Συγγραφέας: ΑΝΝΑ ΠΗΛΙΟΥ
Εικονογράφηση: Σύλβια Πάλλη
Έκανε κρύο. Παραμονή Πρωτοχρονιάς. Μικρές νιφάδες χιονιού έπεφταν σιγά σιγά. Ο κόσμος πηγαινοερχόταν βιαστικός στην αγορά. Οι περισσότεροι μιλούσαν δυνατά και κάποιοι έδειχναν προς τις βιτρίνες. Ήταν στολισμένες με όλα αυτά τα μικρά αστραφτερά χριστουγεννιάτικα στολίδια, τα φωτάκια και τις κόκκινες και χρυσαφιές κορδέλες.
Ο Άγιος Βασίλης καθόταν στη μέση της πλατείας και φώναζε:
- – Ποιο καλό παιδί θα έρθει δίπλα μου; Χο χο! Εσύ, μικρέ, πώς σε λένε είπαμε; Πώς; Δεν ακούω και καλά γιατί είμαι μεγάλος. Νικολάκη! Ααα! Τι ωραίο όνομα! Το καλύτερο δώρο θα σου φέρω την Πρωτοχρονιά!
- – Είσαι αληθινός Αϊ-Βασίλης;
- – Ναι… Ναι… Έλα να βγάλουμε μαζί μια φωτογραφία. Κάτσε δίπλα στο πόνι. Μόνο δέκα ευρώ, κυρία!
- – Είσαι ψεύτικος! Έχεις ψεύτικα γένια! Δεν θέλω φωτογραφία μαζί σου! Άσε με! Άσε με σου λέω! διαμαρτυρήθηκε έντονα ο Νικολάκης
. – Αγόρι μου, έλα εδώ. Δεν είναι ευγενικό να μιλάς έτσι στον κύριο, είπε μια κυρία, που προφανώς ήταν η μαμά του Νικολάκη, τραβώντας ελαφρά το παιδί από το χέρι.
- – Αυτός λέει ψέματα, μαμά!
- – Είναι η δουλειά του αυτή. Βγάζει φωτογραφίες με τα παιδιά κι έτσι κερδίζει μερικά χρήματα.€
- – Και δεν θυμώνει ο κανονικός Άγιος Βασίλης;
- – Όχι βέβαια. Γιατί να θυμώσει; Ο πραγματικός Άγιος Βασίλης όχι μόνο αγαπάει όλο τον κόσμο, αλλά θέλει να βοηθήσει κι όλο τον κόσμο. Δεν θυμώνει.
Την κοίταξε με μάτια απορημένα.
– Έλα, πάμε εδώ μέσα να σου πάρω γάντια κι ένα σκουφάκι. – Μα, δεν κρυώνω! Έξω από το πολυκατάστημα ήταν ένα παιδί που έπαιζε βιολί. Ο Νικολάκης κοντοστάθηκε. Ήταν πολύ όμορφο αυτό που άκουγε. Φαινόταν εύκολο. Το παιδί είχε ακουμπήσει το πιγούνι του στο βιολί και κουνούσε το δεξί του χέρι πάνω κάτω. Κι αυτός θα μπορούσε να παίξει έτσι! Μπροστά του το παιδί είχε ένα καπέλο με κέρματα.
– Μαμά, θα γράψω στον Άγιο Βασίλη να μου φέρει ένα βιολί!
Προλαβαίνει να πάει το γράμμα μου; – Αν είναι ΕΠΕΙΓΟΝ μάλλον προλαβαίνει… Μα έχεις ήδη στείλει γράμμα στον Άγιο Βασίλη και του ζήτησες να σου φέρει ένα ποδήλατο και μάλιστα κόκκινο! Το μετάνιωσες; – Ναι!!! Τώρα θέλω βιολί! – Θα δοκιμάσουμε… Πού να ξέρω κι εγώ; Θα γράψουμε ένα γράμμα όταν πάμε στο σπίτι.