Carnot Sadi (1796-1832)
O Sadi Carnot ήταν ο πρωτότοκος γιος του Lazare Carnot και γεννήθηκε στο Palaisdu Petit του Λουξεμβούργου. Η οικογένεια του έπαιξε σημαντικό ρόλο στην ιστορία της Γαλλίας. Ο νεώτερος αδερφός του, Hippolyte Carnot, διακρίθηκε στην πολιτική και, στη συνέχεια, ο ανιψιός του διετέλεσε πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας από το 1887 ως το 1894.Ο πατέρας του την εποχή που ήταν μέλος της κυβερνητικής Επιτροπής Δημόσιας Ασφάλειας, είχε αποκληθεί «Οργανωτής της Νίκης» για τον αποφασιστικό του ρόλο στον εξοπλισμό και στην οργάνωση του Επαναστατικού Στρατού το 1794. Ο Lazare Carnot έδειξε ενδιαφέρον και για τη Μηχανική, τόσο για τη μελέτη των θεωρητικών θεμελίων, όσο και πρακτικών προβλημάτων, όπως η κατασκευή αποδοτικών μηχανών. Αντιλήφθηκε ότι οι ξαφνικές αλλαγές της ταχύτητας σε τμήματα της μηχανής ήταν επιβλαβείς και ιδιαίτερα ότι, αν ήθελε κανείς να αποσπάσει όσο το δυνατόν περισσότερο χρήσιμο μηχανικό έργο από την πτώση του νερού, οι στρόβιλοι έπρεπε να κατασκευαστούν κατά τέτοιον τρόπο, ώστε το νερό να μπορεί να εισχωρεί σε αυτούς χωρίς κρούση και να φεύγει από αυτούς χωρίς σχετική ταχύτητα. Αυτός ο τρόπος σκέψης είχε επίδραση στο γιο του, Sadi ο οποίος πήρε το όνομά του από ένα μεσαιωνικό Περσικό ποιητή και φιλόσοφο που ονομάζεται Sadi of Shiraz.
Ο Sadi γεννήθηκε σε μια εποχή πολιτικής αναταραχής στη Γαλλία και για αυτό την εκπαίδευσή του την έλαβε κυρίως από τον πατέρα του. Σε ηλικία 16 ετών έγινε δεκτός στην ÉcolePolytechnique σ' ένα σύνολο εκατόν εβδομήντα εννέα νέων ανθρώπων μεταξύ των οποίων ήταν και ο Chasles με τον οποίο έμειναν φίλοι για όλη του την ζωή. Καθηγητές του υπήρξαν ο Poisson, ο Ampère και ο Arago. Τελείωσε δέκατος, το 1814, σε μια τάξη εξήντα πέντε φοιτητών, την εποχή που η Αυτοκρατορία του Ναπολέοντα παρέπαιε.
Ο Sadi κατείχε διάφορες θέσεις στο στρατό και εργάστηκε ως μηχανικός στη δημόσια διοίκηση. Από το στρατό αποσύρθηκε το 1828 με το βαθμό του λοχαγού. Είχε κληρονομήσει μια μέτρια περιουσία από τον παππού του, και παρ' όλο που εργάστηκε περιστασιακά σε μηχανολογικά θέματα, δεν είχε συνεχή απασχόληση. Το 1832 αρρώστησε σοβαρά από οστρακιά και τέθηκε υπό περιορισμό σ' ένα νοσοκομείο. Από εκείνη την ασθένεια ανάρρωσε, αλλά ύστερα από λίγο καιρό κόλλησε χολέρα, μια επιδημία που θέριζε τότε στο Παρίσι, πέθανε στις 24 Αυγούστου του 1832.
Γύρω στo 1824, σε ηλικία είκοσι οκτώ ετών, ο Carnot έδειξε ενδιαφέρον για τις ατμομηχανές, που είχαν επινοηθεί και αναπτυχθεί από πρακτικούς ανθρώπους για πρακτικούς σκοπούς. Η ανάπτυξη τους βασιζόταν κυρίως στην εμπειρία. Η Μεγάλη Βρετανία την εποχή εκείνη διατηρούσε τα πρωτεία, παγκοσμίως, σε ό,τι αφορούσε την τεχνική αρτιότητα. Η Βιομηχανική Επανάσταση είχε ξεκινήσει από εκεί και είχε επιτρέψει στη μικρή αυτή νήσο να γίνει η πρώτη δύναμη στον κόσμο. Ο Carnot ήταν πολύ ευαίσθητος σ' αυτά τα θέματα, ως Γάλλος πατριώτης ήθελε να δει τη χώρα του να φθάνει και να ξεπερνά την Αγγλία, η οποία είχε πριν λίγο καιρό θριαμβεύσει εναντίον του Ναπολέοντα. Η συνεισφορά του σ' εκείνους τους στόχους που διακατέχονταν από πατριωτισμό έγινε η επιστημονική μελέτη της ατμομηχανής.
Ο Carnot άρχισε τις προσπάθειες σχηματοποίησης της ατμομηχανής με τον πιο αφηρημένο τρόπο. Καθοδηγήθηκε από την αναλογία του υδροστρόβιλου, όπου το νερό πέφτει από μια υψηλή σε μια χαμηλότερη στάθμη και η δυναμική του ενέργεια μετασχηματίζεται σε «κινητήρια δύναμη». Σε μια ατμομηχανή, η θερμότητα «πέφτει» από μια υψηλότερη σε μια χαμηλότερη θερμοκρασία και κατ' αυτόν τον τρόπο ελευθερώνει κινητήρια δύναμη. Τότε ο Carnot βασίστηκε στη θερμιδική θεωρία κι έτσι του διέφυγε η θεμελιώδης διαφορά μεταξύ θερμότητας και νερού: Ενώ η ποσότητα του νερού είναι σταθερή, η θερμότητα που ελευθερώνεται στη χαμηλότερη θερμοκρασία ελαττώνεται κατά ένα ποσό που είναι ανάλογο του έργου που λαμβάνεται. Δεν γνώριζε το γεγονός αυτό και συνέχισε με την υπόθεση ότι η θερμότητα διατηρείται (θερμιδική). Πολλά όμως από τα συμπεράσματα στα οποία κατέληξε επεκτείνονται στην πραγματική κατάσταση, και εκείνο που έχει κορυφαία σημασία είναι ο τρόπος σκέψης του. Όμως το πιο βασικό ερώτημα που διατύπωσε ήταν το εξής:Υπάρχει κάποιο μέγιστο έργο που λαμβάνεται κατά την «πτώση» της θερμότητας από τη μια θερμοκρασία στην άλλη και, αν είναι έτσι, από τι εξαρτάται;
Ο Carnot έγραψε ένα μόνο επιστημονικό έργο, ένα βιβλίο εκατόν δεκαοκτώ σελίδων, με τον τίτλο Reflexionssurlapuissancemotricedefeu (Σκέψεις περί της κινητήριας δύναμης της φωτιάς). Κυκλοφόρησε το 1824 σε μια εκτύπωση εξακοσίων αντιτύπων, με έξοδα του συγγραφέα και πέρασε σχεδόν απαρατήρητο. Ωστόσο, το 1833 έπεσε τυχαία στα χέρια ενός απόφοιτου της ΕcolePolytechnique, τον ÉmileClapeyron (1792-1864), ο οποίος το μελέτησε, αναπαρήγαγε το πιο ουσιώδες τμήμα του σε μια περισσότερο αναλυτική μορφή και δημοσίευσε τα αποτελέσματά του στο περιοδικό Journaldel' ΕcolePolytechnique το 1834, αφού είχε συναντήσει την άρνηση άλλων περιοδικών. Είχε ήδη περάσει ένας χρόνος από το θάνατο του Carnot και δέκα χρόνια από την εμφάνιση του έργου του Reflexions (Σκέψεις). Από το άρθρο του Clapeyron, ο William Thomson, και αργότερα Λόρδος Kelvin (1824-1907), έμαθε το 1847 για την ύπαρξη του βιβλίου του Carnot και αναγνώρισε τη θεμελιώδη σημασία του.
Τα περισσότερα αντικείμενα και τα γραπτά του θάφτηκαν μαζί του, ως προληπτικό μέτρο για την πρόληψη της περαιτέρω εξάπλωσης της ασθένειας. Περιγράφεται από τους σύγχρονούς του ως «ευαίσθητος και διορατικός,» αλλά και «εσωστρεφής» και «απόμακρος», ο Carnot ήταν τουλάχιστον 20 χρόνια μπροστά από την εποχή του.