως αποτέλεσμα της ανάπτυξης της οικονομίας αλλά και της ενίσχυσης του τουρισμού αλλά και αποτελεσματική εφαρμογή των μέτρων για τον περιορισμό των αδήλωτων συναλλαγών -mydata, σύνδεση POS με ταμειακές μηχανές κλπ- είναι οι λόγοι στους οποίους αποδίδεται η συνεχής αύξηση των τελευταίων ετών. Και σε έναν ακόμη: Όλες αυτές οι «δυνάμεις» αναπτύχθηκαν, ενώ η Ελλάδα εξακολουθεί να εφαρμόζει από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Η αναλογία ως προς το ΑΕΠ υπολογίζεται με βάση τα «ονομαστικά έσοδα» από ΦΠΑ, όπως καταγράφονται στον κρατικό προϋπολογισμό, ενώ το ΑΕΠ είναι επίσης το ονομαστικό σε τρέχουσες τιμές. Τελευταία χρονιά για την οποία υπάρχουν οριστικά στοιχεία είναι το 2024. Η περυσινή χρονιά έκλεισε με εισπράξεις 25,683 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν στο 10,85% του ονομαστικού ΑΕΠ της συγκεκριμένης χρονιάς (236,7 δισ. ευρώ, μετά και τις οριστικές εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ).

Η σύγκριση του 2024 με το τελευταίο προ οικονομικής κρίσης έτος, το 2009, αναδεικνύει και όλους τους λόγους που έφεραν τη μεγάλη αύξηση των εισπράξεων από τον φόρο προστιθέμενης αξίας. Το 2009, το ονομαστικό ΑΕΠ της χώρας ήταν στα 234,3 δισ. ευρώ, αντίστοιχο με αυτό του 2024 (η χώρα χρειάστηκε 15 χρόνια για να ανακτήσει το προηγούμενο υψηλό σε επίπεδο ονομαστικού ΑΕΠ). Τότε, οι εισπράξεις από ΦΠΑ ήταν 16,6 δισ. ευρώ και αυτό είναι το ποσό που αναλογεί στο 7,08% τού τότε ΑΕΠ. Φτάσαμε το 2024 στο 10,85% του ΑΕΠ και το 2025 αναμένεται να σπάσει και το φράγμα του 11%, με τα έσοδα από τον ΦΠΑ να ξεπερνούν τα 27,5 δισ. ευρώ με βάση και την αναθεωρημένη πρόβλεψη που ενσωματώθηκε στο προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού.

Η μνημονιακή περίοδος άφησε ως κληρονομιά τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ. Το 19% του 2009 έχει γίνει πλέον 24%, ενώ κυρίαρχες κατά τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου ήταν οι μετατάξεις προϊόντων και υπηρεσιών από τον χαμηλό συντελεστή (πλέον 13%) στο 24%.

Στην πράξη αποδείχτηκε ότι οι αυξημένοι συντελεστές απέδωσαν περισσότερο εισπρακτικά μετά την πανδημία, όταν και άρχισαν να αποδίδουν συνδυαστικά και με άλλες παραμέτρους, όπως είναι η αύξηση των τιμών, η αύξηση των εισοδημάτων που έφερε και μεγαλύτερη κατανάλωση, η ενίσχυση του τουριστικού ρεύματος αλλά και τα μέτρα αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής μαζί με το «κύμα» των ηλεκτρονικών πληρωμών.

Οι «επιταχυντές»

Έτσι, για να μπει ο πήχης των εισπράξεων στα 29,129 δισ. ευρώ για το 2026 -ποσό που αντιστοιχεί στο 11,16% του προβλεπόμενου ονομαστικού ΑΕΠ-, χρειάστηκε να διαμορφωθούν οι ακόλουθες συνθήκες:

1. Να αυξηθεί το μέσο επίπεδο τιμών περίπου κατά 16%-17% μέσα σε μία 5ετία. Ειδικά στα τρόφιμα, ο πληθωρισμός της 5ετίας «τρέχει» με πάνω από 30% και αυτός είναι ένας από τους βασικούς λόγους ενίσχυσης και των εισπράξεων από ΦΠΑ, καθώς τα τρόφιμα είναι είδος πρώτης ανάγκης, με τζίρο δισεκατομμυρίων ευρώ.

2. Να αυξηθεί ο αριθμός των καταναλωτών. Εκτός από τους μόνιμους κατοίκους της χώρας, μετά την πανδημία στα έσοδα από τον ΦΠΑ συνδράμουν και οι ολοένα και αυξανόμενοι τουρίστες, ο αριθμός των οποίων υπερβαίνει πλέον τα 25-26 εκατομμύρια σε ετήσια βάση.

3. Να δημιουργηθεί «ρεύμα» υπέρ των ηλεκτρονικών πληρωμών, η αξία των οποίων πλέον υπερβαίνει τα 127 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΤτΕ. Η στατιστική δείχνει ότι το 2024, μέσω καρτών, τραπεζικών λογαριασμών κ.λπ. πέρασαν 127,5 δισ. ευρώ, έναντι 81,28 δισ. ευρώ το 2019. Η αύξηση ήταν 10 δισ. ευρώ μόνο από το 2023 στο 2024, ενώ ανάλογη -αν όχι μεγαλύτερη- αύξηση αναμένεται να καταγραφεί και μέσα στο 2025. Η χρήση μετρητών έχει περιοριστεί αισθητά και αυτό αποτυπώνεται στις εισπράξεις από τον ΦΠΑ.

4. Να διασυνδεθούν οι ταμειακές μηχανές και τα POS με τις φορολογικές αρχές, ώστε οι αυξημένες ηλεκτρονικές πληρωμές να καταγράφονται και από την ΑΑΔΕ, εμποδίζοντας τη φοροδιαφυγή. Η διασύνδεση, συνδυαστικά με την αυξημένη χρήση καρτών από την πλευρά των καταναλωτών, εκτιμάται ότι είναι από τους βασικούς λόγους για τους οποίους μειώνεται ταχύτατα το λεγόμενο «κενό ΦΠΑ» στην Ελλάδα. Από την κορύφωση του 23%, τα στοιχεία για το 2025 αναμένεται να δείξουν μείωση προς το 10%-11%, ενώ ο στόχος είναι, είτε το 2026 είτε το 2027, να «πιάσουμε» τον μέσο ευρωπαϊκό όρο που διαμορφώνεται στην περιοχή του 9%. Αν αυτό συμβεί, θα εντοπιστούν επιπλέον έσοδα της τάξεως του 1 δισ. ευρώ.

Μεγαλύτερη ανισορροπία

Η εισπρακτική επιτυχία του ΦΠΑ ενισχύει την ανισορροπία που εμφανίζει η Ελλάδα όσον αφορά τη συνολική σύνθεση των φορολογικών της εσόδων σε σχέση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες αλλά και τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τα απογραφικά στοιχεία του 2023 -που είναι και τα τελευταία διαθέσιμα- δείχνουν ότι από τους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ και ειδικοί φόροι κατανάλωσης) η Ελλάδα περιμένει το 44,4% των συνολικών φορολογικών της εσόδων, όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. διαμορφώνεται στο 33,2%.



Πηγή

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *