Ένα από τα πρώτα παιχνίδια που έπαιζαν τα μωρά στην αρχαιότητα ήταν «η πλαταγή», μια πήλινη κουδουνίστρα, που την έβαζαν στο χέρι του και με τον ήχο που έκαναν τα πετραδάκια που είχε μέσα, το έκαναν να ξεχνιέται και να σταματά τα κλάματα.
Αγαπημένο παιχνίδι των μεγαλύτερων σε ηλικία αγοριών ήταν «το άθυρμα», ένα πήλινο αλογάκι πάνω σε ρόδες, που το έσερναν σε όλο το σπίτι. Το παιχνίδι όμως που λαχταρούσαν όλα τα αγόρια ήταν ένα «αμαξάκι με ρόδες». Συνήθως το έσερναν τα αγαπημένα τους σκυλιά κι όταν αυτά κουράζονταν το έσερναν τα παιδιά μόνα τους.
Συνηθισμένο παιχνίδι ήταν «ο τροχός». Το “κύλιντρο” των Λεριών. Άλλο παιχνίδι ήταν «η απόρραξις». Παιζόταν από κορίτσια με τη «σφαίρα», μπάλα από δέρμα ή κομμάτια ύφασμα, ραμμένα και παραγεμισμένα με αλογότριχες, άχυρο ή μαλλί.Τα αγόρια, πετώντας την μπάλα με τα χέρια, προσπαθούσαν να την περάσουν στο στόμιο ενός αγγείου, κάτι σαν τη σημερινή καλαθοσφαίριση. Ο νικημένος έπρεπε να πάρει στην πλάτη το νικητή. Αυτό ονομαζόταν «εφεδρισμός», η “μπέτσα” των Λεριών.
Στο Νηπιαγωγείο τα παιδιά με κατάλληλες δραστηριότητες διακρίνουν την ομορφιά στη φύση, στο περιβάλλον και στα έργα τέχνης με τα οποία έρχονται σε επαφή. Αναπτύσσουν ενδιαφέρον για την καλλιτεχνική δημιουργία καθώς και επιθυμία να συμμετέχουν σε καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Παρατηρούν, πειραματίζονται με διαφορετικά υλικά και τεχνικές, ερευνούν και χρησιμοποιούν τις εμπειρίες και τις ιδέες τους ως στοιχείο καλλιτεχνικής δημιουργίας και έκφρασης. Ανακαλύπτουν ότι η τέχνη είναι μέσο έκφρασης και επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων. Χρησιμοποιούν την τέχνη σε συνδυασμό με άλλες δραστηριότητες του προγράμματος. (Υ.Π.Ε.Π.Θ. – Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, 2002, ΔΕΠΠΣ για το Νηπιαγωγείο και Προγράμματα Σχεδιασμού και Ανάπτυξης Δραστηριοτήτων, Αθήνα)
Μια από τις πιο σημαντικές πληροφορίες που χρειάζονται οι ειδικοί που ασχολούνται με την ανάπτυξη του παιδιού (λογοθεραπευτής, εργοθεραπευτής, ψυχολόγος, παιδοψυχίατρος, αναπτυξιολόγος κ.α.) κατά την λήψη ιστορικού από τους γονείς είναι να γνωρίζουν εάν παίζει και πως παίζει! Το παιχνίδι στην δική μας δουλειά θεωρείται ένα από τα πιο καθοριστικά συστατικά της ανάπτυξης. Η παρατήρηση του παιδιού όταν παίζει είναι μέρος της κλινικής αξιολόγησης ενώ η θεραπευτική παρέμβαση γίνεται μέσω του παιχνιδιού.
Από ποια ηλικία όμως παίρνουμε τις πρώτες πληροφορίες για το παιχνίδι; Η ηλικία αυτή είναι η βρεφική. Το πρώτο παιχνίδι του παιδιού είναι ο ενήλικας (γονείς, οικογενειακό περιβάλλον). Το παιδί παίζει μέσω των εκφράσεων του προσώπου, των χειρονομιών, των ήχων και της μίμησης. Για να δούμε πως εξελίσσεται…
Κατά τη διάρκεια των πρώτων 6 έως 8 μηνών σους οποίους οι κινητικές δεξιότητες του βρέφους είναι περιορισμένες, η εξερεύνηση του περιβάλλοντος γίνεται σχεδόν αποκλειστικά με τις αισθήσεις (όραση, ακοή, αφή), το λεγόμενο αισθησιοκινητικό παιχνίδι. Όταν πλέον το παιδί έχει αναπτύξει στρατηγικές εξέτασης του περιβάλλοντα κόσμου και αντιλαμβάνεται ότι τα αντικείμενα έχουν σταθερές ιδιότητες, αρχίζει να αναπτύσσεται το οργανωτικό παιχνίδι (στους 6-9 μήνες).
Τα παιχνίδια οργανώνονται χωρίς να δίνεται σημασία στον πραγματικό τους σκοπό, τοποθετούνται σε μια σειρά, το ένα πάνω στο άλλο, το ένα μέσα στο άλλο κτλ. . Στο τέλος περίπου του πρώτου έτους (9- 12 μήνες) αρχίζει να χρησιμοποιεί αυθόρμητα τα αντικείμενα σύμφωνα με τη λειτουργία τους (λειτουργικό παιχνίδι), ενώ λίγο αργότερα (18 μηνών) αρχίζει να δίνει ιδιότητες σε πράγματα τα οποία δεν είναι αυτά που βλέπει (προσποιείται ότι ένα τουβλάκι είναι ένα αυτοκίνητο), το λεγόμενο προσποιητό ή συμβολικό παιχνίδι.
Μένοντας λιγάκι στο συμβολικό παιχνίδι διαπιστώνουμε ότι η σημασία του είναι μεγάλη. Το στάδιο αυτό σηματοδοτεί την πολύτιμη είσοδο στον συναισθηματικό και γνωστικό κόσμο του παιδιού. Αρχίζει να αφομοιώνει την πραγματικότητα, να εξασκεί την φαντασία και τη δημιουργικότητα όπως επίσης την αδρή και λεπτή κινητικότητα. Αποτελεί μια καλή προετοιμασία στον κόσμο των «μεγάλων», καθώς αρχίζουν να εμπλέκουν συνειδητά περισσότερους ανθρώπους.
Το παιχνίδι είναι το βασικό πεδίο της γνωστικής ανάπτυξης και της ανάπτυξης κοινωνικών δεξιοτήτων. Ένα παιδί με τυπική ανάπτυξη όταν παίζει μπορεί να δώσει λύσεις σε περίπλοκα κοινωνικά, συναισθηματικά ή και νοητικά θέματα με το να εφευρίσκει λύσεις και νέες ιδέες, γεγονός το οποίο μετέπειτα θα μεταφερθεί και στην γραπτή παραγωγή λόγου (σκέφτομαι και γράφω). Επιπλέον, σε μεγαλύτερα παιδιά, μαθαίνοντας τα να παίζουν ομαδικά παιχνίδια με σύστημα κανόνων, βοηθάμε να γενικευτούν οι κανόνες αυτοί και στη ζωή (καθημερινότητα).
Έτσι, εκπαιδεύονται στην ενίσχυση της συνεργασίας αλλά και μαθαίνουν πώς να λειτουργούν μέσα σε μια ομάδα (σχολείο, οικογένεια, παρέα, κοινωνία), οφείλοντας να σέβονται τους κανόνες (διαφορετικούς σε κάθε ομάδα), να περιμένουν τη σειρά τους, να εκτιμούν και να σέβονται το συμπαίκτη σε πολλαπλά επίπεδα (καταγωγή, ιδιαιτερότητες, διαφορετικότητα ανάμεσα στους ανθρώπους) να χαίρονται τη νίκη αλλά και να αποδέχονται την ήττα (απογοήτευση έπειτα από αποτυχία σε κάποιο τεστ).
Το παιχνίδι κι οι δραστηριότητες για παιδιά με αναπηρίες έχουν παιδαγωγική, μαθησιακή και ψυχαγωγική αξία. https://www.amea-care.gr/αναπηρία-και-παιδικό-παιχνίδι/Ο εκπαιδευτής-δάσκαλος οφείλει να προάγει τη σωστή μεταχείριση και την ίση αντιμετώπιση όλων των συμμετεχόντων εξασφαλίζοντας ίσες ευκαιρίες για παιχνίδι και μάθηση.
Βασική προτεραιότητα του δασκάλου πρέπει να είναι η δημιουργία ενός ασφαλούς περιβάλλοντος αποδοχής και κατανόησης μέσα από την οργάνωση κατάλληλων δραστηριοτήτων και με την υιοθέτηση θετικής στάσης στον τρόπο προσέγγισης των παιδιών.
Επίσης, πρέπει ‘συνειδητά και συστηματικά να επιδιώκει να δημιουργηθεί ένα κοινωνικό πλαίσιο αποδοχής, συνεργατικότητας και ενθάρρυνσης, το οποίο εξασφαλίζουν οι διάφορεςμορφές ομαδο-συνεργατικής διδασκαλίας’.
Αυτό δεν περιορίζεται μόνο στον εκπαιδευτικό χαρακτήρα της αγωγής αλλά μπορεί να προεκταθεί και σε δραστηριότητες ψυχαγωγικού χαρακτήρα και στο παιχνίδι.
Η χρήση απλού λεξιλογίου το οποίο να είναι κατανοητό από όλα τα παιδιά είναι σημαντικός επικοινωνιακός παράγοντας. Επίσης, στόχος των εκπαιδευτών πρέπει να είναι η υποστήριξη της ανάπτυξης, της ψυχαγωγίας και της μάθησης, μέσα από την κατανόηση των προσωπικοτήτων, των ενδιαφερόντων και των φυσικών προσόντων και ορμών των παιδιών.
Ταυτόχρονα, τα παιδιά χρειάζονται σταθερή, άμεση και θετική ενίσχυση σε κάθε τους προσπάθεια. Στόχος των οργανωτών των δραστηριοτήτων πρέπει να είναι η μεγιστοποίηση των δυνατοτήτων των παιδιών και η ελαχιστοποίηση της σημασίας των δυσκολιών και των διαφορών τους.
Επιπλέον, η φιλοσοφία και οι κανόνες του παιχνιδιού πρέπει να προσαρμόζονται στη μορφή και στο βαθμό της αναπηρίας. Συγκεκριμένα, είναι απαραίτητο να σημειωθεί ότι τα παιδιά αυτά δεν αποτελούν έναν ομοιογενή πληθυσμό, αλλά ακόμα και εντός των ίδιων κατηγοριών αναπηρίας (όπως π.χ. παιδιά με σύνδρομο Down) παρατηρούνται έντονες διαφοροποιήσεις, γεγονός που επιβάλει την εξατομικευμένη προσέγγιση. Ο σχεδιασμός με βάση την εξατομίκευση των αναγκών είναι συνδεδεμένος με την υιοθέτηση ευέλικτων συμπεριφορών και προγραμμάτων που να ανταποκρίνονται στις προσωπικές ανάγκες και στα ατομικά δεδομένα του κάθε παιδιού.
Την εορτή των Τριών Ιεραρχών καθιέρωσε ο Αλέξιος Κομνηνός το 1100 μΧ, αφενός για να τιμηθούν οι τρεις μεγάλοι Άγιοι της Εκκλησίας μας κι αφετέρου για να σταματήσουν οι διαμάχες και φιλονικίες μεταξύ των πιστών σχετικά με το ποιος από τους τρεις Αγίους (Άγιος Βασίλειος ο Μέγας, Άγιος Ιωάννης ο Χρυστόστομος, Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος) είναι ο πιο σπουδαίος και ο πιο μεγάλος.
Οι πιστοί χωρίστηκαν σε ομάδες, ανάλογα με ποιον Άγιο θεωρούσαν πιο σημαντικό. Αυτοί που υποστήριζαν ότι πιο σημαντικός είναι ο Μέγας Βασίλειος αυτοαποκαλούνταν Βασιλείται, αυτοί που υποστήριζαν ότι ήταν ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος αυτοαποκαλούνταν Γρηγορίται και τέλος αυτοί που υποστήριζαν ότι ήταν πιο σημαντικός ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος αυτοαποκαλούνταν Ιωαννίται.
Έξι αιώνες αργότερα, το 1826 μΧ ο Δημήτριος Φρειδερίκος Γκίλφορντ, ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας, και ο Κωνσταντίνος Τυπάλδος καθιέρωσαν την ημέρα της εορτής των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Ελληνική και Επτανησιακή Παιδεία.
Δεκαέξι χρόνια αργότερα, το 1842 μΧ το πανεπιστήμιο Αθηνών καθιέρωσε για όλη την ελεύθερη Ελλάδα την εορτή των Τριών Ιεραρχών ως ημέρα αφιερωμένη στην Παιδεία και στα Γράμματα.
Από τότε ως σήμερα, οι Τρεις Ιεράρχες θεωρούνται προστάτες των μαθητών, των φοιτητών και των σπουδαζόντων εν γένει, και η μέρα εορτή τους είναι σχολική αργία.
Τέλος να σημειώσουμε ότι την Θεία Λειτουργία που τελείται την ημέρα των Τριών Ιεραρχών έγραψε ο επίσκοπος Ιωάννης ο Ευχαΐτων (γνωστός και ως Ιωάννης Μελανόπους ή Μαυρόπους), σύγχρονος του Αλεξίου Κομνηνού.