Ελληνικός Πολιτισμός, Μάχες

Η μάχη της Μυκάλης, 479 π.Χ.


 

Διαβάστε τα γεγονότα της μάχης της Μυκάλης, έτσι όπως τα κατέγραψε ο Ηρόδοτος και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης

 


Τα γεγονότα σύμφωνα με τον Ηρόδοτο

Ηροδότου Ιστορίαι, ΒΙΒΛΙΟ Θ ΚΑΛΛΙΟΠΗ

 

90. Τῆς δὲ αὐτῆς ἡμέρης τῆς περ ἐν Πλαταιῇσι τὸ τρῶμα ἐγένετο, συνεκύρησε γενέσθαι καὶ ἐν Μυκάλῃ τῆς Ἰωνίης. Ἐπεὶ γὰρ δὴ ἐν τῇ Δήλῳ κατέατο οἱ Ἕλληνες οἱ ἐν τῇσι νηυσὶ ἅμα Λευτυχίδῃ τῷ Λακεδαιμονίῳ ἀπικόμενοι, ἦλθόν σφι ἄγγελοι ἀπὸ Σάμου Λάμπων τε Θρασυκλέος καὶ Ἀθηναγόρης Ἀρχεστρατίδεω καὶ Ἡγησίστρατος Ἀρισταγόρεω, πεμφθέντες ὑπὸ Σαμίων λάθρῃ τῶν τε Περσέων καὶ τοῦ τυράννου Θεομήστορος τοῦ Ἀνδροδάμαντος, τὸν κατέστησαν Σάμου τύραννον οἱ Πέρσαι. [2] Ἔπελθόντων δὲ σφέων ἐπὶ τοὺς στρατηγοὺς ἔλεγε Ἡγησίστρατος πολλὰ καὶ παντοῖα, ὡς ἢν μοῦνον ἴδωνται αὐτοὺς οἱ Ἴωνες ἀποστήσονται ἀπὸ Περσέων, καὶ ὡς οἱ βάρβαροι οὐκ ὑπομενέουσι· ἢν δὲ καὶ ἂρα ὑπομείνωσι, οὐκ ἑτέρην ἄγρην τοιαύτην εὑρεῖν ἂν αὐτούς· θεούς τε κοινοὺς ἀνακαλέων προέτραπε αὐτοὺς ῥύσασθαι ἄνδρας Ἕλληνας ἐκ δουλοσύνης καὶ ἀπαμῦναι τὸν βάρβαρον· [3] Εὐπετές τε αὐτοῖσι ἔφη ταῦτα γίνεσθαι· τάς τε γὰρ νέας αὐτῶν κακῶς πλέειν καὶ οὐκ ἀξιομάχους κείνοισι εἶναι. Αὐτοί τε, εἴ τι ὑποπτεύουσι μὴ δόλῳ αὐτοὺς προάγοιεν, ἕτοιμοι εἶναι ἐν τῇσι νηυσὶ τῇσι ἐκείνων ἀγόμενοι ὅμηροι εἶναι.

90. Την ίδια μέρα που οι Πέρσες ηττήθηκαν στις Πλαταιές, υπέστησαν άλλη μια ήττα στη Μυκάλη της Ιωνίας. Ενώ ο ελληνικός στόλος, κάτω από τις διαταγές του Σπαρτιάτη Λευτυχίδη βρισκόταν στη Δήλο, τρεις άνδρες έφτασαν από τη Σάμο με ένα μήνυμα·  οι άνδρες αυτοί ήταν ο Λάμπωνας, γιος του Θρασυκλή, ο Αθηναγόρας, γιος του Αρχεστρατίδη, και ο Ηγησίστρατος, γιος του Αρισταγόρα, που είχαν σταλεί από τους Σαμίους κρυφά από τους Πέρσες και τον Θεομήστορα, τον γιο του Ανδροδάμαντα, τον οποίο είχαν ορίσει οι Πέρσες τύραννο. Αυτοί, λοιπόν, παρουσιάστηκαν στους διοικητές του στόλου κι ο Ηγησίστρατος τους έκανε έκκληση με κάθε είδους επιχειρήματα, δηλώνοντας ότι η θέα και μόνο του ελληνικού ναυτικού θα ήταν αρκετή ενθάρρυνση, για να εξεγερθούν οι Ίωνες κι ότι οι Πέρσες δε θα τολμούσαν να αντισταθούν ή, αν το έκαναν, θα έδιναν στους Έλληνες ένα έπαθλο πιο πολύτιμο απ' οποιοδήποτε είχαν ελπίδα να κερδίσουν ποτέ. Έπειτα, στο όνομα όλων των κοινών θεών, τους παρότρυνε να σώσουν τους Ίωνες, που είχαν ίδιο αίμα μ' αυτούς, από τη σκλαβιά και να διώξουν τον ξένο. Και πρόσθεσε: «Θα είναι αρκετά εύκολο, γιατί τα περσικά πλοία είναι αδέξια και πολύ κατώτερα από τα δικά σας. Επιπλέον, αν μας υποψιάζεστε για προδότες, είμαστε πρόθυμοι να σας παραδοθούμε ως όμηροι και να πλεύσουμε μαζί σας».

91. Ὡς δὲ πολλὸς ἦν λισσόμενος ὁ ξεῖνος ὁ Σάμιος, εἴρετο Λευτυχίδης, εἴτε κληδόνος εἵνεκεν θέλων πυθέσθαι εἴτε καὶ κατὰ συντυχίην θεοῦ ποιεῦντος, « Ὦ ξεῖνε Σάμιε, τί τοι τὸ οὔνομα; » ὁ δὲ εἶπε « Ἡγησίστρατος ». [2] Ὁ δὲ ὑπαρπάσας τὸν ἐπίλοιπον λόγον, εἴ τινα ὅρμητο λέγειν ὁ Ἡγησίστρατος, εἶπε « Δέκομαι τὸν οἰωνὸν τὸν Ἡγησιστράτου, ὦ ξεῖνε Σάμιε. Σὺ δὲ ἡμῖν ποίεε ὅκως αὐτός τε δοὺς πίστιν ἀποπλεύσεαι καὶ οἱ σὺν σοὶ ἐόντες οἵδε, ἦ μὲν Σαμίους ἡμῖν προθύμους ἔσεσθαι συμμάχους ».

91. Καθώς ο ξένος από τη Σάμο εξακολουθούσε να τους πιέζει με την έκκλησή του, ο Λευτυχίδης, είτε από θεϊκή συντυχία είτε επειδή πραγματικά περίμενε ότι η απάντηση μπορεί να ήταν κάποιος οιωνός, τον ρώτησε το όνομά του. Κι εκείνος απάντησε «Ηγησίστρατος». Οπότε ο ναύαρχος δεν τον άφησε να συνεχίσει και φώναξε: «Σάμιε φίλε μου, δέχομαι τον οιωνό. Και τώρα, πριν φύγεις εσύ και οι δύο σύντροφοί σου, δώστε μας μια εγγύηση ότι θα έχουμε την αμέριστη υποστήριξη του λαού της Σάμου».

92. Ταῦτά τε ἅμα ἠγόρευε καὶ τὸ ἔργον προσῆγε. Αὐτίκα γὰρ οἱ Σάμιοι πίστιν τε καὶ ὅρκια ἐποιεῦντο συμμαχίης πέρι πρὸς τοὺς Ἕλληνας. [2] Ταῦτα δὲ ποιήσαντες οἳ μὲν ἀπέπλεον· μετὰ σφέων γὰρ ἐκέλευε πλέειν τὸν Ἡγησίστρατον, οἰωνὸν τὸ οὔνομα ποιεύμενος.

92. Αμέσως με τα λόγια προχώρησε στις πράξεις. Έτσι υπαγορεύτηκε ο όρκος· οι Σάμιοι τον έδωσαν αμέσως κι έγινε μια προφορική συμφωνία αμοιβαίας υποστήριξης. Οι δύο ξένοι έφυγαν μετά... ο τρίτος, ο Ηγησίστρατος, διατάχτηκε να πλεύσει με τον ελληνικό στόλο, αφού ο Λευτυχίδης πίστευε ότι το όνομά του ήταν καλός οιωνός.

96. Τοῖσι δὲ Ἕλλησι ὡς ἐκαλλιέρησε, ἀνῆγον τὰς νέας ἐκ τῆς Δήλου πρὸς τὴν Σάμον. Ἐπεὶ δὲ ἐγένοντο τῆς Σαμίης πρὸς Καλαμίσοισι, οἳ μὲν αὐτοῦ ὁρμισάμενοι κατὰ τὸ Ἥραιον τὸ ταύτῃ παρεσκευάζοντο ἐς ναυμαχίην, οἳ δὲ Πέρσαι πυθόμενοι σφέας προσπλέειν ἀνῆγον καὶ αὐτοὶ πρὸς τὴν ἤπειρον τὰς νέας τὰς ἄλλας, τὰς δὲ Φοινίκων ἀπῆκαν ἀποπλέειν. Βουλευομένοισι γάρ σφι ἐδόκεε ναυμαχίην μὴ ποιέεσθαι· [2] Οὐ γὰρ ὦν ἐδόκεον ὅμοιοι εἶναι. Ἐς δὲ τὴν ἤπειρον ἀπέπλεον, ὅκως ἔωσι ὑπὸ τὸν πεζὸν στρατὸν τὸν σφέτερον ἐόντα ἐν τῇ Μυκάλῃ, ὃς κελεύσαντος Ξέρξεω καταλελειμμένος τοῦ ἄλλου στρατοῦ Ἰωνίην ἐφύλασσε· τοῦ πλῆθος μὲν ἦν ἓξ μυριάδες, ἐστρατήγεε δὲ αὐτοῦ Τιγράνης κάλλεϊ καὶ μεγάθεϊ ὑπερφέρων Περσέων. [3] Ὑπὸ τοῦτον μὲν δὴ τὸν στρατὸν ἐβουλεύσαντο καταφυγόντες οἱ τοῦ ναυτικοῦ στρατηγοὶ ἀνειρύσαι τὰς νέας καὶ περιβαλέσθαι ἕρκος ἔρυμά τε τῶν νεῶν καὶ σφέων αὐτῶν κρησφύγετον.

96. Μόλις οι οιωνοί από τις θυσίες φάνηκαν ευνοϊκοί, ο ελληνικός στόλος ξεκίνησε από τη Δήλο κι έπλευσε για τη Σάμο. Εδώ τα πλοία άραξαν κοντά στους Καλάμους— όπου υπάρχει το Ηραίο— κι άρχισαν να προετοιμάζονται για τη ναυμαχία. Οι Πέρσες, μόλις πληροφορήθηκαν την προσέγγισή τους, έδιωξαν τους Φοίνικες κι οι ίδιοι τράπηκαν με τα πλοία σε φυγή προς την ασιατική ακτή, γιατί είχαν αποφασίσει, μετά από συζήτηση, ότι αφού δεν ήταν αντάξιος αντίπαλος του ελληνικού στόλου, το καλύτερο που είχαν να κάνουν ήταν ν' αποφύγουν την αναμέτρηση. Έτσι, έπλευσαν στη Μυκάλη, όπου θα είχαν την υποστήριξη των στρατευμάτων που, σύμφωνα με διαταγές του Ξέρξη, είχαν αποσπαστεί από το κύριο σώμα του στρατού για να φρουρούν την Ιωνία. Αυτή η δύναμη είχε εξήντα χιλιάδες άνδρες και είχε στρατηγό τον Τιγράνη, τον πιο ψηλό και πιο όμορφο άνδρα στον περσικό στρατό. Το σχέδιό τους ήταν να σύρουν τα πλοία στην ακτή, κάτω από την προστασία αυτού του στρατεύματος, και να χτίσουν ένα αμυντικό οχυρό γύρω τους, μέσα στο οποίο θα κατέφευγαν κι οι ίδιοι, αν υποχρεώνονταν από τον εχθρό. Έχοντας αυτό το σχέδιο στο μυαλό, σήκωσαν πανιά.

97. Ταῦτα βουλευσάμενοι ἀνήγοντο. Ἀπικόμενοι δὲ παρὰ τὸ τῶν Ποτνιέων ἱρὸν τῆς Μυκάλης ἐς Γαίσωνά τε καὶ Σκολοπόεντα, τῇ Δήμητρος Ἐλευσινίης ἱρόν, τὸ Φίλιστος ὁ Πασικλέος ἱδρύσατο Νείλεῳ τῷ Κόδρου ἐπισπόμενος ἐπὶ Μιλήτου κτιστύν, ἐνθαῦτα τὰς τε νέας ἀνείρυσαν καὶ περιεβάλοντο ἕρκος καὶ λίθων καὶ ξύλων, δένδρεα ἐκκόψαντες ἥμερα, καὶ σκόλοπας περὶ τὸ ἕρκος κατέπηξαν, καὶ παρεσκευάδατο ὡς πολιορκησόμενοι καὶ ὡς νικήσοντες, ἐπ᾽ ἀμφότερα ἐπιλεγόμενοι γὰρ παρεσκευάζοντο,

97. Αφού πέρασαν τον ναό των Ποτνίων, έφτασαν στη Γαίσωνα και στον Σκολοπόεντα της Μυκάλης, όπου υπάρχει ναός αφιερωμένος στην Ελευσίνια Δήμητρα. Ο ναός είχε χτιστεί από τον Φίλιστο, γιο του Πασικλή, όταν συνόδευσε τον Νειλέα, γιο του Κόδρου, στην επιχείρηση για την ίδρυση της Μιλήτου. Εκεί, έσυραν τα πλοία τους στην ξηρά κι ύψωσαν ένα τείχος από πέτρες και ξύλα γύρω τους, κόβοντας τα οπωροφόρα δέντρα της περιοχής· πρόσθεσαν γύρω και πασσάλους κι ήταν έτοιμοι να αντιμετωπίσουν μια πολιορκία.

98. Οἱ δὲ Ἕλληνες ὡς ἐπύθοντο οἰχωκότας τοὺς βαρβάρους ἐς τὴν ἤπειρον, ἤχθοντο ὡς ἐκπεφευγότων ἀπορίῃ τε εἴχοντο ὅ τι ποιέωσι, εἴτε ἀπαλλάσσωνται ὀπίσω εἴτε καταπλέωσι ἐπ᾽ Ἑλλησπόντου. Τέλος δὲ ἔδοξε τούτων μὲν μηδέτερα ποιέειν, ἐπιπλέειν δὲ ἐπὶ τὴν ἤπειρον. [2] Παρασκευασάμενοι ὦν ἐς ναυμαχίην καὶ ἀποβάθρας καὶ ἄλλα ὅσων ἔδεε, ἔπλεον ἐπὶ τῆς Μυκάλης. Ἐπεὶ δὲ ἀγχοῦ τε ἐγίνοντο τοῦ στρατοπέδου καὶ οὐδεὶς ἐφαίνετό σφι ἐπαναγόμενος, ἀλλ᾽ ὥρων νέας ἀνελκυσμένας ἔσω τοῦ τείχεος, πολλὸν δὲ πεζὸν παρακεκριμένον παρὰ τὸν αἰγιαλόν, ἐνθαῦτα πρῶτον μὲν ἐν τῇ νηὶ παραπλέων, ἐγχρίμψας τῷ αἰγιαλῷ τὰ μάλιστα, Λευτυχίδης ὑπὸ κήρυκος προηγόρευε τοῖσι Ἴωσι λέγων [3] « Ἄνδρες Ἴωνες, οἳ ὑμέων τυγχάνουσι ἐπακούοντες, μάθετε τὰ λέγω· πάντως γὰρ οὐδὲν συνήσουσι Πέρσαι τῶν ἐγὼ ὑμῖν ἐντέλλομαι. Ἐπεὰν συμμίσγωμεν, μεμνῆσθαι τινὰ χρὴ ἐλευθερίης μὲν πάντων πρῶτον, μετὰ δὲ τοῦ συνθήματος Ἥβης. Καὶ τάδε ἴστω καὶ ὁ μὴ ἀκούσας ὑμέων πρὸς τοῦ ἀκούσαντος ». [4] Ὡυτὸς δὲ οὗτος ἐὼν τυγχάνει νόος τοῦ πρήγματος καὶ ὁ Θεμιστοκλέος ὁ ἐπ᾽ Ἀρτεμισίῳ· ἢ γὰρ δὴ λαθόντα τὰ ῥήματα τοὺς βαρβάρους ἔμελλε τοὺς Ἴωνας πείσειν, ἢ ἔπειτα ἀνενειχθέντα ἐς τοὺς βαρβάρους ποιήσειν ἀπίστους τοῖσι Ἕλλησι.

98. Οι Έλληνες θύμωσαν, όταν ανακάλυψαν ότι οι Πέρσες είχαν φύγει για τα ηπειρωτικά, και δίστασαν για λίγο ν' αποφασίσουν αν έπρεπε να γυρίσουν στην πατρίδα τους ή να πλεύσουν προς τον Ελλήσποντο. Τέλος, όμως, κατέληξαν να μην κάνουν τίποτε απ' τα δυο, αλλά να ξεκινήσουν για την ήπειρο. Όλα τα απαραίτητα για μια ναυμαχία και οι αποβάθρες ήταν σε ετοιμότητα κι ο Ελληνικός στόλος κατευθύνθηκε προς τη Μυκάλη. Κανένα εχθρικό πλοίο δε βγήκε να τους αντιμετωπίσει καθώς πλησίαζαν το στρατόπεδο. Λίγο μετά είδαν ότι όλα τα πλοία ήταν αραγμένα στην παραλία, προστατευμένα μέσα σε τείχος, κι ότι ισχυρή δύναμη στρατού ξηράς περίμενε συγκεντρωμένη στην ξηρά. Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, ο Λευτυχίδης πλησίασε όσο μπορούσε με το πλοίο του στην παραλία και, καθώς περνούσε, έβαλε έναν κήρυκα να φωνάξει την ακόλουθη έκκληση στους Ίωνες: «Άνδρες της Ιωνίας, αν μ' ακούτε, προσέξτε τι έχω να σας πω. Οι Πέρσες, έτσι κι αλλιώς, δε θα καταλάβουν τίποτα. Όταν αρχίσει η μάχη, θυμηθείτε όλοι σας την ελευθερία κι έπειτα, το σύνθημά μας, Ήρα. Όσοι μ' ακούσατε πρέπει να μεταφέρετε το μήνυμά μου σ' αυτούς που δεν άκουγαν». Αυτή η ενέργεια είχε τον ίδιο σκοπό με την κίνηση του Θεμιστοκλή στο Αρτεμίσιο. Είτε οι Πέρσες δε θα μάθαιναν τι τους είπε κι οι Ίωνες θα τολμούσαν να ακολουθήσουν τη συμβουλή του ή τα λόγια του θα μεταφράζονταν στους Πέρσες που, μοιραία, θα γίνονταν καχύποπτοι απέναντι στους Ίωνες.

Η μάχη αρχή

99. Λευτυχίδεω δὲ ταῦτα ὑποθεμένου δεύτερα δὴ τάδε ἐποίευν οἱ Ἕλληνες· προσσχόντες τὰς νέας ἀπέβησαν ἐς τὸν αἰγιαλόν. Καὶ οὗτοι μὲν ἐτάσσοντο, οἱ δὲ Πέρσαι ὡς εἶδον τοὺς Ἕλληνας παρασκευαζομένους ἐς μάχην καὶ τοῖσι Ἴωσι παραινέσαντας, τοῦτο μὲν ὑπονοήσαντες τοὺς Σαμίους τὰ Ἑλλήνων φρονέειν ἀπαιρέονται τὰ ὅπλα. [2] Οἱ γὰρ ὦν Σάμιοι ἀπικομένων Ἀθηναίων αἰχμαλώτων ἐν τῇσι νηυσὶ τῶν βαρβάρων, τοὺς ἔλαβον ἀνὰ τὴν Ἀττικὴν λελειμμένους οἱ Ξέρξεω, τούτους λυσάμενοι πάντας ἀποπέμπουσι ἐποδιάσαντες ἐς Ἀθήνας· τῶν εἵνεκεν οὐκ ἥκιστα ὑποψίην εἶχον, πεντακοσίας κεφαλὰς τῶν Ξέρξεω πολεμίων λυσάμενοι. [3] Τοῦτο δὲ τὰς διόδους τὰς ἐς τὰς κορυφὰς τῆς Μυκάλης φερούσας προστάσσουσι τοῖσι Μιλησίοισι φυλάσσειν ὡς ἐπισταμένοισι δῆθεν μάλιστα τὴν χώρην. Ἐποίευν δὲ τοῦτο τοῦδε εἵνεκεν, ἵνα ἐκτὸς τοῦ στρατοπέδου ἔωσι. Τούτους μὲν Ἰώνων, τοῖσι καὶ κατεδόκεον νεοχμὸν ἄν τι ποιέειν δυνάμιος ἐπιλαβομένοισι, τρόποισι τοιούτοισι προεφυλάσσοντο οἱ Πέρσαι, αὐτοὶ δὲ συνεφόρησαν τὰ γέρρα ἕρκος εἶναι σφίσι.

99. Αμέσως μετά από την έκκληση του Λευτυχίδη, οι Έλληνες προσάραξαν τα πλοία τους στην ακτή κι οι άνδρες παρατάχτηκαν στην παραλία. Η πρώτη ενέργεια των Περσών, όταν είδαν τους Έλληνες να ετοιμάζονται για τη μάχη με παραινέσεις, μάλιστα, προς τους Ίωνες, ήταν να αφοπλίσουν τους Σαμίους, τους οποίους υποπτεύονταν για συμπάθεια προς το Ελληνικό ζήτημα· πράγματι, όταν μερικοί Αθηναίοι, που πιάστηκαν από τους άνδρες του Ξέρξη, μεταφέρθηκαν στα Περσικά πλοία αιχμάλωτοι, οι Σάμιοι τους ελευθέρωσαν και τους έστειλαν πίσω στην Αθήνα με προμήθειες για το ταξίδι τους. Το γεγονός ότι είχαν σώσει πεντακόσιους εχθρούς του Ξέρξη ήταν ο κυριότερος λόγος της καχυποψίας των Περσών. Μετά, ο Πέρσης διοικητής διέταξε τους Μιλησίους να φρουρούν τα περάσματα που οδηγούν στα βουνά της Μυκάλης —φαινομενικά επειδή οι Μιλήσιοι γνώριζαν αυτή την περιοχή της χώρας τους αλλά, στην πραγματικότητα, για να τους απομακρύνει όσο γινόταν από το πεδίο της μάχης. Έπειτα, αφού πήραν αυτές τις προφυλάξεις ενάντια στους Ίωνες που υποψιάζονταν ότι ίσως δημιουργούσαν προβλήματα, αν τους δινόταν η ευκαιρία, άρχισαν να παίρνουν θέσεις μάχης —σε αμυντική παράταξη που προστατευόταν πίσω από ένα φράγμα από ασπίδες.

100. Ὡς δὲ ἄρα παρεσκευάδατο τοῖσι Ἕλλησι, προσήισαν πρὸς τοὺς βαρβάρους· ἰοῦσι δέ σφι φήμη τε ἐσέπτατο ἐς τὸ στρατόπεδον πᾶν καὶ κηρυκήιον ἐφάνη ἐπὶ τῆς κυματωγῆς κείμενον· ἡ δὲ φήμη διῆλθέ σφι ὧδε, ὡς οἱ Ἕλληνες τὴν Μαρδονίου στρατιὴν νικῷεν ἐν Βοιωτοῖσι μαχόμενοι. [2] Δῆλα δὴ πολλοῖσι τεκμηρίοισι ἐστὶ τὰ θεῖα τῶν πρηγμάτων, εἰ καὶ τότε, τῆς αὐτῆς ἡμέρης συμπιπτούσης τοῦ τε ἐν Πλαταιῇσι καὶ τοῦ ἐν Μυκάλῃ μέλλοντος ἔσεσθαι τρώματος, φήμη τοῖσι Ἕλλησι τοῖσι ταύτῃ ἐσαπίκετο, ὥστε θαρσῆσαί τε τὴν στρατιὴν πολλῷ μᾶλλον καὶ ἐθέλειν προθυμότερον κινδυνεύειν.

100. Οι Έλληνες, από την πλευρά τους, κινήθηκαν ενάντια στον εχθρό αμέσως μόλις ολοκλήρωσαν τις προετοιμασίες τους. Στη διάρκεια της προέλασής τους, βρήκαν στην παραλία το σκήπτρο ενός κήρυκα και, ταυτόχρονα, κυκλοφόρησε στις γραμμές η φήμη ότι οι Έλληνες είχαν νικήσει τον Μαρδόνιο στη Βοιωτία. Είναι πολλά τα γεγονότα που με ωθούν να πιστέψω ότι το θεϊκό χέρι επεμβαίνει πολύ συχνά στις ανθρώπινες υποθέσεις, γιατί, πώς αλλιώς εξηγείται ότι η ήττα των Περσών στη Μυκάλη συνέβη την ίδια ακριβώς μέρα με την πανωλεθρία τους στις Πλαταιές ή ότι μια τέτοια φήμη κυκλοφόρησε στους Έλληνες, δίνοντας σε όλους τους άνδρες διπλάσιο θάρρος και αποφασιστικότητα να διακινδυνεύσουν τη ζωή τους για την πατρίδα τους.

101. Καὶ τόδε ἕτερον συνέπεσε γενόμενον, Δήμητρος τεμένεα Ἐλευσινίης παρὰ ἀμφοτέρας τὰς συμβολὰς εἶναι· καὶ γὰρ δὴ ἐν τῇ Πλαταιίδι παρ᾽ αὐτὸ τὸ Δημήτριον ἐγίνετο, ὡς καὶ πρότερόν μοι εἴρηται, ἡ μάχη, καὶ ἐν Μυκάλῃ ἔμελλε ὡσαύτως ἔσεσθαι. [2] Γεγονέναι δὲ νίκην τῶν μετὰ Παυσανίεω Ἑλλήνων ὀρθῶς σφι ἡ φήμη συνέβαινε ἐλθοῦσα· τὸ μὲν γὰρ ἐν Πλαταιῇσι πρωὶ ἔτι τῆς ἡμέρης ἐγίνετο, τὸ δὲ ἐν Μυκάλῃ περὶ δείλην· ὅτι δὲ τῆς αὐτῆς ἡμέρης συνέβαινε γίνεσθαι μηνός τε τοῦ αὐτοῦ, χρόνῳ οὐ πολλῷ σφι ὕστερον δῆλα ἀναμανθάνουσι ἐγίνετο. [3] Ἦν δὲ ἀρρωδίη σφι, πρὶν τὴν φήμην ἐσαπικέσθαι, οὔτι περὶ σφέων αὐτῶν οὕτω ὡς τῶν Ἑλλήνων, μὴ περὶ Μαρδονίῳ πταίσῃ ἡ Ἑλλάς. Ὡς μέντοι ἡ κληδὼν αὕτη σφι ἐσέπτατο, μᾶλλόν, τι καὶ ταχύτερον τὴν πρόσοδον ἐποιεῦντο. Οἱ μὲν δὴ Ἕλληνες καὶ οἱ βάρβαροι ἔσπευδον ἐς τὴν μάχην, ὥς σφι καί αἱ νῆσοι καὶ ὁ Ἑλλήσποντος ἄεθλα προέκειτο.

101. Άλλη μια παράξενη σύμπτωση συνέβη. Και οι δύο μάχες δόθηκαν κοντά σε ναούς της Ελευσίνιας Δήμητρας — αφού, όπως ανέφερα ήδη, και η μάχη των Πλαταιών έγινε πολύ κοντά στο Δημήτριο και, το ίδιο ακριβώς συνέβη και στη Μυκάλη. Επιπλέον, η φήμη ότι οι άνδρες του Παυσανία είχαν νικήσει στις Πλαταιές ήταν απόλυτα ορθή, γιατί η μάχη των Πλαταιών έγινε νωρίς το πρωί, ενώ η συμπλοκή στη Μυκάλη δεν έλαβε χώρα παρά το απόγευμα. Η σύμπτωση της ημερομηνίας και του μήνα αποδείχτηκε, όταν υπολόγισαν τις μέρες προς τα πίσω, λίγο αργότερα. Προτού πάρουν την αναφορά από τις Πλαταιές, οι άνδρες ανησυχούσαν πολύ, όχι τόσο για τους εαυτούς τους όσο για την τύχη των συμπατριωτών τους που θα αντιμετώπιζαν τον Μαρδόνιο· μόλις, όμως, έλαβαν τα καλά νέα, άρχισαν την επίθεση με πολύ υψηλότερο ηθικό και ζωηρό βηματισμό. Έτσι, και οι δύο αντίπαλοι ανυπομονούσαν να συγκρουστούν, γνωρίζοντας ότι αντικειμενικός σκοπός της αναμέτρησης τους ήταν ο έλεγχος του Ελλησπόντου και των νησιών του Αιγαίου.

102. Τοῖσι μέν νυν Ἀθηναίοισι καὶ τοῖσι προσεχέσι τούτοισι τεταγμένοισι, μέχρι κου τῶν ἡμισέων, ἡ ὁδὸς ἐγίνετο κατ᾽ αἰγιαλόν τε καὶ ἄπεδον χῶρον, τοῖσι δὲ Λακεδαιμονίοισι καὶ τοῖσι ἐπεξῆς τούτοισι τεταγμένοισι κατά τε χαράδραν καὶ ὄρεα. Ἐν ᾧ δὲ οἱ Λακεδαιμόνιοι περιήισαν, οὗτοι οἱ ἐπὶ τῷ ἑτέρῳ κέρεϊ ἔτι καὶ δὴ ἐμάχοντο. [2] ἕως μέν νυν τοῖσι Πέρσῃσι ὀρθὰ ἦν τὰ γέρρα, ἠμύνοντό τε καὶ οὐδὲν ἔλασσον εἶχον τῇ μάχῃ· ἐπεὶ δὲ τῶν Ἀθηναίων καὶ τῶν προσεχέων ὁ στρατός, ὅκως ἑωυτῶν γένηται τὸ ἔργον καὶ μὴ Λακεδαιμονίων, παρακελευσάμενοι ἔργου εἴχοντο προθυμότερον, ἐνθεῦτεν ἤδη ἑτεροιοῦτο τὸ πρῆγμα. [3] Διωσάμενοι γὰρ τὰ γέρρα οὗτοι φερόμενοι ἐσέπεσον ἁλέες ἐς τοὺς Πέρσας, οἳ δὲ δεξάμενοι καὶ χρόνον συχνὸν ἀμυνόμενοι τέλος ἔφευγον ἐς τὸ τεῖχος. Ἀθηναῖοι δὲ καὶ Κορίνθιοι καὶ Σικυώνιοι καὶ Τροιζήνιοι (οὕτω γὰρ ἦσαν ἐπεξῆς τεταγμένοι) συνεπισπόμενοι συνεσέπιπτον ἐς τὸ τεῖχος. Ὡς δὲ καὶ τὸ τεῖχος ἀραίρητο, οὔτ᾽ ἔτι πρὸς ἀλκὴν ἐτράποντο οἱ βάρβαροι πρὸς φυγήν τε ὁρμέατο οἱ ἄλλοι πλὴν Περσέων· [4] Οὗτοι δὲ κατ᾽ ὀλίγους γινόμενοι ἐμάχοντο τοῖσι αἰεὶ ἐς τὸ τεῖχος ἐσπίπτουσι Ἑλλήνων. Καὶ τῶν στρατηγῶν τῶν Περσικῶν δύο μὲν ἀποφεύγουσι, δύο δὲ τελευτῶσι· Ἀρταΰντης μὲν καὶ Ἰθαμίτρης τοῦ ναυτικοῦ στρατηγέοντες ἀποφεύγουσι, Μαρδόντης δὲ καὶ ὁ τοῦ πεζοῦ στρατηγὸς Τιγράνης μαχόμενοι τελευτῶσι.

102. Οι Αθηναίοι, τώρα, μαζί με αυτούς που ήταν παραταγμένοι δίπλα τους, σχεδόν μέχρι το κέντρο, βάδιζαν κατά μήκος της παραλίας, σε επίπεδο έδαφος, ενώ ο δρόμος των Λακεδαιμονίων κι αυτών δίπλα τους ανέβαινε κι έκλεινε από ψηλά βουνά. Κατά συνέπεια, οι Αθηναίοι είχαν εμπλακεί ήδη στη μάχη, όσο οι Λακεδαιμόνιοι έκαναν ακόμα τον κύκλο. Οι Πέρσες, όσο έμειναν ανέπαφα τα γέρρα, απωθούσαν με επιτυχία όλες τις επιθέσεις και δεν ήταν σε τόσο δύσκολη θέση· από τη στιγμή, όμως, που οι Αθηναίοι και οι μονάδες που πολεμούσαν μαζί τους, προτιμώντας να αποσπάσουν οι ίδιοι τη δόξα της μάχης παρά να την παραχωρήσουν στους Σπαρτιάτες, έδωσαν το σύνθημα κι έγιναν πιο τολμηροί, όλα άλλαξαν. Έσπασαν την αμυντική γραμμή των ασπίδων και ξεχύθηκαν πάνω στον εχθρό με μια γενική επίθεση. Η αλήθεια είναι ότι, για λίγο, οι Πέρσες κατάφεραν να συγκρατήσουν την επίθεση, αλλά στο τέλος αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν πίσω από την ασφάλεια του οχυρού τους. Οι Αθηναίοι και, με τη σειρά που ήταν παραταγμένοι, οι άνδρες της Κορίνθου, της Σικυώνας και της Τροιζήνας, κατόρθωσαν να εισβάλουν πίσω ακριβώς από τον εχθρό. Αυτό ήταν το τέλος- γιατί, μόλις έπεσε το τείχος, ο εχθρός δεν πρόβαλε άλλη αξιόλογη αντίσταση - αντίθετα, όλοι τους τράπηκαν σε άτακτη φυγή, εκτός από τους ίδιους τους Πέρσες, οι οποίοι, σε σκόρπιες ομάδες, συνέχισαν να πολεμούν ενάντια στους Έλληνες που ακόμα εισέρρεαν στο οχυρό από την παραλία. Από τους Πέρσες ναυάρχους σώθηκαν μόνο δύο, ο Αρταΰντης, και ο Ιθαμίτρης, ενώ ο Μαρδόντης κι ο διοικητής του στρατού, Τιγράνης, σκοτώθηκαν στη μάχη.

103. Ἔτι δὲ μαχομένων τῶν Περσέων ἀπίκοντο Λακεδαιμόνιοι καὶ οἱ μετ᾽ αὐτῶν, καὶ τὰ λοιπὰ συνδιεχείριζον. Ἔπεσον δὲ καὶ αὐτῶν τῶν Ἑλλήνων συχνοὶ ἐνθαῦτα ἄλλοι τε καὶ Σικυώνιοι καὶ στρατηγὸς Περίλεως· [2] Τῶν τε Σαμίων οἱ στρατευόμενοι ἐόντες τε ἐν τῷ στρατοπέδῳ τῷ Μηδικῷ καὶ ἀπαραιρημένοι τὰ ὅπλα, ὡς εἶδον αὐτίκα κατ᾽ ἀρχὰς γινομένην ἑτεραλκέα τὴν μάχην, ἔρδον ὅσον ἐδυνέατο προσωφελέειν ἐθέλοντες τοῖσι Ἕλλησι. Σαμίους δὲ ἰδόντες οἱ ἄλλοι Ἴωνες ἄρξαντας οὕτω δὴ καὶ αὐτοὶ ἀποστάντες ἀπὸ Περσέων ἐπέθεντο τοῖσι βαρβάροισι.

103. Οι Λακεδαιμόνιοι έφτασαν με το υπόλοιπο στράτευμα που τους συνόδευε, ενώ οι περσικές μονάδες αντιστέκονταν ακόμα, δίνοντάς τους έτσι την ευκαιρία να συμμετάσχουν κι αυτοί στην υπόλοιπη μάχη. Οι απώλειες των Ελλήνων ήταν επίσης σημαντικές, κυρίως ανάμεσα στους Σικυωνίους, των οποίων ο στρατηγός Περίλεως σκοτώθηκε. Οι Σάμιοι, που υπηρετούσαν κάτω από διαταγές των Μήδων κι είχαν αφοπλιστεί νωρίτερα, βλέποντας από την αρχή ότι η έκβαση της μάχης ήταν αμφίβολη, έκαναν ό,τι μπορούσαν, για να βοηθήσουν τους Έλληνες- οι υπόλοιποι Ίωνες, ακολουθώντας το παράδειγμά τους, στράφηκαν εναντίον των Περσών διοικητών τους.

104. Μιλησίοισι δὲ προσετέτακτο μὲν ἐκ τῶν Περσέων τὰς διόδους τηρέειν σωτηρίης εἵνεκά σφι, ὡς ἢν ἄρα σφέας καταλαμβάνῃ οἷά περ κατέλαβε, ἔχοντες ἡγεμόνας σώζωνται ἐς τὰς κορυφὰς τῆς Μυκάλης. Ἐτάχθησαν μέν νυν ἐπὶ τοῦτο τὸ πρῆγμα οἱ Μιλήσιοι τούτου τε εἵνεκεν καὶ ἵνα μὴ παρεόντες ἐν τῷ στρατοπέδῳ τι νεοχμὸν ποιέοιεν· οἳ δὲ πᾶν τοὐναντίον τοῦ προστεταγμένου ἐποίεον, ἄλλας τε κατηγεόμενοί σφι ὁδοὺς φεύγουσι, αἳ δὴ ἔφερον ἐς τοὺς πολεμίους, καὶ τέλος αὐτοί σφι ἐγίνοντο κτείνοντες πολεμιώτατοι. Οὕτω δὴ τὸ δεύτερον Ἰωνίη ἀπὸ Περσέων ἀπέστη.

104. Οι Μιλήσιοι, όπως ανέφερα, είχαν πάρει διαταγή να φρουρούν τα ορεινά περάσματα, ως μέτρο προφύλαξης των Περσών, που ήθελαν να έχουν οδηγούς που θα τους πήγαιναν σε ασφαλέστερα εδάφη, στην περίπτωση που οι Πέρσες θα είχαν μια κακοτυχία όπως αυτή που τους συνέβη. Παράλληλα, τους είχε ανατεθεί αυτός ο ρόλος και για έναν άλλο λόγο, δηλαδή να τους εμποδίσει να προκαλέσουν προβλήματα στον περσικό στρατό· αυτό που έκαναν στην πράξη ήταν ακριβώς το αντίθετο απ' ό,τι τους είχαν διατάξει· γιατί, όταν οι Πέρσες προσπαθούσαν να διαφύγουν, τους οδήγησαν σε λάθος δρόμο, από μονοπάτια που τους έφερναν ξανά αντιμέτωπους με τον εχθρό και, τελικά, πήραν μέρος στη σφαγή κι αποδείχτηκαν οι χειρότεροι εχθροί τους. Έτσι, αυτή η μέρα έφερε τη δεύτερη στάση των Ιώνων ενάντια στην Περσική κυριαρχία.

αρχή


Το κείμενο είναι αντιγραμμένο από το Hodoi Du texte à l'hypertexte

Η μετάφραση είναι αντιγραμμένη από τη σειρά «ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ» των εκδόσεων Οδυσσέας Χατζόπουλος.


Τα γεγονότα σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη

Διόδωρου Σικελιώτη, Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος Ενδεκάτη

 

[11,34] Ἐγένετο δὲ καὶ κατὰ τὴν Ἰωνίαν τοῖς Ἕλλησι μεγάλη μάχη πρὸς Πέρσας κατὰ τὴν αὐτὴν ἡμέραν τῇ περὶ τὰς Πλαταιὰς συντελεσθείσῃ, περὶ ἧς μέλλοντες γράφειν ἀναληψόμεθα τὴν ἀπ´ ἀρχῆς διήγησιν. Λεωτυχίδης γὰρ ὁ Λακεδαιμόνιος καὶ Ξάνθιππος ὁ Ἀθηναῖος ἡγούμενοι τῆς ναυτικῆς δυνάμεως, καὶ τὸν στόλον ἐκ τῆς περὶ Σαλαμῖνα ναυμαχίας ἀθροίσαντες εἰς Αἴγιναν, ἐν ταύτῃ διατρίψαντες ἡμέρας τινὰς ἔπλευσαν εἰς Δῆλον, ἔχοντες τριήρεις διακοσίας καὶ πεντήκοντα. ἐνταῦθα δ´ αὐτῶν ὁρμούντων ἧκον ἐκ Σάμου πρέσβεις ἀξιοῦντες ἐλευθερῶσαι τοὺς κατὰ τὴν Ἀσίαν Ἕλληνας. οἱ δὲ περὶ τὸν Λεωτυχίδην συνεδρεύσαντες μετὰ τῶν ἡγεμόνων καὶ διακούσαντες τῶν Σαμίων ἔκριναν ἐλευθεροῦν τὰς πόλεις, καὶ κατὰ τάχος ἐξέπλευσαν ἐκ Δήλου. οἱ δὲ τῶν Περσῶν ναύαρχοι διατρίβοντες ἐν τῇ Σάμῳ, πυθόμενοι τὸν τῶν Ἑλλήνων ἐπίπλουν, ἀνήχθησαν ἐκ τῆς Σάμου πάσαις ταῖς ναυσί, καὶ κατάραντες εἰς Μυκάλην τῆς Ἰωνίας τὰς μὲν ναῦς ἐνεώλκησαν, ὁρῶντες οὐκ ἀξιοχρέους οὔσας ναυμαχεῖν, καὶ ξυλίνῳ τείχει καὶ τάφρῳ βαθείᾳ περιέλαβον αὐτάς· οὐδὲν δὲ ἧττον καὶ δυνάμεις πεζὰς μετεπέμποντο ἐκ τῶν Σάρδεων καὶ τῶν σύνεγγυς πόλεων, καὶ συνήγαγον τοὺς ἅπαντας εἰς δέκα μυριάδας· ἐποιοῦντο δὲ καὶ τῶν ἄλλων ἁπάντων τῶν εἰς πόλεμον χρησίμων παρασκευάς, νομίζοντες καὶ τοὺς Ἴωνας ἀποστήσεσθαι πρὸς τοὺς πολεμίους. οἱ δὲ περὶ τὸν Λεωτυχίδην παντὶ τῷ στόλῳ κεκοσμημένῳ προσπλεύσαντες τοῖς ἐν τῇ Μυκάλῃ βαρβάροις, ναῦν προαπέστειλαν ἔχουσαν κήρυκα τὸν μεγαλοφωνότατον τῶν ἐν τῷ στρατοπέδῳ. τῷ δὲ προσετέτακτο προσπλεῦσαι τοῖς πολεμίοις, καὶ μεγάλῃ τῇ φωνῇ κηρύξαι, διότι οἱ Ἕλληνες νενικηκότες {ἐν Πλαταιαῖς} τοὺς Πέρσας πάρεισι νῦν ἐλευθερώσοντες τὰς κατὰ τὴν Ἀσίαν Ἑλληνίδας πόλεις. τοῦτο δ´ ἐποίησαν οἱ περὶ τὸν Λεωτυχίδην νομίζοντες τοὺς συστρατεύοντας τοῖς βαρβάροις Ἕλληνας ἀποστήσειν Περσῶν καὶ ταραχὴν ἔσεσθαι πολλὴν ἐν τῇ τῶν βαρβάρων στρατοπεδείᾳ· ὅπερ καὶ συνέβη γενέσθαι. τοῦ γὰρ κήρυκος προσπλεύσαντος ταῖς νενεωλκημέναις ναυσὶ καὶ κηρύξαντος τὰ προστεταγμένα, συνέβη τοὺς μὲν Πέρσας ἀπιστῆσαι τοῖς Ἕλλησι, τοὺς δ´ Ἕλληνας ἀλλήλοις συντίθεσθαι περὶ ἀποστάσεως.

34. Στην Ιωνία επίσης, έδωσαν μεγάλη μάχη οι Έλληνες με τους Πέρσες την ίδια μέρα που δόθηκε η μάχη στις Πλαταιές, και εφόσον έχουμε σκοπό να γράψουμε γι' αυτή, θα πιάσουμε από την αρχή την αφήγησή της. Ο Λεωτυχίδης λοιπόν, ο Λακεδαιμόνιος, και ο Ξάνθιππος ο Αθηναίος, επικεφαλής της ναυτικής δύναμης, συγκέντρωσαν τον στόλο μετά από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας στην Αίγινα, όπου έμειναν μερικές ημέρες, και στη συνέχεια έπλευσαν στη Δήλο, έχοντας μαζί τους διακόσιες πενήντα τριήρεις. Ενώ ήταν αγκυροβολημένοι εκεί, ήρθαν πρέσβεις από τη Σάμο, ζητώντας τους να ελευθερώσουν τους Έλληνες της Ασίας. Ο Λεωτυχίδης συνεδρίασε με τους διοικητές, και αφού άκουσαν μέχρι τέλους τους Σαμίους, αποφάσισαν να ελευθερώσουν τις πόλεις και απέπλευσαν τάχιστα από τη Δήλο. Οι ναύαρχοι όμως των Περσών, που βρίσκονταν στη Σάμο, μαθαίνοντας ότι οι Έλληνες έπλεαν εναντίον τους, τραβήχτηκαν από τη Σάμο με όλα τα πλοία και, αφού κατέπλευσαν στη Μυκάλη της Ιωνίας, τράβηξαν στην ξηρά τα πλοία, βλέποντας ότι δεν ήταν ικανά για ναυμαχία, και τα περιέβαλαν με ξύλινο τείχος και βαθιά τάφρο. Παρόλ' αυτά, κάλεσαν και δυνάμεις πεζικού από τις Σάρδεις και τις κοντινές πόλεις και συγκέντρωσαν συνολικά εκατό χιλιάδες άντρες. Επιπλέον, έκαναν και όλες τις άλλες απαραίτητες πολεμικές προπαρασκευές, πιστεύοντας ότι οι Ίωνες θα αποστατούσαν προς τους αντιπάλους. Ο Λεωτυχίδης, με όλο τον στόλο έτοιμο, έπλευσε προς τους βαρβάρους που βρίσκονταν στη Μυκάλη κι έστειλε προπομπό ένα πλοίο που είχε τον κήρυκα με την πιο δυνατή φωνή από όσους βρίσκονταν στον στόλο. Τον είχε προστάξει να πλεύσει κοντά στους εχθρούς και με δυνατή φωνή να ανακοινώσει ότι οι Έλληνες είχαν νικήσει τους Πέρσες [στις Πλαταιές], και τώρα είχαν έρθει να ελευθερώσουν τις ελληνικές πόλεις της Ασίας. Αυτό το έκανε ο Λεωτυχίδης, πιστεύοντας ότι οι Έλληνες που είχαν συστρατευθεί με τους βαρβάρους θα αποστατούσαν από τους Πέρσες και θα ακολουθούσε μεγάλη αναταραχή στο στρατόπεδο των βαρβάρων πράγμα που έγινε. Γιατί μόλις ο κήρυκας έπλευσε κοντά στα πλοία που ήταν τραβηγμένα στη στεριά και κήρυξε αυτά που τον είχαν προστάξει, οι μεν Πέρσες έχασαν την εμπιστοσύνη τους στους Έλληνες, οι δε Έλληνες άρχισαν να συμφωνούν μεταξύ τους για αποστασία.

[11,35] οἱ δ´ Ἕλληνες κατασκεψάμενοι τὰ κατ´ αὐτοὺς ἀπεβίβασαν τὴν δύναμιν. τῇ δ´ ὑστεραίᾳ παρασκευαζομένων αὐτῶν τὰ πρὸς τὴν παράταξιν, προσέπεσε φήμη ὅτι νενικήκασιν οἱ Ἕλληνες τοὺς Πέρσας κατὰ τὰς Πλαταιάς. διόπερ οἱ μὲν περὶ Λεωτυχίδην ἀθροίσαντες ἐκκλησίαν, τὰ πλήθη παρεκάλεσαν εἰς τὴν μάχην, τά τε ἄλλα προφερόμενοι καὶ τὴν ἐν Πλαταιαῖς νίκην τραγῳδοῦντες, δι´ ἣν ὑπελάμβανον θρασυτέρους ποιήσειν τοὺς μέλλοντας ἀγωνίζεσθαι. θαυμαστὸν δὲ ἐγένετο τὸ ἀποτέλεσμα· κατὰ γὰρ τὴν αὐτὴν ἡμέραν ἐφάνησαν αἱ παρατάξεις γεγενημέναι, ἥ τε πρὸς τῇ Μυκάλῃ συντελεσθεῖσα καὶ ἡ κατὰ τὰς Πλαταιὰς γενομένη. διόπερ ἔδοξαν οἱ περὶ τὸν Λεωτυχίδην οὔπω μὲν πεπυσμένοι περὶ τῆς νίκης, ἀφ´ ἑαυτῶν δὲ πλάττοντες τὴν εὐημερίαν, στρατηγήματος ἕνεκεν τοῦτο πεποιηκέναι· τὸ γὰρ μέγεθος τοῦ διαστήματος ἤλεγχεν ἀδύνατον οὖσαν τὴν προσαγγελίαν. οἱ δὲ τῶν Περσῶν ἡγεμόνες, ἀπίστως ἔχοντες τοῖς Ἕλλησι, τούτους μὲν ἀφώπλισαν, τὰ δὲ ὅπλα τοῖς ἑαυτῶν φίλοις παρέδωκαν· παρακαλέσαντες δὲ τὰ πλήθη, καὶ τὸν Ξέρξην αὐτὸν μετὰ πολλῆς δυνάμεως εἰπόντες ἥξειν βοηθόν, ἐποίησαν ἅπαντας εὐθαρσεῖς πρὸς τὸν κίνδυνον.

35. Έχοντας από μακριά παρατηρήσει οι Έλληνες τα όσα συνέβαιναν στους αντιπάλους, αποβίβασαν τη δύναμή τους. Την επομένη, κι ενώ ετοιμάζονταν για τη μάχη, έφτασε η είδηση ότι οι Έλληνες νίκησαν τους Πέρσες στις Πλαταιές. Γι' αυτό, ο Λεωτυχίδης συγκάλεσε συνέλευση, παροτρύνοντας τα πλήθη στη μάχη, και μεταξύ των άλλων που ανέφερε παρουσίασε τη νίκη στις Πλαταιές με πομπώδη τρόπο, θεωρώντας ότι ένεκα αυτής της νίκης θα έκανε ακόμη πιο τολμηρούς αυτούς που έμελλε να αγωνιστούν. Το αποτέλεσμα ήταν πραγματικά θαυμαστό, καθώς δόθηκε η εικόνα ότι και οι δυο μάχες έγιναν την ίδια μέρα, τόσο αυτή που έλαβε χώρα στη Μυκάλη όσο και εκείνη που έγινε στις Πλαταιές. Γι' αυτό, δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι οι του Λεωτυχίδη δεν είχαν πληροφορηθεί ακόμη τη νίκη και ότι έπλασαν από μόνοι τους την επιτυχία, κάνοντάς το για λόγους στρατηγικής· άλλωστε το μέγεθος της απόστασης αποδεικνύει ότι η μετάδοση της είδησης ήταν αδύνατη. Όσο για τους αρχηγούς των Περσών, μη έχοντας εμπιστοσύνη στους Έλληνες, τους αφόπλισαν και παρέδωσαν τα όπλα στους δικούς τους φίλους· και, αφού παρότρυναν τα πλήθη και είπαν ότι θα ερχόταν ο ίδιος ο Ξέρξης σε βοήθεια μαζί με πολύ στρατό, τους έκαναν όλους να έχουν θάρρος απέναντι στον κίνδυνο της μάχης.

[11,36] ἀμφοτέρων δὲ αὐτῶν ἐκταξάντων τὴν στρατιὰν καὶ προσαγόντων ἐπ´ ἀλλήλους, οἱ μὲν Πέρσαι τοὺς πολεμίους ὁρῶντες ὀλίγους ὄντας κατεφρόνησαν αὐτῶν καὶ μετὰ πολλῆς κραυγῆς ἐπεφέροντο· τῶν δὲ Σαμίων καὶ Μιλησίων πανδημεὶ προελομένων βοηθῆσαι τοῖς Ἕλλησι καὶ μετ´ ἀλλήλων κοινῇ προαγόντων κατὰ σπουδήν, ὡς προϊόντες εἰς ὄψιν ἦλθον τοῖς Ἕλλησιν, οἱ μὲν Ἴωνες ἐνόμιζον εὐθαρσεστέρους ἔσεσθαι τοὺς Ἕλληνας, ἀπέβη δὲ τοὐναντίον. δόξαντες γὰρ οἱ περὶ τὸν Λεωτυχίδην τὸν Ξέρξην ἐκ τῶν Σάρδεων ἐπιέναι μετὰ τῆς δυνάμεως, ἐφοβήθησαν, καὶ ταραχῆς γενομένης ἐν τῷ στρατοπέδῳ διεφέροντο πρὸς ἀλλήλους· οἱ μὲν γὰρ ἔφασαν τὴν ταχίστην δεῖν εἰς τὰς ναῦς ἀπιέναι, οἱ δὲ μένειν καὶ τεθαρρηκότως παρατάξασθαι. ἔτι δ´ αὐτοῖς τεθορυβημένοις ἐπεφάνησαν οἱ Πέρσαι διεσκευασμένοι καταπληκτικῶς καὶ μετὰ βοῆς ἐπιφερόμενοι. οἱ δ´ Ἕλληνες οὐδεμίαν ἀνοχὴν ἔχοντες τοῦ βουλεύσασθαι, συνηναγκάσθησαν ὑπομεῖναι τὴν ἔφοδον τῶν βαρβάρων. καὶ τὸ μὲν πρῶτον ἀμφοτέρων ἀγωνιζομένων εὐρώστως ἰσόρροπος ἦν ἡ μάχη καὶ συχνοὶ παρ´ ἀμφοτέροις ἔπιπτον· τῶν δὲ Σαμίων καὶ τῶν Μιλησίων ἐπιφανέντων οἱ μὲν Ἕλληνες ἐπερρώσθησαν, οἱ βάρβαροι δὲ καταπλαγέντες πρὸς {τὴν} φυγὴν ὥρμησαν. πολλοῦ δὲ γενομένου φόνου, οἱ μὲν περὶ τὸν Λεωτυχίδην καὶ Ξάνθιππον ἐπικείμενοι τοῖς ἡττημένοις κατεδίωξαν τοὺς βαρβάρους μέχρι τῆς παρεμβολῆς, συνεπελάβοντο δὲ τῆς μάχης ἤδη κεκριμένης Αἰολεῖς καὶ τῶν ἄλλων πολλοὶ τῶν κατὰ τὴν Ἀσίαν· δεινὴ γάρ τις ἐνέπεσεν ἐπιθυμία ταῖς κατὰ τὴν Ἀσίαν πόλεσι τῆς ἐλευθερίας. διόπερ σχεδὸν ἅπαντες οὔθ´ ὁμήρων οὔτε ὅρκων ἐποιήσαντο φροντίδα, ἀλλὰ μετὰ τῶν ἄλλων Ἑλλήνων ἀπέκτειναν ἐν τῇ φυγῇ τοὺς βαρβάρους. τοῦτον δὲ τὸν τρόπον ἡττηθέντων τῶν Περσῶν, ἀνῃρέθησαν αὐτῶν πλείους τῶν τετρακισμυρίων· τῶν δὲ διασωθέντων οἱ μὲν εἰς τὴν στρατοπεδείαν διέφυγον, οἱ δὲ εἰς Σάρδεις ἀπεχώρησαν. Ξέρξης δὲ πυθόμενος τήν τε περὶ τὰς Πλαταιὰς ἧτταν καὶ τὴν ἐν τῇ Μυκάλῃ τροπὴν τῶν ἰδίων, μέρος μὲν τῆς δυνάμεως ἀπέλιπεν ἐν Σάρδεσιν, ὅπως διαπολεμῇ πρὸς τοὺς Ἕλληνας, αὐτὸς δὲ τεθορυβημένος μετὰ τῆς λοιπῆς στρατιᾶς προῆγεν, ἐπ´ Ἐκβατάνων ποιούμενος τὴν πορείαν.

36. Όταν και οι δυο πλευρές παρέταξαν τις δυνάμεις τους και τις οδηγούσαν τη μια εναντίον της άλλης, οι Πέρσες, βλέποντας λίγους τους αντιπάλους, τους αψήφησαν και άρχισαν να τους επιτίθενται με δυνατές ιαχές. Οι Σάμιοι τώρα και οι Μιλήσιοι, που είχαν αποφασίσει εκ των προτέρων ομόφωνα να βοηθήσουν τους Έλληνες, προήλαυναν με βιάση όλοι μαζί. Μόλις πλησίασαν και έγιναν ορατοί από τους Έλληνες, ενώ οι Ίωνες πίστευαν πως αυτό θα έκανε τους Έλληνες να πάρουν μεγαλύτερο θάρρος, το αποτέλεσμα ήταν το αντίθετο. Γιατί οι άντρες του Λεωτυχίδη, νομίζοντας ότι είχε έρθει ο Ξέρξης από τις Σάρδεις με τον στρατό του, φοβήθηκαν και, μέσα στη σύγχυση που επακολούθησε, διχάστηκαν οι μεν έλεγαν ότι πρέπει να μπουν στα πλοία και να φύγουν το ταχύτερο και οι δε ότι πρέπει να μείνουν και να δώσουν τη μάχη με θάρρος. Ενώ ήταν ακόμη σε αναταραχή, φάνηκαν οι Πέρσες, εξοπλισμένοι με τρόπο που προκαλούσε τρόμο, να ορμούν εναντίον τους με πολεμικές ιαχές. Οι Έλληνες, μη έχοντας περιθώριο να σκεφτούν, αναγκάστηκαν να υποστούν την έφοδο των βαρβάρων. Αρχικά, επειδή και οι δυο πλευρές αγωνίζονταν ρωμαλέα, η μάχη ήταν ισόρροπη και πολυάριθμοι άνδρες έπεφταν και από τις δυο πλευρές. Όταν όμως φάνηκαν οι Σάμιοι και οι Μιλήσιοι, οι Έλληνες πήραν θάρρος και οι βάρβαροι, τρομαγμένοι, όρμησαν να φύγουν. Επακολούθησε μεγάλο φονικό και οι άντρες του Λεωτυχίδη και του Ξάνθιππου, ακολουθώντας από κοντά τους ηττημένους, καταδίωξαν τους βαρβάρους μέχρι το στρατόπεδο. Κι ενώ η μάχη είχε ήδη κριθεί, πήραν μέρος και οι Αιολείς καθώς και πολλοί από τους άλλους λαούς που βρίσκονταν στην Ασία, γιατί στις πόλεις της Ασίας είχε δημιουργηθεί μια τρομερή επιθυμία για ελευθερία. Γι' αυτό, σχεδόν όλοι, δε νοιάστηκαν ούτε για τους ομήρους ούτε για τις ένορκες συμφωνίες, αλλά μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες σκότωναν τους βαρβάρους που είχαν τραπεί σε φυγή. Κατά την ήττα των Περσών, που συνέβη με αυτό τον τρόπο, σκοτώθηκαν περισσότεροι από σαράντα χιλιάδες από αυτούς, ενώ από όσους διασώθηκαν, άλλοι κατέφυγαν στο στρατόπεδο και άλλοι έφυγαν για τις Σάρδεις. Όταν ο Ξέρξης πληροφορήθηκε την ήττα στις Πλαταιές και την τροπή σε φυγή των στρατευμάτων του στη Μυκάλη, άφησε ένα μέρος της δύναμης του στις Σάρδεις, για να συνεχίσει τον πόλεμο εναντίον των Ελλήνων, αλλά ο ίδιος, καταθορυβημένος, κίνησε με την υπόλοιπη στρατιά, κατευθυνόμενος προς τα Εκβάτανα.

[11,37] Οἱ δὲ περὶ Λεωτυχίδην καὶ Ξάνθιππον ἀποπλεύσαντες εἰς Σάμον τοὺς μὲν Ἴωνας καὶ τοὺς Αἰολεῖς συμμάχους ἐποιήσαντο, μετὰ δὲ ταῦτα ἔπειθον αὐτοὺς ἐκλιπόντας τὴν Ἀσίαν εἰς τὴν Εὐρώπην μετοικισθῆναι. ἐπηγγέλλοντο δὲ τὰ μηδίσαντα τῶν ἐθνῶν ἀναστήσαντες δώσειν ἐκείνοις τὴν χώραν· καθόλου γὰρ μένοντας αὐτοὺς ἐπὶ τῆς Ἀσίας τοὺς μὲν πολεμίους ὁμόρους ἕξειν, πολὺ ταῖς δυνάμεσιν ὑπερέχοντας, τοὺς δὲ συμμάχους ὄντας διαποντίους μὴ δυνήσεσθαι τὰς βοηθείας εὐκαίρους αὐτοῖς ποιήσασθαι. οἱ δὲ Αἰολεῖς καὶ οἱ Ἴωνες ἀκούσαντες τῶν ἐπαγγελιῶν ἔγνωσαν πείθεσθαι τοῖς Ἕλλησι, καὶ παρεσκευάζοντο πλεῖν μετ´ αὐτῶν εἰς τὴν Εὐρώπην. οἱ δ´ Ἀθηναῖοι μετανοήσαντες εἰς τοὐναντίον πάλιν μένειν συνεβούλευον, λέγοντες ὅτι κἂν μηδεὶς αὐτοῖς τῶν ἄλλων Ἑλλήνων βοηθῇ, μόνοι Ἀθηναῖοι συγγενεῖς ὄντες βοηθήσουσιν· ὑπελάμβανον δὲ ὅτι κοινῇ κατοικισθέντες ὑπὸ τῶν Ἑλλήνων οἱ Ἴωνες οὐκέτι μητρόπολιν ἡγήσονται τὰς Ἀθήνας. διόπερ συνέβη μετανοῆσαι τοὺς Ἴωνας καὶ κρῖναι μένειν ἐπὶ τῆς Ἀσίας. τούτων δὲ πραχθέντων συνέβη τὴν δύναμιν τῶν Ἑλλήνων σχισθῆναι, καὶ τοὺς μὲν Λακεδαιμονίους εἰς τὴν Λακωνικὴν ἀποπλεῦσαι, τοὺς δὲ Ἀθηναίους μετὰ τῶν Ἰώνων καὶ τῶν νησιωτῶν ἐπὶ Σηστὸν ἀπᾶραι. Ξάνθιππος δὲ ὁ στρατηγὸς εὐθὺς ἐκ κατάπλου προσβολὰς τῇ πόλει ποιησάμενος εἷλε Σηστόν, καὶ φρουρὰν ἐγκαταστήσας τοὺς μὲν συμμάχους ἀπέλυσεν, αὐτὸς δὲ μετὰ τῶν πολιτῶν ἀνέκαμψεν εἰς τὰς Ἀθήνας. Ὁ μὲν οὖν Μηδικὸς ὀνομασθεὶς πόλεμος γενόμενος διετὴς τοῦτο ἔσχε τὸ πέρας. τῶν δὲ συγγραφέων Ἡρόδοτος ἀρξάμενος πρὸ τῶν Τρωικῶν χρόνων γέγραφε κοινὰς σχεδόν τι τὰς τῆς οἰκουμένης πράξεις ἐν βίβλοις ἐννέα, καταστρέφει δὲ τὴν σύνταξιν εἰς τὴν περὶ Μυκάλην μάχην τοῖς Ἕλλησι πρὸς τοὺς Πέρσας καὶ Σηστοῦ πολιορκίαν. —Κατὰ δὲ τὴν Ἰταλίαν Ῥωμαῖοι πρὸς τοὺς Οὐολούσκους πολεμήσαντες καὶ μάχῃ νικήσαντες πολλοὺς ἀνεῖλον. Σπόριος δὲ Κάσσιος, ὁ κατὰ τὸν προηγούμενον ἐνιαυτὸν ὑπατεύσας, δόξας ἐπιθέσθαι τυραννίδι καὶ καταγνωσθείς, ἀνῃρέθη. ταῦτα μὲν οὖν ἐπράχθη κατὰ τοῦτον τὸν ἐνιαυτόν.

37. Οι δυνάμεις του Λεωτυχίδη και του Ξάνθιππου, αφού απέπλευσαν για τη Σάμο, έκαναν συμμάχους τους Ίωνες και τους Αιολείς, και στη συνέχεια προσπαθούσαν να τους πείσουν να εγκαταλείψουν την Ασία και να μετοικήσουν στην Ευρώπη. Τους υπόσχονταν να διώξουν τα έθνη που είχαν μηδίσει και να δώσουν σ' εκείνους τα εδάφη τους. Και γενικά, αν έμεναν στην Ασία θα είχαν τους εχθρούς, οι οποίοι υπερείχαν κατά πολύ σε δυνάμεις, γείτονες, ενώ οι σύμμαχοι που βρίσκονταν στην άλλη πλευρά της θάλασσας δε θα μπορούσαν να φτάσουν έγκαιρα σε βοήθεια. Οι Αιολείς και οι Ίωνες, ακούγοντας τις υποσχέσεις, αποφάσισαν να πειστούν σ' αυτά που τους έλεγαν οι Έλληνες και ετοιμάζονταν να πλεύσουν μαζί τους στην Ευρώπη. Οι Αθηναίοι, όμως, άλλαξαν γνώμη και τους συμβούλευαν να μείνουν εκεί που βρίσκονταν, λέγοντας ότι, ακόμη κι αν δεν τους βοηθούσε κανένας άλλος από τους Έλληνες, οι Αθηναίοι και μόνο, όντας συγγενείς τους, θα τους βοηθούσαν. Γιατί σκέφτονταν ότι, αν οι Ίωνες έπαιρναν τόπους κατοικίας από όλους τους Έλληνες, δε θα θεωρούσαν πια ως μητρόπολη τους την Αθήνα. Αυτός ήταν ο λόγος που οι Ίωνες άλλαξαν γνώμη και αποφάσισαν να παραμείνουν στην Ασία. Όταν έγιναν αυτά, ο στρατός των Ελλήνων χωρίστηκε στα δυο, και οι μεν Λακεδαιμόνιοι απέπλευσαν προς τη Λακωνία, ενώ οι Αθηναίοι, μαζί με τους Ίωνες και τους νησιώτες, σήκωσαν άγκυρα για τον Σηστό. O στρατηγός Ξάνθιππος, μόλις κατέπλευσε εκεί, κάνοντας επιθέσεις στην πόλη κατέλαβε τον Σηστό και, αφού εγκατέστησε φρουρά, αποστράτευσε τους συμμάχους, ενώ ο ίδιος, μαζί με τους συμπολίτες του, επέστρεψε στην Αθήνα. Ο πόλεμος λοιπόν που ονομάστηκε Μηδικός, αφού κράτησε δυο χρόνια, τελείωσε με αυτό τον τρόπο. Από τους συγγραφείς, ο Ηρόδοτος, αρχίζοντας από τα χρόνια πριν τον Τρωικό Πόλεμο, έχει γράψει σε εννέα βιβλία τη γενική ιστορία σχεδόν όλων των γεγονότων που συνέβησαν στην οικουμένη, και τελειώνει την αφήγησή του με τη μάχη των Ελλήνων εναντίον των Περσών στη Μυκάλη και την πολιορκία του Σηστού. […]

αρχή


Το κείμενο είναι αντιγραμμένο από το Hodoi Du texte à l'hypertexte

Η μετάφραση είναι αντιγραμμένη από τη σειρά «ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ» των εκδόσεων Οδυσσέας Χατζόπουλος.