Η ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΑΝ ΕΡΓΑΛΕΙΟ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗΣ

Σκοπός της Μουσικής Αγωγής είναι να βοηθήσει τους μαθητές να εισδύσουν προοδευτικά στον κόσμο των ήχων, να καλλιεργήσει το μουσικό αισθητήριο τους με την κατανόηση και χρήση ηχητικών συνόλων, που είναι απαραίτητο στοιχείο για την ανάπτυξη των εσωτερικών τους δυνάμεων και των φυσικών μουσικών ικανοτήτων τους ώστε να απολαμβάνουν και να δημιουργούν μουσική και να συμβάλλουν στη δική τους μουσική ανάπτυξη καθώς και εκείνη του κοινωνικού συνόλου.

 

Η μουσική Αγωγή στα πρώτα κυρίως στάδια της ζωής του παιδιού αντιμετωπίζεται ως συνθετική ηχητική δραστηριότητα και έχει ως γενικό σκοπό την προσέγγιση των αφηρημένων μορφών της μουσικής τέχνης και έκφρασης, έτσι ώστε μέσα από δραστηριότητες και παιχνίδια να καλλιεργηθεί η δημιουργική φαντασία του παιδιού, που αργότερα με τον κανόνα της «δημιουργικής»οικείωσης θα ενισχύει το μουσικό του αισθητήριο και τις φυσικές του μουσικές ικανότητες, συνθέτοντας την ολόπλευρη ψυχο-πνευματική του ανάπτυξη και τη σύνδεσή του με το εγγύτερο αλλά και το ευρύτερο περιβάλλον.

 

Η μουσική, ως δύναμη με πολλές μορφωτικές και διδακτικές αξίες, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της όλης εκπαιδευτικής προσπάθειας και διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην πνευματική, συναισθηματική και ψυχοκινητική ανάπτυξη του παιδιού. Γι? αυτόν τον λόγο, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί δημιουργικά και επιλεκτικά ως επιβοηθητικό μέσο για τη διδασκαλία πολλών διδακτικών αντικειμένων. Αναμφίβολα όμως η μουσική είναι πρώτιστα μια δημιουργική δραστηριότητα που παρέχει μεγάλη χαρά και ευχαρίστηση σε όλους μας με ένα ευρύ φάσμα εμπειριών.

 

Ωστόσο, η μουσική δεν είναι μόνο μια ευχάριστη αίσθηση αλλά, επίσης, γνώση και κατανόηση που εξασφαλίζονται μέσα από τις σχέσεις των τριών παραμέτρων της μουσικής που είναι η σύνθεση, η ακρόαση και η εκτέλεση της μουσικής και που η συνεχής αλληλοεπίδραση τους εστιάζεται στην ανάπτυξη της ακουστικής μνήμης και των ακουστικών παραστάσεων.

 

Η μουσική παιδεία συνδέεται άμεσα με την αισθητική αγωγή. Η μουσική είναι η πιο κατανοητή μορφή τέχνης γιατί επιδρά άμεσα στην ψυχή του ατόμου, από τα πρώτα ακόμα χρόνια ζωής του. Γι? αυτό το λόγο υποστηρίζεται σήμερα ότι η μουσική είναι ζωτικής σημασίας για την διανοητική και πνευματική ανάπτυξη του.

 

Η μουσική αγωγή και εκπαίδευση απευθύνεται στον άνθρωπο ως σύνολο γιατί η μουσική, έχοντας ως βασικά της χαρακτηριστικά το ρυθμό, τη μελωδία και την αρμονία ,συνδέεται άμεσα με τη θέληση, τη σκέψη και το συναίσθημα του ανθρώπου, δηλαδή με την ολότητά του.

 

Ο ρυθμός συνδέεται με τη θέληση του ατόμου, με την πράξη, με την κίνηση και εκδηλώνεται ως ο συνδυασμός διαφόρων ηχητικών, και χωροχρονικών γεγονότων.

 

Η μελωδία συνδέεται με την ανάπτυξη της σκέψης του ατόμου. Όπως και η σκέψη ,έτσι και η μελωδία γεννιέται, αναπτύσσεται και ολοκληρώνεται.

 

Η αρμονία σχετίζεται με το συναίσθημα του ατόμου δηλαδή με την πολυπλοκότητα και την ποικιλία των συναισθημάτων που βρίσκονται στο εσωτερικό μας.

 

Έτσι το τραγούδι θεωρείται βασικό στοιχείο για τη μουσική διαπαιδαγώγηση των μικρών παιδιών, γιατί έχουν από μικρή ηλικία πολλά μουσικά ακούσματα. Μέσω της τηλεόρασης, του ραδιοφώνου και του κινηματογράφου έρχονται σε επαφή με τη μουσική πολυγλωσσία που χαρακτηρίζει το σύγχρονο πολιτισμό, με την ύπαρξη δηλαδή πολλών διαφορετικών ειδών μορφών και στυλ μουσικής.

 

Η κλασική μουσική για παράδειγμα μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη της φαντασίας των παιδιών και στην εξοικείωσή τους με τη λειτουργία του «ακούω μουσική». Με αυτόν τον τρόπο παρέχοντας στα μικρά παιδιά συχνές ευκαιρίες για ενασχόληση με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους με τη μουσική, ενισχύουμε τις πιθανότητες να αναγνωριστεί το ταλέντο κάποιων παιδιών, αλλά και να αποκτήσουν στο σύνολό τους συνήθειες που εμπλουτίζουν το συναισθηματικό τους κόσμο και προσφέρουν γαλήνη και ισορροπία στην καθημερινή τους ζωή.

 

Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι μιλούν για μια μουσική αγωγή η οποία απευθύνεται σε όλα τα παιδιά, αλλά και στις ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε ενός χωριστά, οι οποίες προσδιορίζονται από την πολιτιστική, κοινωνική αγωγή και τα μουσικά του βιώματα.

 

Όλες οι μέθοδοι διδασκαλίας, τόσο στην φιλοσοφία, όσο και στην τεχνική τους έχουν ένα κοινό στόχο και σκοπό. Την ανάπτυξη της μουσικότητας.

 

Στόχος, ο οποίος είναι εφικτός μόνο με τη βιωματική συμμετοχή σε δραστηριότητες δημιουργικής έκφρασης, εξερεύνησης, πειραματισμού και αυτενέργειας. Με κατάλληλη εκπαίδευση όλα τα παιδιά μπορούν να αναπτύξουν ικανοποιητική αντίληψη του ρυθμού, της μελωδίας, της τονικότητας του αυτοσχεδιασμού, της σημειογραφίας, της τεχνικής κατάρτισης ενός οργάνου.

 

Για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι δεν πρέπει ν? αλλάξει μόνο το παραδοσιακό μοντέλο εκπαίδευσης, αλλά και οι διδάσκοντες να έχουν μια τέτοια μουσικο-παιδαγωγική κατάρτιση, έτσι ώστε να είναι ικανοί να μεταδώσουν παιδοκεντρικά τη γνώση τους.

 

Διότι ο παιδαγωγός ? μουσικός είναι αυτός που θεμελιώνει τις μουσικές βάσεις και αρχές των μαθητών του?

 

Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΒΕΛΤΙΩΝΕΙ ΤΟΝ ΕΓΚΕΦΑΛΟ

Για τους περισσότερους ανθρώπους, η μουσική είναι μία ευχάριστη, αν και προσωρινή, μορφή διασκέδασης. Για όσους όμως έπαιζαν κάποιο μουσικό όργανο σε νεαρή ηλικία, η μουσική αυτή εμπειρία μπορεί να είναι πολλά παραπάνω.

Μία πρόσφατη έρευνα έδειξε πως υπάρχει στενή σχέση μεταξύ της εκμάθησης ενός μουσικού οργάνου κατά την παιδική ηλικία και ορισμένων νοητικών ικανοτήτων.

Η Δρ. Laurel Trainor, διευθύντρια του Ινστιτούτου Μουσικής και Διανόησης, στο Πανεπιστήμιο ΜακΜάστερ του Οντάριο, μαζί με τους συνεργάτες της, συνέκρινε παιδιά προσχολικής ηλικίας, που είχαν παρακολουθήσει μαθήματα μουσικής, με παιδιά που δεν είχαν παρακολουθήσει. Όσα είχαν μουσική παιδεία, εμφάνισαν μεγαλύτερο ποσοστό εγκεφαλικών αποκρίσεων σε αριθμητικά και ηχητικά τεστ αντίληψης. Η έρευνά της έδειξε πως η μουσική παιδεία μεταβάλλει τον ακουστικό φλοιό του εγκεφάλου.

Μπορεί η μουσική παιδεία να επηρεάσει άραγε σε μεγαλύτερο βαθμό τον εγκέφαλο;
Μπορεί να αλλάξει τον τρόπο σκέψης ή την αντίληψη γενικότερα;

Και πάλι η Trainor ισχυρίζεται πως «ναι». Ακόμα και ένα με δύο χρόνια μουσικής μπορούν να βελτιώσουν σε σημαντικό βαθμό τη μνήμη και την προσοχή, όπως έδειξαν κάποια τεστ, που κατέγραψαν την ηλεκτρική και μαγνητική διέγερση του εγκεφάλου. «Υποθέτουμε πως η μουσική παιδεία (και όχι απαραίτητα η παθητική ακρόαση της μουσικής) επηρεάζει την προσοχή και τη μνήμη, θέτοντας σε λειτουργία έναν μηχανισμό με τον οποίο η μουσική παιδεία μπορεί να βελτιώσει την εκμάθηση,» αναφέρει η Trainor.

Η Trainor υποστηρίζει πως ο λόγος που γίνεται αυτό είναι επειδή οι κινητικές και ακουστικές ικανότητες, που απαιτούνται για να παίξει κάποιος ένα μουσικό όργανο σε ένα κονσέρτο μαζί με άλλα άτομα, φαίνεται να σχετίζονται σε σημαντικό βαθμό με την προσοχή, τη μνήμη και την ικανότητα να αναστέλλονται άλλες ενέργειες. Το απλό παθητικό άκουσμα της μουσικής του Μότσαρτ, για παράδειγμα -ή οποιουδήποτε άλλου συνθέτη- δεν έχει την ίδια επίδραση στην προσοχή και τη μνήμη.

Ο ερευνητής του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ, Gottfried Schlaug, μελέτησε επίσης τις νοητικές επιδράσεις της μουσικής παιδείας. Ο Schlaug και οι συνεργάτες του βρήκαν πως υπάρχει συσχετισμός μεταξύ της μουσικής παιδείας σε πρώιμη ηλικία και των ανεπτυγμένων κινητικών και ακουστικών ικανοτήτων, καθώς και της βελτίωσης στη λεκτική ικανότητα και μη λεκτική σκέψη.

Οι επιστήμονες ανακάλυψαν, επίσης, πως διαφορετικά όργανα φαίνεται να προκαλούν διαφορετικές μεταβολές στον εγκέφαλο. Οι αλλαγές στον εγκέφαλο των τραγουδιστών συντελούνται σε ελαφρώς διαφορετικά τμήματα από εκείνα στον εγκέφαλο των οργανοπαικτών πλήκτρων και εγχόρδων.

Ο συσχετισμός μεταξύ της μουσικής παιδείας και της ανάπτυξης της γλώσσας είναι ακόμα πιο έντονος στα δυσλεκτικά παιδιά.

«Τα ευρήματα δείχνουν πως η μουσική παρέμβαση, που ενδυναμώνει τις βασικές ακουστικές ικανότητες της μουσικής αντίληψης στα παιδιά με δυσλεξία μπορεί επίσης να θεραπεύει και κάποιες από τις γλωσσικές δυσκολίες,» δήλωσε ο Schlaug.

Ο ίδιος αναφέρει ακόμα πως τα άτομα με ακουστικά προβλήματα συχνά εμφανίζουν μειωμένη ή παντελή έλλειψη τοξοειδούς δέσμης, ένα ινώδες σύστημα που συνδέει τους μετωπιαίους με τους κροταφικούς λοβούς στον εγκέφαλο. Η μειωμένη ή κατεστραμμένη τοξοειδής δέσμη έχει συνδεθεί με διάφορα επίκτητα γλωσσικά προβλήματα στα παιδιά, όπως η αφασία και η δυσλεξία.

Ακόμα περισσότερα στοιχεία, που αποδεικνύουν πως η μουσική παρέμβαση ενδυναμώνει τις αποκρίσεις του ακουστικού φλοιού, ήρθαν στο φως με μία μελέτη, που διεξήγαγε ο Antoine Shahin, από το Πανεπιστήμιο του Οχάιο. Ο Shahin πιστεύει πως η μουσική παιδεία δίνει στο άτομο την ακουστική δεκτικότητα ενός παιδιού ηλικίας 2-3 ετών. Μιλώντας για το αν η μουσική επηρεάζει τον εγκέφαλο, ο ίδιος υποστήριξε πως οι μελέτες δεν αποδεικνύουν απαραίτητα πως η μουσική παιδεία οδηγεί σε ανεπτυγμένη ευφυΐα ή δημιουργικότητα.

Ο Shahin υποστήριξε πως όταν ένα άτομο ακούει συνέχεια ήχους, ειδικά ήχους με αρμονία και νόημα, όπως η μουσική και ο λόγος, ενδυναμώνονται οι κατάλληλοι νευρώνες ώστε να αποκρίνονται κατά προτίμηση σε αυτούς τους ήχους αντί για άλλους. Η νευρολογική αυτή συμπεριφορά ερευνήθηκε σε μία μελέτη, που εξέτασε τον βαθμό απόκρισης του ακουστικού φλοιού στη μουσική και τους μη οικείους ήχους όσο ένα παιδί μεγαλώνει.

Τα βασικά ευρήματα του Shahin είναι πως οι αλλαγές, που προκαλούνταν με το άκουσμα μουσικών ήχων, αυξάνονταν με την ηλικία, ενώ η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρήθηκε μεταξύ των 10 και 13 ετών. Φαίνεται πως αυτή είναι η πιο ευαίσθητη περίοδος για τη γλώσσα και τη μουσική.

Ο Glenn Schellenberg από το Πανεπιστήμιο του Τορόντο ερεύνησε εάν η μουσική ικανότητα μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο εξυπνότερο. Τέτοιου είδους εκτιμήσεις, που έχουν να κάνουν με παιδιά, είναι πάντα δύσκολες λόγω της επιρροής και άλλων παραγόντων, όπως η οικονομική κατάσταση των γονέων και η μόρφωση. Εντούτοις, ο ίδιος βρήκε πως η παθητική ακρόαση μουσικής φαίνεται να βελτιώνει την απόδοση σε κάποια γνωστικά τεστ, τουλάχιστον για μικρό χρονικό διάστημα. Τα κανονικά μαθήματα, όμως, μουσικής στα παιδιά φαίνεται πως συμβάλλουν στη μεγαλύτερης διάρκειας γνωστική επιτυχία.

Τέλος, ο Schellenberg πρόσθεσε πως είναι ακόμα πιο δύσκολο να εντοπίσει κάποιος τις επιδράσεις της μουσικής παιδείας στην αντίληψη των ενηλίκων.

Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ

 

Η ευεργετική, ή και η βλαπτική, επίδραση της μουσικής στην υγεία του ανθρώπου αποτελεί αντικείμενο μελέτης της σύγχρονης ιατρικής στην Αμερική και στην Ευρώπη.

 

Πολλές μελέτες και πειράματα, όπως αυτή των R. Spintge, R. Troh -edts: «Musik in der Medizine», καθώς και των Αμερικανών Goldman & Gurin επί ενός γνωστικού πεδίου που ονομάζεται «Ψυχοανοσολογία» (psycho-immunology) αλλά και τα πειράματα της ερευνητικής ομάδας του Πανεπιστημίου Irvine στην Καλιφόρνια, έχουν συνδέσει την ενέργεια της μουσικής και του ήχου με συγκεκριμένες αντιδράσεις του ανθρώπινου οργανισμού.

Η αρχή, ωστόσο, των σύγχρονων επιστημονικών ερευνών δεν έγινε με τα πειράματα της μοντέρνας ιατρικής, αφού, η ιδέα αυτή, διατυπώθηκε πριν από περίπου δύο αιώνες από έναν Ελληνα κληρικό και θεωρητικό της μουσικής, τον αρχιεπίσκοπο Δυρραχίου Χρύσανθο τον εκ Μαδύτων, στο βιβλίο του «Μέγα Θεωρητικόν της Μουσικής» που τυπώθηκε το 1832 στην Τεργέστη. Για την ακρίβεια, μάλιστα, η ιδέα είναι αρκετά παλαιότερη.

Από τις αρχές των ιστορικών χρόνων ο ρόλος της μουσικής ήταν συνδεδεμένος με τις θεραπευτικές μεθόδους που αναπτύχθηκαν σε πολλά μέρη του κόσμου. Ο Απόλλων ήταν ταυτόχρονα θεός της μουσικής και της ιατρικής. Στα μυστηριακά κέντρα (σχολές) της Αιγύπτου και της Ελλάδας, η σχέση θεραπευτικής και ήχου αποτελούσε μέρος μιας πολύ ανεπτυγμένης και ιερής επιστήμης. Αλλά και από την ακόμη μακρινότερη εποχή των μύθων και της μαγείας, η μουσική μαζί με άλλες τέχνες ήταν ανάμεσα σ' εκείνα τα μέσα τα οποία οι άνθρωποι θεωρούσαν ισχυρότερα από τα φάρμακα στον πόλεμο κατά των ασθενειών.

Ο Χρύσανθος, πάντως, διατύπωσε τις πρώτες παρατηρήσεις που δεν ανήκουν στο χώρο της δεισιδαιμονίας και της μαγείας, τις οποίες και τεκμηριώνει με αναφορές τόσο σε αρχαίους συγγραφείς, όσο και στην κοινή εμπειρία: Η Χρήσις, λέει, της μουσικής, αφορά σε τρία: α) εις Υμνον (εξύμνηση του Θεού), β) εις Ανθρωπαρέσκειαν (δηλαδή στην ψυχαγωγία) και γ) σε διαφόρους χρήσεις αλόγων ζώων (μουσική δηλαδή που κινεί και συγκινεί διάφορα ζώα). Στη δεύτερη χρήση, διακρίνονται δύο ιδέες: Λογική (αυτή που αφορά τις ψυχικές συγκινήσεις και επιδρά δηλαδή στην ψυχή) και Αλογος (εκείνη που επιδρά στο σώμα). Στην ανάλυση αυτής της ιδέας ο συγγραφέας αναφέρεται σε σπάνιες, για την εποχή του, γνώσεις σχετικά με τις φυσικές ιδιότητες του ήχου, κι ακόμα μας πληροφορεί περί σχετικών παρατηρήσεων άλλων, παλαιότερών του, συγγραφέων, ιδιαίτερα εντυπωσιακές. Η μουσική, γράφει, «προξενεί και εις το σώμα παθήματα, φέρουσα εις αυτό μεταβολάς αναλόγους με εκείνας τας οποίας ενεργεί επί των αψύχων σωμάτων. Οι φθόγγοι μεταδίδονται στο αυτί διά του αέρος ο οποίος δονείται από τη φωνή. Μέσω του αυτιού μεταδίδονται στην ψυχή από την οποία και διακρίνονται». Οι παλαιοί φιλόσοφοι παρατήρησαν ότι οι φθόγγοι αλλά και οι απλοί ήχοι πυκνώνουν (και αραιώνουν) τον αέρα, πράγμα που τους έκανε να σκεφτούν ότι αυτό ίσως να εξηγεί ορισμένα παράδοξα φαινόμενα.

Για παράδειγμα, σε μεγάλα θρησκευτικά πανηγύρια, όταν πλήθη ανθρώπων έκαναν δυνατές επικλήσεις, φάνηκαν να πέφτουν πουλιά που έτυχε να περνούν πάνω απ' αυτά τα πλήθη εκείνη τη στιγμή. 

Παρατηρήθηκε ακόμη ότι κινούνται ή και διαλύονται τα σύννεφα όταν χτυπούν μεγάλες καμπάνες ή όταν ηχούν κανόνια. Το ότι ο αέρας φέρει την προσβολή των φθόγγων στα πέριξ σώματα, μπορείς να το δείς -λέει ο συγγραφέας- στις εκκλησίες και στα θέατρα, όπου «συμφώνως και συμμέτρως» με τον ήχο και τη μουσική πάλλονται οι φλόγες των λαμπάδων. Ο αέρας εισπνέεται εις το σώμα, καταπίνεται και εμπεριέχεται στα υγρά του σώματος διατηρώντας όλα του τα ιδιώματα. Αντιδρά λοιπόν στα ηχητικά κύματα και μεταφέρει κατά κάποιο τρόπο τις δονήσεις του και μέσα στο σώμα.

Για να υποστηρίξει τα λεγόμενά του, ο Χρύσανθος παραθέτει κι ένα απόσπασμα του Αριστείδη Κοϊντιλιανού (μουσικός - θεωρητικός και συγγραφέας που έζησε ανάμεσα στον 1ο και 3ο μ.Χ. αιώνα), το οποίο αναφέρεται στην ιδιότητα των γνωστών (σήμερα) συμπαθητικών χορδών:

Αν έχουμε δύο χορδές κουρδισμένες στην ίδια νότα, στην ίδια κιθάρα, και η μία χορδή περνάει μέσα από ένα ελαφρό και κούφιο καλαμάκι, όταν χτυπήσουμε την άλλη, θα δούμε την πρώτη να πάλλεται και το καλάμι της να χοροπηδά. Στην ίδια αιτία οφείλεται και το φαινόμενο των υγρών μέσα σε ποτήρια που παρατήρησε και αναφέρει ο Κίρχερ (σ.σ.: Α. Kircher, 1601-1680, Γερμανός κληρικός, μαθηματικός και αρχαιολόγος). Αν βάλουμε σε δύο ή περισσότερα όμοια ποτήρια, τοποθετημένα κοντά το ένα στο άλλο, την ίδια ποσότητα υγρού και τρίψουμε το χείλος του ενός με το δάκτυλο έτσι ώστε να δημιουργηθεί ήχος, ταράζεται το υγρό που βρίσκεται σ' αυτό αλλά και σε όλα τα άλλα ποτήρια. Επίσης παρατηρήθηκε ότι τα ετερογενή υγρά τόσο περισσότερο κινούνται, όσο λεπτότερα είναι. Ωστε το οινόπνευμα κινείται περισσότερο, το κρασί λιγότερο και το νερό ακόμα πιο λίγο. 

Αυτά τα δύο πειράματα, του Αριστείδη Κοϊντιλιανού με τις χορδές και του Κίρχερ με τα υγρά, έδωσαν την ιδέα της συσχετίσεως των παλμικών δονήσεων που προκαλεί ο ήχος με τις σχετικές αντιδράσεις του ανθρώπινου σώματος. Αν θεωρήσουμε -προχωρεί τη σκέψη του ο Χρύσανθος- το ανθρώπινο σώμα ως ένα σύνολο ινών, περισσότερο ή λιγότερο τεντωμένων, αλλά και ως πλήρωμα υγρών διαφόρων ειδών, είναι λογικό να δεχτούμε ότι η μουσική μπορεί να προκαλεί τα ίδια αποτελέσματα με εκείνα που προκαλεί στις χορδές και τα υγρά. Οτι δηλαδή οι ίνες του σώματος ενεργοποιούνται. Οτι οι περισσότερο λεπτές και οι περισσότερο τεταμένες ενεργοποιούνται περισσότερο. Οτι όσες βρίσκονται σε ομοφωνία (ίδιου μήκους και ίδιας τάσεως) διατηρούν την κίνηση περισσότερο χρόνο. Οτι τα υγρά ταράσσονται, ότι ο λόγος αυτής τη διατάραξης είναι ανάλογος της λεπτότητος των μορίων τους.

Σύμφωνα με την εργασία των Αμερικανών Goldman & Gurin, που αναφέραμε ήδη, οι νευρικές ίνες που εμπεριέχονται στα όργανα του ανοσοποιητικού συστήματος παρέχουν βιολογική επικοινωνία μεταξύ των νευρικών απολήξεων του ανοσοποιητικού συστήματος. Η εργασία αυτή θεωρεί, επίσης, δεδομένη την ύπαρξη μιας απ' ευθείας σύνδεσης μεταξύ των ανθρώπινων συναισθημάτων, σκέψεων, συμπεριφορών, αντιλήψεων, και της κατάστασης της υγείας του ανοσοποιητικού συστήματος. Και θεωρεί πως, όντας έτσι τα πράγματα, ο ανθρώπινος οργανισμός είναι έτσι σχεδιασμένος, ώστε έχει την ικανότητα να είναι κατά κάποιο τρόπο προ-δραστηριοποιημένος σχετικά με την κατάσταση της σωματικής και ψυχικής του υγείας. Η μουσική, λέει, εκτός του ότι συμβάλλει στην καλλιέργεια του ανθρώπου με τρόπους που δεν συνειδητοποιούμε καν, παρέχει, επιπλέον, τρόπους να αντλήσουμε από την έμφυτη γνώση (ή πληροφορία) που βρίσκεται στο εσωτερικό των κυττάρων.

Αν λοιπόν είναι αλήθεια πως η μουσική γιατρεύει, αντιλαμβάνεστε το κοινό λαμπρό μέλλον μουσικών και θεραπευτών. Οι έχοντες ώτα ακούειν, είναι εν δυνάμει... πελάτες τους.

 

ΕΠΙΣΚΕΠΤΕΣ

Today0
Yesterday0
Week0
Month3
All404

Currently are one guest and no members online


Kubik-Rubik Joomla! Extensions

Ο ΚΑΙΡΟΣ

Contribute!
Books!
Shop!