Home

Δημοτικό Σχολείο Γαλαξιδίου

Το πρώτο σχολείο του Γαλαξιδιού φέρεται να ιδρύθηκε το 1780 με διευθυντή τον Ηπειρώτη Πριμάρη που τον διαδέχθηκε ο Νικόλαος Αλευράς που δίδαξε από το 1788 μέχρι το 1816. Με την κήρυξη της ανεξαρτησίας και τη σύσταση του Βασιλείου της Ελλάδος άρχισε και η ανοικοδόμηση της πόλης όπου οι Γαλαξιδιώτες ανέλαβαν και τα έξοδα για την κατασκευή του νέου σχολικού κτιρίου. Το σχολείο άρχισε να λειτουργεί την περίοδο 1830-1831. Στη συνέχεια το ενιαίο σχολείο χωρίστηκε σε αρρένων και κορασίδων. Το 1880 με πρωτοβουλία του δημάρχου Λουκέρη κατασκευάστηκε το παρθεναγωγείο. Το 1850, περίπου, επί βασιλείας Όθωνα, ιδρύθηκε στο Γαλαξείδι «Ελληνικόν σχολαρχείον», το οποίο προσέφερε καλύτερης ποιότητας εκπαίδευση. Μέχρι τότε οι κάτοικοι αναγκάζονταν να στέλνουν τα παιδιά τους στην Άμφισσα. Τελικά αυτού του είδους τα σχολεία καταργήθηκαν το1929. Την εποχή εκείνη στο σχολαρχείο φοιτούσαν 160 μαθητές και στα δημοτικά αρρένων και θηλέων περί τους 300 μαθητές. Σήμερα λειτουργεί κανονικά δημοτικό, γυμνάσιο και λύκειο.

""

Αντίληψη

Όλες οι ανθρώπινες έννοιες είναι προβολές του ανθρώπινου πνεύματος γι'αυτό σε τελική ανάλυση πολλές φορές είναι απατηλές. Δεν βλέπουμε τηνπραγματικότητα , την αντιλαμβανόμαστε (όπως νομίζουμε εμείς πως είναι). Ο,τι βλέπουμε είναι μια ερμηνεία της πραγματικότητας, που βασίζεται σε υποκειμενικά, ελαττωματικά ή προκατειλημμένα παραδείγματα. Αυτό έχει επιπτώσεις όχι μόνο στο πώς καταλαβαίνουμε τον κόσμο, αλλά και πώς καταλαβαίνουμε τους ανθρώπους... Όταν κάποτε ρώτησαν τον Ηράκλειτο πώς γνωρίζει όσα γνωρίζει απάντησε: «ερεύνησα τον εαυτό μου»... O Σωκράτης, μέσω της μεθόδου διαλόγου που είχε αναπτύξει, εκμαίευε (εξ ου και Μαιευτική Μέθοδος) από τον συνομιλητή του την αλήθεια/γνώση που είχε μέσα του αλλά δεν γνώριζε. Ο άνθρωπος δε μπορει να αναζητά αυτό που δε γνωρίζει γιατί τότε δεν ξέρει τί να αναζητήσει αλλά ούτε αυτό που γνωρίζει μπορεί να αναζητά γιατί το ξέρει ήδη. Ο άνθρωπος τίποτε νέο δε μαθαίνει, παρά μόνο παίρνει συνείδηση των όσων ήδη γνωρίζει. Η γνώση (μάθηση) είναι ανάμνηση (ενθύμιση) , υπάρχει λοιπόν η ανάμνηση μέσα μας...

Φιλοσοφία και Εσωτερισμός στον Baruch de Spinoza

Ο Μπαρούχ ντε Σπινόζα γεννήθηκε το 1632 στην εβραϊκή συνοικία του Άμστερναμ, από μία οικογένεια ευκατάστατων εμπόρων, ισπανικής ή πορτογαλικής καταγωγής. Στο σχολείο κάνει τις σπουδές του, θεολογικές και εμπορικές. Χωρίς να τις διακόψει εργάζεται στον εμπορικό οίκο του πατέρα του. Παρ'ότι στο χώρο όπου μεγάλωσε υπήρχε ένα έντονο ρεύμα σκεπτικισμού και φιλοσοφικών τάσεων, οι ομόθρησκοι του τον αφόρισαν λόγω της υποτιθέμενης αιρετικής διδασκαλίας του. Λίγοι είναι οι φιλόσοφοι της νεότερης εποχής που έχουν καταδιωχτεί και κυνηγηθεί όσο ο Σπινόζα. Και όλα αυτά επειδή είχε την τόλμη να ασκήσει κριτική στην επίσημη θρησκεία.
 
Ο Σπινόζα έλεγε ότι ο Χριστιανισμός και ο Ιουδαϊσμός επιβιώνουν μόνο χάρη σε απολιθωμένα δόγματα και κενές τελετουργίες, προτείνωντας πρώτος την "ιστορική-κριτική" ανάγνωση της Βίβλου. Αρνήθηκε να δεχτεί ότι η Βίβλος είναι βιβλίο εμπνευσμένο ή υπαγορευμένο από το Θεό. Θεωρούσε ότι η "κριτική ανάγνωση" θα μας επιτρέψει να διακρίνουμε μια σειρά αντιφάσεων μεταξύ των διαφόρων βιβλίων και Ευαγγελίων. Κάποια στιγμή ο Σπινόζα εγκαταλείφθηκε και από την ίδια την οικογένειά του. Και το παράδοξο είναι πως λίγοι άνθρωποι στον κόσμο υπερασπίστηκαν με τόσο σθένος την ελευθερία της γνώμης και αγωνίστηκαν με τόσο μεγάλο ζήλο για την ανεξιθρησκεία.
 
Ο Σπινόζα αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει τόσα εμπόδια, να ξεπεράσει πολλές αντιδράσεις όπου τελικά αποτραβήχτηκε κι αφιέρωσε τη ζωή του στη φιλοσοφία. Κέρδιζε το ψωμί του κατασκευάζοντας κάτοπτρα. Το επάγγελμα που ασκούσε για τις βιοποριστικές του ανάγκες έχει κάτι το συμβολικό. Όπως πράττουν οι φιλόσοφοι που οφείλουν να βοηθούν τους ανθρώπους να δουν τη ζωή και τον κόσμο κάτω από μια νέα προοπτική. Και το θεμέλιο της φιλοσοφίας του Σπινόζα είναι η επιθυμία του να θεωρήσει τα πάντα "από την άποψη της αιωνιότητας".
 
Διότι ο Σπινόζα πιστεύει πως οι αποδείξεις είναι "τα μάτια της Ψυχής". Πρόκειται για το τρίτο μάτι , εκείνο που μας επιτρέπει να δούμε τη ζωή πέρα απ' όλες τις ψευδαισθήσεις , τα πάθη και τους θανάτους. Για μια τέτοια παρατήρηση χρειάζονται η ανάπτυξη των αρετών όπως η ταπεινότητα, αγνότητα , λιτότητα, όχι ως αρετές που ακρωτηριάζουν τη ζωή, αλλά ως δυνάμεις που ενώνονται μαζί της και δεισδύουν μέσα της.
 
Ο Σπινόζα πίστευε στη χαρά και στη θέαση. Ήθελε μονάχα να εμπνεύσει , να αφυπνίσει, να ανοίξει τα μάτια. Η απόδειξη ως τρίτο μάτι δεν έχει στόχο να υπαγορεύσει ή να πείσει, αλλά απλώς να αποτελέσει το φακό ή να λειάνει το γυαλί για αυτή την εμπνευσμένη ελεύθερη θέαση.

 

Τα μαθηματικά της σκέψης και η σκέψη των μαθηματικών

Ο Γαλιλαίος έγραψε ότι το βιβλίο της φύσης είναι γραμμένο με μαθηματικά. Μ? αυτό θέλει να πει ότι ήδη στις αρχές της σύγχρονης επιστήμης, και ειδικά της φυσικής, υπήρχε μια συνειδητοποίηση της έννοιας της φύσης, παρόλο που το γενικό σύστημα της επιστημονικής σκέψης ήταν πλατωνικό και αριστοτελικό. Δηλαδή κυριαρχούσε η ιδέα ότι η φύση και κατά κάποιο περίεργο τρόπο τα μαθηματικά ήταν ανεξάρτητα από τον άνθρωπο. Πιο γενικά ακόμα, τα πράγματα ήταν σαν να μην υπήρχε η αλληλεπίδραση του κόσμου με τον άνθρωπο.
 
Ο άνθρωπος, όμως, είναι κι αυτός ένα μέρος της φύσης, ένα από τα αποτελέσματα της μακρόχρονης εξέλιξής της. Δεν είναι ένα ανεξάρτητο αντικείμενο, είναι ένα σημαντικό υποκείμενο που έχει τις δυνατότητες παρέμβασης μέσα στον κόσμο. Η πολυπλοκότητα της εξέλιξης επέτρεψε την ύπαρξη πολλαπλών γλωσσών πάνω στη γη με τις οποίες οι άνθρωποι επικοινωνούν. Όμως, όλες οι γλώσσες είναι μία: η σκέψη του ανθρώπου. Και δεν είναι ανάγκη να γνωρίζουμε τις θεωρίες του Chomsky για να το δεχτούμε. Διότι όπως η εξέλιξη, δεν είναι μία θεωρία, είναι δεδομένο.
 
Κοιτάζοντας τις ανθρώπινες γλώσσες ως παραλλαγές της ίδιας σκέψης, είναι φυσικό, αν και ανατρεπτικό τελικά, να δούμε τα μαθηματικά ως κωδικοποίηση της σκέψης. Διότι κάθε φράση της φυσικής μας γλώσσας οφείλεται σε μια ιδέα και η ίδια μπορεί να κωδικοποιηθεί σε μια μαθηματική έννοια.
 
Η ουσία είναι μία: τα μαθηματικά είναι επίτευγμα του ανθρώπινου νου, άρα της σκέψης του. Η σκέψη μας δημιουργεί ιδέες, και αυτές μαθηματικά. Διότι βλέπουμε μόνο αυτά που καταλαβαίνουμε. Με άλλα λόγια, ακόμα κι αν θεωρήσουμε ότι ο κόσμος και ο άνθρωπος είναι ανεξάρτητα, παραμένει η ιδέα ότι η πραγματικότητά τους είναι αναγκαστικά κοινή. Άρα για τον άνθρωπο υπάρχει μόνο και μόνο αυτή, με την έννοια του Heisenberg. Σημασία έχει, λοιπόν, αυτή η πραγματικότητα. Και τα μαθηματικά, με τις αφηρημένες τους έννοιες, δημιουργούν την πραγματικότητα. Τα μαθηματικά είναι η κωδικοποιημένη σκέψη μας, και η σκέψη μας οι ιδέες των μαθηματικών.
 
Με την προηγούμενη ιδέα, μπορούμε να ερμηνεύσουμε απλά την ικανότητα των μαθηματικών να δημιουργήσουν μοντέλα των οποίων οι εφαρμογές είναι τόσο αποτελεσματικές στην επιστήμη και γενικότερα στη ζωή. Η αφιέρωση του χρόνου, στην ουσία, επιτρέπει την ύπαρξη μιας ολιστικής αντίληψης του κόσμου και μ? αυτήν η ερμηνεία του κόσμου είναι μία διαφοροποίηση ενοποιημένων εννοιών. Η ύλη των μαθηματικών είναι η ενέργεια της σκέψης και η ύλη της σκέψης είναι η πραγματοποίηση των μαθηματικών.
 
Άρα, το επόμενο στάδιο αυτής της αλληλεπίδρασης είναι η κατανόηση της πολυπλοκότητας. Και ειδικότερα, πώς η εξέλιξη πολλαπλών απλών κανόνων έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει με την πολυπλοκότητά της μια παραγωγική δομή. Διότι καταλαβαίνοντας αυτό το φαινόμενο, θα καταλάβουμε και την ίδια μας τη λειτουργία. Διότι με αυτές τις σκέψεις δημιουργούμε με την πολυπλοκότητα τη συνείδησή μας. Το βιβλίο της σκέψης είναι γραμμένο με τα μαθηματικά της σκέψης μας.