politismos_zan_moreas_1



 






Ο ΜΕΓΑΣ ΒΑΣΙΛΙΟΣ ΕΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΑΙΣΑΡΕΙΑΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑΣ
Γράφει ο Γιώργος Ιωαννίδης
 

Ὁ Βασίλειος γεννήθηκε την ἐποχή πού ἡ Ἀνατολή ἥταν ἀναστατωμένη ἀπό τό διωγμό τοῦ Μαξιμίνου. Ὁ πατέρας του (που ὁνομαζόταν και αὐτός Βασίλειος) ἥταν ἀξιωματοῦχος - δικηγόρος τῆς Νεοκαισάρειας τοῦ Πόντου και διδάσκαλος τῆς ρητορικῆς. Ὁ Γρηγόριος ὁ Ναζιζνζινός συγκαταλέγει τον πατέρα τοῦ Μεγάλου Βσιλείου μεταξύ τῶν μαρτύρων - ἴσως για τή δράση του τήν ἐποχή τοῦ διωγμοῦ. Ἴσως ἐξ αἰτίας τοῦ διωγμοῦ, λίγο μετά την γέννηση τοῦ Βασιλείου, ἡ οἰκογένειά του κατέφυγε στό κτῆμα τους στόν ποταμό Ἴρι τοῦ Πόντου.

Ὁ Βασίλειος σπούδασε στήν Κωνσταντινούπολη στη σχολή του Λιβάνιου. Το 352 πῆγε "εἰς τάς Ἀθήνας τάς χρυσάς" (ὅπως ἀποκαλεῖ την Ἀθήνα ὁ Γρηγόριος). Εκεί, σπούδασε στις φιλοσοφικές σχολές τοῦ Ἰμέριου καί τοῦ Προαιρέσιου. Ὅταν τελείωσε τίς σπουδές ἐπέστρεψε στήν πατρίδα του και ἔμεινε για λίγο κοντά στο φίλο και συμφοιτητή του Γρηγόριο στην Ἀριανζό τοῦ Πόντου. Κλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη ὡς ἐμπειρογνώμων σε μια συνοδική συζήτηση μεταζύ ὀρθοδόξων και αἰρετικκῶν, ὅμως, ὅπως ἐξηγεῖ σέ ἐπιστολή του προς τον Εὐστάθιο, ἔφυγε ἀμέσως ἐπειδή "στίς ὁδούς καί στά σοκάκια τῆς Κωνσταντινουπόλεως" ἥταν ἐπικίνδυνο να κυκλοφορεῖ κανείς.

Ὅταν χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Καισαρείας ἡγήθηκε μιᾶς προσπάθειας ἐναντίον τοῦ αυτοκράτορος Οὐάλη. Ὄχι μόνο ἡ ἀντιλαϊκή πολιτική και οἱ δυσβάσταχτοι φόροι τοῦ Οὐάλη ἥταν στο στόχαστρο τοῦ Βασιλείου, ἀλλά και ἡ βίαια ἐπιβολή αἰρετικῶν διδασκαλιῶν. Στήν προσπάθειά του αὐτή ὁ Μέγας Βασίλειος εἶχε "συμμάχους" τόν ἐπίσκοπο Ρώμης Δαμάσιο και τόν Ἐπίσκοπο Ἀλεξανδρείας Ἀθανάσιο.

Στην ἐπισκοπή του ὁ Βασίλειος ὀργάνωσε σχολές τις ὁποῖες συντηροῦσε ἡ ἐκκλησία. Φοιτητές τῶν σχολῶν αὐτῶν ἀντέγραφαν ἐφθαρμένα χειρόγραφα και ἔτσι διασώθηκε πλῆθος ἀρχαίων κειμένων. Την ἐργασία τοῦ ἀντιγραφέα χειρογράφων ὁ Βασίλειος την ἐπέβαλε και στούς μοναχούς - ἀσκητές τῶν Ποντιακῶν Ὀρέων τους ὁποίους ὁργάνωσε σέ "κοινόβια" καταρτίζοντας γι' αὐτούς τον περίφημο "κοινοβιακό κανόνα".

Για την περίθαλψη τῶν ἀναξιοπαθούντων ὁ Βασίλειος ὁργάνωσε συγκρότημα Εὐαγῶν Ἱδρυμάτων που ἔγινε γνωστό ἀπό τόν λόγο τοῦ Γρηγορίου Θεολόγου ὡς "Βασιλειάδα". Ἴσως πολλοί ἀπό τους λόγους τοῦ Βασιλείου για τήν ὀρθολογική χρήση τοῦ πλούτου να ἐκφωνήθηκαν κατά τή θεμελίωση και κατά τά ἐγκαίνια αὐτοῦ τοῦ συγκρουήματος. Εἶναι θαυμαστό ὅτι πολλές ἐπισκοπές γρήγορα μιμήθηκαν τήν "Βασιλεάδα". Μέχρι σήμερα στη Μικρά Ἀσία τα "Βακούφια" στίς  μεγάλες πόλεις συντηροῦν γύρω ἀπό το (ισλαμικό) τέμενος, ἕνα συγκρότημα εὐαγῶν ἱδρυμάτων και χρηματοδοτοῦν τήν ἀφιλοκερδή λειτουργία τους.

Ὁ Μέγας Βασίλειος πέθανε τήν 1η Ἰανουαρίου 379. Ἡ Ἑλληνική Ἐκκλησία τόν τιμᾶ (ὅπως και ὅλους τους ἁγίους) τήν ἡμέρα τοῦ θανάτου του. Ἡ Δυτική Ἐκκλησία ἑορτάζει τήν μνήμη του τον Ἰούλιο.

Ὁ Ἐπίσκοπος Εὐχαΐτων Ἰωάννης Μαυρόπους πρότεινε μία κοινή ἡμέρα μνήμης "τῶν Τριῶν Μεγάλων Ἱεραρχῶν" τοῦ 4ου αι. Βασιλείου, Γρηγορίου και Ἰωάννου Χρυσοστόμου. Ἡ ἡμέρα αὐτή (30 Ιανουαρίου), καθιερώθηκε ὡς ἡμέρα ἀφιερωμένη στην Παιδεία.

Γιώργος Ιωαννίδης






Ο ΑΓΙΟ - ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ
Γράφει ο Γιώργος Ιωαννίδης
 

Ο ΑΓΙΟ ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ

Μέχρι το 732 η Ελλάδα υπαγόταν εκκλησιαστικά στη Ρώμη και γιόρταζε πρωτοχρονιά την 1η Ιανουαρίου (ενώ η Κωνσταντινούπολη εόρταζε πρωτοχρονιά το Σεπτέμβριο). Έτσι δεν δυσκολεύτηκαν οι Έλληνες να δώσουν στη μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου πρωτοχρονιάτικο χαρακτήρα. Πολλά από τα έθιμα της εορτής είναι απόηχος από αρχαίες ελληνικές λατρείες.

Μέχρι το 1922 στα χωριά της Καππαδοκίας(κατά το πρότυπο των μεγάλων πανηγυριών της αρχαιότητας) το βράδυ της Παραμονής ξεκινούσε πομπή που κατευθυνόταν στα σπήλαια μακριά από τον οικισμό –– έλεγαν ότι ο Άγιος Βασίλειος είχε περάσει κάποτε από εκεί.  Οι μετέχοντες κρατούσαν αναμμένες δάδες. Επικεφαλής της πομπής πήγαιναν οι ιερείς. Ακολουθούσαν μουσικά όργανα. Πιο πίσω πήγαιναν οι νέοι του χωριού κρατώντας τουφέκια. Οι νοικοκυρές κουβαλούσαν δίσκους και ταψιά με διάφορα φαγητά. Όλοι προχωρούσαν με χορευτικό βάδισμα στο ρυθμό των μουσικών οργάνων. Όταν έφθαναν στη σπηλιά κρεμούσαν σε ένα δένδρο τα φαγητά πιστεύοντας ότι θα τα ευλογήσει ο Άγιος. Οι ιερείς τελούσαν ολιγόλεπτη δέηση και όλοι έστηναν χορό. Γύριζαν στο χωριό αργά τα μεσάνυχτα.               

Η τελετουργική αυτή πρωτοχρονιάτικη πομπή αν και δεν αναφέρεται σε άλλες αγροτικές περιοχές, όμως είναι συνηθισμένη σε άλλα ελληνικά πανηγύρια της υπαίθρου. Στους χριστιανικούς χρόνους οι εορταζόμενοι Άγιοι έγιναν προστάτες των αγρών (όπως ο Γεώργιος και ο Τρύφων) ή της κτηνοτροφίας (όπως ο Μόδεστος) και στη μνήμη τους γίνονται τέτοιες εκδηλώσεις – λιτανευτικές πομπές, αγώνες ιππασίας κ.ά. Το ίδιο και ο  Μέγας Βασίλειος ως Ζευγολάτης ἤ Σπορέας, πίστευαν ότι τριγυρίζει στους ἑλληνικούς ἀγρούς και συμμετέχει στο μόχθο τῶν αγροτῶν. Χαρακτηριστικά εἶναι τα Μικρασιατικά «Κάλαντα
» :

Ἀρχιμηνιά κι ἀρχιχρονιά.  Κι ἀρχή τοῦ Γεναρίου
Κι  ἀρχή πού ‘βγῆκεν ὁ Χριστός ‘στην γῆ να περπατήση
Ἐβγῆκε και χαιρέτησεν ὅλους τους ζεγολάτες.
Κι ὁ πρῶτος του χαιρετισμός ἥταν «Ἁγιο – Βασίλης». 
 «Ἅγιο – Βασίλη Δέσποτα καλό ζευγάρι κάνεις».
«Με την εὐχή σου Κύριε, καλό κι εὐλογημένο».
«Να σε ρωτήσω Δέσποτα, πόσα πινάκια σπέρνεις;»
«Σπέρνω σιτάρι δώδεκα. Κριθάρι δεκαπέντε.
»Μά κεῖνο το ζηλέψανε περδίκια και λαγούδια»…

Ὁ Μέγας Βασίλειος εἶναι διμοφιλής στην ἑλληνική ὕπαιθρο ὄχι μόνο διότι συμμερίζεται το μόχθο και την ταλαιπορία τοῦ ἀγρότη. Ἀλλά διότι εῑναι πάντα κοντά του, τον διδάσκει και τον ἀγαπᾶ. Χαρακτηριστική εἶναι ἡ χαλκογραφία που εἰκονίζει τον Ἅγιο ὡς «Ὁδοιπόρο» που περιφέρεται ἀπό χωριό σε χωριό στηριζόμενος στη ράβδο τοῦ φιλοσόφου, κρατώντας τα παραδοσιακά ἐργαλεῖα γραφῆς («κάλαμο», «καλαμάριον – μελανοδοχεῖο», «χαρτία»). Οἱ ἀγρότες τοῦ ζητοῦν νά ἀκουμπήσει στο ραβδί του ὅπως οἱ παλαιοί Ραψῳδοί  και να τους πεῖ λόγους παραμυθίας.   
διδάσκαλος Βασίλειος ἐνέπνευσε και το γνωστό «ἅσμα ἀγερμοῦ
»:  

 «Βασίλη πόθεν ἔρχεσαι και πόθεν καταβαίνεις;»
«Ἀπό τη μάνα μ’ ἔρχουμαι  και σ’ το σκολειό μου ‘πάγω».
«Κάτσε να φᾶς.  Κάτσε να πιῆς. Κάτσε να τραγουδήσης».
«Ἐγώ τραγούδια δέν γροικῶ. Ξέρω την Ἀλφα – Βήτα».
«Βασίλη,  ἄν ξέρεις γράμματα, πές μας την Ἀλφα – Βήτα».
Και ‘στο ῥαβδί του ἀκούμπησε να εἰπῆ το Ἀλφαβητάρι.
Και το ραβδί του ἥταν ξηρό.  Χλωρούς βλαστούς ἐπέτα.
Κι ἀπάνω στα κλωνάρια του περδίκια κελαηδοῦσαν.
Ὄχι περδίκια μοναχά,  ἀλλά  και περιστέρια.

__________
Πολλά στοιχεία άντλησα από το έργο:
 Γεωργίου Μέγα Ἑλληνικαί Ἑορταί καί Ἔθιμα τῆς Λαϊκῆς Λατρείας. Ἀθῆναι 1957

Γιώργος Ιωαννίδης




 
ΑΠΟ ΤΟΝ
Óðinn ΚΑΙ ΤΑ ΑΛΠ ΣΤΟΝ ΦΑΔΕΡ ΧΡΙΣΤΜΑΣ
(Ο ΑΓΙΟ - ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΙΩΝ)

Γράφει ο Γιώργος Ιωαννίδης
 

 

Τά ἑλληνικά ἔθιμα και οἱ παραδόσεις τοῦ «Δωδεκαημέρου» ἄρχισαν ἀπό πολλά χρόνια να ἀντικαθίστανται ἀπό εὐρωπαϊκές και (κυρίως) ἀμερικανικές συνήθειες. Μεταξύ ἄλλων, ἡ λατρεία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου και τά πανάρχαια πρωτοχρονιάτικα ἔθιμα (το οἰκογενειακό τραπέζι, τα παραδοσιακά εδέσματα, τα τραγούδια και οἱ χοροί, ἡ «δοξολογία» στην ἐκκλησία για το «νέο οἰκονομικό ἔτος») τά διαδέχεται σιγά - σιγά ἡ τράπουλα «για το καλό» και ἡ κακόγουστη «διακόσμηση» κάθε γωνιᾶς τοῦ σπιτιοῦ με περίεργα  πλαστικά κουκλάκια που ἐπιμένουμε να τα ὀνομάζουμε «ἁγιοβασίληδες».

Ἄραγε ποια καταγωγή ἔχει τό παράξενο παχουλό ἀνθρωπάκι με την κόκκινη στολή πού έπιμένει να συστήνεται ὡς «ἁγιοβασίλης» και ἐπισκέπτεται τούς βόρειους Εὐρωπαίους τήν παραμονή τῶν Χριστουγέννων; 
Καί πῶς αὒτό το γεροντάκι κατέκλυσε σήμερα τήν ἑλληνική ἀγορά;
Ἡ καταγωγή του μᾶλλον πρέπει νά ἀναζητηθεῖ σε παλιές γερμανικές καί σκανδιναβικές λατρεῖες - πρίν οἱ λαοί αὐτοί ἐκχριστιανιστοῦν.

1.   Ο ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΣ ΘΕΟΣ Wōđinaz - Óðinn ΠΡΟΓΟΝΟΣ ΤΟΥ «Father Christmas»

Ἕνας ἀρχαῖος γερμανικός μῦθος στην «Helgakviða  Hundingsbana» (1270 μ.Χ.), αναφέρει φυλές που κατοικοῦσαν στις ὄχθες τοῦ  Oder κοντά στο Ρήνο και λάτρευαν τον Θεό Wōđinaz. Οἱ Λομβαρδοί ἀργότερα το θεό αυτό τον ὀνόμαζαν Wōden ἤ Óðinn. Το ἱερατεῖο στις ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Oder «ἀποτελεῖτο ἀπό μάντεις» και ὁ λαός περίμενε τον Θεό «να τον ὁδηγήσει σε νίκες». Ἡ λατρεία αυτή τοῦ θεοῦ Óðinn εἶναι πανάρχαια. Την γνώριζε τον 1ο αἰ. π.Χ. ὁ Ἰούλιος Καίσαρ και ἀργότερα  ὁ Τάκιτος (1ος αἰ. μ.Χ.). 
Ἀλλά καί στον Μεσαίωνα πολλοί λαοί τοῦ Βορρᾶ συνεχίζουν να τήν θυμοῦνται: Ἀπό τον 6ο αἰ. μ.Χ. ὁ  Óð
inn λατρευόταν ὡς ὁ Θεός τῶν δασῶν.
Στήν
«Tängelgarda λίθο» (17οςαἰ.μ.Χ.) θεός Óðinn εἰκονίζεται ἔφιππος με δόρυ στο δεξί χέρι. Ὁπως πάντα, τόν συνοδεύουν πουλιά, ζῶα καί ἑρπετά.  


   2.   ΤΑ Alp Ἤ  Elf  -  ΥΠΗΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ Wōđinaz - Óðinn

Σήμερα τον «Αγιοβασίλη του Βορρά»(το παχουλό γεροντάκι) τον συνοδεύουν πλήθος υπηρέτες - νάνοι και ξωτικά. Το έλκηθρο που τον μεταφέρει το σέρνουν «τάρανδοι». Ὅλα αὐτά, οι υπηρέτες, ἡ πολύχρωμη χαρούμενη συνοδεία ἀπό πουλιά και ζῶα τοῦ δάσους, προέρχονται από παλιές λατρείες των βορείων λαών και από την πλούσια Γερμαική μυθολογία:

Στούς ἀρχαίους γερμανικούς μύθους, ἐκτός τοῦ Θεοῦ
Wōđinaz - Óðinn, συναντᾶμε  και τα Alp ή Alf ή Elf (φυσικές δυνάμεις - ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ Wōđinaz). Ἀρχικά ἥταν όντα με μαγικές ιδιότητες. Τη δύναμή τους άλλα alf τη χρησιμοποιούν για να ωφελήσουν και άλλα για να βλάψουν τους ανθρώπους. Ζουν σε κοιλώματα τῆς γῆς, μέσα σε βράχους, πηγάδια και πηγές. Τα μυθικά αυτά όντα οι γερμανικοί και οι σκανδιναβικοί λαοί τα λάτρευαν ως θεότητες. Και για να έχουν την προστασία τους, έδιναν στα παιδιά τους ονόματα όπως Alfred, Alfwin, Elfreda, Alfhild, Alvar. Οι ξυλοκόποι στα ψηλά βουνά φορούσαν καφέ και πράσινες φορεσιές – στα χρώματα του δάσους –  όμοιες με τις φορεσιές των ξωτικών. 

Ο Jacob Grimm στην «Μυθολογία των Τευτόνων» αναφέρει στο κεφάλαιο 17 τα «Wights και Elf» (νάνοι και ξωτικά του δάσους) και τα χαρακτηρίζει «υπερφυσικές δυνάμεις και πνευματικά όντα».
«Καθένα ἀπό αὐτά τα "ξωτικά" ἔχει καί κάποια θαυμαστή ἰδιότητα: Άλλα έχουν δύναμη, άλλα προσφέρουν την αιώνια νεότητα, άλλα μας δίνουν γνώση και άλλα προλέγουν το μέλλον».
«Οι αρχαίοι Τεύτονες πίστευαν ότι είναι τυχερός όποιος συναντήσει μέσα στο δάσος το κατάλληλο ξωτικό που θα τοῦ χαρίσει ὅ,τι ζητήσει».

Το 1020 μ.Χ., ο ποιητής Sigvat Thordarson, στο μνημειώδες έργο του  «Austrfaravísur» περιγράφει περίεργες «θυσίες» και «προσφορές καρπών» στα alp, από οικογένεια Σουηδών που είχε ασπαστεί τον Χριστιανισμό όμως δεν μπορούσε να ξεχάσει τις αρχαίες Σουηδικές λατρείες.

Στα μυθιστορήματα και στα παραμύθια του 19ου αι. τα
elf (ξωτικά του δάσους) βοηθοῦν τα μικρά παιδιά να βρουν το δρόμο στο δάσος ή τα οδηγούν σε ασφαλές μέρος όταν απειλούνται από κινδύνους. Ο Δρ. J. R. R. Tolkien το 1937 στο μυθιστόρημα «Ο Άρχων των Δακτυλιδιών» περιέλαβε διηγήσεις με ξωτικά που εντυπωσίαζαν τα παιδιά που τις διάβαζαν.   

Στη Βόρεια Γερμανία επιβιώνουν μέχρι σήμερα παραμύθια και έθιμα που ανάγονται στην αρχαία λατρεία των alp (ξωτικά των ορέων). Αλλά και πολλά σημερινά δρώμενα τις ημέρες των Χριστουγέννων είναι παρμένα από αυτά τα παραμύθια.  Τα ίδια αυτά παραμύθια ενέπνευσαν το Σουηδό ζωγράφο Nils Johan Olsson Blommér να ζωγραφίσει τον πίνακα «Το λιβάδι με τα ξωτικά».Τα ίδια παραμύθια ενέπνευσαν τον Σαίξπηρ να χαρίσει στο Ελισαβετιανό Θέατρο το περίφημο έργο «Όνειρο Θερινής Νυκτός». 

  3.   ΠΩΣ Ο ΘΕΟΣ Wōđinaz - Óðinn ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΘΗΚΕ ΣΕ Santa Claus

Οἱ θρύλοι καί οἱ μύθοι για τον Θεό
Wōden - Óðinn σιγά - σιγά ἀναμίχθηκαν με τούς μύθους για τα «alp και elf». Ξεχάστηκαν οἱ πολεμικές ἰδιότητες τοῦ Wōđinaz. Tίς παγωμένες νύκτες τοῦ χειμώνα ὅλοι τον περίμεναν όχι πια σε μάχη να τους οδηγήσει σε νίκες, αλλά νά τούς προστατεύσει από την κακοκαιρία,, να γεμίσει τίς ἀποθήκες τους και νά τούς κάνει παρέα δίπλα στο τζάκι που ἥταν ἀναμμένο ὅλη τη νύχτα. Οἱ Ὁλλδανοί στά  φράγματα και οἱ Νορβηγοί στα φιόρντ, τοῦ ἔδωσαν θαλασσινές ἰδιότητες ἀντίστοιχες μέ τοῦ Ποσειδώνα. Και ὅταν ἔγιναν χριστιανοί τον ταύτισαν με τον Ἅγιο Νικόλαο.

Ἀκόμη και στούς ζωγραφικούς πίνακες, ἡ μορφή που πῆρε ὁ
Wōden - Óðinn στο τέλος τοῦ 17ου αἰ. δέν διαφέρει καθόλου ἀπό τό βυζαντινό πρότυπο τοῦ Ἁγίου Νικολάου - προστάτη τῶν ναυτικῶν και τῶν ἐργατῶν στα φράγματα κατά μῆκος τῆς θαλάσσης στήν Ὁλανδία. Κι ὅταν οἱ Ὁλανδοί μετανάστευσαν στήν Ἀμερική πῆραν τά παραμύθια και τά ἔθιμα  τοῦ Wōden -Óðinn και τῶν Alp μαζί τους. Ἐκεῖ στόν "Νέο Κόσμο", δεν ἄργησε νά ἐμφανιστεῖ ὁ «Santa Claus».

  4.   Ο Santa Claus - ΤΟ ΠΡΟΪΟΝ ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ

Στο περιοδικό
Harper's Weekly τῆς Νέας Ὑόρκης, τό ωραίο σκίτσο που έκανε μεγάλη αίσθηση, στίς 3 Ἰανουαρίου τοῦ 1863, ήταν έργο του μεγάλου Ἀμερικανού σκιτσογράφου Thomas Nast καταγόμενου ἀπό τό Παλατινᾶτο τῆς Γερμανικῆς Ρινανίας, (που εἶχε ἔντονες τίς μνῆμες ἀπό τά παραμύθια τῆς πατρίδας του για τον Wōden - Óðinn και την ἀκολουθία του). Το σκίτσο αυτό ἕνας γέροντας μέ ἀρχοντικό παρουσιαστικό καί λευκή γενειάδα, ὁ «Santa Claus» - με ἐμφανή τα χαρακτηριστικά τῆς γερμανικῆς παράδοσης - φορᾶ πανωφόρι μέ κεντημένα ἄστρα (θυμίζοντας τό χειμερινό ἡλιοστάσιο ἀλλά και τά ἀστέρια τῆς ἀμερικανικῆς σημαίας). Ὁ γέροντας «Santa Claus» ἐπιβαίνει ἅρματος πού σέρνουν ἐλάφια και μοιράζει πλούσια δῶρα συσκευασμένα σε πακέτα πού φέρουν τή φίρμα τοῦ περιοδικοῦ Harper's Weekly. Ὅλα αὐτά γίνονται κάτω ἀπό τήν σκέπη τεράστιας ἀμερικανικῆς σημαίας.


  5.   Ο Santa Claus («Father Christmas») ΚΑΤΑΚΛΥΖΕΙ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΑΓΟΡΑ

Στήν Ἑλλάδα τά σκίτσα και οἱ κάρτες μέ τό παράξενο καλοθρεμμένο ἀνθρωπάκι - ξωτικό τοῦ δάσους ἤ θεότητα τοῦ χιονιοῦ - ἄρχισε νά κυκλοφορεῖ μετά τόν Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.


Σήμερα οἱ λαοί της Βόρειας Ευρώπης – Βρετανοί,  Γάλλοι, Γερμανοί, Σκανδιναβοί – διηγοῦνται ότι «elf», «νάνοι» και άλλα ξωτικά ακολουθούν και υπηρετούν ένα παράξενο καλοσυνάτο γεροντάκι που αντιπροσωπεύει τη Θεότητα του Χιονιού. Το γεροντάκι αυτό (που προσωποποιεί τον Χρόνο ή το Χειμώνα) άλλοι το ονομάζουν Pere Noel, άλλοι Bonhomme Janvier και άλλοι Father Christmass. (Είναι βέβαιο πως το γεροντάκι αυτό είναι επιβίωση του Γερμανικού Θεού Wōđinaz - Óðinn.). Ζει στο Βόρειο Πόλο και τα ξωτικά τον υπηρετούν. Κατεβαίνει μαζί τους στις πόλεις και στα χωριά την παραμονή των Χριστουγέννων (που συμπίπτει με το "χειμερινό ηλιοστάσιο") και μοιράζει δώρα.

Χαρακτηριστικό στη μορφή και στη στολή του Father Christmass και της ακολουθίας του είναι το Γοτθικοῦ ρυθμοῦ οξυκόρυφο τόξο: Τα αυτιά τους, ο σκούφος και η μύτη τους καταλήγουν σε οξεία γωνία. Στην αμφίεσή τους επικρατούν τρία χρώματα (λευκό, κόκκινο και πράσινο). 
     

Την παραμονή των Χριστουγέννων οι βόρειοι Ευρωπαίοι περιμένουν τον
Father Christmass και τα Elf να τους χαρίσουν ευτυχία και να γεμίσουν το σπίτι με δώρα.
______________
Πολλές πληροφορίες άντλησα από το έργο:
 
Jones Marshall , Mythology of All Races Series, Volume 2 Eddic, Great Britain: Marshall Jones Company, 1930, σελ. 220

Γιώργος Ιωαννίδης