Αυτισμός

                                                                                                                                                      Η αυτιστική διαταραχή ανήκει στην σφαίρα των διάχυτων αναπτυξιακών διαταραχών (Δ.Α.Δ) και έχει μελετηθεί περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη Δ.Α.Δ. Εμφανίζεται στην πρώιμη ηλικία (πριν από τα 3 έτη) και περιλαμβάνει σοβαρές ανεπάρκειες σε περισσότερες της μίας περιοχές ανάπτυξης του παιδιού (Στασινός,2013). Η πρώτη συστηματική περιγραφή του αυτισμού έγινε από τον Kanner το 1943, ο οποίος παράθεσε ως κυρίαρχο γνώρισμα της διαταραχής, το έλλειμμα ικανότητας αυτών των παιδιών για κοινωνική συναλλαγή. Σύμφωνα με την Happe (2003), τα τρία βασικά συμπτώματα που συνθέτουν το κλινικό προφίλ των παιδιών με την οικεία διαταραχή αποτελούν: α) η αποτυχία του παιδιού να κατανοήσει τον κόσμο και να αναπτύξει κοινωνικές σχέσεις, β) η καθυστέρηση στην επικοινωνιακή συμπεριφορά, ως αποτέλεσμα του πρώτου συμπτώματος γ) και η παράδοξη τελετουργική- στερεοτυπική συμπεριφορά.

Οι σοβαρές καθυστερήσεις και παρεκκλίσεις στους τρεις σημαντικούς τομείς της ανάπτυξης του παιδιού, δηλαδή, στην κοινωνική συναλλαγή, στην λεκτική και μη λεκτική επικοινωνία και στις περιορισμένες και στερεότυπες συμπεριφορές (Χριστιανόπουλος,2012) έχουν ως αποτέλεσμα τα παιδιά με αυτισμό να παρουσιάζουν μια παράξενη ή καθυστερημένη συμπεριφορά (Στασινός,2013). Ο Στασινός (2013) συνοψίζει ως τα πλέον κοινά χαρακτηριστικά αυτής της παράξενης συμπεριφοράς, τη σοβαρή κοινωνική απομόνωση, τη διαστρεβλωμένη γλώσσα, το έλλειμμα δημιουργικότητας και φαντασίας, την εμμονή για διατήρηση της ομοιότητας, τα σοβαρά ξεσπάσματα συμπεριφοράς, τις σπάνιες ικανότητες, την επαναληπτική-στερεοτυπική συμπεριφορά, το έλλειμμα κοινωνικής αμοιβαιότητας και αλληλεπίδρασης, τη νοητική υστέρηση και συσχετιζόμενα χαρακτηριστικά (Στασινός,2013).

Τα τελευταία χρόνια η σημασία της εκπαίδευσης των ατόμων με αυτισμό και η πρόσβαση τους σε κατάλληλο εκπαιδευτικό πλαίσιο, αποτελεί ένα επίμαχο ζήτημα και μία πρόκληση, τόσο για τους εκπαιδευτικούς, όσο και για την ευρύτερη κοινότητα της ειδικής αγωγής (Παντελιάδου,2007).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *