Όλοι τελειώνουν το σχολείο αλλά…

Όλοι τελειώνουν το σχολείο αλλά…
Εντυπωσιακά συμπεράσματα προκύπτουν από την έκθεση παρακολούθησης της εκπαίδευσης και κατάρτισης 2024 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρόκειται για μία έκθεση που κυκλοφορεί κάθε χρόνο. Οι αριθμοί που βλέπουμε στον πίνακα με τους βασικούς δείκτες και αναδημοσιεύουμε αποτελούν μία εξαιρετική περιγραφή της εκπαίδευσης στη χώρα μας το 2023 και των αλλαγών που συνέβησαν από το 2013. Τώρα είμαστε εκτός μνημονίων εδώ και αρκετά χρόνια, ενώ το 2013 βρισκόμασταν στην καρδιά της οικονομικής κρίσης.
Ο πρώτος δείκτης που μας εντυπωσιάζει είναι το ποσοστό των μαθητών με χαμηλές επιδόσεις στην ανάγνωση (κατανόηση κειμένου), στα μαθηματικά και τις θετικές επιστήμες. Πρόκειται για στοιχεία που προέρχονται από την έρευνα PISA του ΟΟΣΑ. Στην κατανόηση κειμένου το ποσοστό των μαθητών με χαμηλή επίδοση ήταν το 2013 (το 2012 έγινε ο διαγωνισμός) 22,6% και έφτασε το 37,6% το 2023. Πρόκειται για αύξηση 68,18%, που πρέπει να αποτελεί παγκόσμιο ρεκόρ. Από το 2013 έως το 2023 περάσαμε την οικονομική κρίση και την πανδημία. Αναμενόμενο είναι να έχουμε κάποια προβλήματα και μείωση των επιδόσεων, αλλά αυτό ξεπερνάει κάθε αναμενόμενο αποτέλεσμα και οδηγεί περισσότερα από ένα στα τρία παιδιά μας να μην μπορούν να καταλάβουν ένα κείμενο, πράγμα εξαιρετικά επικίνδυνο για το μέλλον μας. Στα Μαθηματικά η εικόνα είναι πολύ χειρότερη· οι χαμηλές επιδόσεις από το 35,7% πήγαν στο 47,2%. Δηλαδή οι μισοί μαθητές δεν ξέρουν ούτε τα στοιχειώδη. Στη Φυσική από 25,5% πήγαμε στο 37,3%. Ο στόχος της ΕΕ είναι το 15% και στα τρία αντικείμενα, που φυσικά είναι αδύνατο να το πλησιάσουμε.
Ο επόμενος δείκτης είναι το ποσοστό των μαθητών που εγκαταλείπουν πρόωρα την εκπαίδευση. Από 10,1% πήγε στο 3,7%. Το ποσοστό ολοκλήρωσης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης από 86,7% ανέβηκε στο 95,4%. Δηλαδή κανείς δεν παρατάει το σχολείο, αλλά πάρα πολλοί μαθητές δεν μαθαίνουν και τίποτα, απλά παρίστανται. Ο σκοπός μας δεν είναι να είναι απλά παρόντα τα παιδιά στο σχολείο και ό,τι μάθουν. Σκοπός μας, φυσικά, δεν πρέπει να είναι να κόβουμε τα παιδιά που δεν ξέρουν, όπως γίνεται με την ΕΒΕ, αλλά να τα βοηθήσουμε να μάθουν.
Στην επαγγελματική εκπαίδευση οι απόφοιτοι που επωφελούνται από τη μάθηση που βασίζεται στην εργασία (στη μαθητεία δηλαδή) βρίσκεται στο 35,4% το 2023 έναντι 64,5% στην ΕΕ και έναντι στόχου μεγαλύτερου ή ίσου του 60% για το 2025. Η απόστασή μας είναι τεράστια, διότι εδώ ασχολούμαστε με την πρόσβαση των αποφοίτων της επαγγελματικής εκπαίδευσης στα ΑΕΙ και όχι στο να επιτελέσει το σκοπό της η επαγγελματική εκπαίδευση που είναι η εκμάθηση ενός επαγγέλματος, ώστε ο μαθητής να βρει εργασία με αξιοπρεπείς απολαυές. Χρόνια τώρα οι κυβερνήσεις προσπαθούν να κάνουν την επαγγελματική εκπαίδευση ελκυστική για τους μαθητές με λάθος τρόπο.
Αντίστοιχα η συμμετοχή των ενηλίκων στη μάθηση, αυτό που λέμε δια βίου μάθηση, από 11% το 2013, πήγε στο 15,1% το 2023 όταν στην ΕΕ είναι 39,5% και ο στόχος για το 2025 είναι μεγαλύτερος ή ίσος του 47%. Η απόσταση και εδώ είναι πολύ μεγάλη, σχεδόν 32% διαφορά από το στόχο.
Το ποσοστό των εκπαιδευτικών που είναι ηλικίας από 55 ετών και άνω από 15% ανέβηκε στο 32,4%. Το ποσοστό τους υπερδιπλασιάστηκε, αναμενόμενο λόγω των διορισμών που δεν έγιναν επί μία δεκαετία, αλλά και λόγω του συνταξιοδοτικού, που έθεσε το όριο εξόδου στα 67. Το πόσο καλός μπορεί να είναι στη δουλειά του ένας εκπαιδευτικός στα 65 του είναι ένα πολύ μεγάλο ζήτημα. Η εκπαίδευση είναι η μεταβίβαση της γνώσης και προϋποθέτει άριστη επικοινωνία μεταξύ εκπαιδευτικού και μαθητών, πράγμα που γίνεται όλο και δυσκολότερο όσο αυξάνει η ηλικιακή διαφορά. Η δυνατότητα προσαρμογής ενός εκπαιδευτικού στα νέα δεδομένα είναι αντιστρόφως ανάλογη της ηλικίας του.
Οι επενδύσεις στην εκπαίδευση είναι ένας ακόμη δείκτης που μας δείχνει πολλά. Οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση ήταν το 2013 το 4,5% του ΑΕΠ, όταν στην ΕΕ ήταν το 4,9% του ΑΕΠ· κοντά βρισκόμασταν τότε στην ΕΕ. Το 2023 έπεσαν στο 3,8% του ΑΕΠ στην Ελλάδα και στο 4,7% στην ΕΕ. Η απόστασή μας από την Ευρώπη μεγάλωσε, όπως συμβαίνει χρόνια τώρα. Οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση ως ποσοστό επί του συνόλου των γενικών κρατικών δαπανών από 7,1% πήγε στο 7,2%, σημείωσε, δηλαδή, την ελάχιστη αύξηση. Ο συνδυασμός αυτών των αριθμών μας δείχνει ότι καθώς αυξήθηκε το ΑΕΠ στην δεκαετία 2013 -2023 οι δημόσιες δαπάνες (όχι μόνο για την εκπαίδευση) δεν αυξήθηκαν ανάλογα με την αύξηση του ΑΕΠ. Αν συνέβαινε αυτό οι δημόσιες επενδύσεις θα έμεναν στο 4,5% του ΑΕΠ και θα είχαμε σχεδόν φτάσει το μέσο όρο των χωρών της ΕΕ. Αυτό ίσως εξηγεί τα χάλια του δημόσιου τομέα στη χώρα μας όχι μόνο στην εκπαίδευση αλλά παντού. Με την αύξηση του ΑΕΠ, υπάρχει οικονομική ανάπτυξη, αλλά δεν αυξάνονται ανάλογα οι δημόσιες δαπάνες, συνεπώς δεν έχουμε βελτίωση των υπηρεσιών του δημόσιου τομέα.
Είναι προφανές ότι χωρίς χρήματα δεν γίνεται η δουλειά, αλλά και μόνο με χρήματα χωρίς σχέδιο πάλι δεν γίνεται η δουλειά. Εμείς στην Ελλάδα ακολουθούμε τον τρίτο δρόμο: ούτε χρήματα ούτε σχέδιο. Τα αποτελέσματα είναι αυτά που βλέπουμε.
*Ο Στρ. Στρατηγάκης είναι Μαθηματικός-Ερευνητής, www.stadiodromia.gr