ΚΑΠΝΟΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ
                (ΚΑΠΝΟΣ)  Φυτό ποώδες της οικογένειας σολανίδες. Προέρχεται από την Αμερική (πιθανά από τις Αντίλλες) και μεταφέρθηκε στην Ευρώπη το 16ο αιώνα από τους Ισπανούς. Ο καπνός έχει φύλλα πλατιά με άνθη κόκκινα, κίτρινα ή λευκά κατά βότρυς ή φόβες. Με επεξεργασία των φύλλων του σε ειδικές μονάδες (καπνοβιομηχανίες) παρασκευάζονται τα τσιγάρα, τα πούρα και εξευγενισμένος καπνός για πίπες κλπ. Καλλιεργείται στις ΗΠΑ, την Ινδία, τη Βραζιλία, στις χώρες της Βαλκανικής.      
                Στην Ελλάδα καλλιεργούνται μεγάλες και άριστες ποικιλίες καπνού. Η νικοτίνη, ουσία που περιέχει ο καπνός, θεωρείται ιδιαίτερα βλαβερή για τον ανθρώπινο οργανισμό. Είναι μια δύσκολη καλλιέργεια, με ακόμη δυσκολότερη επεξεργασία που γίνεται ως εξής:
               
Τα σανίδια, (χασλαμάς): Πριν σπείρουν τον καπνόσπορο στο χωράφι, το φύτευαν μέσα σε «σανίδια». Το λεγόμενο «σανίδι» είναι ειδικά διαμορφωμένος χώρος φτιαγμένος από σανίδι και χώμα. Το μήκος του είναι περίπου 3 μ. Στο εσωτερικό του έχει ειδικούς χώρους όπου έσπερναν τους σπόρους του καπνού. Και στις δυο πλευρές του, σχηματίζουν αυλάκια, τα οποία διευκολύνουν περισσότερο στο πότισμα. Όταν ερχόταν ο καιρός για τη σπορά, έριχναν τον σπόρο του καπνού με στάχτη (ανακατεμένα), στη συνέχεια το γέμιζαν με κοπριά ζώων ώσπου να καλυφθεί η επιφάνεια. Πριν όμως ρίξουν την κοπριά, έμπαιναν μέσα στο σανίδι και πατούσαν με τα πόδια τους γερά τον σπόρο, και έπειτα έριχναν την κοπριά.
               
Ξεβοτάνισμα: Όταν στο χασλαμά εμφανιζόταν κάποια άγρια χόρτα, τότε οι άνθρωποι αναγκαζόταν να τα βγάλουν με το χέρι δηλαδή να τα ξεβοτανίσουν, για να μην επηρεάσουν την ανάπτυξη του καπνού.
                Φυτεία: Μετά από καιρό (15-20 Μαΐου), όταν έβλεπαν πως το φυτό πλέον του καπνού γινόταν περίπου 20 εκ. (ύψος) ερχόταν η ώρα για την φυτεία στο χωράφι. Διάλεγαν λοιπόν τα καλύτερα φυτά που ήταν κατάλληλα να φυτευτούν στο χωράφι. Τα έβγαζαν έτσι από τα σανίδια τα φυτά αυτά και τα φύτευαν στο χωράφι. Το φύτεμα παλιά γινόταν με το χέρι και αργότερα με το τρακτέρ και φυτευτική μηχανή. Πριν φυτέψουν όμως στο χωράφι τα φυτά, έπρεπε να το οργώσουν. Έτσι όργωναν με δυο βόδια ζεμένα και πίσω τους δεμένο ένα αλέτρι, με το οποίο όργωνε το χώμα ο ζευγολάτης.
               
Λίπασμα: Το λίπασμα είναι «φάρμακο» ειδικό το οποίο το ρίχνανε στα φυτά για να αναπτυχθούν καλύτερα.
               
Σπάσιμο: Ήταν η διαδικασία στην οποία μάζευαν τα φύλλα καπνού από το πλέον αναπτυγμένο φυτό. Τον Ιούνιο συγκεκριμένα «έσπαζαν» δηλαδή μάζευαν τα φύλλα από τον κορμό του φυτού.
                Βελόνιασμα (Αρμάθιασμα): Τα φύλλα του καπνού, τα συγκέντρωναν στο σπίτι μέσα στα κοφίνια, μαζευόταν όλοι μαζί, και τα περνούσαν σε μεγάλες βελόνες δηλαδή γινόταν το «βελόνιασμα» ή «πέρασμα». Έπειτα αφού συγκεντρωνόταν ορισμένος αριθμός βελονιών, τις «άδειαζαν» δηλαδή τις έβαζαν στα «σαρίκια» (μακριά ξύλα με σπάγκο που χωρούσαν πολλές βελόνες καπνού) και αυτά, τα «σαρίκια» τα έβαζαν στις «λιάστρες» για να ξεραθούν. Η λιάστρα ήταν ένα είδος σκάρας την οποία την έβλεπε ο ήλιος και πάνω της έβαζαν τα «σαρίκια». Στη συνέχεια όταν ξεραινόταν τα φύλλα καπνού στα σαρίκια, πάνω στις λιάστρες ερχόταν η ώρα να δημιουργηθούν τα «σαντάλια». Έξι σαρίκια μαζί, τα έβγαζαν τα ξύλα, και τα ένωναν σε ένα τσιγκέλι σαν τσαμπί και τα τοποθετούσαν στο κουί για να μαλακώσουν.
               
Παστάλιασμα: Το φθινόπωρο έφτιαχναν τα «παστάλια». Τα παστάλια για ένα χρονικό διάστημα τα έβαζαν μέσα σε αποθήκη (κουί) η οποία ήταν κάπως δροσερή για να μαλακώσουν πάλι τα φύλλα καπνού. Έπειτα, το «σεντούκι» ήταν ένα είδος καλουπιού στο οποίο έβαζαν τα φύλλα και αυτό το σεντούκι έβγαζε το καπνό σε μορφή δέματος. Τέλος τον Απρίλιο ήταν έτοιμο να πουληθεί στους εμπόρους που τα βαθμολογούσαν για να γίνουν τσιγάρα.
                Όταν τέλειωνε όλη η διαδικασία του καπνού οι νοικοκυρές έφτιαχναν ένα γλυκό τον «καρτσμά» (σιμιγδάλι, λάδι, ζάχαρη και νερό).